Με διαφημιστικό βιντεοκλίπ της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας μοιάζει η κινηματογραφική συνέχεια του «Ιron Μan»
Δύο χρόνια μετά την επιτυχία του δημοφιλέστατου «Ιron Μan», ο πανίσχυρος έμπορος όπλων Τόνι Σταρκ, ο οποίος εξαιτίας ενός ατυχήματος έχει μεταλλαχθεί σε θανάσιμο όπλο (το παλλάδιο στο στήθος τού δίνει υπερφυσική δύναμη) επιστρέφει. Και πάλι με τον ανανεωμένο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ στον κεντρικό ρόλο και τον Τζον Φαβρό σκηνοθέτη (υποδύεται και τον οδηγό του), η δεύτερη ταινία αρχίζει από εκεί που τέλειωσε η πρώτη, με τον Σταρκ να αποκαλύπτει την ταυτότητά του και να παραδέχεται ότι είναι ο Ιron Μan.
Παρ΄ όλο που ο κυνισμός και η αλαζονεία του σπάζουν κόκαλα - ενώ εμφανισιακά θυμίζει πορτορικανό γκάνγκστερ «φέρνοντας» προς τον Αλ Πατσίνο στην «Υπόθεση Καρλίτο»-, κατά βάθος ο Ιron Μan εκπροσωπεί το Καλό. Το Κακό, αυτή τη φορά, έχει το πρόσωπο του Μίκι Ρουρκ: ένας ρώσος πρώην λαθρέμπορος όπλων ο οποίος, βγαίνοντας από τη φυλακή με στόχο την εκδίκηση του Σταρκ, μισθώνεται από έναν άλλον έμπορο όπλων ( Σαμ Ρόκγουελ ) και αναλαμβάνει δράση. Γεμάτος τατουάζ, με «σκαμμένο» πρόσωπο, λαδωμένο μαλλί και μουστάκι α λα Κλαρκ Γκέιμπλ, ο Ρουρκ είναι τόσο γκροτέσκα φιγούρα που βλέποντάς τον δεν ξέρεις αν θα πρέπει να φοβηθείς ή να γελάσεις- πάντως σίγουρα γελάς όταν βλέπεις ότι, εκτός από θηρίο, ο Ρουρκ είναι και εξαίρετος επιστήμονας (φυσικός). Μόλις τα δύο παλικάρια συναντηθούν, ο κόσμος θα χαλάσει. Αρκεί να πούμε ότι στην πρώτη συνάντησή τους η πίστα του Γκραν Πρι του Μονακό γίνεται γυαλιά-καρφιά.
Οπως συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις «συνεχειών», ο κουμπαράς του «Ιron Μan», ο οποίος υπήρξε κατ΄ αρχάς σούπερ ήρωας των κόμικς Μarvel, έπρεπε να γεμίσει περισσότερο- ακόμη και αν το αποτέλεσμα, συγκριτικά με την πρώτη ταινία, θα ήταν μετριότερο. Και είναι. Γεμάτος θόρυβο, κλισέ και μπανάλ αισθητική, ο δεύτερος «Ιron Μan» μοιάζει με μεγάλης διάρκειας διαφημιστικό βιντεοκλίπ της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας. Ο μόνος λόγος που μας κράτησε στη θέση μας ήταν η Σκάρλετ Τζοχάνσον σε έναν καρτουνίστικο ρόλο- αλλά ποιος νοιάζεται, με τέτοια γοητεία και φωτογένεια;Τ ο ολοκαύτωμα των εβραίων επανέρχεται στην επικαιρότητα με τη «Νύχτα που χάθηκαν τα αστέρια» («La rafle», Γαλλία, 2010) της Ροζελίν Μπος, ταινία που εξιστορεί σε όλες του τις λεπτομέρειες το βρώμικο πολιτικό παρασκήνιο της κυβέρνησης Βισί, η οποία συνέβαλε στην εξολόθρευση των εβραίων του Παρισιού μετά την κατάληψη της Γαλλίας από τους ναζιστές.
Μοιρασμένη σε τρία μεγάλα μέρη και με βασικά πρόσωπα μια γαλλίδα νοσοκόμα ( Μελανί Λοράν ), έναν εβραίο γιατρό ( Ζαν Ρενό ) και έναν κομμουνιστή εβραίο οικογενειάρχη ( Γκαντ Ελμαλέχ ), η ταινία ξεκινά με την καταγραφή της παριζιάνικης καθημερινότητας στις συνοικίες των εβραίων, συνεχίζεται με τη μάζωξή τους στο ποδηλατοδρόμιο της γαλλικής πρωτεύουσας και καταλήγει στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (ο ξένος τίτλος παραπέμπει στη φράση «La rafle du Vel d΄ Ηiv», δηλαδή στην ξαφνική έφοδο της αστυνομίας του Παρισιού στα σπίτια των εβραίων τα ξημερώματα της 16ης Ιουλίου του 1942, όταν συνελήφθησαν 12.884 άνδρες και γυναικόπαιδα. Μεταφέρθηκαν στο «Ποδηλατοδρόμιο του Χειμώνα», απ΄ όπου και πήραν τον δρόμο για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης).
Οι σκηνές του ποδηλατοδρομίου είναι οι πιο εντυπωσιακά γυρισμένες, ενώ ο επίλογος των σκηνών μετά την απελευθέρωση, όταν πλέον μαζεύονται τα συντρίμμια ζωών, αναπόφευκτα θα φέρει δάκρυα στα μάτια ακόμη και των πιο ψύχραιμων θεατών.
Ωστόσο η «Νύχτα που χάθηκαν τα αστέρια», παρά την τίμια αντιμετώπιση του θέματός της, σκαλώνει σε ό,τι αφορά τις επικών διαστάσεων φιλοδοξίες της: θέλει να γίνει η γαλλική απάντηση στη «Λίστα του Σίντλερ», αλλά δεν τα καταφέρνει.
Λιτοί, ειλικρινείς και ΕυρωπαίοιΜε φόντο άλλοτε μια μικρή πόλη του ισπανικού Νότου και άλλοτε τη Μαδρίτη, η ταινία του Χαϊμέ Ροζάλες «Μοναξιά» (Soledad, Ισπανία, 2007)εξιχνιάζει την καθημερινότητα μιας γυναίκας ( Σόνια Αρμάτσα ) που έχει αφήσει τον τόπο της για την πρωτεύουσα όπου μεγαλώνει μόνη το παιδί της. Ψώνια στο σουπερμάρκετ, κουβέντες περί ομορφιάς, συναντήσεις με γνωστούς και φίλους. Μια ξαφνική τραγωδία θα κάνει τη μεγάλη ανατροπή, αλλά η ρουτίνα της καθημερινότητας θα επανέλθει. Αποθέωση της κινηματογραφικής λιτότητας, μα πάνω απ΄ όλα μια άσκηση ύφους, με την οθόνη να μοιράζεται συχνά στα δύο (polyvision), έτσι ώστε το κάθε μισό να δίνει μια διαφορετική γωνία λήψης της ίδιας σκηνής. Καλό, αλλά φεστιβαλικής χρήσης.
Στο «Φεύγω» («Ρartir», Γαλλία, 2009) της Κατρίν Κορσινί η βρετανίδα ηθοποιός Κριστίν Σκοτ Τόμας πετυχαίνει άλλη μια εξαιρετική ερμηνεία στον ρόλο μιας καλοπαντρεμένης Γαλλίδας που αποφασίζει να παρατήσει σύζυγο ( Ιβάν Ατάλ ) και παιδιά τυφλωμένη από τον ξαφνικό έρωτα της ζωής της. Αφήνει τον γάλλο γιατρό και τρέχει στον ισπανό υδραυλικό ( Σέρχι Λόπες - στη φωτογραφία με τη Σκοτ Τόμας). Αφήνει την ασφάλεια και δεν έχει να πληρώσει τη βενζίνη. Κάνει αυτό ακριβώς που θέλει κερδίζοντας τη μόνιμη προσοχή μας. Μια τρομερά δυσάρεστη αλλά ειλικρινής ταινία, που σου κάνει το στομάχι κόμπο επειδή δεν χαρίζεται πουθενά και σε κανέναν, λέγοντας τα πράγματα όπως ακριβώς είναι. Η Σκοτ Τόμας ήταν υποψήφια για βραβείο Σεζάρ.
Τρίπτυχο Γουόνγκ Καρ ΒάιΤρεις από τις πρώτες ταινίες του κινέζου σκηνοθέτη Γουόνγκ Καρ Βάι, γνωστού από την «Ερωτική επιθυμία» και το «2046», προβάλλονται για πρώτη φορά εμπορικά στη χώρα μας (είχαν συμπεριληφθεί στο πλήρες αφιέρωμα που είχε διοργανώσει για τον σκηνοθέτη το 2003 το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης).
Το γκανγκστερικό μελόδραμα «Καθώς κυλούν τα δάκρυά μας» (1988), το δράμα αμφισβήτησης «Αγριες μέρες» (1990)
και οι «Εκπτωτοι άγγελοι» (1995- φωτογραφία), «συνέχεια» της ταινίας «Chungking express» η οποία καταξίωσε διεθνώς τον Καρ Βάι, έχουν συμβάλει ώστε ο δημιουργός τους να κερδίσει μια θέση στο πάνθεον των πιο αισθαντικών σκηνοθετών του παγκόσμιου κινηματογράφου. Αποκλειστικά στο Ιντεάλ της Πανεπιστημίου.ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣΠροβάλλεται επίσης το πολωνικό οικογενειακό δράμα «Αθώα κόλπα» («Sztuczki», 2007) του Αντρζέι Γιακιμόφσκιμε θέμα τη σταδιακή μετάβαση στην ωριμότητα ενός δεκάχρονου αγοριού (Ντάμιαν Ουλ) όταν, κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών του, «βλέπει» στο πρόσωπο ενός αγνώστου τον πατέρα του. Ο Γιακιμόφσκι έφτιαξε ένα λυρικό φιλμ όπου το μυστήριο και η συναισθηματική πολυχρωμία έρχονται σε αρμονία.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artId=328738&dt=29/04/2010#ixzz0mSdJ2hxI
Είναι φρόνιμοι, υπάκουοι και δουλεύουν σκληρά. Απαιτούν την υπομονή αλλά και την αφοσίωσή σου. Το μόνο ίσως που έχουν πραγματικά ανάγκη είναι να τηρείς αυστηρά το διαιτολόγιό τους.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο μεταφέρθηκαν περίπου δύο τόνοι ψάρια από την Ολλανδία στο Αιγαίο: ο τρόπος ώστε οι οκτώ πελεκάνοι, οι πραγματικοί σταρ της ταινίας «Καλοκαίρι στο Αιγαίο» («Un ete Grec»), να μη βαρυστομαχιάσουν. Οπως μαθαίνουμε, το στομάχι των πουλιών που... εργάζονται στα γυρίσματα της ταινίας του Ολιβιέ Ορλέ στη Μήλο και στη Σίφνο δεν αντέχει το ψάρι των νερών του Αιγαίου. Δεν είναι καθόλου αστείο. Αν τα πτηνά αλλάξουν συνθήκες διατροφής, κινδυνεύουν από αρρώστιες. Οι εν λόγω πελεκάνοι βρίσκονται στα ελληνικά νησιά εδώ και περίπου δύο μήνες προκειμένου να προσαρμοστούν στις κλιματικές συνθήκες του Αιγαίου και να είναι έτοιμοι για τα γυρίσματα. Την εκπαίδευσή τους ανέλαβαν οκτώ μέλη της εκπαιδευτικής ομάδας που δούλεψε στο σπουδαίο γαλλικό ντοκυμαντέρ του Ζακ Περέν «Ταξιδιάρικα πουλιά». Πώς προέκυψαν όμως οι πελεκάνοι στην ιστορία; Το ελληνοβελγογαλλικής συμπαραγωγής «Καλοκαίρι στο Αιγαίο» βασίζεται στο μυθιστόρημα του Ερίκ Μπουασέτ «Νικόστρατος», το οποίο αναφέρεται στην ιστορία ενός έλληνα εφήβου που γίνεται φίλος με έναν πελεκάνο, τον Νικόστρατο.
Ο πατέρας του παιδιού είναι ένας έλληνας ψαράς που όμως στην ταινία φέρει τη μορφή ενός... βόσνιου σκηνοθέτη, του Εμίρ Κουστουρίτσα, του οποίου ο κύκλος γυρισμάτων στη Μήλο ολοκληρώθηκε προσφάτως. Τα γυρίσματα έχουν μεταφερθεί στη Σίφνο, όπου δημιουργήθηκε ειδικός «οικισμός» για την εκπαίδευση των πελεκάνων. Σε όλο το νησί έχουν αναρτηθεί αφισέτες με έναν πελεκάνο που μιλάει στους κατοίκους.
Οι Γεννάδιος Πάτσης,Ντίνος Ποντικόπουλος και Βίκυ Μαραγκάκη είναι μερικοί από τους έλληνες ηθοποιούς της ταινίας, ενώ ο Παναγιώτης Καλαντζόπουλος ανέλαβε τη σύνθεση της μουσικής της. Τέλος, σε ό,τι αφορά τη χώρα μας (αναμένεται να προβληθεί την άνοιξη του 2011 σε διανομή Feelgood Εntertainment), συμπαραγωγός εταιρεία είναι η Βlack Οrange.