Saturday, July 14, 2012

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ Στο βάλτο της κρατικής απαξίωσης...


«Το γάλα» του Γιώργου Σιούγα

Η τελευταία φορά που ακούστηκε κάτι για τον εγχώριο κινηματογράφο σε κυβερνητικό επίπεδο, ήταν στις αρχές του περασμένου Μάη, οπότε, ο τότε υπουργός Πολιτισμού, Π. Γερουλάνος, απάντησε σε διαμαρτυρία του Σωματείου Ελλήνων Σκηνοθετών - Παραγωγών Ελληνικού Κινηματογράφου, σχετικά με τη... μη εφαρμογή του αντιδραστικού νόμου για τον κινηματογράφο του 2010! Ωστόσο, αυτό το «επεισόδιο» είχε ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα με το ρίξιμο ενός χαλικιού σε ένα βάλτο: Απλώς υπογράμμισε την απόλυτη «αφασία», στην οποία έχει περιέλθει η έτσι κι αλλιώς διαχρονικά προβληματική κρατική στήριξη του ελληνικού κινηματογράφου. Η αμέσως προηγούμενη, από την παραπάνω, φορά που έγινε λόγος για κρατική οικονομική ενίσχυση της ελληνικής παραγωγής ήταν τον... Δεκέμβριο του 2011, με τη συνέντευξη της νέα διοίκησης του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου. Οπου απλώς τεκμηριώθηκε και με στοιχεία αυτό που η κινηματογραφική κοινότητα (ανεξαρτήτως της θέσης που έχει έναντι του νόμου για τον κινηματογράφο) ήξερε πιο καλά από όλους: Λεφτά δεν υπάρχουν. Ετσι, το Δεκέμβριο του 2011, το μόνο ποσό που το ΕΚΚ μπορούσε να πει με βεβαιότητα ότι είχε να δώσει στην παραγωγή ήταν περίπου... ένα εκατομμύριο ευρώ για 60 - μέχρι τότε - εγκεκριμένες, από το ίδιο, ταινίες!

Wednesday, July 4, 2012

Ψαρεύοντας, μάλλον θεατές... !

Και αυτήν την καλοκαιρινή βδομάδα του Ιούλη, η πιο ενδιαφέρουσα ταινία που προσφέρουν οι αίθουσες τυγχάνει να είναι επανέκδοση. Πρόκειται για την ψηφιακά 4Κ αποκαταστημένη ταινία - σταθμό του Μάρτιν Σκορτσέζε «Ο ΤΑΞΙΤΖΗΣ» από το τόσο μακρινό 1976. Οι υπόλοιπες, μετριότητες η μία πίσω απ' την άλλη... Πάντως, όσοι δε λένε να ικανοποιηθούν από τη γενική προσφορά - και έως ότου στηθούν παντού, κινηματογραφικές λέσχες που θα ξαναζωντανέψουν την έννοια του καλού κινηματογράφου και τη σημασία του σαν κοινωνικό καλλιτεχνικό έργο και όχι φτηνό ή ακριβό οπτικοακουστικό εμπόρευμα και καταναλωτικό υποπροϊόν - καλά θα κάνουν να φροντίσουν να οργανώσουν τη δική τους «ταινιοθήκη». Αν φροντίσουν, να είναι σίγουροι ότι θα βρουν τις ταινίες που ζητούν για να τις απολαύσουν στην απόλυτη ησυχία του θερινού μεταμεσονύκτιου... Αν γίνεται να «απολαύσει» κανείς προβολή σπίτι του! Φυσικά και πάλι αν φροντίσει γι' αυτό... Εχοντας ικανοποιήσει πείνα, δίψα και φυσικές ανάγκες, έχοντας κλείσει κινητά και χαμηλώσει σταθερά, έχοντας κοιμίσει παιδιά και έχοντας αποφασίσει ότι το επόμενο δίωρο δε θα σηκωθεί από τη θέση του, οργανώνει κανείς τις προϋποθέσεις και τις προοπτικές για να αφεθεί να ταξιδέψει με την ταινία και να βυθιστεί στη μαγεία της... Κι ας ενίστανται κάποιοι για τη μαγεία της μικρής οθόνης... Εμείς σας προτείνουμε κάποιους καλοκαιρινούς τίτλους που παρουσιάζουν ενδιαφέρον, εσείς φροντίστε να τους βρείτε στο βιντεάδικο της γειτονιάς σας ή όπου αλλού...

ΛΑΣΕ ΧΑΛΣΤΡΕΜ Ψαρεύοντας σολομούς στην Υεμένη



Με λειτουργία δίχως αξιώσεων, απλοϊκής και προβλέψιμης ψυχαγωγίας η τελευταία ταινία του Λάσε Χάλστρεμ, που αρχίζει υποσχόμενη μέσα από τους ελαφρούς κωμικούς της τόνους και το κάποιο «τσίμπημα» πολιτικής σάτιρας ...για να καταλήξει χαμένη στο συναισθηματισμό! Ανόητη ιστορία που προσβλέπει στο να καταστήσει το θεατή συμμέτοχο σε ένα βλακώδες περιβαλλοντικό πρότζεκτ, που ξεκινά από έναν επιχειρηματία με πολλά λεφτά, αλλά ελάχιστη σχέση με την πραγματικότητα. Προϊόν ό,τι πρέπει για την αμερικανική αγορά, που ως γνωστόν λατρεύει τις ταινίες που μυθοποιούν την καθημερινότητα, από το γκολφ ως την αγοραπωλησία μετοχών. Η τάση αυτή διαμορφώνει κινηματογραφικά προϊόντα επιτηδευμένα και εκνευριστικά μπανάλ - εκτός απειροελάχιστων εξαιρέσεων. Η προσπάθεια του Χάλστρεμ και της ταινίας του να αναγάγει το ψάρεμα σολομού σε υψηλή φιλοσοφία δεν κατατάσσει σίγουρα το φιλμ στις προαναφερθείσες εξαιρέσεις!

ΜΑΡΤΙΝ ΣΚΟΡΤΣΕΖΕ Ο ταξιτζής



Ο Μάρτιν Σκορτσέζε ανήκει στη φουρνιά των Αμερικανών σκηνοθετών του '70 που σπούδασαν κινηματογράφο, ιστορία, θεωρία, αισθητική και παραγωγή σε ακαδημαϊκά, πανεπιστημιακά προγράμματα και που υιοθέτησαν επιρροές από το γαλλικό Νέο Κύμα. Ο Σκορτσέζε, ωστόσο, με προγενέστερη ταινία την «ΚΑΚΟΦΗΜΟΙ ΔΡΟΜΟΙ», ο σεναριογράφος Πολ Σράντερ και ο κύριος ηθοποιός Ρόμπερτ Ντε Νίρο, την εποχή του «Ο ΤΑΞΙΤΖΗΣ», δεν έμοιαζαν με ομάδα υποσχόμενη εμπορική επιτυχία. Εξάλλου, οι ισχυρές δόσεις βίας και ύβρεων όπως και η απουσία ηχηρών πρωταγωνιστικών σταρ, προδιέγραφε αυτόματα λελογισμένη πορεία σε σχετικά περιορισμένο ακροατήριο. Για τους παραπάνω λόγους, προκάλεσε έκπληξη η εισπρακτική επιτυχία της ταινίας που έφθασε στη δωδέκατη θέση στη λίστα του box office. «Ο ΤΑΞΙΤΖΗΣ» ανήκει στις ταινίες του «δεξιού κύκλου», σε αντιδιαστολή με σύγχρονές της, του «αριστερού» οι οποίες επιδίωκαν και καλλιεργούσαν την ανάπτυξη ενός «ειρωνικού» ακροατηρίου, μέσω - μορφικών/δομικών κατά βάση - «διορθωτικών κινήσεων», οι οποίες, όχι μόνο συνιστούσαν μέρος της εμπορικής τους στρατηγικής, αλλά και το «κλειδί» της νομιμότητας και γνησιότητάς τους.