Sunday, January 10, 2010

Ο πόλεμος στο Ιράκ με τα μάτια μιας γυναίκας

  • Μέχρι πρότινος, η ιδέα ότι η Κάθριν Μπίγκελοου θα έφτανε εν έτει 2010 να διεκδικεί Οσκαρ σκηνοθεσίας, και να έχει πολύ σοβαρές πιθανότητες να το κερδίσει, θα έμοιαζε τουλάχιστον εξωφρενική.

Η καριέρα της 58χρονης δημιουργού ήταν ανέκαθεν συνυφασμένη με το εμπορικό σινεμά: δυναμικές περιπέτειες («Point Break»), ναυτικές ταινίες δράσης («Υποβρύχιο Κ-19»), αστυνομικά θρίλερ («Blue Steel»), φουτουριστικά φιλμ νουάρ («Παράξενες μέρες») και βαμπιρικές ιστορίες αγάπης («Αγρια νύχτα»-η καλύτερη τανία της) κέρδισαν σχετικά εύκολα την αποδοχή του κοινού. Οι κριτικοί, αντίθετα, ουδέποτε βρίσκονταν με το μέρος της, έστω κι αν υπήρχαν μεμονωμένες φωνές που διέκριναν κάτι περισσότερο από τσαμπουκά και αξιοζήλευτη τεχνική στο γεμάτο αδρεναλίνη σινεμά της.

Και τώρα ξαφνικά, βάζοντας τέλος σε μια εξαετή απουσία από τη σκηνοθεσία, η καινούρια ταινία της πρωταγωνιστεί σε όλες τις λίστες με τα καλύτερα φιλμ του 2009, συγκεντρώνει βραβεία από σύσσωμες τις αμερικανικές ενώσεις κριτικών, διεκδικεί τρεις Χρυσές Σφαίρες και υπόσχεται να δυσκολέψει τη ζωή οποιουδήποτε θελήσει να της στερήσει τα χρυσό αγαλματάκι στην επερχόμενη κούρσα των Οσκαρ.

Οσα δεν έδειξαν τα κανάλια

Το «Hurt Locker» σημειώνει και μια πολύ ενδιαφέρουσα πρωτιά: Είναι το πρώτο πολεμικό φιλμ που έχει σκηνοθετηθεί ποτέ από γυναίκα. Βασισμένη στις μαρτυρίες του Μαρκ Μπόουλ, ενός δημοσιογράφου που πέρασε δύο χρόνια παίρνοντας συνεντεύξεις από αμερικανούς στρατιώτες στο Ιράκ, η Μπίγκελοου μετέτρεψε το πλούσιο υλικό σε μια σφοδρή κινηματογραφική εμπειρία που σκοπό έχει να μεταδώσει στο θεατή κάτι από την ατμόσφαιρα ενός πολέμου.

Ακολουθώντας την αγωνιώδη πορεία τριών μελών μιας επίλεκτης ομάδας στρατιωτών που εξουδετερώνουν αυτοσχέδιες βόμβες στους δρόμους της Βαγδάτης, το «Hurt Locker» προβλήθηκε πρώτη φορά στο προπέρσινο Φεστιβάλ Βενετίας, μόλις φέτος ωστόσο κατόρθωσε να βρει διανομή και να κυκλοφορήσει στις αίθουσες της Αμερικής. Στις ελληνικές αίθουσες θα προβάλεται από την Πέμπτη. Στη Βενετία μάς είχε μιλήσει η εντυπωσιακά ψηλή Κάθριν Μπίγκελοου, ανυποψίαστη ακόμη τότε για την επιτυχία που έμελλε να σημειώσει η ταινία της.

- Γιατί χρειάστηκε τόσος καιρός για να επιστρέψετε πίσω από την κάμερα;

«Ασχολήθηκα για μεγάλο χρονικό διάστημα με μια τηλεοπτική σειρά και τριάμιση χρόνια με το "Hurt Locker". Και κάπως έτσι πέρασε ο καιρός. Με πιάνει απόγνωση μερικές φορές από το πόσος χρόνος χρειάζεται για να δεις ένα φιλμ τελειωμένο, σε σημείο που διστάζω να εμπλακώ συχνά σε κάποιο σχέδιο. Προσπαθώ, έπειτα, να είμαι επιλεκτική. Για μένα σημασία έχει να καταπιάνομαι με πράγματα που να με παθιάζουν και με κάνουν να νιώθω ότι αξίζει να επενδύσω σε αυτά».

- Τι σας έπεισε να εμπλακείτε με μια ταινία που έχει ως θέμα της τον πόλεμο στο Ιράκ;

«Με έπεισε ο σεναριογράφος μου, βασικά. Το 2005 ο Μαρκ Μπόουλ γύρισε από το Ιράκ και μου τηλεφώνησε, λέγοντάς μου ότι είχε συγκεντρώσει υλικό από τη μακροχρόνια εμπειρία του πλάι στα αμερικανικά στρατεύματα που βρίσκονταν εκεί. Το υλικό αυτό σκόπευε να το χρησιμοποιήσει για ένα άρθρο που θα έγραφε για λογαριασμό του περιοδικού "Playboy", σκέφτηκε όμως ότι θα με ενδιέφερε να το αξιοποιήσω κινηματογραφικά. Ετσι ξεκίνησε η ενασχόλησή μου με την ταινία».

- Οταν ακόμη σχεδιάζατε την ταινία, φανταζόσασταν ότι θα χρειαζόταν να περάσουν τόσα χρόνια μέχρι να τη δείτε να πραγματοποιείται;

«Οπως σας είπα, τέτοια πράγματα παίρνουν χρόνο. Ελπίζω το κοινό να καλοδεχτεί την ταινία. Να εκτιμήσει το γεγονός ότι δεν θέλαμε να αρκεστούμε σε ένα απλό ψυχαγωγικό φιλμ, ούτε να καταφύγουμε σε διδακτισμούς και εύκολα συμπεράσματα, με τον τρόπο που συνηθίζει το Χόλιγουντ. Προσπαθήσαμε να μεταδώσουμε μια έντονη συναισθηματική εμπειρία που καμία ειδησεογραφική κάλυψη δεν έχει καταφέρει να συλλάβει. Κανένα τηλεοπτικό κανάλι στις ΗΠΑ δεν σου έχει δείξει ποτέ τι ακριβώς περνούν οι στρατιώτες στο Ιράκ σε καθημερινή βάση. Κανένα δίκτυο δεν έχει ασχοληθεί με την αντίληψη του στρατιώτη που βρίσκεται να πολεμά εκεί από επιλογή και, μέσω του τρομερού στρες που βιώνει, καταλήγει να του αρέσει η βάρβαρη δουλειά με την οποία καταπιάνεται. Για μένα αυτή είναι μια πολύ ισχυρή δήλωση πάνω στη φύση του ανθρώπου που βρίσκεται να μάχεται σε κάποιο μέτωπο, μίλια μακριά από την πατρίδα του, όπως και πάνω στην ψυχοπαθολογία του ίδιου του πολέμου. Είναι ζητήματα που ως αμερικανοί πολίτες και, κυρίως, ως κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, δεν θελήσαμε να παραδεχτούμε ότι υπάρχουν».

- Πόσο εύκολο πια είναι να πείσετε ένα αμερικανικό στούντιο να χρηματοδοτήσει μια ταινία με θέμα τον πόλεμο, όταν το σημερινό κοινό δείχνει να αδιαφορεί για το συγκεκριμένο κινηματογραφικό είδος;

«Τα μεγάλα χολιγουντιανά στούντιο δεν ήθελαν απολύτως καμία ανάμειξη στο "Hurt Locker". Εκτιμούσαν τη μέχρι τώρα καριέρα μου, αλλά αρνήθηκαν να με χρηματοδοτήσουν γιατί ήταν σαν να τους ζητούσα να μου δανείσουν μερικά εκατομμύρια δολάρια με τη βεβαιότητα ότι δεν θα τους τα επέστρεφα ποτέ. Ο κόσμος των ανεξάρτητων εταιρειών σκέφτεται, εντούτοις, διαφορετικά και μας υποδέχτηκε με μεγάλη θέρμη».

- Η ταινία γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στην Ιορδανία. Ηταν δύσκολες οι συνθήκες;

«Ηταν πολύ καλές. Οι κάτοικοι της Ιορδανίας μάς έδειξαν κατ' αρχήν μεγάλη εμπιστοσύνη, πράγμα ιδιαιτέρως ενθαρρυντικό. Υπήρξαν, βέβαια, κάποιες περιπτώσεις όπου κάναμε γυρίσματα γύρω στα πέντε χιλιόμετρα μακριά από τα ιρακινά σύνορα και εγώ σκόπευα να τα περάσω. Ηθελα να πετύχω το μέγιστο βαθμό αυθεντικότητας και να κινηματογραφήσω στα υπαρκτά μέρη όπου υποτίθεται ότι εκτυλίσσεται η δράση. Με απέτρεψαν όμως οι ντόπιοι, λέγοντας ότι στα εδάφη αυτά βρίσκονταν πολλοί ελεύθεροι σκοπευτές και πως κανείς δεν θα μπορούσε να εγγυηθεί για την ασφάλειά μου. Η επιθυμία μου για περισσότερο ρεαλισμό δεν σταμάτησε, όμως, εκεί. Φαντάζομαι ότι δεν το γνωρίζετε, αλλά στην Ιορδανία βρίσκονται πάνω από ένα εκατομμύριο ιρακινοί πρόσφυγες. Σκέφτηκα, λοιπόν, να χρησιμοποιήσω όσο το δυνατόν περισσότερους ως κομπάρσους. Σε μερικές περιπτώσεις, μάλιστα, οι άνθρωποι υποδύθηκαν ουσιαστικά τους εαυτούς τους. Παραδείγματος χάρη, οι δύο αιχμάλωτοι πολέμου που βλέπετε στη σκηνή της ερήμου είναι πραγματικοί αιχμάλωτοι πολέμου που κατόρθωσαν να ξεφύγουν και να φυγαδευτούν στην Ιορδανία!».

Οι σταρ δεν πεθαίνουν

- Απεικονίζετε παρ' όλα αυτά τον ιρακινό πληθυσμό τηρώντας την απόσταση ενός παρατηρητή...

«Διαλέξαμε συνειδητά να μη διηγηθούμε την ιστορία μέσα από τα μάτια των Ιρακινών για έναν πολύ βασικό λόγο: Η ταινία αφορά τη συγκεκριμένη εμπειρία ενός Αμερικανού. Δεν είναι η ιστορία ενός κατοίκου στο Ιράκ. Θα ήταν άδικο να εισδύσω σε έναν κόσμο για τον οποίο γνωρίζω τόσο λίγα και να προφασιστώ ότι τον κατέχω. Στο φιλμ, πάντως, θα συμφωνήσετε ότι οι Ιρακινοί δεν γίνονται ποτέ στερεότυπα. Κυρίως θέλαμε να δείξουμε τα πρόσωπα των απλών, καθημερινών ανθρώπων. Δεν θέλαμε να καταφύγουμε σε κλισέ. Να γεμίσουμε τα πλάνα με εχθρικούς γενειοφόρους και φανατισμένους πιστούς που κουβαλούν μαζί τους παντού το Κοράνι».

- Χρησιμοποιείτε ελάχιστα γνωστούς ηθοποιούς ως πρωταγωνιστές. Αναθέσατε, ωστόσο, σε διάσημα ονόματα όπως ο Γκάι Πιρς και ο Ρέιφ Φάινς να υποδυθούν σύντομους ρόλους. Μου εξηγείτε την επιλογή αυτή;

«Στην ταινία μου έχει πολύ μεγάλη σημασία να μην μπορείς να προβλέψεις εξαρχής ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει. Αυτή η αβεβαιότητα προικίζει το σασπένς με ένα αίσθημα διαρκούς απειλής. Οταν δεν χρησιμοποιείς φτασμένους σταρ, ο θεατής πιο δύσκολα προβλέπει τις τύχες των ηρώων. Ο σταρ της ταινίας δεν πεθαίνει ποτέ, έτσι δεν είναι; Στη δική μου ταινία, όμως, οι σταρ είναι αυτοί που καταλήγουν να σκοτωθούν!».

- Είστε μια γυναίκα σκηνοθέτης που κινηματογραφεί σκληροτράχηλους αρσενικούς κόσμους. Τι σας ελκύει τόσο σε αυτούς;

«Ειλικρινά δεν πιστεύω σε τέτοια πράγματα, διότι δεν έχω λειτουργήσει ποτέ πίσω από την κάμερα σκεπτόμενη αποκλειστικά ως γυναίκα. Με απασχολεί μόνο το πώς θα μπορέσω να αφηγηθώ με τον καλύτερο δυνατό τρόπο μια ιστορία. Δεν με αφορά το αν θα προσεγγίσω την ιστορία αυτή από μια αρσενική ή από μια θηλυκή ματιά. Θα ευχόμουν, φυσικά, να υπήρχαν περισσότερες γυναίκες που να καταπιάνονταν με το είδος των ταινιών που μου αρέσει εμένα να γυρίζω. Ισως να μην είναι τόσο εύκολο τελικά. Το Χόλιγουντ, άλλωστε, όπως κι ο πόλεμος, τον οποίο απεικονίζω στο καινούριο μου φιλμ, είναι μια τυπικά ανδροκρατούμενη κοινωνία».*

No comments: