Thursday, January 15, 2009

Εξαιρετικός Σον Πεν σε ρόλο ομοφυλοφίλου

ΤΟΥ Ι. ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ | ΤΟ ΒΗΜΑ, Πέμπτη 15 Ιανουαρίου 2009

Ακούραστος ακτιβιστής υπέρ των δικαιωμάτων όχι μόνο των ομοφυλοφίλων αλλά και όλων των περιθωριοποιημένων, «καταραμένος» εραστής για χάρη του οποίου έκαναν απόπειρες αυτοκτονίας, πιστός φίλος, ιδιόρρυθμος αλλά πανέξυπνος πολιτικός, μαχητής μέχρι τελικής πτώσεως, με δύο λέξεις γεννημένος ήρωας. Αυτός ήταν ο Χάρβεϊ Μιλκ (1930-1978), ο πρώτος δεδηλωμένος ομοφυλόφιλος Αμερικανός που κατάφερε να καθήσει σε καρέκλα πολιτικής εξουσίας όταν, το 1977, εξελέγη δημοτικός σύμβουλος στο Σαν Φρανσίσκο. Η εκλογή του κλόνισε τα θεμέλια της πουριτανικής αμερικανικής κοινωνίας, μια εκτυφλωτική λάμψη μέσα στον σκοταδισμό του συντηρητισμού. Ο Μιλκ πολέμησε με το χαμόγελο τη μισαλλοδοξία και αφιέρωσε τη σύντομη ζωή του (δολοφονήθηκε από έναν άλλον δημοτικό σύμβουλο και πρώην αστυνομικό) στην ιδέα των μεγάλων αλλαγών. Στην αλλαγή του τρόπου σκέψης.

Το «Μilk» (ΗΠΑ, 2008) του- επίσης ανοιχτά ομοφυλοφίλου- Γκας Βαν Σαντ παρακολουθεί τον πολιτικό ακτιβιστή στα τελευταία οκτώ και δημιουργικότερα χρόνια της ζωής του, έχοντας έναν Σον Πεν σε εξαιρετική φόρμα. Ο Βαν Σαντ δεν ακολουθεί τα βήματα ενός συμβατικού βιογραφικού έργου. Αυτή τη φορά η σκηνοθεσία του είναι στρωτή, χωρίς την αφαιρετικότητα του «Ελέφαντα» και του «Ρaranoid Ρark». Ετσι, το «Μilk» μοιάζει με δραματοποιημένο ντοκυμαντέρ, πολύ κοντά στο βραβευμένο με Οσκαρ «Τhe times of Ηarvey Μilk» που είχε προηγηθεί το 1985. Σύμφωνα με την ταινία, η ειλικρίνεια υπήρξε το μεγάλο όπλο του Μιλκ, όχι όμως και το μοναδικό. Παρότρυνε τους ομοφυλόφιλους «να βγουν από την ντουλάπα», να μη φοβούνται να παραδεχθούν την ομοφυλοφιλία τους και ταυτόχρονα είχε την ικανότητα χειρισμού του «συστήματος», την ευφυΐα αλλά και τα κότσια για να το φέρει στα μέτρα που εκείνος ήθελε. Και ο Πεν, με το ντροπαλό χαμόγελο και την αμηχανία στις κινήσεις των χεριών σε κάθε δημόσιο λόγο του ως Μιλκ, αντανακλά το πόσο όμορφα θα πρέπει να ένιωθε ένας γκέι στην εξουσία.

ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ

▅ «Cafe de los maestros» (Αργεντινή, 2008) τoυ Μιγκέλ Κοάν. Ολη η ιστορία της Αργεντινής των τελευταίων 60 χρόνων συμπυκνωμένη σε ένα ντοκυμαντέρ με θέμα την εξέλιξη του τανγκό. Υπό την εποπτεία τού δις βραβευμένου με Οσκαρ αργεντινού μουσικού Γκουστάβο Σανταολάγια (εδώ και παραγωγός, μαζί με τον βραζιλιάνο σκηνοθέτη Βάλτερ Σάλες ), η ταινία συγκεντρώνει τα μεγαλύτερα αστέρια της χρυσής εποχής του τανγκό (δεκαετίες ΄40 και ΄50). Οι αφηγήσεις τους είναι ένα συγκινητικό οπτικοακουστικό ταξίδι στον χρόνο, όπου το Colon Τheatre του Μπουένος Αϊρες έπαιζε κυρίαρχο ρόλο.

▅ «Βabylon Α.D.» (2008, ΗΠΑ) του Ματιέ Κασοβίτς. Μελλοντολογική περιπέτεια με τον Βιν Ντίζελ στον ρόλο ενός ικανότατου τυχοδιώκτη που αναλαμβάνει τη μεταφορά μιας κοπέλας με τρομερά χαρίσματα από τη Ρωσία στην Αμερική. Ολα δείχνουν ότι η κοπέλα είναι η μεσσίας που θα σώσει τον κόσμο. Ο Κασοβίτς είχε στα χέρια του το μυθιστόρημα ενός καλού γάλλου νεο-pulp συγγραφέα, του Μορίς Νταντέκ, ωστόσο δείχνει να αρκείται στον εντυπωσιασμό της εικονογράφησης των δυσκολιών που έχει να αντιμετωπίσει ο Ντίζελ.

▅ «Ολα θα πάνε καλά» (2009, Ελλάδα) του Γιάννη Ξανθόπουλου . Προσπαθώντας να απαγάγει έναν αριβίστα μεγαλοδικηγόρο ( Δημήτρης Πιατάς ), μια σπείρα κακοποιών της συμφοράς ( Ακης Σακελλαρίου, Φαίη Ξυλά, Ορφέας Αυγουστίδης ) απάγει κατά λάθος τη θεία του ( Εφη Παπαθεοδώρου ), την οποία ο δικηγόρος θέλει να ξεφορτωθεί. Η θεία όμως έχει χαρίσματα αγγέλου και βοηθά τους απαγωγείς, που κατά βάθος είναι καλά παιδιά. Κρίμα που τα χαρίσματά της δεν βοηθούν την ταινία να ανεβάσει στροφές (κάτι που χαρακτήριζε το «Βank Βang»), τον Σακελλαρίου να πείσει ως βαρύμαγκας και τον Πιατά να ξεφύγει λιγάκι από τις μανιέρες του. Ξεχωρίζει η Παπαθεοδώρου, όπως και ο Τάκης Χρυσικάκος ως cool αστυνομικός.

▅ Προβάλλεται (από την Παρασκευή) επίσης, αποκλειστικά στον Μικρόκοσμο, το ντοκυμαντέρ του Νίκου Κορνήλιου «Η μουσική των προσώπων».

«Ο δρόμος της επανάστασης»
(«Revolutionary Road», 2008, ΗΠΑ) του Σαμ Μέντες

Με την τελευταία ταινία του που χάρισε τη Χρυσή Σφαίρα καλύτερης δραματικής ερμηνείας στην Κέιτ Γουίνσλετ, o Σαμ Μέντες επανέρχεται στον προβληματισμό της πρώτης του, του «Αmerican Βeauty», η οποία υπήρξε πριν από δέκα χρόνια μεγάλη καλλιτεχνική επιτυχία του αμερικανικού κινηματογράφου. Γιατί αυτό τελικά είναι ο «Δρόμος της επανάστασης»: ένα «Αmerican beauty» τοποθετημένο σε άλλη εποχή, με νεότερα και ομορφότερα πρόσωπα. Παρακολουθούμε στιγμιότυπα από τη ζωή μιας δυσλειτουργικής οικογένειας σε ένα ελκυστικό προάστιο που θυμίζει φυλακή.

Βρισκόμαστε στο 1955. Οι Γουίλερ ( Λεονάρντο Ντι Κάπριο , Κέιτ Γουίνσλετ, στη φωτογραφία) αποφασίζουν να κάνουν την επανάστασή τους ξεφεύγοντας από το στεγνό περιβάλλον του Κονέκτικατ. Η απόφαση για τη μεγάλη αλλαγή στη ζωή τους, τη μετακόμιση στο Παρίσι, είναι της συζύγου. Ο σύζυγος δείχνει να συμφωνεί αλλά χωρίς να είναι απολύτως βέβαιος. Η ταινία πλάθεται μέσα από την αμηχανία και την αβεβαιότητα του ανδρόγυνου, τη σχέση του με τους γείτονες (καταπληκτικός ο Μάικλ Σάνον στον ρόλο ενός μαθηματικού με ψυχολογικά προβλήματα ο οποίος λέει την αλήθεια που πονάει) και καθ΄ όλη τη διάρκειά της νιώθεις τον κίνδυνο να παραμονεύει.

«Μάνος Χατζιδάκις: Είδωλο στον καθρέφτη»

Του Δημήτρη Βερνίκου

Απομονώνοντας 90 λεπτά από ένα υλικό συνολικής διάρκειας περίπου 200 ωρών, ο Δημήτρης Βερνίκος πέτυχε μια σύντομη αλλά απέριττη προσωπογραφία ενός σπουδαίου ανθρώπου, ενός ιδιοφυούς και ασυμβίβαστου καλλιτέχνη. Στο ντοκυμαντέρ, γεμάτο από πληθωρικές εξομολογήσεις του ίδιου του Μάνου Χατζιδάκι αλλά και πλήθος μαρτυριών για τη ζωή και το έργο του, καλύπτονται όλα τα στάδια της ζωής του συνθέτη. Τα παιδικά του χρόνια, η λατρεία προς τη μητέρα του, η μετακόμιση από την Ξάνθη στην Αθήνα, η πρώτη εμφάνισή του ως συνθέτη το 1944 (με τον «Τελευταίο ασπροκόρακα» του Αλέξη Σολωμού στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν ), η στενή φιλία του με τον Νίκο Κούνδουρο, η ιδιόρρυθμη σχέση του με τον Μίκη Θεοδωράκη, το πατάρι του Λουμίδη, η Νέα Υόρκη (φωτογραφία), το Τρίτο Πρόγραμμα, τα έργα του... «Κατάφερνα τα πάθη μου να τα γυρνάω σε μουσική» τον ακούμε να λέει.

Ο Βερνίκος εμμένει αρκετά στο κατά τη γνώμη του δημιουργικότερο έτος της καριέρας του Χατζιδάκι, το 1959: τη χρονιά του σκανδάλου με τους «Ορνιθες» αλλά και των «Κυκλώπων» και των «Βατράχων». Στα τέλη του 1959 άλλωστε ήταν που τον πλησίασε η Μελίνα Μερκούρη και ο Ζυλ Ντασσέν ζητώντας του να γράψει τη μουσική του «Ποτέ την Κυριακή», που αργότερα επρόκειτο να τον «καταδιώξει» μετά το Οσκαρ καλύτερου τραγουδιού.

No comments: