Από τον Σφήκα στον Λάνθιμο
- Διασταυρώθηκαν κατά τύχη. Ο ένας έφευγε, ο άλλος ερχόταν. Ο 82χρονος ταχυδρομικός υπάλληλος και αυτοδίδακτος κινηματογραφιστής Κώστας Σφήκας και ο 36χρονος φέρελπις σκηνοθέτης Γιώργος Λάνθιμος. Ο πρώτος απεβίωσε την ημέρα που ο δεύτερος βραβευόταν στις Κάννες για την ταινία του «Κυνόδοντας». Σάββατο, η διάκριση του Λάνθιμου με το πρώτο βραβείο του προγράμματος «Ενα κάποιο βλέμμα», Κυριακή έσβησε ο Σφήκας. Ετσι, συνυπήρξαν για πρώτη, ενδεχομένως, και, πάντως, τελευταία φορά, ο ένας δίπλα στον άλλον. Ο ριζοσπάστης, προβοκάτορας της κινηματογραφικής τέχνης και ο νέος δημιουργός με την αντισυμβατική ματιά που, όπως έγραψε η «Liberation», «δίνει καινούργιο αίμα στο ελληνικό σινεμά».
- Μας γοήτευσε και μας παίδεψε το «Μοντέλο» του Σφήκα όταν το πρωτοείδαμε. Η απόλυτη άρνηση για οτιδήποτε αναπαραστατικό, ένα μόνο πλάνο, καμία παρουσία των υλικών του σινεμά: δραματουργία, διάλογοι, μοντάζ και, ασφαλώς, ηθοποιοί. Εισηγείται και υποστηρίζει με πάθος την έννοια του «πειραματικού» στον ελληνικό κινηματογράφο φέρνοντας σε μεγάλη αμηχανία όσους εξισώνουν την 7η Τέχνη με την αφήγηση. Και επέμεινε σε αυτήν τη μοναχική διαδρομή από τη δεκαετία του ’60 ώς σήμερα (το 2007 παρουσίασε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης τη «Μεταμόρφωση»). Είδε (με πίκρα υποψιαζόμαστε) τις αίθουσες να αδειάζουν στη διάρκεια της προβολής των ταινιών του, αντιμετώπισε την ειρωνεία από πολλούς που τον έβρισκαν ενοχλητικό ή εξεζητημένο. Ο Κώστας Σφήκας ήταν πιονέρος του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου. Μας έμαθε να είμαστε λιγότερο βιαστικοί και περισσότερο περίεργοι, μας έπεισε ότι η φιλμική γλώσσα μπορεί να επιδρά στις αισθήσεις χωρίς να επιτίθεται στο θυμικό, αλλά επιλέγοντας την οδό της αισθητικής αφαίρεσης και της φιλοσοφικής προσέγγισης. Ο Κώστας Σφήκας διατήρησε όλα αυτά τα χρόνια την αυτονομία του και την ανεξαρτησία του (μια πιο κομψή προσέγγιση της μερικής περιθωριοποίησης).
- Ο Γιώργος Λάνθιμος πρωτοεμφανίστηκε στο Φεστιβάλ του 2005 με την «Κινέττα». Μια ταινία που αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στο καλλιτεχνικά ακραίο και στο αφηγηματικά απροσδιόριστο. Εντελώς χειροποίητη και αφτιασίδωτη. Χωρίς μακιγιάζ, με φυσικό φως, καθόλου ωραιοποιημένους χώρους και ανθρώπους. Η εσκεμμένα αφύσικη κίνηση των σωμάτων μπροστά στον φακό, ο πολύ ενδιαφέρων συσχετισμός χώρου - σώματος - προσώπων, οι ελάχιστοι διάλογοι πείθουν για την αβίαστη διάθεση αναζήτησης του σκηνοθέτη. Μια απόπειρα γραφής, που «συντάσσεται» εν τη γενέσει της, είχαμε επισημάνει. «Ολα τα στοιχεία είναι εντελώς ρεαλιστικά, αλλά το αποτέλεσμα μοιάζει μη ρεαλιστικό», είχε δηλώσει τότε ο Λάνθιμος στην «Κ». «Και μόνο που κινηματογραφείς την πραγματικότητα μετατρέπεται σε κάτι άλλο». Η «Κινέττα» επελέγη για το Φεστιβάλ του Τορόντο. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο «Κυνόδοντας» εντυπωσιάζει στις Κάννες. Ο γαλλικός Τύπος «διαβάζει» στην ταινία «το χρονικό του καθημερινού φασισμού». Το αμερικανικό «Variety» την είδε σαν «ένα μεγάλο Big brother house φτιαγμένο από τον Λαρς φον Τρίερ».
- Τίποτα άλλο δεν ενώνει τους δύο δημιουργούς από την ανάγκη τους να μιλήσουν, ο καθένας με τον τρόπο του, για ό,τι τους απασχολεί. Ο ένας, οπαδός της αφηρημένης τέχνης, ονειροπόλος, εμμονικός, οραματιστής, διανοούμενος, άνθρωπος με πνευματική καλλιέργεια, απομονωμένος αλλά ενημερωμένος. Ο άλλος, κερδίζει με το σπαθί του (και με το βλέμμα του) μια θέση στη σύγχρονη κινηματογραφική πραγματικότητα. Ξεκίνησε με φόρα, τουλάχιστον, και προχωράει με ταχύτητα, χωρίς να εγκαταλείπει τις αρχές του για μια διαφορετική ανάγνωση της πραγματικότητας. Διακινδυνεύοντας μια ακραία προσέγγιση, θα λέγαμε, ότι και οι δυο για τους ανθρώπους-εξαρτήματα μιλούν, για τη μετάλλαξη, την αλλοτρίωση, μέσα από άλλοτε «παγωμένες» άλλοτε παράδοξες εικόνες.
- Επίλογος: Για να κερδίσει το ελληνικό σινεμά το ενδιαφέρον, χωρίς προκαταλήψεις, θα πρέπει κάποιος να φεύγει, κάποιος να έρχεται. Ανάμεσα σε επικήδειους και βραβεύσεις ανθεί, εισπράττει εγκώμια, συγχαρητήρια τηλεγραφήματα και φιλικά χτυπήματα στην πλάτη… Οι θεσμικές αλλαγές μπορούν να περιμένουν…
- Tης Μαριας Κατσουνακη, Η Καθημερινή, 26/5/2009
No comments:
Post a Comment