Saturday, November 28, 2009

Ο Χόρνμπι και τα sixties

Πηγή έμπνευσης για το σινεμά την τελευταία δεκαετία, ο Βρετανός Νικ Χόρνμπι έχει δει μέχρι στιγμής τρία βιβλία του να διασκευάζονται με επιτυχία για τη μεγάλη οθόνη: το χαριτωμένο «Fever Pitch», το πασίγνωστο πλέον και ανάμεσα στους μουσικόφιλους «High Fidelity» και το τρυφερό «Για ένα αγόρι», ενώ φημολογείται ότι ο Τζόνι Ντεπ αγόρασε τα δικαιώματα και ενδιαφέρεται να συμμετάσχει σε μια μελλοντική κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου «Α Long Way Down», που ο 52χρονος συγγραφέας έγραψε το 2005.

Φέτος, η χρονιά παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον για τον Χόρνμπι χάρη σε δυο λόγους: το νέο του μυθιστόρημα «Juliet, Naked» αποτελεί ένα από τα εκδοτικά συμβάντα της σεζόν, ενώ η πρώτη του σεναριακή δουλειά πάνω σε προϋπάρχον υλικό άλλου συγγραφέα αναμένεται να τον οδηγήσει στα Οσκαρ.

Ο Χόρνμπι βασίστηκε στο αυτοβιογραφικό χρονικό της Λιν Μπάρμπερ, πάνω στην περιπετειώδη σχέση μιας λονδρέζας μαθήτριας του '60 με έναν πολύ μεγαλύτερό της σε ηλικία καθηγητή. Και το στόλισε με μερικούς από τους πιο σπιρτόζικους διαλόγους που έχουν ακουστεί τελευταία σε σκοτεινή αίθουσα.

Ετσι προέκυψε το «Μια κάποια εκπαίδευση», που σκηνοθέτησε με γούστο η δανέζικης καταγωγής Λον Σέρφιγκ και προβάλλεται αυτές τις μέρες.

Μιλώντας μας στο πρόσφατο Φεστιβάλ Λονδίνου, όπου προβλήθηκε η ταινία, ο Χόρνμπι δηλώνει πολύ ικανοποιημένος για το αποτέλεσμα. «Μερικές φορές», σημειώνει, «όταν επιχειρεί κάποιος να μεταφέρει βιβλίο σου στο σινεμά, προκύπτει κάτι αρκετά διαφορετικό απ' ό,τι είχες φανταστεί. Και παρ' όλο που έχω μάθει τον εαυτό μου να μην τρέφει προσδοκίες, εξεπλάγην ευχάριστα με τον τρόπο που είδα να μεταχειρίζονται τη δουλειά μου σ' αυτή την ταινία».

Γιατί όμως βρήκε εξαρχής το βιβλίο της Λιν Μπάρμπερ τόσο ελκυστικό; «Μου φάνηκε αστείο και επώδυνο ταυτόχρονα όταν το διάβασα- ένας συνδυασμός τον οποίο δεν συναντάς πολύ συχνά πλέον στη λογοτεχνία», απαντά ο Χόρνμπι. «Με βοήθησε επίσης να εντρυφήσω σε έναν κόσμο για τον οποίο δεν γνώριζα τίποτα: την Αγγλία του πρώτου μισού της δεκαετίας του '60, πριν συμβούν τα θρυλικά λονδρέζικα sixties που όλοι μυθοποιήσαμε. Αλλά και σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό μικρόκοσμο, που ήταν όλοι αυτοί οι νέοι τους οποίους βλέπουμε να συναναστρέφεται στο φιλμ η ηρωίδα. Μια μποέμικη τάξη, προερχόμενη από τα χαμηλά στρώματα, η οποία μεσουρανούσε την εποχή εκείνη».

Μπορεί η απότομη μύηση της ηρωίδας στον κόσμο των ενηλίκων να συμβαίνει κατά τη διάρκεια των μεταβατικών ημερών του '60, όμως για τον ίδιο τον συγγραφέα καμιά συγκεκριμένη περίοδος δεν υπήρξε καθοριστική για να του μάθει τα πρώτα βασικά πράγματα για τη ζωή. «Και οπωσδήποτε δεν θα έλεγα ότι η τυπική εκπαίδευση που δέχτηκα στο σχολείο με βοήθησε να γίνω αυτός που είμαι», σπεύδει να συμπληρώσει.

«Αν κάτι με γαλούχησε από την εφηβεία μου μέχρι σήμερα, αυτό ήταν οι ταινίες, οι δίσκοι, τα βιβλία και αργότερα η οικογένεια και τα παιδιά που απέκτησα. Ολες τις σπουδαίες ανακαλύψεις στη ζωή τις έκανα μόνος μου».

«Κατοικώ στην ψυχοσύνθεση άλλων»

Τον ρωτάω αν στάθηκε δύσκολο να εισχωρήσει στην ψυχοσύνθεση ενός νεαρού κοριτσιού που μεγαλώνει μερικές δεκαετίες πριν από τη δική μας, καθώς έγραφε ένα σενάριο από τη δική της οπτική γωνία. Ο Χόρνμπι είναι κάθετος: «Το να εισδύσεις στην ψυχοσύνθεση ενός ήρωα, οποιουδήποτε ήρωα, δεν αποτέλεσε ποτέ πρόβλημα για μένα. Αν είναι δύσκολο για έναν συγγραφέα να κατανοήσει και να αποδώσει έναν χαρακτήρα, τότε πρέπει να σταματήσει να γράφει.

»Σε κάθε μορφή λογοτεχνίας καλείσαι να κατοικήσεις στο εσωτερικό ανθρώπων και ιδιοσυγκρασιών οι οποίες σου είναι εντελώς άγνωστες και ανεξερεύνητες, είτε αυτό συμβαίνει λόγω διαφορετικής ηλικίας, είτε λόγω άλλης εθνικότητας, είτε λόγω αντίθετου φύλου. Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να εμπιστεύεσαι τα ερεθίσματα που έχεις λάβει από τον έξω κόσμο και να είσαι παρατηρητικός με τους ανθρώπους».

Ο Χόρνμπι παραδέχεται ότι προτιμά απείρως την εμπειρία συγγραφής ενός βιβλίου από τη διαδικασία ολοκλήρωσης μιας ταινίας. «Είναι δυο κόσμοι εντελώς διαφορετικοί», υποστηρίζει. «Οι ταινίες είναι μια παρανοϊκή, μαζική επιχείρηση που αφορά πολλούς ανθρώπους και αμέτρητες παραμέτρους. Η συγγραφή είναι μια πιο απλή και μοναχική διαδρομή. Απαξ και ολοκληρώσεις ένα μυθιστόρημα, το μόνο για το οποίο χρειάζεται να μεριμνήσεις είναι το να βρεις κάποιον να το εκδώσει».

Θα σκεφτόταν ποτέ να ασχοληθεί πιο ενεργά με τη μεταφορά κάποιου βιβλίου του στο σινεμά; «Θα μείνω για πάντα στη θέση του συγγραφέα», με διαβεβαιώνει. «Λέω να αφήσω τις ταινίες σε αυτούς που ξέρουν να τις κάνουν».*

No comments: