Thursday, January 29, 2009

Μονομαχία γιγάντων!


«Αμφιβολία». Θεράποντες της Υποκριτικής- Θεάτρου και Κινηματογράφου. Ουδεμία αμφιβολία περί των δύο  γιγάντων. Παρακαλώ, απολαύστε Μaster Class Μέριλ Στριπ και Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν

Άντε τώρα να πιάσεις επιδόσεις Μέριλ Στριπ και Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν. Όσο καλός/καλύτερος και να ΄σαι το μόνο στο οποίο μπορείς να ελπίζεις είναι τη σκόνη τους να δεις.
«Αμφιβολία» περί Κακού- Καλού- Άσχημου, αλλά ουδεμία για το μέγεθος αυτών των δύο θηρίων. Μονομαχία γιγάντων με μοναδικό νικητή την Τέχνη της Υποκριτικής!

Με μια θεόκλειστη καπελαδούρα, από εκείνες που φοράνε σαν κράνος οι μοναχές της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, με μυωπία να παραμορφώνει τα μάτια, το βλέμμα, το σύμπαν. Και με το γνωστό ράσο να την καλύπτει από τον σβέρκο μέχρι τα νύχια. Και on top of that, από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό, να περιφέρει έναν ξινό, ανοργασμικό, καταπιεσμένο, αυταρχικό, δεσποτικό, συντηρητικό χαρακτήρα. Παρόμοιο με φανατικό οπαδό της Κου Κλουξ Κλαν. Παραλίγο να μου ΄ρθει κόλπος. Μέσα σε διάστημα εφτά μόλις μηνών, αυτός ο θηλυκός γίγαντας μεταμορφώθηκε ολοσχερώς. Από την εύθυμη ζωντοχήρα με το όνομα Ντόνα Σέρινταν στο «Μamma mia», στην απόλυτη θεούσα του «Doubt» («Αμφιβολία»). Μπροστά της, άπασες της «Ζωής» θα την εξελάμβαναν ως εκπρόσωπο του Αντίχριστου επί Γης. Ladies and Gentleman, Μeryl Streep! Μόλις εξήντα, αλλά σας βεβαιώ με την ίδια ευκολία μπορεί να σε πείσει πως είναι κοπελούδα. Θεά η Κυρία.

Από κοντά και ο Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν, ο απόλυτος μεταμορφωτής της νεώτερης γενιάς του Αmerican Cinema (στα 42 και συνεχίζει ακάθεκτος προς την κορυφή). Από τα πιο καλοεπεξεργασμένα και καλοδουλεμένα εργαλεία Υποκριτικής. Παίζει μοναδικά ό,τι του ζητηθεί. Ο ιερέας Φλιν, λοιπόν, απέναντι από τη σκύλα Αδελφή Αλοΐσιους, τη Μέριλ Στριπ. Εκείνη υπέρμαχη του Νόμου και της Τάξης. Όσο άλλος κανείς. Ούτε ένα «και» δεν πρέπει να αποσιωπηθεί από οποιαδήποτε φράση. Ούτε μισή παρέκκλιση στην καθημερινή, χριστιανική, ζωή. Εκείνος ο ζωντανός ορισμός του εκσυγχρονισμού. Εκείνη του Μεσαίωνα και του τελετουργικού. Μονομαχία μέχρι τελικής πτώσεως. Κι εκεί λοιπόν που είσαι έτοιμος να ορμήσεις και τη σκύλα να κοπανήσεις, εκεί που είσαι έτοιμος να βάλεις το χέρι σου στη φωτιά και να καταδικάσεις την ακροδεξιά, εκεί ακριβώς παρεμβαίνει ο μεγιστοτεράστιος δραματουργός Τζον Πάτρικ Σάνλεϊ και τα φέρνει όλα τούμπα, με αποτέλεσμα η βεβαιότητα του θεατή να κάνει κωλοτούμπα. Κι αν η σκύλα έχει δίκιο; Κι αν ο εκσυγχρονιστής, ο μοντέρνος, ο προοδευτικός ιερέας Φλιν είναι ένοχος; Γιατί, δηλαδή, ο αριστερός να είναι σωστός και ο δεξιός μονίμως λάθος και κακός; Έτσι, όχι μόνο «Μονομαχία γιγάντων» αλλά και «Θρίαμβος των γκρίζων ζωνών».

Και για να τοποθετηθώ πληρέστερα επί των υποκριτικών επιδόσεων αυτών των δύο θεριών. Για τη Στριπ αυτός ο ρόλος ήταν piece of cake. Επειδή ο χαρακτήρας είναι τετράγωνος, δηλαδή ας πούμε «σχηματικός». Επομένως εύκολα ένα τόσο μεγάλο μέγεθος μπορεί να αισθανθεί βολικά και άνετα φορώντας μια τέτοια στολή. Αυτό δεν επιτρέπει σε κανένα να μειώσει τις επιδόσεις της επ΄ ουδενί. Εύκολος ρόλος, συναρπαστική ερμηνεία. Αν τώρα βάλω κοντά την Έιμι Άνταμς και τη Βαϊόλα Ντέιβις (αμφότερες υποψήφιες Όσκαρ β΄ ρόλου) ε, τότε η «Αμφιβολία» είναι η κορυφαία, φετινή αμερικανική στιγμή της Τέχνης της Υποκριτικής Και δυο λόγια για το έργο, το οποίο προέκυψε από το ομότιτλο θεατρικό του ίδιου συγγραφέα που ανέβηκε στο Μπρόντγουεϊ με σαρωτική επιτυχία πριν από πέντε χρόνια. Σημείο πρώτο: Διαφωνώ με όσους ξεμπερδεύουν χαρακτηρίζοντάς το «θεατρικό». Ο Σάνλεϊ σαν σκηνοθέτης αξιοποίησε όσο καλύτερα μπορούσε την κινηματογραφική τεχνική, προκειμένου να «κλωτσήσει» με κομψότητα το έργο του από την θεατρική σκηνή (να μη σας μπερδεύω με ορολογίες όπως ντεκουπάζ, μοντάζ και άλλα τέτοια τεχνικά). Σημείο δεύτερο: Ενώ εξωτερικά η ιστορία που διαδραματίζεται σε κάποιο καθολικό σχολείο του Μπρονξ του 1964- έχει σημασία η χρονολογία- μοιάζει να μη μας αφορά, εν τούτοις πλαγίως και πανέξυπνα υπούλως ο Σάνλεϊ δίνει μια και αποτελειώνει τον δογματισμό και την σιγουριά μας. Σαν χορευτής των Μπολσόι παίζει με το Φαίνεσθαι και το Είναι. Γι΄ αυτό η ιστορία τοποθετείται σε σχολείο θρησκευτικού δόγματος. Γι΄ αυτό στο τέλος, με μια ευθύβολη σφαίρα καταρρίπτει την Αλήθεια τη μοναδική. Και τρίτο και τελευταίο, μαζί με όλα αυτά ο Σάνλεϊ γκρεμίζει την χολιγουντιανή συνταγή. Αυτές οι γκρίζες ζώνες. Αυτές οι αμφιβολίες. Διότι ο Καλός μπορεί να είναι και Κακός και τούμπαλιιν, ο Κακός Καλός. Πετάξτε τις παρωπίδες. Ερευνάτε. Η δογματική πίστη κάνει την Αλήθεια πέρα.

ΥΓ: Και για να ολοκληρώσω. Από την τελευταία παραγωγή της Αμερικής και μάλιστα από τις ταινίες που πάνε για Όσκαρ, αυτές τις επιδόσεις θα ξεχώριζα. Με επιφύλαξη, γιατί το «Slumdog Μillionaire» δεν το έχω δει. Καλύτερη σεναριακή δραματουργία στον Σάνλεϊ και το «Doubt». Καλύτερη σκηνοθεσία στον Γκας Βαν Σαντ και το «Μilk». Καλύτερες γυναικείες ερμηνείες η Μέριλ Στριπ και η Κέιτ Γουίνσλετ («Σφραγισμένα χείλη»). Και καλύτερες ανδρικές Σον Πεν και Μίκι Ρουρκ («Παλαιστής»).

Με δυο λόγια: Το 1964 σε καθολικό δημοτικό σχολείο στο Μπρονξ μια μικρή και αθώα αδελφή με το όνομα Τζέιμς (Έιμι Άνταμς) δίνει το εναρκτήριο λάκτισμα για ένα κυνήγι μαγισσών εναντίον του ιερέα Φλιν (Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν). Ξέρετε, λέει εν τη αφελεία της στη διευθύντρια αδελφή Αλοΐσιους (Μέριλ Στριπ), μια αυταρχική δεσποτική γυναίκα, είδα τον ιερέα Φλιν να ακουμπάει το χέρι του στον ώμο του μαύρου μαθητή. Αυτό ήταν. Χωρίς αποδείξεις αλλά μόνο με υποψίες προερχόμενες από το άρρωστο μυαλό της, η Αλοΐσιους οργανώνει την επίθεση και την εξόντωση του ιερέα Φλιν!

«Αμφιβολία»
Όσκαρ σεναρίου Όσκαρ Μέριλ Στριπ Όσκαρ Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν
ΒΑΘΜΟΙ=8 (τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται)

Η ιστορία της Lady D, δύο αιώνες πριν

Τρεις ακόμα πρεμιέρες, δηλαδή το σύνολο επτά. Με πρώτη, λόγω χάρης και ομορφιάς, την Κίρα Νάιτλι «Η Δούκισσα» (Τhe Duchess). Φεμινιστικό δράμα εποχής με σκηνοθέτη τον 41χρονο Λονδρέζο Σάουλ Ντιμπ. Η ιστορία βασίζεται στη βιογραφία «Georgiana, Duchess of Devonshire» της Αμάντα Φόρμαν. Από τη στιγμή που τόσο τραγικά εξέλειπε η Lady D, μπόλικοι συγγραφείς ξεσκονίζουν παρόμοιες ιστορίες της βασιλικής αυλής.

Μία, ίσως η κορυφαία, λαμβάνει χώρα στην Αγγλία του 1774 όταν ο θηλυκός κρίνος με το όνομα Τζορτζιάνα Σπένσερ (Κίρα Νάιτλι) μόλις 17, παντρεύεται τον δούκα του Ντεβονσάιρ (Ρέιφ Φάινς), έναν α
ΒΑΘΜΟΙ=6 1/2 (παρακαλώ, Γυναίκες μην κλαίτε)
πό τους ισχυρότερους και πλουσιότερους ευγενείς του βασιλείου. Ο λόγος ένας και μοναδικός. Ο Άρχοντας θέλει επειγόντως αρσενικό. Έλα όμως που γεννοβολάει το ένα θηλυκό μετά το άλλο. Και έλα που ο παράδεισος ο ερωτικός από την πρώτη στιγμή καταλήγει σε φαλλοκρατική κόλαση για το κορίτσι αυτό. Να παρελαύνουν από το κρεβάτι του αρχιτσέλιγκα η μία μετά την άλλη, αλλά εκείνη η δύστυχη ρούπι να μην κάνει. «Περίμενε», να λέει η μαμά της (Σάρλοτ Ράμπλινγκ). «Εσύ η γυναίκα του, εσύ το αρσενικό και κληρονόμο θα κάνεις». Περιμένει περιμένει, τίποτα δε καταφέρνει. Εκτός από ένα που να καίει. Συγκεντρώνει πάνω της τα βλέμματα των απλών ανθρώπων, κι έτσι πρώτη στην πολιτική και το promotion η Κίρα Νάιτλι. Ώσπου ο σύζυγος κρεβατώνει επισήμως μια κολλητή της (Χέιλι Άτγουελ), κι εκείνη μέσα στη στέρησή της που είχε αρχίσει να φλερτάρει ερωτικά μαζί της τα φτιάχνει με νεαρό πολιτικό (Ντόμινικ Κούπερ) για την εκδίκηση και την ευχαρίστησή της. Η συνέχεια ελάχιστα απέχει από την ιστορία της Lady D. Με έναν λόγο, ευπρεπέστατη αφήγηση, εξαιρετική η Κίρα και μια πρώτης τάξεως επιλογή για να χορτάσει η γυναικεία δίψα.

«Ο μελανόκαρδος» (Ιnkheart): Παραμύθι του Ίαν Σόφτλι με Μπρένταν Φρέιζερ, Πολ Μπέτανι, Έλεν Μίρεν.

Όπου ήρωες θρυλικών ιστοριών ζωντανεύουν και τρέχουν να εξολοθρεύσουν τον εχθρό. Βαρέθηκα μέχρι τον λαιμό.

Ακόμα προβάλλεται η ταινία του Πέτρου Σεβαστίκογλου «Τρεις στιγμές» με Ρούλα Πατεράκη, Γιώργο Διαλεγμένο, Ευγενία Δημητροπούλου, Δήμητρα Λαρεντζάκη και Αντώνη Καρυστινό.

ΒΑΘΜΟΙ=3 (άντε γεια)

Η Αποκάλυψη του Ιωάννου

«I di i Smotri», δηλαδή «Έλα να δεις» του Ελέμ Κλίμοφ (1933-2003) και του 1985 με δύο βραβεία, καλύτερης ταινίας και διεθνούς κριτικής, στο Φεστιβάλ Μόσχας. Επανέκδοση δηλαδή. Χωρίς μισή ρυτίδα, σα να είναι σημερινή. Μέσα στις κορυφαίες πολεμικές περιπέτειες όλων των εποχών. Αν ο εφιάλτης έχει αποτυπωθεί τόσο απόλυτα, τόσο σαρκικά, σε μερικές στιγμές της παγκόσμιας κινηματογραφίας, ε, τότε αυτό το masterpiece είναι μία απ΄ αυτές τις σπάνιες και μοναδικές. Ως επιχείρημα για να σας μετακινήσω από τον καναπέ και να σας αφαιρέσω κάθε προκατάληψη ρατσιστική- πράγμα που το σοβιετική σινεμά δεν το ΄χε ανάγκη, αφού μέχρι την κατεδάφιση του Τείχους είχε προλάβει να διατρέξει μια απίστευτη διαδρομή μεγάλων ονομάτων και ταινιών- επικαλούμαι τη μαρτυρία του Αμερικανού Ρόμπερτ Ρόντατ, του σεναριογράφου του οσκαρικού θριάμβου του Στίβεν Σπίλμπεργκ «Η διάσωση του στρατιώτη Ράιαν». Όταν σ΄ ένα φεστιβάλ της Βενετίας τον ρώτησα πόσο είχε επηρεαστεί από το αριστούργημα του Κλίμοφ, απάντησε ως εξής: «Μαζί με τον Στίβεν το είδαμε τουλάχιστον δέκα φορές, καθηλωμένοι από τη σκηνοθετική του μαεστρία».

Το στοίχημα ήταν να αποτυπωθεί όλο το μέγεθος της ναζιστικής κτηνωδίας. Χωρίς ίχνος περιορισμών και εξωραϊσμένων για τους Σοβιετικούς σκηνών. Ωμότητα δηλαδή με βία άφθονη και παρανοϊκή. Σας βεβαιώ, το πενηντάλεπτο όπου οι κτηνάνθρωποι του Χίτλερ στοιβάζουν σε ένα ξύλινο οίκημα (κάτι σαν εκκλησία) εκατοντάδες γέρους, νέους, παιδιά και γυναίκες ενός χωριού της Λευκορωσίας του 1943, για να τους ψήσουν ζωντανούς, ξεπερνάει τον τρόμο και την φρίκη κάθε επινοημένης αμερικανικής ιστορίας τεράτων. Σα να χορεύουν μαζί η Κόλαση του Δάντη και η Αποκάλυψη του Ιωάννου. Ο κανιβαλισμός των Γερμανών καταλήγει σε όρια κατακλυσμιαία και βιβλικά. Το τέλος του Ανθρώπου. Η αυτοκρατορία του κτήνους. Η χορογραφία αυτής της μεγαλειώδους σκηνής αποτελεί μια από τις κορυφαίες ανθολογίες του παγκόσμιου σινεμά. Σχεδόν κάθε μικρός, ακόμα και ασήμαντος ρόλος εκπέμπει στιγμιαία τα δικά του χαρακτηριστικά. Και ταυτόχρονα μαζί με τους άλλους συγκροτούν μια από τις πιο φρικιαστικές πινακοθήκες τεράτων, ένα Freak Show, που από την ανατριχίλα μπορεί να σας τσακίσει τη ραχοκοκαλιά. Θεέ μου, δεν μπορώ άλλο πια!

Το μεγαλούργημα του Κλίμοφ συνιστά μέγιστο κόλαφο για τον σοβιετικό σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Τίποτα δεν είναι «ρεαλιστικό». Όλα εκτινάσσονται ακραία και τρομακτικά με εφαλτήριο την πιο ακραία εκδοχή της βαρβαρότητας και του σουρεαλισμού. Υποκλίνομαι σ΄ αυτή την ανελέητη πολεμική τοιχογραφία, που όμοιά της για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν υπάρχει πουθενά. Ταυτόχρονα ο Κλίμοφ με αόρατους συμπαραστάτες τον παγανισμό του Ντοβζένκο και τον λυρικό μινιμαλισμό του Ταρκόφσκι αποθεώνει τη φύση και το φυσικό μέσα από τον τραυματισμένο έρωτα δύο παιδιών. Όλα λαμβάνουν χώρα σε μια απέραντη, ανθισμένη δασική έκταση, μέσα στο καλοκαίρι, σε μια πλαγιά που καταλήγει σ΄ ένα χωριό το οποίο συντόμως θα γίνει στάχτες κι αποκαΐδια από τους κανίβαλους του Χίτλερ. Αν έχουν διαπράξει μόνο ένα μικρό μέρος απ΄ όσα τους χρεώνει ο Κλίμοφ, ε τότε, καμία συγχώρεση, ούτε για την πέμπτη γενεά.

Και τέλος, λόγω επικαιρότητας και 13 υποψηφιοτήτων σ΄ αυτή την καραπληξάρα με το όνομα «Μπέντζαμιν Μπάτον», ένα έχω να σας πω. Το πλάσμα που μέσα σε δύο ώρες μεταμορφώνεται μπροστά στα μάτια σας από παιδί σε γέρος, ονομάζεται Αλεξέι Κράφτσενκο. Ούτε λίφτινγκ, ούτε μέικ-απ, ούτε εφέ οπτικά. Και μόνο που πέφτει πάνω σ΄ αυτό τον ανατριχιαστικό χορό κανιβάλων, αρκεί για να σε στείλει από μωρό στον τάφο χωρίς μιλιά. Όταν τα λόγια τελειώνουν, «Έλα να δεις» την Αλήθεια από κοντά!

«Έλα να δεις»
Από τα κορυφαία πολεμικά κι ανατριχιαστικά Η Αποκάλυψη του Ιωάννου Η Κόλαση είναι εδώ
ΒΑΘΜΟΙ=10 (masterpiece)

Οικολογική καταστροφή

«Το τελευταίο κύμα» (Τhe last wave). Επανέκδοση (εν Ελλάδι) της προφητικής ιστορίας του Αυστραλού Πίτερ Γ ουίαρ, γυρισμένη πριν από 32 χρόνια. Μεγαλοδικηγόρος (Ρίτσαρντ Τσάμπερλεϊν) αναλαμβάνει την υπεράσπιση ομάδας Αβορίγινων (αυτόχθονες που εξολοθρεύτηκαν από τους λευκούς αποίκους της Αυστραλίας). Ο δικηγόρος πέφτει σε σουρεαλιστικούς εφιάλτες, μπερδεύει το όνειρο με την πραγματικότητα, ενώ παράλληλα το Σίδνεϊ βομβαρδίζεται από περίεργα καιρικά φαινόμενα. Όπως και οι Ινδιάνοι, έτσι και οι Αβορίγινες. White Μan, φέρνεις την καταστροφή, «ο κόσμος θα βουλιάξει κάτω από ένα γιγαντιαίο κύμα».
ΒΑΘΜΟΙ=7 (ιδιαίτερο)

Παρά μία γουρουνότριχα

Κάτι αλλάζει στο λεγόμενο ελληνικό εμπορικό κινηματογράφο. Με οδηγό το «Βank Βang» και λαθρεπιβάτες Ελένη Ράντου και «Πεθαίνω για σένα». Αν τολμούσε και αν διαχειριζόταν το πρωτότυπο υλικό της με ύφος πέρα και έξω από την παροιμιώδη μπαλαφάρα, τότε ίσως να ξεπερνούσε ακόμα και τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο και το «Βank Βang». Παρά μία γουρουνότριχα, έξυπνη στιγμή μαύρης κωμωδίας δηλαδή!

Η ιδέα και το στόρι (προερχόμενο από την τριετή θεατρική επιτυχία αυτού του διαβολεμένου θηλυκού μυαλού) μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να συναντηθεί η Ράντου με τον Αλμοδόβαρ και την Κάρμεν Μάουρα. Αφορμή, μια παρωδία και αντιστροφή του «Θεωρήματος» (Τeorema) του Πιερ Πάολο Παζολίνι και του 1968. Ένας αδιόριστος ρομαντικός καθηγητής της Φυσικής, ένας άγγελος επί γης (Σήφης Πολυζωίδης), προσλαμβάνεται από μια τρελαμένη σύζυγο και μάνα (Ελένη Ράντου) για να σπρώξει με ιδιαίτερα τον αφασικό γιο της που βουρλίζεται νυχθημερόν με την εφηβεία και τη μακακία (Νεκτάριος Λουκιανός). Αυτό ήταν. Η Ζωή (το όνομα της Ράντου) ερωτεύεται τον καθηγητή. Το ίδιο και ο γιος. Ενώ την ίδια στιγμή ο πατήρ, τροχονόμος στο επάγγελμα αλλά με ανησυχίες στιχοπλόκου λαϊκών τραγουδιών, κολλάει πάνω του σαν να ΄ναι ελπίδα και μούσα του μαζί. Μοναδικό πλάσμα με σώας τας φρένας η γιαγιά, που δεν ακούει από κοντά, αλλά καταλαβαίνει και σχολιάζει τα πάντα από μίλια μακριά (Μάρθα Καραγιάννη). Δηλαδή το επιμύθιο είναι εκεί. Όλοι σε «ανθρωποφαγία» να κατα βροχθίσουν ένα τεμάχιο μυαλού, ευαισθησίας, εξυπνάδας και καλοσύνης απ΄ αυτό το πλάσμα του ουρανού. Όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια. Εν προκειμένω, ελληνική οικογένεια για τα ντουβάρια. Μεθερμηνευόμενο όλο αυτό, ταιριάζει γάντι στο σκοτεινό, το διαφορετικό, το σαρκαστικό, το μαύρο και ειρωνικό!

Ωραία; Πριτς! Η μπαλαφάρα είναι το σπορ του Ελληνάρα. Ως εκ τούτου Ελένη Ράντου εναντίον Ελένης Ράντου. Συνοπτικά. Λάθος πρώτο. Ο άξονας είναι ο καθηγητής όχι η «τρελή». Αυτός τα λέει, αυτός είναι ο ήρωας, αυτός δίνει και αυτός προσφέρει. Λάθος δεύτερο. Ολόκληρο, σχεδόν, το πρώτο ημίχρονο, εξαντλείται σε μικρά περιστατικά, σα να βλέπουμε σκετσάκια ξεχωριστά. Έτσι, η μπάλα καταλήγει στην κερκίδα κι έτσι από ορντέβρ το τραπέζι τίγκα. Λάθος τρίτο. Αγχωμένη η σκηνοθεσία τού (ταλαντούχου, δεν λέω) Νίκου Καραπαναγιώτη. Αγχωμένη και «ξένη». Τι δουλειά έχει το μοντάζ ενός διαφημιστικού σποτ τριάντα δευτερολέπτων με μια ταινία; Λάθος τέταρτο το ανδρικό καστ. Απαξάπαντες, σχεδόν, εκτός «σειράς». Για να μη σας τρώω τον πολύτιμο χρόνο σας και να μην αδικώ τη Ράντου: Ευφυέστατη η ιδέα. Ανεβάζει τον πήχυ ψηλά. Όμως η διαχείριση έρχεται και του δίνει μια και τον στέλνει στα εδάφη τα γνωστά. Όπως λέει και ένας νόμος της Φυσικής, ένα τόσο δα μικρό μπορεί να συνδεθεί με κάτι πολύ μεγάλο και τρανό. Μακάρι. Περιμένω με λαχτάρα να το δω!

«Πεθαίνω για σένα»
Ευφυέστατη ιδέα Λάθος η διαχείριση και η σκηνοθεσία Ξεχωρίζουν Ράντου και Μάρθα Καραγιάννη Και τα τραγούδια του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα
ΒΑΘΜΟΙ=5 (Ηalf and half)
  • Του Δημήτρη Δανίκα , ΤΑ ΝΕΑ: Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2009

No comments: