Saturday, May 16, 2009

Ντένης Ηλιάδης: «Σήμερα μας σοκάρει το συναίσθημα»

  • Ποιος λέει ότι οι Ελληνες δεν μπορούν να φτάσουν στο Χόλιγουντ; Ο Ντένης Ηλιάδης εξηγεί πώς τα κατάφερε με ένα θρίλερ


Και, ξαφνικά, οι Αμερικανοί έμαθαν το όνομα Dennis Iliadis. Το Χόλιγουντ, με την παρότρυνση του Γουές Κρέιβεν («Εφιάλτης στο δρόμο με τις λεύκες», «Scream»), τον επέλεξε ανάμεσα σε 100 σκηνοθέτες και του ανέθεσε το ριμέικ της παλιάς (1972) θρυλικής τρομακτικής ταινίας «The last house on the left» -που σηματοδότησε την αρχή της καριέρας του Κρέιβεν και επηρέασε τις ταινίες τρόμου των επόμενων δεκαετιών. Ο αμερικανός σκηνοθέτης παρέδωσε στο νεαρό συμπατριώτη μας τα σκήπτρα για το νέο ριμέικ, διατηρώντας τη θέση του παραγωγού μαζί με τον Σον Κάνιγχαμ. Και δικαιώθηκε.

Πρώτη φορά ένας έλληνας σκηνοθέτης φτάνει τόσο ψηλά στην κορυφή του αμερικανικού μποξ όφις (τρίτη θέση το πρώτο τετραήμερο). Οσοι το 2004 είχαν δει το «Hardcore» του Ηλιάδη, που εκθειάστηκε από το περιοδικό «Variety», ίσως καταλάβουν γιατί. Ηταν μια καλοφτιαγμένη ταινία ωμού ρεαλισμού για δύο έφηβες (Κατερίνα Τσάβαλου και Δανάη Σκιάδη), που εκδίδονται, βιάζονται, συμμετέχουν σε όργια της υψηλής κοινωνίας, «φτιάχνονται» με κόκα και παραισθησιογόνα, ξεζουμίζονται από τον προαγωγό τους και καταλήγουν στο φόνο. Αυτό ήταν άλλωστε και το διαβατήριό του για το Χόλιγουντ. Ισως και ο τρόπος που χειρίζεται τη βία. Μια βία -ψυχολογική και σωματική- που κυριαρχεί στο «Τελευταίο σπίτι αριστερά».

Το φιλμ, που εδώ προβάλλεται στις 28 Μαΐου, αφηγείται την ιστορία της απαγωγής δύο κοριτσιών από μια παρέα ψυχασθενών. Χωρίς να το γνωρίζουν, οι απαγωγείς αναζητούν καταφύγιο στο σπίτι των γονιών μιας από τις κοπέλες. Κι αυτοί παίρνουν την εκδίκησή τους.

Ο Ντένης Ηλιάδης μεγάλωσε σε Αθηνα, Παρίσι και Ρίο ντε Τζανέιρο, έκανε γερές σπουδές σε Αγγλία και Αμερική και έχει επιτυχημένη προϋπηρεσία στη διαφήμιση. Το «Hardcore» ήταν η πρώτη του μεγάλου μήκους.

  • Πώς βρεθήκατε στο Χόλιγουντ;

«Το "Hardcore" είχε μια εντυπωσιακή πορεία στο εξωτερικό. Βρήκε διανομή στην Αμερική αλλά και σε άλλες 15 χώρες και βραβεύτηκε σε πολλά φεστιβάλ. Με προσέγγισαν διάφορα πρακτορεία από την Αμερική, είδαν και τη δουλειά μου στη διαφήμιση και υπέγραψα τελικά με τη CAA, που είναι μάλλον το σημαντικότερο agency αυτή τη στιγμή. Και έτσι άρχισαν συναντήσεις με την προοπτική να σκηνοθετήσω κάποιες ταινίες στούντιο εκεί, ενώ εγώ δούλευα ταυτόχρονα και στην Ελλάδα».

  • Τον Γουές Κρέιβεν πώς τον γνωρίσατε;

«Μία από τις συναντήσεις αυτές ήταν και με την εταιρεία παραγωγής του, που ετοίμαζε το "Τελευταίο σπίτι αριστερά" με τη Universal. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι με "κυνήγησαν" αυτοί, ένας συνεργάτης του είχε δει το "Hardcore" και ενθουσιάστηκε. Το ίδιο και ο Κρέιβεν. Ετσι κάναμε ένα πρώτο ραντεβού, που πήγε πολύ καλά. Τους άρεσαν οι ιδέες μου και η προσέγγισή μου και το πράγμα άρχισε να κινείται, με την έγκριση και της Universal, βέβαια. Είχαμε πολύ καλή σχέση με τον Κρέιβεν. Σε αντίθεση με τις ταινίες του, είναι πολύ ήρεμος και μειλίχιος. Και εξαιρετικά καλλιεργημένος -ήταν καθηγητής φιλοσοφίας εξάλλου...».

«Θέλει γερό στομάχι»

  • Στην Ελλάδα υπάρχει μια ολόκληρη φιλολογία για τον βαθμό ελευθερίας που τα στούντιο του Χόλιγουντ αφήνουν στους σκηνοθέτες. Ποια ήταν η δική σας εμπειρία;

«Εχεις κάποιες εβδομάδες να κάνεις το δικό σου μοντάζ και μετά έχουν τη δυνατότητα να σου πάρουν τον έλεγχο. Δεν είναι κάτι που θέλουν απαραιτήτως, αλλά την έχουν. Οπότε, πρέπει να τους πείσεις με τη δικιά σου εκδοχή, ώστε να κρατήσεις τον έλεγχο. Είναι δύσκολο, θέλει δύναμη και στομάχι, αλλά τα κατάφερα και ήρθε και το επίσημο test screening να με δικαιώσει».

  • Τι διαφορετικό θα βλέπαμε, αν δεν περνούσε το δικό σας;

«Μια ταινία 10-15% συντομότερη και κάπως πιο απλοϊκή. Ευτυχώς, όμως, πήγαμε τελικά με το δικό μου μοντάζ που πήρε και ένα από τα ψηλότερα σκορ στο είδος, οπότε όλοι ησύχασαν!».

  • Η ταινία τρόμου στην Ελλάδα δεν έχει καμία παράδοση -αν εξαιρέσει κανείς τις ταινίες με ζόμπι του Νούσια. Εσείς τι σχέση είχατε με αυτό το είδος;

«Κατ' αρχάς, το "Last House" δεν είναι μια τυπική ταινία τρόμου. Είναι ένα πολύ τρομακτικό δράμα. Το είδος του τρόμου για μένα είναι πολύ ενδιαφέρον, γιατί αποτελεί μια απίστευτα έντονη και συμπυκνωμένη βάση για δραματουργία. Οι χαρακτήρες δοκιμάζονται στο βάθος της ύπαρξής τους, δεν μπορούν να μη δράσουν και φτάνουν πραγματικά στα όριά τους. Πιστεύω πως η ταινία μας δίνει ασυνήθιστο βάρος στις ερμηνείες αλλά και την εικόνα πετυχαίνοντας ένα ρεαλισμό που σοκάρει και κάνει τις σκηνές "τρόμου" πραγματικά επώδυνες».

  • Πώς εξηγείτε την επιτυχία της πρώτης αυτής αμερικανικής ταινίας σας -δεδομένου πως γυρίζονται πλήθος ταινιών στις ΗΠΑ;

«Αρεσε σε ένα ευρύ, απαιτητικό και πολυδιάστατο κοινό. Οπότε, μάλλον κάναμε καλή δουλειά».

  • Υπάρχει μια τάση να γίνονται ριμέικ ταινιών τρόμου -ο ίδιος ο Κρέιβεν εξάλλου το επιδιώκει, αναθέτοντας σε νέους σκηνοθέτες ριμέικ των δικών του ταινιών. Γιατί όμως να ξαναδούμε μια θρυλική ταινία του '72 σε νέα βερσιόν, όσο καλή κι αν είναι;

«Μμμ, νομίζω πως αυτό ειδικά ήταν ένα πρότζετ με ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί αρχική του έμπνευση ήταν ένας σουηδικός μεσαιωνικός μύθος, που τον πήρε ο Μπέργκμαν κι έκανε την "Πηγή των παρθένων". Εκεί "πάτησε" ο Κρέιβεν και έκανε το "Last house". Είναι μια πολύ δυνατή, πρωτογενής ιστορία κι αν αποφασίσεις να καταπιαστείς μαζί της τα χέρια σου είναι γεμάτα. Δεν μπορείς να μιμείσαι άλλους, αναγκαστικά την κάνεις με τον δικό σου τρόπο».

  • Με τόσες ταινίες τρόμου και ειδικά εφέ στα οποία έχουν συνηθίσει οι νέοι, σε τι παραπάνω μπορεί να ποντάρει σήμερα το είδος αυτού του κινηματογράφου;

«Πιστεύω πως ο κόσμος σήμερα είναι επιρρεπής σε κάθε είδους σοκαριστική και άγρια εικόνα, αρκεί αυτή να είναι στιλιζαρισμένη και απόμακρη και να μην σε κάνει να σκέφτεσαι ή να αισθάνεσαι. Τη στιγμή όμως που αρχίζει να τους αγγίζει σε ένα συγκινησιακό επίπεδο, να τους φαίνεται υπερβολικά αληθινή, τους απωθεί. Νομίζω, λοιπόν, πως ναι μεν δεν μπορούμε πλέον να σοκαριστούμε σε οπτικό επίπεδο, αλλά ίσως σοκαριζόμαστε πιο εύκολα συγκινησιακά, όταν κάτι είναι πολύ ρεαλιστικό. Ισως γι' αυτό, κάποιοι άνθρωποι στις ΗΠΑ βγαίνουν έξω από τις αίθουσες που παίζουν την ταινία μας. Εν έτει 2009».

  • Υπάρχει κάποιο γεγονός που συνοδεύει τις πρώτες σας κινηματογραφικές προσπάθειες που θα θέλατε να ξεχάσετε;

«Πολλά, αλλά δεν νομίζω ότι πρέπει να τα ξεχνάς, αλλά να μαθαίνεις από αυτά».

  • Φαντάζομαι πως η περίπτωσή σας θα αναπτερώσει τις ελπίδες πολλών νέων ελλήνων σκηνοθετών. Τι θα τους συμβουλεύατε;

«Ο σωστός δρόμος είναι να κάνουμε ταινίες εδώ που να μπορούν να αφορούν και ένα διεθνές κοινό και να μη βάζουμε προτεραιότητά μας να είμαστε απλά ανώδυνοι και ευχάριστοι».

  • Υπήρξε κάποιο απρόοπτο στο γύρισμα της ταινίας που δεν θα ξεχάσετε;

«Το ένα τρίτο της ταινίας γυρίστηκε νύχτα στο δάσος με τεχνητή βροχή και αέρα (στην πραγματικότητα στήσαμε ένα ολόκληρο σπίτι, μέσα κι έξω, μέσα στο δάσος!). Ηταν πολύ δύσκολο. Είναι εύκολο να γράφεις το σενάριο για μια νύχτα με καταιγίδα, αλλα πολύ πολύ δύσκολο να το γυρίζεις. Απ' την άλλη, δούλεψα υπέροχα με τους ηθοποιούς και το συνεργείο και απόλαυσα πραγματικά το γύρισμα κάποιων σκηνών σύγκρουσης. Και τη δουλειά των κασκαντέρ».

  • Τώρα, τι ετοιμάζετε;

«Προετοιμάζω το "Cure". Πολύ καλό σενάριο, ένα σκοτεινό θρίλερ αλλά ταυτόχρονα πολύ ρομαντικό -και ανέκαθεν ήθελα να κάνω ένα βαθιά ρομαντικό φιλμ. Την παραγωγή έχει αναλάβει ο Μάικλ Λόντον, που έχει στο ενεργητικό του ταινίες όπως το "Μιλκ" και το "Πλαγίως". Είμαι ενθουσιασμένος».

  • Αλήθεια, πώς αντιμετώπισε η αμερικανική κινηματογραφική πιάτσα την εκλογή Ομπάμα;

«Δεν γνώρισα ούτε έναν στην κινηματογραφική κοινότητα του Λος Αντζελες που να μην τον υποστήριζε. Ολοι χάρηκαν πολύ».

  • Και τέλος, πώς τα βγάζετε πέρα με όλα αυτά τα πηγαινέλα, Ελλάδα-ΗΠΑ, τώρα που γίνατε μπαμπάς;

«Σιγά σιγά, αρχίζουμε να συνηθίζουμε τις πολλές υπερατλαντικές πτήσεις...». *


No comments: