Sunday, April 12, 2009

«Ο ήλιος δεν σε περιμένει»

Από τους πιο σημαντικούς διευθυντές φωτογραφίας του σύγχρονου Χόλιγουντ, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, ο Ούγγρος Βίλμος Σίγκμοντ έφερε, ξεκινώντας από τη δεκαετία του '70, με μια σειρά από σημαντικές ταινίες, κάτι καινούριο στον τρόπο χρήσης των χρωμάτων και γενικά του φιλμ.

Ο Σίγκμοντ άρχισε την καριέρα του κινηματογραφώντας την ουγγρική επανάσταση του 1956 και την κατοπινή εισβολή των σοβιετικών στρατευμάτων, ενώ, στη συνέχεια, διέφυγε στην Αμερική, μαζί με τον συνάδελφο και φίλο του, Λάζλο Κόβατς.

Εκεί συνεργάστηκε με μερικούς από τους πιο διάσημους σκηνοθέτες, όπως οι Ρόμπερτ Ολτμαν («Η έντιμος κυρία και ο χαρτοπαίκτης», «Εφιάλτες», «Μια σφαίρα, ένα αντίο»), Μάικλ Τσιμίνο («Ο ελαφοκυνηγός», «Η πύλη του Παραδείσου»), Στίβεν Σπίλμπεργκ («Στενές επαφές τρίτου τύπου»), Μπράιαν Ντε Πάλμα («Ο δολοφόνος του μεσονυκτίου», «Η απατηλή λάμψη της ματαιοδοξίας», «Μαύρη Ντάλια») και Γούντι Αλεν («Μελίντα και Μελίντα», «Το όνειρο της Κασσάνδρας»). Συναντήσαμε τον 78χρονο Σίγκμοντ στο πρόσφατο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης:

Φυγή στην Αμερική

  • Πώς ξεκινήσατε το σινεμά;

«Σπούδασα στη σχολή κινηματογράφου στην Ουγγαρία, αποφοίτησα ως καμέραμαν, αλλά έγινε η επανάσταση του 1956 κι εγκατέλειψα τη χώρα. Είχα τότε, όλη αυτή τη γνώση αλλά λίγη εμπειρία, και μετά στο Λος Αντζελες χρειάστηκα δέκα χρόνια για να γίνω διευθυντής φωτογραφίας και ν' αρχίσω να γυρίζω ταινίες».

  • Τι κάνατε το υλικό που γυρίσατε στη διάρκεια της επανάστασης και της σοβιετικής εισβολής το 1956;

«Μαζί με τον Λάζλο Κόβατς αποφασίσαμε πως έπρεπε να το βγάλουμε από τη χώρα, να το δείξουμε στον κόσμο. Δραπετεύσαμε από την Ουγγαρία και το πήραμε στην Αμερική. Το προσφέραμε σε όποιον ήθελε να το χρησιμοποιήσει, αλλά η επανάσταση είχε τελειώσει, είχαν ήδη δείξει τι συνέβη. Το υλικό χρησιμοποιήθηκε αργότερα από έναν ούγγρο παραγωγό, που ήθελε να φτιάξει μια μεγάλη ταινία. Αργότερα το αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CBS το έδειξε με αφορμή την 5η επέτειο της επανάστασης».

  • Δυσκολευτήκατε στην Αμερική;

«Οι πρώτες ταινίες που έκανα ήταν ταινίες εκπαιδευτικές. Σε φιλμ των 16 χλστ. Υστερα γύρισα ντοκιμαντέρ για την τηλεόραση και διαφημιστικά. Στη συνέχεια, γύρισα b movies, χαμηλού κόστους, ταινίες exploitation, τρόμου και σεξ. Η πρώτη μου πραγματικά καλλιτεχνική ταινία σε φιλμ των 35 χλστ. ήταν το 1968. Η επόμενη καλή ταινία ήταν "Ο πληρωμένος φονιάς", γουέστερν που σκηνοθέτησε ο Πίτερ Φόντα. Με προσέλαβε γιατί δεν μπορούσε να γυρίσει την ταινία ο Λάζλο Κόβατς. Οταν ο ίδιος δεν προλάβαινε, έλεγε "πάρε τον Βίλμος, είναι καλύτερος από μένα" (γελάει)... Πάντα βοηθούσαμε ο ένας τον άλλο».

  • Δουλέψατε με τον Ολτμαν στο «Η έντιμη κυρία και ο χαρτοπαίκτης» καθώς και στους «Εφιάλτες» και στο «Μια σφαίρα, ένα αντίο». Ολες εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους. Δυνατά χρώματα στη μια, κάπως μουντά, πιο απαλά στην άλλη...

«Ναι, γιατί ο Ρόμπερτ ήταν μεγάλος σκηνοθέτης. Και κάθε φορά ήθελε να κάνει κάτι το διαφορετικό».

  • Ιδιαίτερα στο «Μια σφαίρα, ένα αντίο», παρ' όλο που ήταν φιλμ νουάρ χρησιμοποιήσατε το χρώμα, έστω και πιο μουντό. Χρειαζόταν και μια πιο σύγχρονη ατμόσφαιρα η ταινία, όχι ατμόσφαιρα της δεκαετίας του '30 όπως έκανε ο Πολάνσκι με το «Τσάιναταουν»...

«Ναι, το ήθελε εντελώς σύγχρονο, αλλά όχι με δυνατά χρώματα».

  • Αντίθετα, στη «Μαύρη Ντάλια» προσπαθήσατε νομίζω να δώσετε την ατμόσφαιρα της τότε εποχής...

«Στη "Μαύρη Ντάλια" έκανα αυτό που έκανα και με την "Εντιμη κυρία...". Εδωσα δηλαδή αυτή την κάπως αχνή ατμόσφαιρα της εποχής, να μοιάζει περισσότερο με μαυρόασπρη ταινία, τη φορά όμως αυτή χρησιμοποιώντας και τη σύγχρονη ψηφιακή τεχνική».

  • Πώς ξεκίνησε η συνεργασία με τον Γούντι Αλεν;

«Δεν ξέρω ακριβώς γιατί με διάλεξε. Ισως τότε να μην μπορούσε ο τακτικός του κινηματογραφιστής Κάρλο Ντι Πάλμα. Εκείνος άρχιζε να πίνει μπίρα από νωρίς το πρωί, αλλά ήταν ευφυέστατος. Η ταινία που γύρισε με τον Γούντι Αλεν, "Σκιές στην ομίχλη" είναι ένα αριστούργημα! Ακόμη κι όταν έπινε. Πώς παίζει με το φως και τη σκιά!»

Η ταινία με τα περισσότερα λεφτά

  • Γυρίσατε εσείς καθόλου σε μαυρόασπρο;

«Ναι, πριν από δύο χρόνια. Το "Bolden!" αλλά ακόμη δεν κυκλοφόρησε. Είναι για τον Μπάντι Μπόλντεν, τον βασιλιά της κορνέτας της Νέας Ορλεάνης».

  • Με τον Γ. Αλεν ξανασυνεργαστήκατε...

«Γυρίσαμε "Το όνειρο της Κασσάνδρας". Και το καλοκαίρι θα πάω στο Λονδίνο για τη νέα του ταινία».

  • Δουλέψατε και με τον Μάικλ Τσιμίνο, στον «Ελαφοκυνηγό» και την «Πύλη του Παραδείσου». Σκηνοθέτη που θεωρείται παράξενος και δύσκολος...

«Είναι μεγάλος σκηνοθέτης. Πράγματι, μερικές φορές είναι παράξενος, αλλά με μένα ήταν πολύ εντάξει. Δεν αντέχει τους δευτεροκλασάτους. Δεν δέχεται όσους κάνουν λάθη».

  • Ηταν δύσκολες οι συνθήκες γυρίσματος στον «Ελαφοκυνηγό»;

«Αντιμετωπίσαμε προβλήματα στην Ταϊλάνδη. Ενώ γυρίζαμε τις σκηνές που εκτυλίσσονται στο Βιετνάμ, έγινε στρατιωτικό πραξικόπημα. Ολοι οι σύνδεσμοί μας εξαφανίστηκαν. Αυτό μας καθυστέρησε πολύ. Αλλάξαμε και παραγωγό».

  • Συνεργαστήκατε και με τον Μπράιαν Ντε Πάλμα. Υπήρχε κάποια ταινία του που σας δυσκόλεψε;

«Το "Εφιάλτες από το παρελθόν" ήταν χαμηλού κόστους. Τη γυρίσαμε με λιγότερο από ένα εκατομμύριο δολάρια. Ολοι μας εργαστήκαμε με μισή από την κανονική αμοιβή. Εργαζόμαστε πολλές ώρες για να την τελειώσουμε εγκαίρως. Ολοι όμως είχαμε ποσοστό στα τυχόν κέρδη. Η ταινία είχε μεγάλη επιτυχία και κέρδισα περισσότερα λεφτά από οποιαδήποτε άλλη. Ακόμη και σήμερα παίρνω λεφτά απ' αυτήν».

Η γοητεία του ασπρόμαυρου

  • Προτιμάτε το φυσικό φως;

«Είναι δύσκολο να τα κάνεις όλα με φυσικό φως. Μου αρέσει να δημιουργώ ατμόσφαιρα και μερικές φορές το φως αυτό δεν στην παρέχει. Οταν γυρίζεις μια επαγγελματική ταινία, που πρέπει να ολοκληρώσεις σε 5-6 βδομάδες, ο καιρός συχνά δεν συνεργάζεται. Γι' αυτό μ' αρέσει να δημιουργώ την ατμόσφαιρα με τεχνητό φωτισμό. Ο ήλιος δεν σε περιμένει. Πρέπει να δημιουργήσει το φως του. Στις εσωτερικές σκηνές, όταν το φως μπαίνει από το παράθυρο, μ' αρέσει να δημιουργώ αυτό το φως όποτε το θέλω».

  • Ο φωτισμός του Τζον Αλκοτ στην ταινία «Μπάρι Λίντον» του Κιούμπρικ, που έγινε αποκλειστικά με κεριά, σας επηρέασε καθόλου;

«Μερικές φορές, αν χρησιμοποιήσεις πολλά κεριά, αυτό λειτουργεί. Αλλά είναι πιο εύκολο να χρησιμοποιήσεις κεριά που έχουν ηλεκτρικό φως. Γιατί όταν δεν έχεις αρκετό φως πρέπει να χρησιμοποιήσεις ευρυγώνιο φακό και τότε χάνεις άλλα πράματα - μερικά πρόσωπα είναι φλουταρισμένα και άλλα όχι».

  • Πώς είδατε τον κινηματογράφο του Δόγματος;

«Οταν κρατούσαν την κάμερα στο χέρι, για παράδειγμα, αυτό ήταν δικαιολογημένο. Οταν αρχίζεις όμως να κουνάς συνεχώς την κάμερα, είναι για μένα απαράδεκτο. Δεν πρέπει να το παρακάνεις. Για μένα αυτό δεν είναι ταινία, είναι ερασιτεχνισμός. Θεωρώ ότι πρέπει κανείς να εστιάζεται στην αφήγηση, έτσι ώστε ο θεατής να μην αισθάνεται ότι βλέπει ταινία».

  • Χρησιμοποιήσατε ποτέ ψηφιακή κάμερα;

«Εκανα μερικά τεστ με τέτοια κάμερα για μια ταινία, αλλά η ταινία δεν έγινε. Ημουν έτοιμος να τη χρησιμοποιήσω, αλλά δεν βρέθηκαν τα χρήματα».

  • Πιστεύετε ότι αυτό βοηθάει στη δημιουργία ατμόσφαιρας;

«Δεν βοηθά περισσότερο απ' ό,τι όταν γυρίζεις σε φιλμ. Το μόνο που βοηθά είναι ότι η ταινία κοστίζει λιγότερο. Αλλά η εμπειρία στο φιλμ έχει περισσότερο από 100 χρόνια γι' αυτό και είσαι πιο σίγουρος και άνετος όταν γυρίζεις σε φιλμ. Εξάλλου λατρεύω το μαυρόασπρο. Οι φωτογραφίες που παίρνω είναι πάντα μαυρόασπρες. Ετσι μπορείς να δημιουργείς φως και σκιές, να παίζεις με την ατμόσφαιρα. Ολες μου τις ταινίες τις φωτογραφίζω σαν να ήταν μαυρόασπρες».

  • Είναι πιο ακριβό να γυρίζεις σήμερα σε μαυρόασπρο;

«Οχι, γιατί χρησιμοποιώ για βάση έγχρωμο φιλμ. Και έχω καλύτερα αποτελέσματα. Τη "Μαύρη Ντάλια" τη γύρισα σε χρώμα και μετά αφαίρεσα τα χρώματα». *

No comments: