Thursday, October 15, 2009

Αλβανός ο Ελληνάρας ο αραχτός!

  • Του Δημήτρη Δανίκα, TA NEA: Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2009

«Ακαδημία Πλάτωνος»:  Αντώνης Καφετζόπουλος,  ο Έλληνας Βig Lebowsky

Πολύ καλά τα νέα τα ελληνικά. Με φρέσκια ματιά και με μια ιστορία αποκαθαρμένη από ξεκατινιάσματα, ουρλιαχτά και σεξιστικές πορδές που προσπαθούν να βάψουν αυγά. Ήρθε επιτέλους η ώρα να πάμε λίγο πιο μπροστά. Τουτέστιν, «Ακαδημία Πλάτωνος» του Φίλιππου Τσίτου. Με μειδιάματα σαρκαστικά και σχόλια ειρωνικά. Διότι, Αλβανός ο Ελληνάρας ο αραχτός!

Oελληνικός κινηματογράφος ποτέ δεν πεθαίνει. Από την τέφρα της μιζέριας και της μούχλας του ξαναγεννιέται και προς τη δόξα πετιέται. Εντάξει. Μη βαράτε ομαδικώς και κυνικώς. Μπορεί να αποδειχθεί πως είμαι υπερβολικός. Εξηγήσιμο. Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Διότι από την απελπισία της καραφαρσοκωμωδίας και την αλλεπάλληλη κινηματογραφική μακακία, έτσι και πέσουμε σε κάτι φρέσκο και διαφορετικό, κάνουμε την τρίχα τριχιά. Πάμε τώρα στο ψητό.

Πρώτο ατού αυτής της δραματικής κομεντί, η πρωτότυπη σύλληψη μιας ιστορίας νεοελληνικής. Που λαμβάνει χώρα σε μια γωνιά της Ακαδημίας Πλάτωνος. Κλασικός και αραχτός τύπος που κολυμπάει στη μιζέρια, τη μούχλα και την εσωτερική του δυστυχία, ακούει ένα πρωινό τη σχεδόν ημιθανή από αλλεπάλληλα εγκεφαλικά μητέρα του (Τιτίκα Σαριγκούλη) να του μιλάει αλβανικά! Και παραλλήλως να αναγνωρίζει σε έναν φτωχό οικοδόμο Αλβανό (Αναστά Κοζντινέ) τον πρωτότοκο γιο της που πριν από πολλά χρόνια τον εγκατέλειψε στην Αλβανία. «Γιε μου» αναφωνεί στ΄ αλβανικά. Ως εκ τούτου ο Ελληνάρας γιος (Αντώνης Καφετζόπουλος) υφίσταται μεγίστη ανατροπή και παρανοϊκή εμπλοκή. Δηλαδή και αυτός ο Ελληνάρας που ολημερίς κι ολονυχτίς χλευάζει και λοιδορεί τους Αλβανούς είναι κι αυτός ένας τέτοιος σιχαμερός; Να σούρνεσαι χάμω από το γελοίο και την κατεδάφιση τη ρατσιστική. Μπράβο στον εγκέφαλο που κατέβασε τέτοια ιδιοφυή ανατροπή. Δεν γνωρίζω ποιος εκ των δύο σεναριογράφων το σκέφτηκε αυτό. Απλώς αναφέρω τα ονόματά τους, Αλέξης Καρδαράς και Φίλιππος Τσίτος (ο σκηνοθέτης φυσικά).

Δεύτερο ατού, η σκηνοθετική γραφή. Όχι ολοκληρωμένη, ούτε εντελώς ομοιογενής. Αλλά από τις ελάχιστες φορές που Έλληνας σκηνοθέτης κρατάει αποστάσεις, διατηρεί χαμηλές τις θερμοκρασίες, παρατηρεί και υπογείως σαρκάζει, ελευθερώνοντας τα γεγονότα να εξελιχθούν και να μιλήσουν από μόνα τους. Έτσι πρόχειρα αναφέρω τον Βασίλη Βαφέα της πρώτης, δικής του, εποχής. Χιούμορ υπόγειο που παραπέμπει σε σκίτσα και γελοιογραφία. Με δάνεια και επιρροές προέλευσης Ζακ Τατί, Μπάστερ Κίτον και Οτάρ Ιοσελιάνι. Ρίσκο. Διότι πάει κόντρα στην καραφαρσάρα την ελληνική. Κόντρα στην επιθεώρηση, κόντρα στον Καραγκιόζη. Κόντρα δηλαδή στα πολλά ντεσιμπέλ, τον θόρυβο και τον πανζουρλισμό. Κόντρα σε κάθε συνήθεια ελληνική. Δηλαδή «λιγότερο φαΐ» χωρίς συκωταριές, παϊδάκια και άλλα κοψίδια. Ουκ εν τω πολλώ το ευ!

Αποτέλεσμα; Μέσα στα ελάχιστα τετραγωνικά μιας κεντρικής αθηναϊκής, γειτονιάς, με εικόνες συμμετρικές, περιγράφεται η νεοελληνική, ανθρώπινη, πε μπτουσία. Στη μέση οι Ελληνάρες οι αραχτοί. Φραπολάτρεις, λαθρεπιβάτες, αφασικοί. Αραχνιασμένοι, και από τη μούχλα στην παροιμιώδη εσωστρέφεια κολλημένοι. Ρατσιστές εκ του προχείρου με μυαλό από κουκούτσια σύκου. Εκ δεξιών μια πολυπληθής ομάδα Κινέζων εργατών. Να δουλεύουν με πειθαρχία σαν ακαταπόνητα μυρμήγκια. Εξ ευωνύμων οι Αλβανοί στην οικοδομή. Οι ξένοι, οι λαθρομετανάστες οι βάρβαροι και μισητοί. Αυτοί που μοχθούν να μας βγάλουν από τον βάλτο και την κατάρα την ελληνική. Ψέματα;

Τρίτο ατού, η ανθρωπογραφία. Το καστ μοιάζει με στέκα. Οι άνθρωποι με μπίλιες μπιλιάρδου. Ο Σταύρος (Αντώνης Καφετζόπουλος) οδηγεί και σπρώχνει τους ομοίους του, τους άλλους τρεις: άπαντες ψιλικατζήδες, μικρομαγαζάτορες, μικροτεμπέληδες, μικροέλληνες. Όταν όμως αποκαλύπτεται πως κι αυτός μπορεί να είναι μισητός Αλβανός, τότε οι τρεις (μπίλιες) σπρώχνουν τον Σταύρο προς την τρύπα της ντροπής. Το ίδιο και με τον αδελφό του τον Αλβανό. Το ίδιο και με την πρώην του (Μαρία Ζορμπά). Το ίδιο και με τη μάνα του. Το Αλτσχάιμερ (της μάνας) μπορεί να είναι ευεργετικό. Απίστευτα πράγματα. Ο σουρεαλισμός είναι μέθοδος που κατεδαφίζει τον ρηχό νατουραλισμό. Η πραγματικότητα πίσω από κάθε φωτογραφημένο περιστατικό. Τέταρτο και αναντικατάστατο ατού, η ερμηνεία του Αντώνη Καφετζόπουλου. Η καλύτερή του by far. Από τα μέσα του προκύπτουν οι ελεγχόμενες γκριμάτσες του. Η ζωντανή επιτομή εσωστρέφειας, μιζέριας, δυστυχίας, μούχλας. Το δράμα ενός γελοίου φραπολάτρη. Από το αδιέξοδό του ο ρατσισμός του. Αιχμάλωτος της κακοδαιμονίας του. Όμηρος της ανοησίας του. Σάντουιτς η ψυχούλα του. Από τη μια η τύφλα του, από την άλλη τα καθημερινά γκρεμίδια του. Με τον φραπέ, την μπάλα και τη ρατσιστική μακακία του πορεύεται προς την ανυπαρξία του. Όχι μόνος. Με τους ομοίους του. Ο ένας ρεπλίκα του άλλου. Αυτή η επιτυχία της ιστορίας. Δεν είμαστε δυο, δεν είμαστε τρεις, είμαστε εκατοντάδες χιλιάδες της τεμπελιάς, της λαμογιάς και της καφενόβιας λογικής. Η αντιστροφή του Μίκη Θεοδωράκη. Μου είναι αδιάφορο αν έγινε επιτούτου ή τους ξέφυγε τυχαία και συγκυριακά. Το αποτέλεσμα μετρά.

Και για να τελειώνω μ΄ αυτή την τρισχαριτωμένη και ενίοτε μελαγχολική προσφορά. Με βαθύτερα επεξεργασμένο σενάριο. Με ολοκληρωμένη σκηνοθεσία. Με περισσότερη λιτότητα και λιγότερη δραματικότητα. Και φυσικά με πιο άνετη παραγωγή, θα μιλάγαμε τώρα για μια σπουδαία, ίσως τη σπουδαιότερη ελληνική κομεντί!

Με δυο λόγια: Τέσσερις αραχτοί μικροέλληνες σκοτώνουν την ώρα τους και κοροϊδεύουν την κατάντια τους χλευάζοντας τους Αλβανούς και τους λαθρομετανάστες τους κακούς. Ώσπου η μάνα ενός εξ αυτών που έχει πάθει εγκεφαλικό αρχίζει να μιλάει φαρσί τα αλβανικά και αναφωνεί προς κάποιον οικοδόμο Αλβανό «γιε μου!». Απ΄ αυτή την κρίση Αλτσχάιμερ αρχίζει το μαρτύριο το ελληνικό. Μπας κι εμείς είμαστε Αλβανοί; Μπας και τους μισούμε επειδή είναι δίδυμοι αδελφοί; Μπας και προβάλλουμε σ΄ αυτούς τον φόβο και τον τρόμο από τη στέρηση, τη φτώχεια και την κακομοιριά της δικής μας φυλής;


«Ακαδημία Πλάτωνος»
Τρισχαριτωμένη δραματική κομεντί Έξυπνη, λιτή και ανατρεπτική Ρεσιτάλ Αντώνη Καφετζόπουλου Μπας κι είμαστε Αλβανοί;
ΒΑΘΜΟΙ=7
(περνάς καλά)

Το μαλλί του Woodstock

Ξεκαρδιστική ως πρόθεση. Απομυθοποιητική του ροκ και του θρυλικού Woodstock ως κατάληξη. Συγκρατημένη και σαρκαστική ως σκηνοθεσία. Μικρομέγαλη ως τελικό αποτέλεσμα. Σπουδαία παρά γουρουνότριχα η τελευταία ταινία του Ανγκ Λι «Έτσι πήραμε το Γούντστοκ» (Τaking Woodstock).

Το timing εξαιρετικό. Μόλις μια εβδομάδα μετά την έξοδο της κοινότοπης και φλύαρης νεκρολογίας από το ελληνικό ντοκιμαντέρ «Οnce in a lifetime», καταφθάνει ο Ανγκ Λι όπου την κατάληψη των χειμερινών ανακτόρων του ροκ απομυθοποιεί. Τι έγινε εκεί; Μην είσαστε χαζοί. Κάτι βαρεμένοι, ανεπάγγελτοι τύποι κατηφόρισαν προς τη γιορτή. Κι ενώ κάπου στο βάθος έπαιζαν ταρατατζούμ, εμείς μέσα σε σκηνές και χωρίς πολλές ντροπές το ρίξαμε στην παρτούζα και τα ναρκωτικά. Να πάνε κάτω τα φαρμάκια τα πουριτανικά!

Πολύ κακό για το τίποτα. Και επειδή το ζήτημα δεν είχε να κάνει με επανάσταση και ριζοσπαστική αλλαγή. Επειδή δηλαδή όλα έγιναν για το money, την δημοσιότητα και την εξουσία, η σκηνοθεσία με υπόγειο ύφος τα πάντα παρατηρεί. Με άξονα ένα ζαλισμένο «κοτόπουλο» από την επαρχία. Όπου εντελώς τυχαία πέφτει πάνω σε κάποιους τύπους από την πρωτεύουσα που ψάχνουν να οργανώσουν υπαίθριο φεστιβάλ. Έτσι τους προτείνει μια μεγάλη έκταση για την γιορτή. Έτσι βγαίνει από την ανυπαρξία και μπαίνει στην εξουσία. Έτσι εισπνέει την πρώτη τζούρα. Έτσι αναγορεύεται σε πρωτοσέλιδο το απελευθερωμένο πουλί του. Έτσι σκοτώνει τη μιζέρια. Κι έτσι τυχαία καταλήγει στα μεγάλα και τα σπουδαία. Ο Ανγκ Λι σπρώχνει το ροκ σε στριπτίζ. Χωρίς φανφάρες, μεγάλα ονόματα και σχεδόν χωρίς μουσική. Πλήρης ανατροπή. Διότι, λέει υπογείως, η μουσική ήταν το πρόσχημα και όχι η ουσία αυτής της νέας εποχής. Γι΄ αυτό την αποδομεί. Γι΄ αυτό η συναυλία είναι το φόντο και όχι η πριμαντόνα της ταινίας. Γι΄ αυτό ο Έλιοτ Τίμπερ (ο ήρωας) ουδεμία σχέση με ροκ, αμφισβήτηση και αναρχία. Γι΄ αυτό ο όγκος της ταινίας είναι τόσο μικρός και του Woodstock τόσο τρανός. Ο Δαβίδ σκοτώνει τον Γολιάθ. Εν τέλει και εκ του αποτελέσματος κρίνοντας, μικρό το κίνημα, μικρά τα αποτελέσματα, μικρός ο χιπισμός. Παιδιά, όλα αυτά έγιναν για την παρτούζα και τα ναρκωτικά. Άντε γεια! Με δυο λόγια: Το καλοκαίρι του 1969, ένας ζαλισμένος νέος σε μια μικροσκοπική αμερικανική γωνιά βγάζει το ψωμί του εργαζόμενος στο καταρρέον και καταχρεωμένο μοτέλ των γονιών του. Μέσα στην αγωνία του να προσελκύσει πελάτες καταφέρνει χωρίς να το θέλει να γίνει η αιτία διοργάνωσης της μεγαλύτερης γιορτής από συστάσεως ροκ. Μόνο που ο Έλιοτ (αυτό το όνομά του) ουδεμία σχέση με ροκ, αμφισβήτηση και επανάσταση έχει. Απλώς να βρει δουλειά, να επιβεβαιώσει την ύπαρξή του, να ψαρέψει καμιά γκόμενα και να ρουφήξει μια τζούρα ναρκωτικά!



«Έτσι πήραμε το Γούντστοκ»
Διακριτική κομεντί Ποιο ροκ;
Το μαλλί της γριάς
ΒΑΘΜΟΙ=6
(μικρό, αλλά σαρκαστικό)

Καρτούν και επανεκδόσεις

«Τinker Βell and the lost treasure». Παιδικό της Walt Disney. Ουδέν γνωρίζω διότι ουδεμία προβολή έγινε για την ελληνική κριτική. Πάντως η νέα γραμμή είναι πολύ απλή. Περισσότερες ταινίες για μικρά παιδιά. Αυτό το προνομιακό

ΒΑΘΜΟΙ= ΔΕΝ ΞΕΡΩ
(δεν το είδα)
Τarget Group του Χόλιγουντ. Μέχρι να μεγαλώσουν και να τα κατεβάζουν μόνα τους από το Ιnternet.

«Ran» Επίσης κορυφαία, αλλά επική, τοιχογραφία του Ακίρα Κουροσάβα και του 1985. Σε ελεύθερη προσαρμογή του «Βασιλιά Ληρ». Εικόνες που σου κόβουν την αναπνοή. Μόνο προσοχή στην κόπια. Μπορεί να είναι DVD.



ΒΑΘΜΟΙ= ΜΕ ΕΠΙΦΥΛΑΞΗ
(δεν έγινε δημοσιογραφική προβολή)

Τρομολαγνεία η προφητεία

Όλα πρέπει να αλλάξουν για να μείνουν όλα τα ίδια. Το Χόλιγουντ ανανεώνεται. Με νέα ονόματα. Με Ευρωπαίους σκηνοθέτες. Και με αναπαλαιωμένη συνταγολογία. Παράδειγμα; Ο Έλληνας Ντένης Ηλιάδης με το ριμέικ της ταινίας του Γουές Κρέιβεν «Τελευταίο σπίτι αριστερά». Παράδειγμα; Οι δύο Ισπανοί από τη Βαρκελώνη, αδελφοί Άλεξ και Ντέιβιντ Παστόρ στο αμερικανικό road thriller movie «Πανδημία» (Carriers). Τα είδη του Αmerican Cinema, ιδιαιτέρως τα θρίλερ τρόμου, μπήκαν μαζικά στην Ευρώπη, επηρέασαν, καθόρισαν και τώρα τα παιδιά που επηρεάστηκαν και καθορίστηκαν, τα πιο ταλαντούχα απ΄ αυτά, μεταγράφονται στις ΗΠΑ και ανανεώνουν τα πράγματα με φρέσκια ματιά. Στοιχειώδης διαλεκτική διαδικασία. Η «Πανδημία», λοιπόν, η βάση μιας συνηθισμένης προφητείας. Κάτι- από εξωγήινους μέχρι βλαβερούς, θανατηφόρους ιούς- θα σαρώσει, θα σκοτώσει, θα εξολοθρεύσει και τον Άνθρωπο από τον πλανήτη θα αφανίσει. Ο ιός της γρίπης ας πούμε. Κινδυνολογία, τρομολαγνεία, εσχατολογία. Τα υπόλοιπα είναι ζήτημα χειρισμών.

Οι αδελφοί Παστόρ γνωρίζουν το αντικείμενο απέξω κι ανακατωτά. Σχεδόν σαν να γεννήθηκαν με κάμερα στη μήτρα της μαμάς. Οι πρωταγωνιστές στοιβαγμένοι σε ένα τζιπ διασχίζουν με αγωνία την Αμερική. Έτσι οι δρόμοι άδειοι και από την ψύχρα εντελώς ανατριχιαστικοί. Έτσι από καιρού εις καιρόν πέφτουν σε κάποιο εφιαλτικό περιστατικό με μολυσμένους ζόμπι από τον ιό. Κι έτσι ένας ένας απ΄ αυτούς τους επιζώντες τους κανονικούς μολύνεται κι αυτός από τον ίδιο θανατηφόρο πυρετό. Όπου στο τέλος δύο αδέλφια αντιμέτωποι με ένα δίλημμα τρελό. Όπως συμβαίνει σ΄ έναν εμφύλιο πόλεμο παρανοϊκό. Αν ο ένας εξ αυτών μολυνθεί, τότε ο άλλος τι πρέπει να κάνει για να σωθεί; Να σκοτώσει το αίμα του; Αδελφός να τουφεκίσει αδελφό;

Οι ρυθμοί όχι μόνο εξωτερικοί αλλά κυρίως εσωτερικοί. Το ρολόι του εφιάλτη των εποχούμενων ηρώων είναι και το ρολόι του θεατή. Κοντά σ΄ αυτό και τα φρέσκα, εκφραστικά πρόσωπα των πρωταγωνιστών. Και τέλος, η αντίστιξη ανάμεσα στους άδειους χώρους και τους επερχόμενους εφιάλτες. Κάθε βήμα και μια νάρκη από κάποιο μολυσμένο θύμα. Όλα καλώς καμωμένα. Όμως παρόλα αυτά βαρέθηκα από τα μισά. Ο λόγος γνωστός. Το ίδιο έργο το ΄χω δει τόσες, μα τόσες φορές, που αμάν πια, δεν μπορώ άλλο, πάμε παρακάτω να ξεκολλήσουμε από τα ίδια και τα αυτά. Συνηθισμένα και τρομολαγνικά! Με δυο λόγια: Τέσσερις νέοι στοιβαγμένοι σε τζιπ διασχίζουν μιαν έρημη χώρα, αφανισμένη από θανατηφόρο και ακατανίκητο ιό. Η μόλυνση στο αίμα και τον αέρα. Έξω ο θάνατος. Μέσα η αγωνία. Μπας και αυτοί είναι μολυσμένοι και υποψήφιοι νεκροί;



«Πανδημία»
Θρίλερ δρόμου και τρόμου Προφητεία για εσχατολογία Καλοφτιαγμένο πλην συνηθισμένο
ΒΑΘΜΟΙ=5
(σας βαρέθηκα εντελώς)

Από Ουρουγουάη και Ολλανδία

Δύο ακόμα ταινίες. Συνολικά οκτώ γι΄ αυτή την εβδομάδα. Και να σκεφτεί κανείς πως η μοναδική ταινία από τον Σεπτέμβριο μέχρι σήμερα που έκανε επιτυχία είναι οι «Ραγισμένες αγκαλιές» του Πέδρο Αλμοδόβαρ.

«Χάλια μέρα για ψάρεμα» (Βad Day to go fishing). Από την Ουρουγουάη και τον Άλβαρο Μπρέχνερ γεννημένο στο Μοντεβιδέο πριν από τριάντα τρία χρόνια. Μπράβο του. Ό,τι πρέπει για συμμετοχή στο Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης Μπορεί να έπαιρνε και βραβείο. Όπου απατεώνας της κομπίνας που περιφέρει ως αξιοθέατο έναν καταρρέοντα Γερμανό γίγαντα της πάλης, καταλήγει σε μια επαρχιακή πόλη με στόχο να βγάλει μερικά φραγκοδίφραγκα με στοίχημα ποιος θα τολμήσει και στο ρινγκ να αμφισβητήσει την δύναμη αυτού του Γολιάθ. Το πρώτο μέρος χαμένο στη μετάφραση. Το δεύτερο με δύναμη από την Κηφισιά. Εξαιρετικός ο πρωταγωνιστής Γκάρι Πικέρ. Φοβερή φάτσα. Δυνατή η ιδέα, ακατέργαστη η ανάπτυξη. Πού καιρός για καλές προθέσεις
ΒΑΘΜΟΙ=5
(μικρομέγαλη)
και μέτριες επιτεύξεις. «Μίνους» του Ολλανδού Βίνσεντ Μπαλ. Μια κοπέλα που κάποτε ήταν γάτα πέφτει πάνω σε απελπισμένο δημοσιογράφο. Για να εξασφαλίσει εκείνος παροχή πληροφοριών από ένα εξαιρετικό δίκτυο γατών, πρέπει να δώσει στέγη και τροφή στα τετράποδα κατοικίδια. Χαριτωμένο και ενίοτε διασκεδαστικό. Πλην όμως με χιούμορ... ολλανδικό!

ΒΑΘΜΟΙ=5
(πάμε παρακάτω)

No comments: