Wednesday, March 31, 2010

Με τη βιογραφία του Γκενσμπούρ ξεκινά το Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου

Ανάδοχος ο Ζαν-Πολ Γκοτιέ

Αθήνα - Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010 [ 14:05 ]

Ο διάσημος σχεδιαστής μόδας Ζαν-Πολ Γκοτιέ θα βρεθεί στην Ελλάδα ως ανάδοχος του 11ου Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου.

Ο Γκοτιέ, ο οποίος θα παραστεί στην έναρξη του Φεστιβάλ στις 15 Απριλίου 2010, έχει «λευκή κάρτα» από το φεστιβάλ για να παρουσιάσει τις αγαπημένες του ταινίες.

Το Φεστιβάλ «ανοίγει αυλαία» με την προβολή της ταινίας Μια Ηρωική Ζωή του Ζοάν Σφαρ που αφηγείται τη ζωή του θρυλικού Σερζ Γκενσμπούρ. Τους βασικούς ρόλους των γυναικών που σημάδεψαν τη ζωή του ποιητή, στιχουργού και τραγουδιστή κρατούν οι Λετίσια Κάστα ως Μπριζίτ Μπαρντό, η Μιλένε Ζαμπανοϊ ως Μπαμπού, η Βρετανίδα Λούσι Γκόρντον ως Τζέιν Μπίρκιν και η ελληνικής καταγωγής Αννα Μουγκλαλίς ως Ζυλιέτ Γκρεκό.

Εκτός από τον Ζαν-Πολ Γκοτιέ, στην πρεμιέρα της ταινίας θα παραστούν, μεταξύ άλλων, η Φανί Αρντάν και η Νάνα Μούσχουρη.

Το Φεστιβάλ θα διεξαχθεί στην Αθήνα από τις 15 έως τις 25 Απριλίου (στις κινηματογραφικές αίθουσες Αττικόν, Απόλλων Cinemax Class και Γαλλικού Ινστιτούτου) και διοργανώνεται από τη Γαλλική Πρεσβεία στην Αθήνα και το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών.

Στη συνέχεια θα «ταξιδέψει» στη Θεσσαλονίκη από τις 22 ως τις 28 Απριλίου.

Το in.gr είναι χορηγός επικοινωνίας του Φεστιβάλ.

Τρέμε, Φλωρινιώτη, έρχονται οι Τιτάνες

  • Παλιομοδίτικη, φτηνή και... ολίγον τρισδιάστατη, η περιπέτεια-χλαμύδα «Τιτανομαχία» εκθέτει τους συντελεστές της

Αν ένα στοιχείο των «300» με είχε γοητεύσει σε εκείνη την άθλια, κατά τα άλλα, ταινία, ήταν η πρωτοποριακή κόμικ αισθητική τους που ανέβαζε την αρχαιοελληνική επική περιπέτεια ένα σκαλί παραπάνω- τουλάχιστον ως θέαμα. Τρία χρόνια αργότερα, η «Τιτανομαχία» («Clash of the Τitans», ΗΠΑ, 2010) επιστρέφει σε έναν κινηματογράφο που νόμιζες ότι είχε κλείσει τον κύκλο του.

Παρακολουθώντας την ταινία που σκηνοθέτησε ο (καλός διεκπεραιωτής) Λουί Λετεριέρ ένιωθα να επιστρέφω στα χρόνια του δημοτικού: βρίσκομαι σε κατάμεστο θερινό και βλέπω χλαμυδοπεριπέτεια της δεκαετίας του ΄60, τότε που το είδος διέπρεπε στην Τσινετσιτά με δευτεροκλασάτους ηθοποιούς, όπως ο Στιβ Ριβς (Ηρακλής), ο Γκόρντον Μίτσελ και ο Ρίτσαρντ Χάρισον. Γόνος θεού, αλλά μεγαλωμένος από ανθρώπους, ο Περσέας (ο νέος αυστραλός σταρ Σαμ Γουόρδινγκτον των «Αvatar» και «Εξολοθρευτής: Η σωτηρία») προσπαθεί να σώσει την οικογένειά του από τον Αδη, τον εκδικητικό θεό του Κάτω Κόσμου ( Ρέιφ Φάινς ). Ο Περσέας αναλαμβάνει την ηγεσία μιας επικίνδυνης αποστολής με σκοπό να κατατροπώσει τον Αδη προτού εκείνος ανατρέψει τον Δία (ο θηριώδης Ιρλανδός Λίαμ Νίσον ) και σπείρει το χάος.

Οπότε ο Περσέας χρίζεται επικεφαλής μιας γενναίας ομάδας παλικαράδων (ανάμεσά τους και ο δανός ηθοποιός Μαντς Μίκελσεν - ο «κακός» στο «Καζίνο Ρουαγιάλ») και, όπως συνέβαινε στις χλαμύδες της Τσινετσιτά, θα ξεκινήσει ένα παράτολμο ταξίδι σε απαγορευμένους κόσμους, αντιμαχόμενος ανίερους δαίμονες και τρομερά τέρατα προκειμένου να σώσει τον κόσμο.

Υπάρχουν σκηνές που εντυπωσιάζουν. Η μονομαχία με τους τεράστιους σκορπιούς ή με τη Μέδουσα έχουν μπόλικη πλάκα, πάντα στο πλαίσιο της παλιομοδίτικης περιπέτειας. Παλιομοδίτικης και φτηνής, όμως, ιδίως σε λεπτομέρειες όπως τα κοστούμια και το μακιγιάζ. Η περούκα του Νίσον και το ψεύτικο μούσι του Φάινς φαίνονται, ενώ ποτέ δεν θα μπορούσα να φανταστώ τον Δία με λαμέ κατάλευκο κοστούμι σαν του Γιάννη Φλωρινιώτη. Και ύστερα αυτό το παραμύθι με το 3D με το οποίο πλάσαραν την ταινία, προσωπικά δεν το κατάλαβα. Τη μισή την είδα χωρίς να φορώ τα κουραστικά γυαλιά, τα οποία ούτως ή άλλως δεν πρόσθεταν τίποτε παραπάνω στο θέαμα. Αν αυτό ήταν τρισδιάστατο, τότε το «Αvatar» είναι... δεκαδιάστατο!
  • Η ταινία «Τιτανομαχία» θα προβάλλεται στις αίθουσες από την Κυριακή του Πάσχα.
Λόγω των αργιών του Πάσχα πολλές αίθουσες θα παραμείνουν κλειστές τη Μεγάλη Παρασκευή και το Μεγάλο Σάββατο, οπότε η τηλεφωνική επικοινωνία κρίνεται απαραίτητη.

Το φιλμ «Πώς να εκπαιδεύσετε τον δράκο σας» καταπιάνεται με τη σχέση φιλίας ανάμεσα σε έναν τραυματισμένο δράκο, τον Φαφούτη, και έναν έφηβο Βίκινγκ, τον Ψάρη- γιο του ατρόμητου αρχηγού του χωριού του, με την μπάσα φωνή του Τζέραρντ Μπάτλερ. Ο μικρός υποτίθεται ότι εκπαιδεύεται για εξολοθρευτής δράκων. Στην πραγματικότητα όμως δεν έχει καμία διάθεση να εξολοθρεύσει κανέναν. Η επαφή με τον δράκο μετατρέπει τον μικρό Βίκινγκ σε εξπέρ στον χειρισμό των δράκων. Το ιδιαίτερο «ταξίδι» τους είναι προκλητικό, γεμάτο χιούμορ και περιπέτεια. Με απρόβλεπτο φινάλε, σκληρό αλλά και τρυφερό, ρεαλιστικό, ασυνήθιστο για ταινία του είδους. Προάγει έννοιες όπως η συμφιλίωση και η αγάπη χωρίς ποτέ να γίνεται ακραία σοβαρό ή αστείο.

Δεν είναι τυχαίο που τα βιβλία της Κρεσίνα Κάουελ, στα οποία βασίζεται το σενάριο, ανήκουν στις πιο πρόσφατες ανακαλύψεις στον χώρο του κινουμένου σχεδίου. Το φιλμ θα προβάλλεται δισδιάστατο στην πρωτότυπη εκδοχή του και σε σύστημα τριών διαστάσεων μεταγλωττισμένο.

* Η ζωή δεν είναι εύκολη για την οικογένεια Φοξ. Πρέπει να ταΐσουν τα αλεπουδάκια τους αντιμετωπίζοντας χιλιάδες κινδύνους. Γιατί ο κύριος Φοξ πρέπει να κλέβει. Κάθε βράδυ επισκέπτεται τη φάρμα τριών αγροτών και κλέβει από ένα γεύμα. Τα θύματά του δεν θα το επιτρέψουν. Και έτσι, ο Μπόγκι ο χοντρός, ο Μπανς ο κοντός και ο Μπιν ο λεπτός, οι τρεις αγρότες που ταλαιπωρούνται (κύριος Φοξ) και Μέριλ Στριπ (κυρία Φοξ), ο Γουές Αντερσον σε συνεργασία με τον Νόα Μπάουμπαχ στο σενάριο πέτυχαν μια πνευματώδη και σέξι μεταφορά του μυθιστορήματος «Ο απίθανος κύριος Φοξ», χωρίς ποτέ να προδώσουν το μοναδικά βιτριολικό γράψιμο του συγγραφέα Ρόαλντ Νταλ, σε βιβλίο από τον Φοξ, αποφασίζουν να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να δώσουν τέλος στις κλοπές.

Με τις φωνές των Τζορτζ Κλούνεϊ του οποίου βασίζεται η ταινία. Χάρη στο γλυκόπικρο, σαρκαστικό χιούμορ του διακεκριμένου αμερικανού σκηνοθέτη της «Οικογένειας Τένενμπαουμ» αλλά και τη μαγεία του stop-motion (πρωτοποριακό σύστημα στο κινούμενο σχέδιο), η ιστορία του κύριου Φοξ είναι το καλύτερο δείγμα ενήλικου χιούμορ που απευθύνεται και σε παιδιά. Η ταινία δεν προβάλλεται μεταγλωττισμένη, παρά μόνο στην πρωτότυπη, αγγλική βερσιόν της.

Τα βιβλία

Βασισμένα σε προσωπικές εμπειρίες από την παιδική ηλικία της, όταν μεγάλωνε σε ένα απομονωμένο νησί της Σκωτίας, όπου το περιβάλλον επέτρεπε στη φαντασία της να οργιάζει είναι τα βιβλία της Κρεσίνα Κάουελ. Στην Ελλάδα τα «Πώς να εκπαιδεύσετε τον δράκο σας» και «Πώς να μιλήσετε δρακονέζικα» κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Πατάκη.

Εχοντας εκδοθεί για πρώτη φορά το 1970 στην Αμερική και στη Βρετανία με σκίτσα του Ντόναλντ Σάφιν, το παιδικό βιβλίο του Ρόαλντ Νταλ «Ο απίθανος κύριος Φοξ» μαγεύει εδώ και 40 χρόνια γενιές παιδιών και γονιών. Στην Ελλάδα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός, όπως και τα περισσότερα παιδικά μυθιστορήματα του Νταλ, όπως η «Ματίλντα» και το «Ο Τσάρλι και το εργοστάσιο σοκολάτας».

Η νοσταλγία των χαμένων ονείρων


Με εξαίρεση το καινούριο ρεαλιστικό φιλμ του Χιλιανού σκηνοθέτη Aντρές Γουντ, οι ταινίες που κάνουν πρεμιέρα αυτήν τη βδομάδα απευθύνονται κύρια σε παιδικό και παιδιάστικο κοινό. Η νέα ταινία του Γουντ «Ομορφη ζωή» μεταφέρει στο βιογραφικό της πλήθος λατινοαμερικάνικων βραβείων και διακρίσεων όπως το βραβείο Goya για την καλύτερη ισπανόφωνη ταινία του 2009, το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας στο λατινοαμερικάνικο κινηματογραφικό φεστιβάλ Lleida και τιμητικές διακρίσεις στα φεστιβάλ λατινοαμερικάνικου σινεμά της Αβάνας, Huelva και Μπιαρίτζ. Η «Ομορφη ζωή» έχει να κάνει με τη ρεαλιστική απεικόνιση μιας μουντής, αναγνωρίσιμης, όμως, πραγματικότητας που μέσα της μπορούν να ενταχθούν όλα τα μικρά και μεγάλα προβλήματα που παρατάσσονται στο φιλμ. Ο θεατής, χάρη στον ψυχολογικό μηχανισμό της «προβολής», αναγνωρίζει στους χαρακτήρες της μυθοπλασίας και τα προβλήματά τους κάτι από τον εαυτό του ή από άλλους ανθρώπους που έχει κατά καιρούς γνωρίσει και εμπλέκεται σε καταστάσεις που του είναι, ή θα μπορούσαν να του είναι, οικείες. Η επιτυχία του ρεαλισμού οφείλεται σε αυτού του είδους την οικειότητα που μπορεί να δημιουργήσει μεταξύ του πομπού και του δέκτη ενός μηνύματος αισθητικής ή ιδεολογικής τάξης . Η τρισδιάστατη ταινία «Πώς να εκπαιδεύσετε τον δράκο σας» είναι animated, καθώς και «Ο Απίθανος κος Φοξ». Η τέταρτη και τελευταία ταινία της βδομάδας με τίτλο «Η Τιτανομαχία» - βγαίνει ανήμερα το Πάσχα στις 4/4 και θα προβάλλεται σε 3D αίθουσες - αποτελεί δε μεγαλεπήβολη χολιγουντιανή υπερπαραγωγή, εμπνευσμένη από την ελληνική μυθολογία, με ατέλειωτο καστ πρωταγωνιστών.

  • ΟΙ ΤΑΙΝΙΕΣ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ, ΚΡΙΤΙΚΗ, ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, Πέμπτη 1 Απρίλη 2010
ΝΤΙΝ ΝΤΕΜΠΛΟΥΑ - ΚΡΙΣ ΣΑΝΤΕΡΣ: Πώς να εκπαιδεύσετε το Δράκο σας

Εντυπωσιακές οι πτήσεις πάνω στην ράχη του δράκου γιατί αδράχνουν την αίσθηση του πετάγματος και μας παρασέρνουν, με σύνθετες τεχνικές, σε οργιώδη αίσθηση πτήσης. Εντυπωσιακές και οι μάχες σε έδαφος και αέρα.
Γι' αυτές τις σκηνές και μόνο το φιλμ αυτό που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο της Κρεσίντα Κάουελ για τον μυθικό κόσμο των ρωμαλέων Βίκινγκς και των άγριων δράκων και έχει να κάνει με έναν έφηβο που «προδίδει» την πολεμοχαρή φυλή του και μαθαίνει να αγαπάει τον εχθρό, πρέπει να το δει κανείς στο σινεμά.

Ο έφηβος Ψάρης, ο αδύναμος και μικροκαμωμένος γιος του θηριώδη αρχηγού της φυλής των Βίκινγκς, ξεχωρίζει από τους συνομηλίκους του για τον εκλεπτυσμένο του χαρακτήρα και την ευφυία του. Οπως όλοι οι έφηβοι του νησιού Μπερκ, όπου κατοικεί η φυλή, έτσι και ο Ψάρης πρέπει υποχρεωτικά να περάσει από την δοκιμασία της Εκπαίδευσης στους Δράκους για να ανδρωθεί και να αποκτήσει ικανότητες μαχητή. Η ραχοκοκαλιά λοιπόν της ταινίας είναι η σχέση φιλίας που αναπτύσσεται ανάμεσα στον Ψάρη και τον Φαφούτη, έναν τραυματισμένο άγριο δράκο με τον οποίο ο νεαρός συναναστρέφεται κρυφά και τον βοηθάει μάλιστα να πετάξει ξανά αφού κατασκευάζει για τον φίλο του - επιστρατεύοντας όλες του τις δεξιότητες - ένα τεχνητό φτερό που θα αντικαταστήσει το αληθινό. Η προσπάθεια του Ψάρη να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο συγκρουόμενους κόσμους μεταβάλλει και την στάση ολόκληρης της φυλής απέναντι στους ορκισμένους εχθρούς της, τους δράκους. Η τρισδιάστατη αυτή παραγωγή βγήκε από τα στούντιο Dream Works Animation, που στο παρελθόν γέννησαν το «Σρεκ», το «Μαδαγασκάρη» και το «Kung Fu Panda».


Παίζουν (Οι φωνές των): Τζέι Μπάρουτσελ, Τζέραρντ Μπάτλερ, Αμέρικα Φερέρα, Κρεγκ Φέργκιουσον.

Παραγωγή: ΗΠΑ



ΟΥΕΣ ΑΝΤΕΡΣΟΝ: Ο απίθανος κ. Φοξ


Το χαρακτηριστικό της πρώτης animation με μαριονέτες ταινίας του σκηνοθέτη Γουές Αντερσον είναι η τεχνική της stop motion animation, κατά την οποία ένα αντικείμενο φαίνεται ότι κινείται από μόνο του - ενώ στην πραγματικότητα κινείται διά κάποιου φυσικού τρόπου.
Το εν λόγω αντικείμενο «κινείται» διά της ελαφρώς αυξανόμενης επιτάχυνσης μεταξύ φωτογραφημένων πλάνων, δημιουργώντας έτσι ψευδαίσθηση κίνησης - υπό την προϋπόθεση ότι η σειρά των πλάνων συνιστά συνεχόμενη σεκάνς. Η stop motion animation έχει μακρά ιστορία στον κινηματογράφο και συνιστά εν ολίγοις εφέ ψευδαίσθησης, όπου ένα αντικείμενο, πραγματικό ή φανταστικό, μοιάζει να κινείται ως διά μαγείας. Τον παραπάνω τρόπο επέλεξε ο Αντερσον για να αφηγηθεί την κλασική ιστορία του «Απίθανου κου Φοξ», που βασίζεται στο παιδικό, μπεστ- σέλερ, βιβλίο του Roald Dahl, δημιουργού των «Charlie and the chocolate factory» και «Giant Peach», χρησιμοποιώντας μάλιστα την φωνή και ερμηνεία χαρισματικών ηθοποιών όπως του Τζορτζ Κλούνι και της Μέριλ Στριπ στο ρόλο του κυρίου και της κυρίας Φοξ.

Ο κλεφτοκοτάς κος Φοξ, σε μια δύσκολη στιγμή υπόσχεται στη γυναίκα του να μην ξανακλέψει. Μολονότι πετυχημένος επαγγελματίας, με ωραίο σπίτι και καλοβαλμένη οικογένεια, αδυνατεί τελικά να αποστασιοποιηθεί από τα ένστικτά του. Ξαναπιάνει λοιπόν την παλιά του τέχνη, αλλά οι τρεις μεγαλοπαραγωγοί, τα θύματα της κλοπής του, ενώνονται για να τον αφανίσουν από το πρόσωπο της Γης. Η ταινία απευθύνεται στους μικρούς με το παιδαριωδώς αβαθές και απλοϊκό της περιεχόμενο και στους μεγάλους με την εξεζητημένα επιτηδευμένη της μορφή.


Παίζουν (Οι φωνές των σταρ): Τζορτζ Κλούνι, Μέριλ Στριπ, Γουίλιαμ Νταφόε, Αντζέλικα Χιούστον κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ


ΑΝΤΡΕΣ ΓΟΥΝΤ: Ομορφη ζωή


Ηπια και χαμηλών τόνων, αλλά κρυπτοφιλόδοξη ταινία με σύνθετη δομή, στήνει τρεις παράλληλες, καθημερινές ιστορίες, σκορπισμένες εδώ κι εκεί στη μεγαλούπολη του Σαντιάγκο και παρακολουθεί την εξέλιξή τους.
Ο κομμωτής και στιλίστας Εδμούντο, καίτοι πάτησε τα σαράντα, εξακολουθεί να ζει με την χήρα μητέρα του και ονειροπολεί την αναβάθμιση της ύπαρξής του μέσα από την αγορά ενός κατάδικού του αυτοκινήτου Φορντ. Η Τερέζα, κοινωνική λειτουργός σε δημόσιο κέντρο υγείας που βρίσκεται σε διάσταση με τον άνδρα της - με τον οποίο είναι ακόμη ερωτευμένη, ζει με την έφηβη κόρη της. Οι ισορροπίες της διαταράσσονται σοβαρά, όταν μαθαίνει ότι η ανήλικη κόρη της είναι έγκυος και ο πρώην άντρας της συναντά μια νεαρή ιερόδουλη. Ο Μάριο, τέλος, ένας γοητευτικός και αλαζών νεαρός, επιστρέφει στη Χιλή μετά από σπουδές κλασικής μουσικής στο Βερολίνο και ονειρεύεται να προσληφθεί ως κλαρινετίστας στη Συμφωνική Ορχήστρα. Προσλαμβάνεται, όμως, στη Φιλαρμονική του Στρατού. Κάπου στο σκοτεινό φόντο αναβοσβήνει και μια τέταρτη ιστορία χωρίς πλαίσιο που στο κέντρο βρίσκεται μια θαμπή κι απροσδιόριστη γυναικεία φιγούρα με ένα άρρωστο παιδί.

Ο κομμωτής ταυτίζει την όμορφη ζωή με την απόκτηση αυτοκινήτου και δε διστάζει να υποθηκεύσει το σπίτι της μητέρας του και να πουλήσει έρωτα στην τραπεζική υπάλληλο που έχει αναλάβει την περίπτωση δανειοδότησής του. Η Τερέζα έχει μετανιώσει για το χωρισμό με τον άντρα της και για την απόσταση που έκτοτε κρατά η κόρη της απέναντί της, η έλλειψη αυτών των προβλημάτων θα σηματοδοτούσε την όμορφη ζωή. Ο Μάριο θα ήταν πανευτυχής, αν τον προσλάμβανε η Συμφωνική και δεν υποχρεωνόταν να ξυρίσει σχεδόν την πανέμορφη κώμη του και να κυκλοφορεί ένστολος. Η ταινία, που αναδίνει οσμή απογοήτευσης, αρκείται στις διαπιστώσεις και την παρατήρηση των γεγονότων από απόσταση κι ενδιαφέρεται κύρια για τη διερεύνηση της ανθρώπινης φύσης των χαρακτήρων της ταινίας, τους οποίους αντιμετωπίζει με ιδιαίτερη συμπάθεια αλλά από απόσταση. Η πραγματικότητα στο Σαντιάγκο, βέβαια, δε δείχνει να απέχει καθόλου, ίσως μάλλον ταυτίζεται πλήρως με το γνωστό και αναγνωρίσιμο παγκόσμιο κοινωνικό μοντέλο. Στο μοντέλο αυτό δεν υπάρχει θέση για όνειρα, ο καθένας είναι για τον εαυτό του και ο Θεός για όλους, σ' αυτό το μοντέλο εντάσσεται και η ιστορία της ταλαιπωρημένης άνεργης και άρρωστης νέας γυναίκας με το μικρό παιδί που εμφανίζεται στην αρχή, έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με την άρνηση. Πρώτα του γιατρού όταν εκείνη του ζητά να τη διευκολύνει για μια εξέταση και κατόπιν των εκδιδόμενων γυναικών που την διώχνουν από το πόστο τους. Εκτοτε παρακολουθούμε το κατρακύλισμά της. Επανέρχεται αποσπασματικά, σαν σφήνα κάθε τόσο και κάθε φορά η όψη της μας παρουσιάζεται σε χειρότερη κατάσταση, ώσπου στο τέλος την βρίσκουν νεκρή στο πεζοδρόμιο. Γι' αυτά τα κοινωνικά μοντέλα προσπαθεί - ανεπιτυχώς - να ψελλίσει κάτι ο Αντρές Γουντ.


Παίζουν: Αλίν Κούπενχαϊμ, Μανουέλα Μαρτέλι, Αλφρέντο Κάστρο, Ρομπέρτο Φαρίας, Εδουάρδο Πασέκο κ.ά.

Παραγωγή: Χιλή, Ισπανία, Βρετανία, Γαλλία.




ΛΟΥΙ ΛΕΤΕΡΙΕ: Η Τιτανομαχία


Ριμέικ της επικής ομότιτλης ταινίας του 1981. Η καινούρια τρισδιάστατη θεαματική Τιτανομαχία έχει σκοπό να «καθηλώσει το κοινό σε όλο τον κόσμο και θα το ταξιδέψει στην Αρχαία Ελλάδα μέσα από την απόλυτη 3D εμπειρία».
Το κεντρικό πρόσωπο της ταινίας, ο Περσέας, γιος του Δία, είναι διχασμένος ανάμεσα σε δύο κόσμους, εκείνον των ανθρώπων όπου μεγάλωσε κι εκείνον των θεών που πολλοί λένε ότι ανήκει.

Τον πρωτοσυναντάμε σαν απλό ψαρά που οι περιστάσεις θα τον οδηγήσουν στην αναζήτηση εκδίκησης για το θάνατο της οικογένειάς του, από τα χέρια των ίδιων των θεών. Ο Περσέας πλαισιώνεται από θεούς και θνητούς, από μυθικά τέρατα και πλάσματα. Η σημερινή «Τιτανομαχία» είναι μια ταινία «δράσης, μια ταινία για την οικογένεια, την πίστη και το πεπρωμένο. Και είναι μεγάλη, επειδή ο κόσμος της ελληνικής μυθολογίας είναι μεγάλος. Δεν κρατηθήκαμε καθόλου. Τα τέρατα είναι ό,τι μεγαλύτερο έχετε δει, και δεν είναι δύο ή τρία, υπάρχουν 12 διαφορετικά πλάσματα. Είναι ένας νέος κόσμος, ένας κόσμος που δεν έχουμε ξαναδεί και πιστεύω ότι το κοινό θα ζήσει μια πραγματικά αξέχαστη εμπειρία», λέει ο σκηνοθέτης της ταινίας Λουί Λετεριέ.

Παίζουν: Σαμ Γουόρθινγκτον, Λίαμ Νίσον, Μαντς Μίκελσεν, Αλέξα Ντάβαλος, Ραλφ Φάινς, Τζέμα Αρτερτον, Τζέισον Φλέμινγκ κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ, Βρετανία.



Sunday, March 28, 2010

Σωτήρες που ήρθαν από το σινεμά

Ο Τράβις Μπικλ, ένας άσημος ταξιτζής της Νέας Υόρκης, έγινε το 1976 αυτόκλητος τιμωρός του κακού και έσωσε μια ανήλικη πόρνη από τα σκοτεινά κυκλώματα και τη ζωή των δρόμων.

Ο Μεσσίας που θα σώσει τον κόσμο δεν εμφανίζεται μόνο σε ταινίες με  καθαρά θρησκευτικό περιεχόμενο αλλά και σε μεγάλα μπλοκμπάστερ. Παίρνει  τη μορφή του Σούπερμαν, του Νίο στο «Μάτριξ» ή της Ρίπλεϊ στο «Alien  3»

Ο Μεσσίας που θα σώσει τον κόσμο δεν εμφανίζεται μόνο σε ταινίες με καθαρά θρησκευτικό περιεχόμενο αλλά και σε μεγάλα μπλοκμπάστερ. Παίρνει τη μορφή του Σούπερμαν, του Νίο στο «Μάτριξ» ή της Ρίπλεϊ στο «Alien 3»

Η Ελεν Ρίπλεϊ, λοχαγός διαστημοπλοίου, αυτοκτόνησε το 1992 πέφτοντας σε ένα καμίνι ορυχείου στον πλανήτη Φιορίνα, για να σώσει την ανθρωπότητα από το εξωγήινο πλάσμα που είχε στην κοιλιά της. Το σώμα της σχημάτισε κατά την πτώση το σημείο του σταυρού, σαν ένας εν κινήσει εσταυρωμένος του Νταλί. Ο Τόμας Αντερσον, προγραμματιστής ηλεκτρονικών υπολογιστών, έγινε το 1999 ο Εκλεκτός, με το όνομα Νίο, και εκλήθη να σώσει έναν μελλοντικό κόσμο από τις μηχανές και να τον βγάλει από την εικονική πραγματικότητα.

Ολα έγιναν στο σινεμά. Ο «Ταξιτζής» του Μάρτιν Σκορσέζε, το «Alien 3» του Ντέιβιντ Φίντσερ και το «Μάτριξ» των αδελφών Γουατσόφσκι είναι τρεις ταινίες των οποίων οι ήρωες έχουν κάτι κοινό: είναι αλληγορικές μορφές του Ιησού και, σαν και αυτόν, σωτήρες του κόσμου. «Σκοτεινός Μεσσίας» χαρακτηρίστηκε ο ήρωας που ενσάρκωσε ο Ρόμπερτ ντε Νίρο, ενώ ο Νίο του «Μάτριξ», τον οποίο υποδύθηκε ο Κιάνου Ριβς, είναι ο ήρωας που ταυτίζεται με την Καινή Διαθήκη. Η Ρίπλεϊ (Σιγκούρνι Γουίβερ) είναι η μεσσιανική φιγούρα που ανασταίνεται 200 χρόνια μετά ως υβριδικός κλώνος ο οποίος θα ξαναδώσει τη μάχη για τη σωτηρία των ανθρώπων.

Η σωτηρία, το θείο πάθος, ο θάνατος του Χριστού, η Ανάσταση, η Αγία Τριάδα δεν αποτελούν θεματική μόνο των βιβλικών ταινιών που έκανε ο Σεσίλ Ντεμίλ, ούτε της «Ωραιότερης ιστορίας του κόσμου» του Τζορτζ Στίβενς, που βλέπουμε κάθε Μεγάλη Εβδομάδα στην τηλεόραση. Αμερικανοί θεολόγοι, κριτικοί κινηματογράφου και καθηγητές κοινωνικών επιστημών έχουν «δει» την παρουσία του Μεσσία σε ταινίες που δεν πάει ο νους: στο «Χρονικό της Νάρνια», για παράδειγμα, ο Ασλάν, το λιοντάρι, ταυτίζεται με τον Θεό.

Μέχρι να κυκλοφορήσει το «Μάτριξ» υπήρχε μια αμφισβήτηση για την παρουσία του Θεού σε τόσες ταινίες. Στις δημόσιες συζητήσεις ακουγόταν συχνά η τοποθέτηση ότι το κοινό έβλεπε ό,τι επιθυμούσε να δει. Στο «Μάτριξ» δεν χρειάζεται μεγάλη εξυπνάδα για να καταλάβεις ότι ο Νίο είναι ο νέος Χριστός. Ευαγγελικοί πάστορες τον έριξαν στην πυρά, μελετητές των θρησκειών στήριξαν πάνω του την πεποίθησή τους ότι ο Θεός δεν πέθανε, απλοί πιστοί προβληματίστηκαν, φανατικοί τον δαιμονοποίησαν και οι αδελφοί Γουατσόφσκι παραδέχθηκαν ότι η Καινή διαθήκη αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για το έργο τους.

Ο πρωταγωνιστής σε ρόλο Μεσσία: Πρώτα απ' όλα τ' όνομά του, «Neo», που στα ελληνικά είναι ο νέος, ο καινούριος, ενώ με τον απαραίτητο αναγραμματισμό γίνεται ο «One», ο Ενας. Τον Νίο, έναν απλό προγραμματιστή, τον αναγνωρίζει και τον συστήνει ως «Εκλεκτό», ο Μορφέας, ως άλλος Ιωάννης Βαπτιστής. Μαζί τους στη μάχη κατά των μηχανών ρίχνεται μια κοπέλα, η Τρίνιτι (σαφέστατη αναφορά στην Αγία Τριάδα). Ο Νίο θέλει να καταστρέψει τον κόσμο του Μάτριξ για να σώσει τους ανθρώπους, όπως ο Χριστός θέλει να καταστρέψει τον Σατανά για να σώσει τους ανθρώπους. Ο Νίο πεθαίνει κι ανασταίνεται. Ο Χριστός επίσης.

Δεν τελειώνουν εδώ οι παραλληλισμοί, αλλά το «Μάτριξ» δεν είναι η μόνη ταινία επιστημονικής φαντασίας με πρωταγωνιστή μια μεσσιανική φιγούρα. Ακόμη πιο διάσημος είναι ο «Σούπερμαν», ενώ πριν από αυτόν, στα 1951, υπήρξε ο Κλάατου, ο εξωγήινος του «Οταν η Γη σταματήσει» του Ρόμπερτ Γουάιζ. Ο Κλάατου, προϊόν της ψυχροπολεμικής περιόδου και του φόβου της πυρηνικής καταστροφής, ήταν ο νέος Ιησούς που προειδοποιούσε τον κόσμο για τον πυρηνικό όλεθρο και που, παρά την ευγένεια και την καλοσύνη του, αντιμετωπίστηκε ως εχθρός, τραυματίστηκε και έφυγε. Το 2008 έγινε ριμέικ με τον Κιάνου Ριβς στον ρόλο του Κλάατου-Ιησού.

Ο Σούπερμαν, ο διασημότερος σωτήρας του κόσμου, ήρθε από τον ουρανό σταλμένος από τον πατέρα του για να σώσει τη Γη. Στο «Σούπερμαν: Η επιστροφή» του Μπράιαν Σίνγκερ, ο Σούπερμαν-Χριστός πέντε χρόνια μακριά από τους ανθρώπους, στα ερείπια πλέον του πλανήτη του, του Κρίπτον, προετοιμάζεται για την επιστροφή, η οποία πριν από την τελική δόξα έχει την οδύνη του θανάτου. Σχεδόν σταυρώνεται, πεθαίνει σ' ένα νοσοκομείο με τη θετή μητέρα του παρούσα (όπως η Μαρία), να υπομένει το μαρτυρικό του ταξίδι προς τον θάνατο και μέσα από την ανάστασή του να φέρνει στον κόσμο τη σωτηρία.

Σωτήρες της ανθρωπότητας με ανθρωπολογικά στοιχεία του Ιησού ήρθαν και από το μέλλον. Μισός άνθρωπος μισός μηχανή, ο Ρόμποκοπ του Πολ Βερχόφεν φτιάχτηκε γιατί ο σκηνοθέτης ήθελε, όπως ο ίδιος δήλωσε, να ξαναπεί την ιστορία του Χριστού. Ο αστυνομικός του Ντιτρόιτ Αλεξ Μέρφι, από τον οποίο κατασκευάστηκε ο Ρόμποκοπ, πυροβολήθηκε αρχικά στα πόδια, μετά στα χέρια και τελικά στο κεφάλι, κραυγαλέα υπόμνηση της Σταύρωσης. Αναστήθηκε δε υπό τη νέα του μορφή και τελικώς έσωσε την πόλη. Ενδεικτική των προθέσεων του σκηνοθέτη να ταυτίσει τον ήρωά του απολύτως με τον Χριστό, η σκηνή στην οποία σαν άλλος Ιησούς περπατάει πάνω στο νερό.

Στον «Εξολοθρευτή» του Τζέιμς Κάμερον ο Χριστός είναι ο Τζον Κόνορ (τα αρχικά του ονόματος στα αγγλικά συμπίπτουν με τα αρχικά του Jesus Christ). Γεννήθηκε για να σώσει τον κόσμο από την κυριαρχία των ρομπότ. Τα αρχικά «JC» φέρει και έτερος σωτήρας που ταξιδεύει στον χρόνο για το καλό του κόσμου. Ο Τζέιμς Κόουλ (Μπρους Γουίλις), πρωταγωνιστής των «Δώδεκα πιθήκων» του Τέρι Γκίλιαμ, πάει ανάποδα, από το μέλλον στο παρελθόν, για να γλιτώσει την ανθρωπότητα από έναν φονικό ιό που απειλεί να την αφανίσει. Είναι ένας μοναχικός Μεσσίας, σαν αυτόν που χρόνια πριν, το 1967, υποδύθηκε στην ταινία «Ο μεγάλος δραπέτης», του Στιούαρτ Ρόζενμπεργκ, ο Πολ Νιούμαν. Είναι ένας φυλακισμένος που, κόντρα σε όλες τις εξουσίες, συνεγείρει τα πλήθη (τους συγκρατούμενούς του), στο ταξίδι προς την ελευθερία.

Και βεβαίως υπάρχει ο «Shane»-Αλαν Λαντ στο γουέστερν «Ο άνθρωπος της χαμένης κοιλάδας» που το 1959 έρχεται από το πουθενά για να αποδώσει δικαιοσύνη και φεύγει πάλι στο πουθενά. Σταυροί (από το κοιμητήριο της πόλης) συνοδεύουν την τελευταία του σκηνή και την εξαφάνισή του προς το ηλιοβασίλεμα. Δεν είναι βεβαίως σύμπτωση ότι σκηνοθέτης της ταινίας είναι ο Τζορτζ Στίβενς, ο άνθρωπος που γύρισε έξι χρόνια μετά την ιστορία του Ιησού στην επική «Ωραιότερη ιστορία του κόσμου».

Η ώρα της κρίσης

Οι «New York Times» το είπαν «Το κατά Τζέιμς Ευαγγέλιο». Συντηρητικός αρθρογράφος της εφημερίδας το χαρακτήρισε «απολογία του Πανθεϊσμού», της φιλοσοφικής θεωρίας που ταυτίζει τον Θεό με τον Κόσμο. Η «Washington Post» έγραψε ότι αποδίδει πνευματικές δυνάμεις στη φύση. Και το Βατικανό το κατηγόρησε ότι μετατρέπει την οικολογία σε θρησκεία της χιλιετίας.

Η  περιπλάνηση σε έναν καινούριο κόσμο και η αξία της πνευματικότητας  εξιστορούνται στην ταινία του Τζον Χίλγκοτ «Ο δρόμος», με τον Βίγκο  Μόρτενσεν.

Η περιπλάνηση σε έναν καινούριο κόσμο και η αξία της πνευματικότητας εξιστορούνται στην ταινία του Τζον Χίλγκοτ «Ο δρόμος», με τον Βίγκο Μόρτενσεν.

Τίποτα απ όλα αυτά, όμως, δεν σταμάτησε την τρελή κούρσα του «Αβαταρ» για τα Οσκαρ και για τον τίτλο του μεγαλύτερου μπλοκμπάστερ όλων των εποχών. Αλλά η σχεδόν θρησκευτική θεώρηση του κόσμου και του ανθρώπου από τον Τζέιμς Κάμερον δεν είναι η μοναδική φετινή περίπτωση μεταφοράς στο σελιλόιντ των προβληματισμών του ανθρώπου για το θείο. Κωμωδίες όπως το «The invention of lying», δράματα σαν το «The blind side», ιστορίες για το τέλος του υλισμού, σαν τον «Εκλεκτό» και τον «Δρόμο», έφεραν στο σινεμά τη θρησκεία. Φυσικά δεν πρόκειται για μια συντονισμένη απόφαση ή μια συνωμοσία διαμόρφωσης θρησκευτικής συνείδησης αλλά μάλλον για μια απάντηση των ταινιών προς το κοινό τους. Σε έναν εξαιρετικά ασταθή κόσμο, αυτόν της κρίσης και της αβεβαιότητας, οι άνθρωποι ανατροφοδοτούν τη σχέση τους με το «θείο».

* Ακόμη και το γεγονός ότι φέτος τα Χριστούγεννα προβλήθηκε άλλο ένα ριμέικ της «Χριστουγεννιάτικης ιστορίας», με τον Τζιμ Κάρεϊ στον ρόλο του Σκρουτζ, συνδυάστηκε με την οικονομική δυσπραγία και την προσπάθεια αποσύνδεσης της ευτυχίας από τα υλικά αγαθά.

Ανθρωπιά και θρησκευτικότητα

* Αλλά σ' έναν κόσμο τρομακτικό, που μόλις βγήκε από τη βιβλική Αποκάλυψη, τίποτα υλικό δεν έχει σημασία. Στον «Δρόμο» του Τζον Χίλγκοτ, με τον Βίγκο Μόρντεσεν και τη Σαρλίζ Θερόν, αυτό που εξυμνείται είναι η ανθρωπιά κι όχι η επιτυχία. Η ταινία αφηγείται την περιπλάνηση ενός πατέρα κι ενός γιου στο νέο κόσμο, στον οποίο το μόνο άξιο να μεταδοθεί από την προηγούμενη στην επόμενη γενιά είναι η πνευματικότητα.

* Πνευματικότητα και υλισμός αναμετριούνται και στο «Last Station» του Μάικλ Χόφμαν, με τον Κρίστοφερ Πλάμερ στον ρόλο του διάσημου ρώσου συγγραφέα Λέοντος Τολστόι, ο οποίος προσπαθεί να αντέξει τις σειρήνες της ίδιας του της δόξας και του πλούτου και να παραμείνει πιστός στις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Ο Τολστόι σε όλη του τη ζωή αναζητούσε το αληθινό νόημα του χριστιανισμού, και οι απόψεις του τον έφεραν σε σύγκρουση με τη ρωσική εκκλησία.

* Σαφείς είναι οι αναφορές στη χριστιανική θεολογία και στον «Εκλεκτό» των αδελφών Χιούζ, με τον Ντένζελ Ουάσινγκτον. Το «βιβλίο του Ελάι», στον πρωτότυπο αγγλικό τίτλο, είναι η Βίβλος. Και η σωτηρία της ανθρωπότητας, χριστιανική υπόθεση.

* Η Αποκάλυψη έρχεται και στο «Legion», μια ταινία του Σκοτ Στιούαρτ με τον Πολ Μπέτανι στον ρόλο του αρχάγγελου Μιχαήλ. Σε αυτή την ταινία δεν έχασαν οι άνθρωποι την πίστη τους στον Θεό, αλλά το ανάποδο.

* Ενα θρησκευτικό θέμα, την ιστορία του Ιώβ, και έναν θρησκόληπτο ήρωα, τον Λάρι Κόπνικ, έχει και η τελευταία ταινία των αδερφών Κοέν, «Ενας σοβαρός άνθρωπος». Ο πρωταγωνιστής της μαύρης αυτής κωμωδίας βλέπει τον κόσμο του να γκρεμίζεται, τον εαυτό του να υφίσταται τις ταλαιπωρίες του βιβλικού προγόνου του και καταφεύγει, για να σωθεί, ακόμη και στους ραβίνους.

* Κωμωδία, θρησκευτική σάτιρα κατ' ακρίβειαν, μπορεί να χαρακτηριστεί η ταινία του Ρίκι Τζερβέ «The invention of lying», για τη θρησκευτική ορθότητα της αλήθειας και το μπέρδεμα που μπορεί να προκαλέσει στον κόσμο η ανακάλυψη του ψέματος.

Χριστιανικά μηνύματα

* Η μετά θάνατον ζωή και οι αναπόφευκτες θρησκευτικές προεκτάσεις μπαίνουν στο επίκεντρο της νέας ταινίας του Πίτερ Τζάκσον «Παραδεισένια οστά». Θέμα της, ο βιασμός και η δολοφονία μιας δεκατετράχρονης κοπέλας, η οποία αιωρείται μεταξύ του Ανω και του Κάτω Κόσμου και παρακολουθεί πώς βιώνουν τον θάνατό της η οικογένεια αλλά και ο βιαστής της.

* Χριστιανικά τα μηνύματα και στο «The blind side» του Τζον Λι Χάνκοκ. Πρόκειται για την ιστορία μιας θρησκόληπτης εύπορης οικογένειας του Νότου, που υιοθέτησε ένα άστεγο μαύρο αγόρι, το οποίο, χάρη στη θετή μητέρα του, τη φετινή νικήτρια των Οσκαρ Σάντρα Μπούλοκ, έγινε μεγάλο αστέρι του ράγκμπι. Στην ταινία το περιβάλλον που αγκαλιάζει το φτωχό αγόρι είναι συντηρητικό και διαποτισμένο με αυστηρές ευαγγελικές παραδόσεις. *

Μια πονηρή αλεπού

  • Ο δημιουργός του «Απίθανου κυρίου Φοξ», Ουές Αντερσον, εξηγεί πώς κατάφερε να... εξημερώσει ένα άγριο ζώο

Από την ανορθόδοξη οικογένεια Τένενμπαουμ, σε μια ανορθόδοξη οικογένεια... αλεπούδων. Ο Ουές Αντερσον εκπλήσσει ακόμα μια φορά δημιουργώντας τον «Απίθανο κύριο Φοξ» (την Πέμπτη στα σινεμά), ένα αλλιώτικο animation, που βλέπεται ευχάριστα από μικρούς και μεγάλους.

Στην ταινία του αυτή, που απέσπασε δύο υποψηφιότητες για Οσκαρ και γυρίστηκε με την τεχνική stop motion, πρωταγωνιστούν, με τη φωνή τους, οι Τζορτζ Κλούνι και Μέριλ Στριπ: «Πού αλλού θα μπορούσα να είμαι η σύζυγος του Τζορτζ Κλούνι;» έχει πει γελώντας η γνωστή ηθοποιός.

«Ο απίθανος κύριος Φοξ» βασίζεται στο ομότιτλο βιβλίο (1970) του διάσημου βρετανού συγγραφέα βιβλίων για παιδιά Ρόαλντ Νταλ («Ο Τσάρλι και το εργοστάσιο σοκολάτας»), ο οποίος πολέμησε ως πιλότος της RAF στην Ελλάδα κατά τη γερμανική εισβολή, τον Απρίλιο του 1941.

Η ταινία διηγείται τις περιπέτειες του κυρίου Φοξ: ενός γοητευτικού αλεπουδάκου, παντρεμένου, με παιδί, που, παρά τις υποσχέσεις του στη γυναίκα του ότι θα αλλάξει ζωή, τελικά ενδίδει στην προοπτική μιας καλής «μπάζας» σε γειτονικά αγροκτήματα. Αρχίζει να κλέβει κοτόπουλα και άλλες λιχουδιές για την οικογένειά του και ανοίγει πόλεμο με τους κακούς αγρότες της περιοχής.

Ο Αντερσον δημιούργησε αλεπούδες που φέρονται σαν άνθρωποι αλλά ενίοτε θυμούνται πως είναι άγρια ζώα... Ο δε κύριος Φοξ βιώνει μια υπαρξιακή κρίση: «Γιατί είμαι αλεπού; Δεν θέλω πια να ζω σε τρύπα». Βία, φτώχεια, επιβίωση, κακοί καπιταλιστές, η ισχύς εν τη ενώσει. Η ταινία, αν και animation, θίγει πολλά...

«Ηταν το πρώτο βιβλίο που αγόρασα ως παιδί» λέει ο 41χρονος Ουές Αντερσον («Οικογένεια Τένενμπαουμ», «Υδάτινες ιστορίες», «Ταξίδι στο Darjeeling»). Πριν από εννιά χρόνια, σκέφτηκα να το γυρίσω ταινία, έχοντας την έγκριση της χήρας του Ρόαλντ Νταλ. Ηταν το πρώτο βιβλίο που διασκεύασα. Στο σενάριο ενσωματώσαμε κάποια στοιχεία από τη ζωή του ίδιου του συγγραφέα: για παράδειγμα, το δέντρο που αποτελεί το σπίτι του κ. Φοξ ήταν το δέντρο διπλα στο σπίτι όπου έγραφε. Αλλά και σαν χαρακτήρες μοιάζουν. Σήμερα, υπάρχει και μουσείο γι' αυτόν».

- Στο animation, ο σκηνοθέτης δημιουργεί έναν ολόκληρο κόσμο από το μηδέν. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία;

«Για να καταλάβετε λίγο τα μεγέθη, δημιουργούσαμε δύο με τρία λεπτά ταινίας την εβδομάδα. Οταν είσαι άσχετος με το είδος εκπλήσσεσαι συνειδητοποιώντας πως και το παραμικρό πρέπει να σχεδιαστεί και να κατασκευαστεί. Εμείς επιλέξαμε όσα δείχνουμε να έχουν συγκεκριμένες αναφορές: η πόλη, ας πούμε, όπου διαδραματίζονται όλα αυτά είναι το Μπαθ. Βρεθήκαμε εκεί με την κοπέλα μου και καταλάβαμε πως είναι το ιδανικό μέρος: αυτή η πλατεία, αυτό το φρεάτιο, αυτός ο υπόνομος... Βέβαια όλα έπρεπε πρώτα να γίνουν μινιατούρες. Υπάρχει μια γοητεία στο να δουλεύεις με μικροσκοπικά αντικείμενα».

- Ανορθόδοξος ήταν και ο τρόπος που ηχογραφήσατε τις φωνές των ηρώων σας...

«Συνήθως αυτό που γίνεται με το animation είναι ότι αρχίζουν να ηχογραφούν πριν καν ολοκληρώσουν το γράψιμο της ιστορίας. Σταδιακά. Και ξεχωριστά. Εμεις κάναμε το αντίθετο. Το ηχογραφήσαμε όλο μαζί, και βάλαμε τους ηθοποιούς να παίζουν ο ένας διπλα στον άλλο. Κάπως σαν σε ραδιοφωνικό θεατρικό έργο».

- Ο Κλούνι πώς προέκυψε;

«Η φωνή του είναι υπέροχη και έχει κάτι το ηρωικό. Καταλήξαμε σε αυτόν αμέσως μόλις αποφασίσαμε πως ο κ. Φοξ δεν θα είναι Αγγλος, όπως στο βιβλίο, αλλά Αμερικανός». *

Η σημασία τού να είναι κανείς σοβαρός

Για τους περισσότερους κωμικούς ηθοποιούς επικρατεί μονίμως μια λανθασμένη αντίληψη: τους προσεγγίζει κανείς με την πεποίθηση ότι θα είναι τόσο αστείοι στην κανονική ζωή όσο αστείοι είναι και στις ταινίες τους.

Στην αντίθετη περίπτωση, η απογοήτευση είναι δεδομένη. Ο Μπεν Στίλερ έρχεται να διαλύσει μια τέτοια αντίληψη. Το πρωινό της συνάντησής μας τον βρίσκει κάπως συνοφρυωμένο πάνω από ένα φλιτζάνι καφέ. Φοράει ένα ζευγάρι κοκάλινα γυαλιά μυωπίας, στο πηγούνι του φιγουράρει ένα γκριζωπό μούσι και συζητά για τον πιο σοβαρό, ίσως, ρόλο της μέχρι τώρα καριέρας του.

Σε υπαρξιακό αδιέξοδο

Μια μέρα πριν, όσοι έσπευσαν να δουν την ταινία «Greenberg» στην επίσημη πρεμιέρα που έγινε στο πλαίσιο του κινηματογραφικού φεστιβάλ στο Βερολίνου, περιμένοντας άλλον έναν εξωφρενικό και ξεκαρδιστικό χαρακτήρα από τον Στίλερ, πρέπει μάλλον να δυσαρεστήθηκαν. Οι υπόλοιποι απόλαυσαν τον 44χρονο ηθοποιό στο μελαγχολικό και ήρεμα δραματικό ρόλο ενός μεσήλικα που προσπαθεί να συνέλθει από το υπαρξιακό αδιέξοδο στο οποία βρίσκεται. Εχοντας πρόσφατα πάρει εξιτήριο από μια ψυχιατρική κλινική, ο Γκρίνμπεργκ (που δανείζει και το επώνυμό του στον τίτλο του φιλμ) μετακομίζει προσωρινά στο άδειο σπίτι του αδελφού του, ο οποίος απουσιάζει σε διακοπές, και προσπαθεί να συμβαδίσει με την πιο μποέμικη πλευρά μιας απρόσωπης και κάπως αφιλόξενης μεγαλούπολης, όπως μοιάζει το Λος Αντζελες της δημιουργίας του Νόα Μπάουμπαχ.

Ο σκηνοθέτης που πριν πέντε χρόνια διεκδικούσε το Οσκαρ πρωτότυπου σεναρίου με το «Δεσμοί Διαζυγίου» είχε εξαρχής στο μυαλό του τον Στίλερ για τον συγκεκριμένο ρόλο. Ηταν ένας από τους λίγους θεατές που είχαν την προνοητικότητα να δουν τον κωμικό ηθοποιό να δοκιμάζεται πρώτη φορά σε σοβαρή ερμηνεία το 1998, με την ανεξάρτητη ταινία «Permanent Midnight». Από τότε, ο Μπεν Στίλερ έχει σκαρφαλώσει στην κορυφή των δημοφιλέστερων και πιο ακριβοπληρωμένων κωμικών ηθοποιών της Αμερικής, τίτλοι τους οποίους υπηρετεί επάξια ετησίως με μεγάλες επιτυχίες όπως η «Τροπική Καταιγίδα» και το «Γαμπρός της Συμφοράς». Οπως συμφωνεί, όμως, και ο ίδιος, το «Greenberg» (που στη χώρα μας θα προβληθεί με τον τίτλο «Δεν σκέφτομαι, άρα υπάρχω» από τις 15 Απριλίου) απέχει πολύ από το σκαμπρόζικο και φαρσικό ύφος των ταινιών αυτών. «Στην πραγματικότητα», ομολογεί, «νομίζω ότι είναι η πιο σημαντική εμπειρία που είχα στη μέχρι τώρα καριέρα μου ως ηθοποιού».

- Πόσον καιρό σας πήρε να συμπαθήσετε τη δύσκολη ιδιοσυγκρασία του χαρακτήρα που υποδύεστε;

«Στην αρχή είναι γεγονός ότι δυσκολευόμουν να εισχωρήσω στον τρόπο σκέψης του. Γνωρίζοντάς τον όλο και πιο πολύ, όμως, άρχισα σταδιακά να βλέπω τον εαυτό μου να καθρεφτίζεται σε κάποια από τα άγχη και τα προβλήματά του, με τον ίδιο τρόπο που θεωρώ ότι η περίπτωσή του αντανακλά την προσπάθεια κάθε ανθρώπου να πορευτεί όσο το δυνατόν καλύτερα σε αυτή τη ζωή».

- Βρήκατε σημεία ταύτισης με την προσπάθεια του ήρωά σας να βρει κάποιο νόημα και κάποιο ερέθισμα που θα τον βοηθήσουν να εξέλθει από την υπαρξιακή καμπή στην οποία βρίσκεται;

«Προοδευτικά έμαθα να συμπάσχω μαζί του. Οσο περισσότερο άρχισα να τον μαθαίνω, τόσο μεγαλύτερη γινόταν η συμπόνια μου γι' αυτόν. Ο Γκρίνμπεργκ κουβαλά επάνω του, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, όλα τα βάρη που κουβαλούμε ως ανθρώπινα όντα. Τις απογοητεύσεις, τις αγωνίες και αβεβαιότητες, την αίσθηση ότι κάποια όνειρά μας διαψεύστηκαν, τη διαρκή αναμέτρηση με το εγώ μας. Αυτό ήταν που εκτίμησα και στο σενάριο: το πώς κατορθώνει και αποδίδει ο καθημερινός αγώνας καθενός μας να παραμένει, πολύ απλά, άνθρωπος».

- Η ταινία μεταχειρίζεται έντονα το αίσθημα της προσωπικής ήττας και της αποτυχίας. Εχετε βιώσει παρόμοια συναισθήματα κάποια στιγμή στη δική σας ζωή και, αν ναι, πώς τα αντιμετωπίσατε;

«Εχω αποτύχει πολλές φορές. Τα πράγματα δεν ήταν εξαρχής εύκολα για μένα. Για χρόνια πήγαινα από οντισιόν σε οντισιόν περιμένοντας να μου δοθεί η ευκαιρία για κάτι καλύτερο. Κάποιοι ρόλοι δεν προέκυψαν όπως τους φανταζόμουν, κάποιες ταινίες δεν τις είδαν όσοι άνθρωποι ευχόμουν να τις είχαν δει... αλλά όλα είναι μέσα στο σχέδιο. Θα πετυχαίνεις μια φορά, θα αποτυγχάνεις ίσως δύο, σημασία όμως έχει να μην εγκαταλείπεις την προσπάθεια και να μαθαίνεις από τα λάθη σου. Η αποτυχία είναι, έπειτα, μέρος της βιομηχανίας στην οποία δουλεύω. Μερικοί άνθρωποι τείνουν να το αγνοούν, αλλά η αλήθεια είναι πως προσπαθούμε σκληρά για να καταφέρουμε τα πράγματα που επιθυμούμε και που ευχόμαστε σε ετούτο το επάγγελμα, κι αυτό δεν είναι πάντα εφικτό. Εγώ προσωπικά έμαθα με τον καιρό να πορεύομαι έχοντας διαρκώς στο μυαλό μου πως σε αυτή τη δουλειά και σε αυτή τη ζωή μπορεί να συμβεί οτιδήποτε. Το μόνο που μας ανήκει είναι η στιγμή. Για το τι θα συμβεί στο επόμενο λεπτό, δεν μπορούμε να είμαστε απολύτως σίγουροι».

«Δεν είμαι και πολύ αστείος»

- Είστε ένας από τους λίγους σημερινούς ηθοποιούς που έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν την δική τους αυθεντική κωμική περσόνα. Ολο και περισσότερο σε ταινίες βλέπουμε πλέον ρόλους που επικαλούνται το είδος της κωμωδίας των παρεξηγήσεων και της αμηχανίας που εσείς κυρίως εκπροσωπείτε...

«Τι να σας πω. Δεν μου αρέσει να κατηγοριοποιώ και να διαχωρίζω όσα κάνω, γιατί με περιορίζει. Κάνω οτιδήποτε με ευχαριστεί, χωρίς να το πολυαναλύω. Προτιμώ να αφήνω τις αναλύσεις σε άλλους ανθρώπους».

- Σας αποδίδουν τον τίτλο ενός από τους πιο αστείους ανθρώπους στο σινεμά. Εσείς σε ποιον θα δίνατε τον ίδιο τίτλο;

«Δεν νομίζω ότι είμαι και πολύ αστείος άνθρωπος, πρόκειται μάλλον περί παρεξήγησης (γέλια). Πραγματικά αστείος είναι ο Γουίλ Φέρελ, ο Μπιλ Μάρεϊ, ο Στιβ Μάρτιν. Και βέβαια ο μπαμπάς μου».

- Δεν θεωρείτε τον εαυτό σας αστείο; Μου το εξηγείτε αυτό;

«Βιώνω τη ζωή μου ως απλός άνθρωπος και όχι ως κωμικός. Κάνω, δηλαδή, τη δουλειά μου και, στο τέλος της ημέρας, αναγνωρίζω ότι δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα επάγγελμα που μου προσδίδει μια συγκεκριμένη ιδιότητα. Δεν θα έλεγα, άλλωστε, ότι ανήκω στην κατηγορία εκείνων που μπορούν ανά πάσα στιγμή να σε κάνουν να ξεκαρδιστείς. Εκτιμώ την αίσθηση του χιούμορ που έχω, αλλά ως εκεί».

- Είναι λίγο σχιζοφρενικό όμως αυτό, δεν νομίζετε; Οι άνθρωποι να σας βρίσκουν αστείο, την ίδια ώρα που εσείς πιστεύετε το αντίθετο;

«Δεν το βλέπω έτσι. Μπορώ να παραδεχτώ ότι κάνω κάποιους ανθρώπους να γελούν. Το αναγνωρίζω, είναι ωραίο συναίσθημα και νιώθω ευγνώμων για την ανταπόκριση του κόσμου. Στην προσωπική μου ζωή δεν περιφέρω, ωστόσο, το ύφος του αστείου τύπου, σαν να πρόκειται για κάτι που πρέπει να με χαρακτηρίζει ως άνθρωπο».

Η αίσθηση της θνητότητας

- Σας ενοχλεί που πολλοί θαυμαστές σας περιμένουν ότι και στην κανονική σας ζωή θα αποτελείτε μια προέκταση της κωμικής δημόσιας εικόνας σας;

«Το πώς με αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι με επηρεάζει προοδευτικά όλο και πιο λίγο, όσο μεγαλώνω. Παλιότερα, στα πρώτα βήματα της καριέρας μου, με ενδιέφερε να ξέρω με ποια προδιάθεση με πλησίαζε ή με αντιμετώπιζε κάποιος. Τώρα πια, ειλικρινά δεν ασχολούμαι».

- Ο ήρωας της ταινίας βιώνει στα σαράντα του χρόνια μια σφοδρή προσωπική κρίση. Η δική σας είσοδος στα σαράντα συνοδεύτηκε από κάτι αντίστοιχο;

«Οταν έγινα σαράντα, συνέβη το εξής: αναρωτήθηκα σε ποιο ακριβώς σημείο με έχει φτάσει η ζωή που έκανα ως τώρα. Νομίζω ότι είναι η φυσιολογική και συνήθης απορία που εκδηλώνει κάθε άντρας ο οποίος προσεγγίζει ηλικιακά έναν στρογγυλό αριθμό όπως είναι τα σαράντα και θέλει να καταλάβει τι έχει καταφέρει στο μέχρι τώρα βίο του. Τι έκανε σωστά, τι έκανε λάθος, τι δεν αποπειράθηκε να κάνει καθόλου. Η μόνη σίγουρη διαπίστωση που κάνεις, πάντως, όσο μεγαλώνεις είναι ότι δεν θα βρίσκεσαι σε αυτό τον κόσμο για πάντα. Αποκτάς μια αίσθηση της θνητότητάς σου που σε βοηθά να παραμένεις πιο ψύχραιμος και προσγειωμένος. Βλέπεις ανθρώπους γύρω σου να χάνονται κι αυτή η γνώση, όσο οδυνηρή κι αν είναι, άλλο τόσο πολύτιμη αποδεικνύεται».

- Σε τι σας βοηθάει μια τέτοια επίγνωση;

«Οτι θέλω στη ζωή μου να μην παίρνω τίποτα τοις μετρητοίς και να μένω προσκολλημένος στα πράγματα που μετρούν αληθινά. Τα μαθαίνεις αυτά μεγαλώνοντας. Αλλο ένα καλό που έρχεται με την ηλικία. Τελικά δεν είναι και τόσο άσχημο να γερνάς...». *

Αμάντα Σίφριντ: «Η αγάπη είναι μια συνεχής πρόκληση»

Η Κάθριν, μια γυναίκα παντρεμένη αρκετά χρόνια με έναν καθηγητή, αρχίζει να υποψιάζεται πως ο άντρας της την απατά. Κι αποφασίζει, για να δοκιμάσει την πίστη του, να ζητήσει από μια νεαρή πόρνη, τη Χλόη, να προσπαθήσει να τον ξελογιάσει. Αυτός είναι ο κύριος κορμός της ταινίας «Υποψία» («Chloe») του Ατόμ Εγκογιάν που αρχίζει να προβάλλεται από την επόμενη βδομάδα και που γύρω του αναπτύσσεται μια πλοκή με νέες σχέσεις, προδοσίες και αναπόφευκτα, τρομερά, αποτελέσματα.

Με βάση ένα καλογραμμένο σενάριο, εμπνευσμένο από τη γαλλική ταινία «Νταλί» της Αν Φοντέν, ο Εγκογιάν έφτιαξε ένα συναρπαστικό ψυχολογικό θρίλερ, παραπλήσιο με τις πρώτες ταινίες του, ιδιαίτερα το «Exotica», με στοιχεία μυστηρίου και σασπένς που θυμίζουν τον Χίτσκοκ και με εξαιρετικές ερμηνείες από το τρίο των πρωταγωνιστών του: τη Τζουλιάν Μουρ (Κάθριν), την Αμάντα Σίφριντ (Χλόη) και τον Λίαμ Νίσον (ο σύζυγος).

Συνάντησα πρόσφατα στο Παρίσι την 24χρονη Αμάντα Σίφριντ, από τις πρωταγωνίστριες στην ταινία «Μάμα μία!» (γυρίστηκε μετά την «Υποψία»), η οποία σε σύντομο διάστημα κατάφερε να γίνει σταρ, και μας μίλησε για τον ρόλο της στην ταινία, για τις προσωπικές σχέσεις και την πορεία της στο Χόλιγουντ.

- Τι ήταν εκείνο που σας έκανε ν' αποφασίσετε να παίξετε στην ταινία αυτή του Ατόμ Εγκογιάν; Το ότι ήταν ένας γνωστός σκηνοθέτης ή το σενάριο;

«Βέβαια, υπήρχε ένα πολύ καλό, ελκυστικό σενάριο με ρομάντζο, με προδοσία, με σχέσεις ασυνήθιστες. Είχα την ευκαιρία να ερμηνεύσω ένα χαρακτήρα που ήταν τόσο μπερδεμένος, εντελώς αντίθετος με μένα, θα έλεγα και πολύ σοκαριστικός. Εδινε μια εικόνα των ανθρώπινων καταστάσεων που με εξέπληξε. Οσο για τον Ατόμ, είναι ένας θαυμάσιος σκηνοθέτης και πρέπει κανείς να αισθάνεται τυχερός που συνεργάζεται μαζί του».

Ο χρόνος που περνάει

- Αυτές οι δύο γυναίκες είναι διαφορετικές αλλά έχουν, πιστεύετε, και κοινά σημεία;

«Οχι, καθόλου. Η Χλόη είναι ευάλωτη και όταν βρεθεί με την Κάθριν, που της ζητά τη βοήθειά της, κυριολεκτικά τα χάνει, γιατί δεν περίμενε ποτέ να της συμβεί κάτι τέτοιο. Είναι μια γυναίκα ανοιχτή σε όλα, και ιδιαίτερα ανοιχτή σε όλα τα είδη του έρωτα. Μέχρι τότε η μόνη επαφή της ήταν με άντρες που ήθελαν το κορμί της και τίποτα άλλο. Για πρώτη φορά αισθάνεται ότι τη χρειάζονται κι αυτό την ευχαριστεί, δίνεται ολοκληρωτικά. Κι έτσι δένεται με την Κάθριν. Παθιάζεται όμως πολύ και τελικά οδηγείται σε αδιέξοδο».

- Πώς αντιμετωπίζετε ένα τέτοιο θέμα προσωπικά, αν υποψιάζεστε ότι ο σύντροφός σας σας απατά;

«Πιστεύω πως η ειλικρίνεια είναι το καλύτερο. Δεν μπορείς να παρακολουθείς το σύντροφό σου ή να παρακολουθείς το κινητό του όπως κάνει η Κάθριν στην ταινία. Πρέπει να εμπιστεύεσαι το σύντροφό σου».

- Η Κάθριν στην ταινία φοβάται πως γερνά. Εσείς, το πρωί όταν ξυπνάτε, αισθάνεστε ότι έχετε μεγαλώσει λίγο;

«Θα φαντάζεστε ότι είμαι αρκετά νέα για να σκέφτομαι τέτοια. Κι όμως μπορεί καμιά φορά να σε απασχολεί και ο θάνατος. Αλλά αυτό είναι κάτι που προσπαθείς να το παραμερίσεις. Και το να εργάζεσαι συνέχεια σε αναγκάζει να το παραμερίζεις. Πάντως, αυτό που μπορώ να πω είναι πως τελευταία κατάλαβα ότι ο κάθε χρόνος περνάει πιο γρήγορα από τον προηγούμενο».

- Στις προσωπικές σας σχέσεις αντιμετωπίσατε ποτέ προβλήματα όπως η Κάθριν;

«Με τον σύντροφό μου είμαστε μαζί δύο χρόνια. Μπορώ να πω ότι αν ζούσαμε στο ίδιο σπίτι όλον αυτό τον καιρό ίσως να μην κρατούσε τόσο αυτή η σχέση. Και κάτι άλλο που πιστεύω: Πρέπει να αποδεικνύεις στον άλλο κάθε στιγμή ότι νοιάζεσαι γι' αυτόν, ότι τον αγαπάς. Αυτό μπορεί να είναι δύσκολο, είναι μια συνεχής πρόκληση που όμως πρέπει να την αντιμετωπίζεις».

- Σκέφτεστε να επιστρέψετε σε ανεξάρτητες ταινίες, που σίγουρα δεν θα σας αποφέρουν πολλά χρήματα;

«Ναι, γιατί με ενδιαφέρουν οι καλοί ρόλοι, άσχετα αν αυτοί είναι σε ανεξάρτητες ταινίες ή σε συνηθισμένες μεγάλες παραγωγές. Αν είναι ένας ρόλος που να με ενδιαφέρει ή ένας σκηνοθέτης με τον οποίο θα ήθελα πολύ να δουλέψω, δεν θα έλεγα όχι. Βέβαια, όλους μας ενδιαφέρει η καριέρα μας, το χρήμα, έστω και αν σου λένε ότι δεν τους ενδιαφέρει, αλλά ταυτόχρονα μπορείς να γίνεις διάσημη και με μια μικρή ταινία αν έχεις ένα καλό ρόλο κι ένα καλό σκηνοθέτη. Και δεν είμαι η μόνη που θα το έκανα. Πάρτε παράδειγμα τη Τζουλιάν Μουρ, έχει παίξει σε πολλές ανεξάρτητες ταινίες και ένα μέρος της φήμης της είμαι σίγουρη πως το οφείλει σε τέτοιους ρόλους».

- Πώς βλέπετε την καριέρα σας στο εξής;

«Ελπίζω με κάθε ταινία να μπορέσω να κάνω κάτι καλύτερο και να προχωρήσω ακόμη περισσότερο. Να μη μείνω στάσιμη».*

Friday, March 26, 2010

Εγώ, ο Τζορτζ Κλούνεϊ

Στα 49 του χρόνια, ο Tζορτζ Kλούνεϊ παραμένει αμετανόητα γοητευτικός, ριψοκίνδυνα επιλεκτικός, αναπάντεχα πολυτάλαντος, πεισματικά εργένης και πιο cool από ποτέ.

Oταν με ρωτούσαν ως παιδί τι ήθελα να γίνω, εγώ απαντούσα "διάσημος". Πίστευα πως ήταν ένα επάγγελμα, επειδή αυτό έβλεπα πως έκανε και ο πατέρας μου, τηλεοπτικός παρουσιαστής, και η θεία μου, η Pόζμαρι Kλούνεϊ, διάσημη ηθοποιός και τραγουδίστρια της δεκαετίας του '60. Πίστευα πάντοτε πως θα διαπρέψω ως δημοσιογράφος της τηλεόρασης. Προσπάθησα για λίγο, είναι η αλήθεια, και ήμουν πολύ κακός».

Εγώ, ο Τζορτζ  Κλούνεϊ

«H πιο πολύτιμη συμβουλή που πήρα και από τους δύο ήταν να μην ξυπνήσω στα 70 μου χρόνια και να αναθεματίζω για όλα τα πράγματα που δεν προσπάθησα. Πιστεύω πως αξίζει να προχωρήσεις, να έχεις τη συνείδηση της αποτυχίας και, τελικά, να μπορείς να πεις στον εαυτό σου πως προσπάθησες».

«Δεν υπήρξα επιτυχημένος έως ότου έγινα 30 ετών. Θυμάμαι ακόμα να κάθομαι στο σπίτι φίλων, τελείως άφραγκος. Oι φίλοι μου έβγαιναν έξω για φαγητό και εγώ δεν είχα την οικονομική δυνατότητα να τους ακολουθήσω. Eίχαν χρήματα να ξοδέψουν, αλλά εγώ δεν ήθελα να με πληρώνουν. Aυτό συνέβη πολλές φορές μέσα στα χρόνια. Θυμάμαι κάποτε που ο φίλος μου, ο Mπραντ Πιτ, μου δάνεισε χρήματα. Nομίζω, του τα χρωστάω ακόμα».

Aν δεν είχα καταφέρει να κερδίσω τον ρόλο στην τηλεοπτική "Eντατική" δεν θα γινόμουν ποτέ ηθοποιός. Nομίζω πως τα πράγματα είναι απλά. Σίγουρα πρέπει να προσπαθήσεις και ο ίδιος, αλλά αν η μοίρα έχει αποφασίσει για σένα να γίνεις κάτι, τότε θα γίνεις».

«Ξεκίνησα συμμετέχοντας σε οντισιόν για να κερδίσω έναν ρόλο. Tελικά κατέληξα να γίνω ένας ηθοποιός του οποίου η συμφωνία για να παίξει σε μια ταινία είναι αρκετή για να χρηματοδοτήσει ολόκληρη την παραγωγή. Aυτό είναι μια μεγάλη ευθύνη».

«Δεν με ενδιαφέρουν οι κριτικές που γράφονται για μένα και γι’ αυτό δεν τις θυμάμαι. Oταν δούλευα στην τηλεόραση, κάποιος με είχε περιγράψει ως τον "Tομ Σέλεκ του φτωχού". Kαι μετά ήρθε η "Eντατική" και όλοι έγραφαν πως ήμουν "καυτός". Για να πω, όμως, την αλήθεια χαίρομαι που δεν αναγνωρίστηκα μέχρι να γίνω τριάντα ετών. Aν ήμουν 24 σήμερα και είχα όλη αυτήν τη δημοσιότητα, δεν ξέρω αν θα μπορούσα να τη διαχειριστώ σωστά. Oταν είσαι νέος και οι γύρω σου σού λένε ότι είσαι ιδιοφυΐα, τους πιστεύεις. Kαι αυτό είναι το μεγαλύτερο λάθος που μπορείς να κάνεις».

«Για μένα, το κύριο χαρακτηριστικό ενός γοητευτικού άντρα είναι η αίσθηση του χιούμορ. Δεν είναι το πρώτο πράγμα που παρατηρείς σε κάποιον όταν είσαι 21 ετών, αλλά σίγουρα κάτι που σε ενδιαφέρει μεγαλώνοντας. Aν η διασημότητα μοιάζει με μια πιστωτική κάρτα, τότε η αλήθεια είναι ότι τη χρησιμοποιώ σε κάθε ευκαιρία. Θεωρώ, όμως, υποχρέωσή μου να βρίσκω τρόπους να μιλάω για θέματα που μας πάνε μπροστά ως ανθρώπινο είδος. Δεν θέλω να κάνω πολιτική, αλλά μπορώ να φωτίσω πλευρές αυτού του κόσμου που διαφορετικά θα έμεναν στο σκοτάδι. Aπό το να μιλάω για το ποιες και με πόσες γυναίκες έχω βγει ραντεβού, προτιμώ να μιλάω για το πώς θα σώσουμε ανθρώπινες ζωές».

«Δεν μπορείς να εκπροσωπείς μια οργάνωση, εκτός αν είσαι απόλυτα αφοσιωμένος σε αυτήν. Διαφορετικά, μπορείς να κάνεις περισσότερο κακό παρά καλό. Μου έχει ζητηθεί να εκπροσωπήσω περιβαλλοντικές οργανώσεις. Και είμαι υποστηρικτής μιας πιο πράσινης αντίληψης για την καθημερινότητά μας. Εχω δύο ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Αλλά ταυτόχρονα έχω και μια αδυναμία: Μου αρέσει να πετάω με ιδιωτικά τζετ. Δεν είμαι εγώ αυτός που θα κατηγορήσω τους διασήμους αυτού του κόσμου επειδή δεν είναι ευαισθητοποιημένοι γύρω από κοινωνικά ή θέματα περιβάλλοντος».

«Δεν μιλάω ποτέ για την προσωπική μου ζωή, γιατί τότε δεν θα ήταν προσωπική».

«Eίμαι παραδοσιακός όσον αφορά το φλερτ. Δεν θέλω να νιώθω ότι βρίσκομαι στη θέση του θύματος. Πάντοτε μου άρεσε να είμαι εγώ ο κυνηγός».

Eίμαι αρκετά άστατος με τις γυναίκες. Δεν έχω υπομονή. Oποτε φτάνουμε σε έναν μεγάλο καβγά, νοερά έχω ήδη χωρίσει. Σκέφτομαι πως σε έναν γάμο δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Oπότε, από το να σκέφτομαι πώς θα μπορούσα να τα καταφέρω, απλά το αποφεύγω. H αλήθεια είναι πως αν είσαι τέτοιος τύπος ανθρώπου, καλό είναι να μην παντρεύεσαι ποτέ».

«Eίμαι τόσο αφοσιωμένος στη δουλειά μου για να μπορώ να σκεφτώ το ενδεχόμενο να κάνω παιδιά. Θα πρέπει να αλλάξω και να μπορέσω να διατηρήσω μια μακροχρόνια σχέση προτού μπορέσω να φανταστώ πώς θα ήμουν ως πατέρας».

«Ξεκίνησα να σκηνοθετώ γιατί η καριέρα ενός ηθοποιού διαρκεί περίπου δέκα χρόνια. Mετά ο κόσμος αρχίζει να σε σιχαίνεται. Eίναι καλό να υπάρχει μια δουλειά να κάνω όταν ο κόσμος θα με βαρεθεί. Eπίσης δεν είναι πιο ενδιαφέρον να είσαι ο ζωγράφος αντί η ζωγραφιά;».

«Aυτό που με δίδαξε η μέχρι σήμερα εμπειρία μου στον χώρο του κινηματογράφου είναι πως είναι πιο εποικοδομητικό να συμμετέχεις σε ταινίες που είναι ενδιαφέρουσες. Oι άνθρωποι με διαλέγουν συνήθως για να ξανακάνω πράγματα που έχω κάνει στο παρελθόν. Oπότε αυτό που γίνεται τελικά είναι το να αντιγράφεις τον εαυτό σου. Aλλά πρέπει να είμαι ειλικρινής και να παραδεχτώ πως νιώθω πιο επιτυχημένος σήμερα από όσο είχα ονειρευτεί ποτέ. Eχω φτάσει ψηλά, αλλά ακόμα νιώθω πως εδώ που βρίσκομαι δεν είναι ακριβώς η κορυφή μιας επιτυχημένης καριέρας».

Tο μεγαλύτερο μάθημα που πήρα ποτέ είναι πως όταν κάποιος σου λέει "εμπιστεύσου με", πρέπει να το έχεις και γραπτώς για να ισχύει».

«Δεν είμαι σνομπ. Mου αρέσουν εξίσου και οι ταινίες που γίνονται για διασκέδαση. Nιώθω πως είμαι περισσότερο σαν ένα υβρίδιο. Kάνω τη "Συμμορία των 11", αλλά ταυτόχρονα και μια μικρή, ανεξάρτητη ταινία όπως το "Tρεις βασιλιάδες". Σημασία έχει να βρίσκεις πάντοτε σε μια ταινία πράγματα που σε εκφράζουν. Δυστυχώς, το σύστημα ενδιαφέρεται μόνο για ταινίες που θα σπάσουν τα ταμεία το πρώτο σαββατοκύριακο της προβολής τους. Eμένα με ενδιαφέρουν ταινίες που θα αντέξουν στον χρόνο».

«Eίμαι στην ευχάριστη θέση να με αφήνουν ακόμα να παίζω με τα παιχνίδια μου. Oσο, λοιπόν, δεν μου το απαγορεύουν, θα συνεχίσω να κάνω τις ταινίες που μου αρέσουν. Oσο μεγαλώνεις, πρέπει να νιώθεις άνετα με το πού ακριβώς βρίσκεσαι, τόσο στην προσωπική σου ζωή όσο και στην καριέρα σου. Kαι μπορώ να πω με βεβαιότητα πως είμαι πολύ ικανοποιημένος από εδώ που έχω φτάσει».

«Tώρα πια έχω αρχίσει να πονάω. Πονάνε τα γόνατά μου, η πλάτη μου. Aλλά στο μυαλό μου νομίζω πως είμαι ακόμα 23. Δεν ζω πια όπως πριν. Aρχίζεις να σιχαίνεσαι τον εαυτό σου αν ξυπνάς με το ίδιο hangover, όπως τότε που έβγαινες κάθε βράδυ με τους κολλητούς σου. Eπίσης, μετά τις επεμβάσεις που έκανα στον λαιμό μου, πρέπει να είμαι πιο χαλαρός και να μη μεταχειρίζομαι τον εαυτό μου όπως πριν. Πρέπει να είμαι πιο προσεκτικός, γιατί δεν είμαι πια τόσο ανθεκτικός στις καταχρήσεις όσο όταν ήμουν νέος. Kαθόμουν σε ένα μπαρ με έναν φίλο μου πρόσφατα και του δήλωσα για πρώτη φορά πως μοιάζουμε με αυτούς τους σαραντάρηδες που κάποτε κοροϊδεύαμε».

«Δεν φοράω ποτέ μεϊκάπ στις ταινίες και ξαφνικά τώρα αρχίζει να φαίνεται. Eίναι περίεργο, γιατί οι περισσότεροι άντρες ηθοποιοί συνεργάζονται με γυναίκες που είναι μικρότερες σε ηλικία. Παλαιότερα δούλευα πάντοτε με συνομήλικες ή μεγαλύτερες συναδέλφους και όλοι πίστευαν πως είμαι μεγαλύτερος. Tώρα όλοι νομίζουν πως είμαι 60 ετών. Eίμαι άνετος, όμως, με το γεγονός ότι μεγαλώνω γιατί είναι καλύτερο από την άλλη εκδοχή, το να είμαι νεκρός δηλαδή. Aν έπρεπε να επιλέξω, θα επέλεγα τα γηρατειά».

O κόσμος, ωστόσο, δεν νιώθει να είναι άνετος με το γεγονός ότι πια μεγάλωσα. Kαι είναι ενδεικτικό ότι πάντοτε στις φωτογραφίσεις προσπαθούν να μου φορέσουν δερμάτινα σακάκια ή να με πείσουν να φωτογραφηθώ με ένα βρεγμένο άσπρο πουκάμισο. Aντιμετωπίστε με επιτέλους ως ενήλικα. Yπάρχουν συγκεκριμένα πράγματα που δεν μπορώ να κάνω πια ακριβώς για τον λόγο ότι θα δείχνω αξιολύπητος, αν προσποιούμαι πια κάτι που δεν είμαι».

«Δεν πιστεύω στα happy ends, αλλά πιστεύω στα ευτυχισμένα ταξίδια, γιατί, στην τελική, είτε πεθαίνεις σε νεαρή ηλικία ή ζεις τόσο ώστε να δεις τους φίλους σου να πεθαίνουν. H ζωή είναι πολύ σκληρό πράγμα».

Σταθμοί στη ζωή και την καριέρα του

1993: Yστερα από τέσσερα χρόνια γάμου, ο Tζορτζ Kλούνεϊ χωρίζει με την ηθοποιό Tάλια Mπάλσαμ. Aυτός παραμένει και ο μοναδικός του γάμος μέχρι σήμερα. Oι πολυσυζητημένες σχέσεις του περιλαμβάνουν το μοντέλο από τη Bρετανία Λίσα Σνόουντον, τη σερβιτόρα Σάρα Λάρσον και την πιο πρόσφατη κατάκτησή του, την Iταλίδα Eλιζαμπέτα Kανάλις. Φήμες, ωστόσο, θέλουν τον Kλούνεϊ να έχει συνάψει σχέσεις με τη Pενέ Zελβέγκερ, τη Nικόλ Kίντμαν και την ανιψιά της Iνδής Mπεναζίρ Mπούτο, τη Φατιμά.

1994: O μέχρι πρότινος άγνωστος Tζορτζ Kλούνεϊ κερδίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην τηλεοπτική σειρά «Στην Eντατική». Aπό το 1994 μέχρι και το 1999, οπότε και έφυγε από τη σειρά, ο Kλούνεϊ υπήρξε ο πιο διάσημος γιατρός της μικρής οθόνης. Eπανήλθε το 2009 ως guest star στην τελευταία σεζόν της «Eντατικής».

1998: O ρόλος του στο «Eκτός ελέγχου» του Στίβεν Σόντερμπεργκ στο πλευρό της Tζένιφερ Λόπεζ γίνεται το όχημά του για μια καριέρα ηθοποιού πέρα από τη συνηθισμένη εικόνα του σέξι αρσενικού, με την οποία για χρόνια προσπαθούσαν όλοι να τον ταυτίσουν.

2002: Σκηνοθετεί την πρώτη ταινία του, «Eξομολογήσεις ενός επικίνδυνου μυαλού», αποδεικνύοντας πως, εκτός από ριψοκίνδυνος ηθοποιός, είναι και ένας σκηνοθέτης με άποψη.

2006: Kερδίζει τρεις υποψηφιότητες για Oσκαρ (για τη σκηνοθεσία και το σενάριο του «Kαληνύχτα και καλή τύχη» και για δεύτερο ανδρικό ρόλο στο «Syriana») και κερδίζει το Oσκαρ β' ανδρικού ρόλου.

2007: Kερδίζει ακόμη μία υποψηφιότητα για Oσκαρ α' ανδρικού ρόλου, αυτήν τη φορά για το «Mάικλ Kλέιτον», ενώ η ακτιβιστική του δράση για τη σωτηρία του Nταρφούρ τον τοποθετεί στην ελίτ των ευαισθητοποιημένων σταρ του Xόλιγουντ.

O Tζορτζ Kλούνεi ήταν υποψήφιος για Oσκαρ α' ανδρικού ρόλου για το «Pαντεβού στον αέρα» του Tζέισον Pάιτμαν, ενώ έχει δανείσει τη φωνή του στον «Φανταστικό κύριο Φοξ» του Γουές Aντερσον, που θα δούμε αργότερα μέσα στον χρόνο και στην Eλλάδα. Aυτήν τη στιγμή βρίσκεται στα γυρίσματα της ταινίας «The American» του Aντον Kόρμπιν.

Από την άκρη της πόλης στα σύννεφα


Εβδομάδα ντοκιμαντέρ με σασπένς, κοινωνικές κατακτήσεις αλλά και γύρω από ένα έθιμο του Πάσχα

Μαρια Κατσουνακη - Δημητρης Μπουρας, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 25/03/2010

ΚΡΙΤΙΚΗ. Το αουτσάιντερ της κινηματογραφικής παραγωγής, το ντοκιμαντέρ... βρυχάται στις αθηναϊκές αίθουσες. Τρεις ταινίες με ελληνική ταυτότητα και μία με αγγλοαμερικανική δίνουν το στίγμα μιας λιτής προπασχαλινής εβδομάδας.

Στο «Σε τεντωμένο σχοινί» (****) ο Βρετανός ντοκιμαντερίστας Τζέιμς Μαρς περιγράφει με σασπένς ένα θαύμα: στις 7 Αυγούστου 1974 ένας 23χρονος Γάλλος, ο ισορροπιστής Φιλίπ Πετίτ, κατεγράφη στα αστυνομικά χρονικά της Νέας Υόρκης ως ο δράστης του «καλλιτεχνικού εγκλήματος του αιώνα». Λίγα λεπτά πριν, ο θεότρελος Γάλλος είχε νικήσει τους φόβους του πραγματοποιώντας το αδύνατο: είχε αγγίξει τα σύννεφα περπατώντας σε ένα τεντωμένο συρματόσχοινο από τον βόρειο μέχρι τον νότιο πύργο του νεόδμητου World Trade Center. Μόλις κατέβηκε στη γη, οι αστυνομικές αρχές τον συνέλαβαν, σημειώνοντας στο δελτίο συμβάντων: «man on wire» (άνθρωπος σε τεντωμένο σχοινί). Ο Πετίτ και οι συνεργοί του στο «έγκλημα» για να φτάσουν ώς την κορυφή των Δίδυμων Πύργων (περίπου μισό χιλιόμετρο από το έδαφος) είχαν καταστρώσει ένα σχέδιο που θα το ζήλευε και ο Αρσέν Λουπέν.

Στο ελληνικό «Τ4 Trouble» (***) ο πρωτοεμφανιζόμενος Δημήτρης Αθυρίδης περιστρέφεται γύρω από τον 56χρονο μουσικό Τέρρυ Παπαντίνα, σκιαγραφώντας το πορτρέτο ενός ναυαγού του ροκ εν ρολ. Ο Παπαντίνας, που σήμερα ζει στη Θεσσαλονίκη στο κοινωνικό και καλλιτεχνικό περιθώριο, ήταν ένας χαρισματικός μουσικός («στα ακόρντα του διέκρινες μια μουσική σκέψη», λέει ο Διονύσης Σαββόπουλος) που βρέθηκε στον αφρό της ελληνικής ροκ σκηνής στα χρόνια του ’70. Πνίγηκε, όμως, στον ναρκισσισμό του.

Η τετραμελής παρέα των 12χρονων μπορεί να ισχυρίζεται ότι το παιχνίδι είναι δικαίωμα, όμως πόσο φιλικές είναι πλέον οι πόλεις και πόσο ανεκτικοί οι άνθρωποι στα παιδιά; Το ντοκιμαντέρ των Αγγελη Ανδρικοπούλου και Αργύρη Τσεπελίκα «Τα παιδία δεν παίζει» (***1/2) επανατοποθετεί ένα βασανιστικό ερώτημα με τρόπο σύγχρονο, εξαιρετικά ευαίσθητο, διορατικό και ρεαλιστικό. Δεν είναι μια αγιογραφία προθέσεων και αισθημάτων. Η εφηβική συντροφιά από την Πάτρα που αποφασίζει να διεκδικήσει έναν ελεύθερο χώρο για να παίζει μπάλα, ακολουθώντας τον δρόμο των «μεγάλων» (αίτηση για ραντεβού από τον δήμαρχο, γραφειοκρατικούς δαιδάλους, συγκέντρωση υπογραφών, κ.ο.κ.) πετυχαίνει τον σκοπό της, αξιοποιώντας τους όρους του θεάματος. Η κάμερα που ακολουθεί και καταγράφει, είναι και το διαβατήριο για την αίσια έκβαση της ιστορίας. Οι πόρτες ανοίγουν με ευκολία, οι αρμόδιοι αφιερώνουν χρόνο και καλοδέχονται τους μικρούς επισκέπτες.

Ο κόσμος της Αλεξάνδρας, του Χρήστου, του Βλαντ και της Χρύσας είναι σκληρός και δύσκολος. Στην πορεία προς την επίτευξη του στόχου η φιλία τους δοκιμάζεται συχνά, ενώ οι εφηβικές εκρήξεις, απρόβλεπτες και αναμενόμενες, είναι μια διαρκής απειλή. Δεν ανήκουν σε προνομιακές κοινωνικές τάξεις, ξέρουν όμως να μάχονται, να «βλέπουν», να κρίνουν, να αξιολογούν. Εγκλωβισμένα σε μια αμείλικτη πραγματικότητα (από μπετόν, πιλοτές, αυτοκίνητα, οργισμένους γείτονες, οικογενειακές διαμάχες), βρίσκουν τον τρόπο να ελιχθούν, να προχωρήσουν, να υποδείξουν λύσεις. Το ντοκιμαντέρ συνθέτει μια τοιχογραφία ζωής. Στιγμές - ψηφίδες, που, με επιδέξιο μοντάζ, σχηματίζουν την εικόνα που κάθε ενήλικας και γονιός αποφεύγει να αντιμετωπίσει. Οι προσπάθειες των τεσσάρων μπορεί να απέδωσαν καρπούς (ο δήμαρχος της Πάτρας εξασφάλισε ένα οικόπεδο για τα παιδιά), όμως το «μήνυμα» δεν βρίσκεται στο αίσιο τέλος.

Ο Σπύρος Τέσκος στη «Νικαριά μου» (*1/2) γυρίζει με τρόπο ακαδημαϊκό ένα κοινωνικό - ανθρωπολογικό ντοκιμαντέρ. Γύρω από ένα έθιμο που τηρείται κάθε Πάσχα στο χωριό Ράχες της Ικαρίας, ο σκηνοθέτης αναπτύσσει ένα μέρος της ιστορίας του νησιού, δεμένης με τις ασχολίες των κατοίκων, τον τρόπο που σκέφτονται και συνυπάρχουν. Οι εικόνες ενός τόπου ατίθασου και υποβλητικού, δίνουν το στίγμα του ντοκιμαντέρ. Ο Σπ. Τέσκος γνωρίζει σε βάθος και αγαπάει τον τόπο του. Το ενδιαφέρον του όμως παραμένει μια προσωπική υπόθεση.

Πικρή κομεντί του Ρένου Χαραλαμπίδη

Ανάμεσα στο κλίμα των ταινιών του Ακι Καουρισμάκι και των αδελφών Κοέν κινούνται οι προθέσεις του Ρένου Χαραλαμπίδη στην πικρή κομεντί «4 μαύρα κουστούμια» (**1/2) . Τέσσερα «κοράκια» β΄ κατηγορίας αναλαμβάνουν να μεταφέρουν με τα πόδια το φέρετρο μετανάστη από την Κόστα Ρίκα, για να πιάσουν την «καλή», που αποδεικνύεται απάτη. Η ταινία έχει αρκετές χαριτωμένες στιγμές και μια καλή, δεμένη ομάδα ηθοποιών (ο ίδιος ο Χαραλαμπίδης, οι Δημήτρης Πουλικάκος, Αλκης Παναγιωτίδης, Γιάννης Ζουγανέλης, Τάκης Σπυριδάκης). Εχει όμως και έλλειψη ρυθμού, χάσματα από ένα σημείο και μετά, και παρά τις εξαιρετικές της προθέσεις και τη συμπάθεια που προκαλούν οι κακομοίρηδες ήρωές της, η ταινία προσπαθεί να βρει το δρόμο της, κάπως σαν τους ήρωές της που κινούνται στους επαρχιακούς δρόμους.

Προβάλλονται, τέλος, η πολύ συμπαθής νεανική αισθηματική κομεντί του Μιγκέλ Αρτέτα «Νιάτα σε έξαψη» (**1/2) με τον Μάικλ Σέρα και το αιματηρό –έως αηδίας– θρίλερ «2019: η νέα φυλή» (*) με τους Ιθαν Χοκ και Γουίλεμ Νταφόε.


Λάμπει και είναι χρυσός


Παρά την πληθώρα προσφοράς - τέσσερις ταινίες μυθοπλασίας και άλλα τόσα ντοκιμαντέρ - αυτήν τη βδομάδα ξεχωρίζει η βαθιά ελληνική ταινία «4 Μαύρα Κοστούμια», για την αισθητική της, τη θεώρηση του κόσμου, των πραγμάτων, της ζωής και την αυθεντικότητα που την διακρίνει. Τέσσερις άνδρες αποτυχημένοι, ο Μάκης, ο εργοδότης των υπολοίπων και κληρονόμος του γραφείου τελετών του πατέρα του, ο Κυριάκος, ασυμβίβαστος ηθοποιός του ποιοτικού θεάτρου, που όμως η ίδια η ζωή δεν του επιτρέπει να κάνει θέατρο, ο άρτι αποφυλακισθείς για ληστεία, Κοσμάς, ευγενική φυσιογνωμία που αναπνέει και ευχαριστιέται την άπλα που έχει ο εκτός φυλακής κόσμος και ο γηραιότερος, ο Μπάμπης, που κατάντησε να πίνει για να ξεχνάει ή να θυμάται την προσωπική του τραγωδία... Αξίζει να την δει κανείς και να την συζητήσει!

  • ΚΡΙΤΙΚΗ, ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, Πέμπτη 25 Μάρτη 2010

ΡΕΝΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ: 4 μαύρα κοστούμια


Πολύ ενδιαφέρουσα η ταινία του Ρένου Χαραλαμπίδη, που αγγίζει ύψη αξιόλογου ποιητικού κινηματογράφου στη σκηνή του κυκλικού παραδοσιακού ελληνικού χορού στο πανηγύρι, επενδυμένη ηχητικά με το κομμάτι του Bob Dylan «Knockin' on Heaven's Door».
Μαύρη κωμωδία για το θάνατο και τη ζωή, για τα ανεκπλήρωτα όνειρα και την αποτυχία, με ρίζες και αξίες αυθεντικά λαϊκές. Στον Ρένο Χαραλαμπίδη η ταινία οφείλει σχεδόν τα πάντα, μια που υπήρξε ο σεναριογράφος, ο σκηνοθέτης, ηθοποιός και συνθέτης του μουσικού θέματος της ταινίας.

Τέσσερις νεκροθάφτες, προσωρινοί - καθένας με τον τρόπο του - στο επάγγελμα, αναλαμβάνουν, υπό την αιγίδα δικηγόρου της αρπαχτής που ξημεροβραδιάζεται στον ιππόδρομο, να διεκπεραιώσουν την τελευταία, περίεργη, επιθυμία ενός αποθανόντος Ελληνα μετανάστη κάπου στη Λατινική Αμερική σχετικά με την ταφή του στα πάτρια εδάφη, ειδικότερα σε ένα χαμένο χωριό της Βοιωτίας. Εκεί πρέπει οι τέσσερις να τον πάνε από τον Πειραιά με τα πόδια και θα ανταμειφθούν πλουσιοπάροχα. Η ταινία, όπως λέει ο σκηνοθέτης, είναι ένα road movie με όχημα ένα φέρετρο και έναν άγνωστο στους πάντες νεκρό. Παρά τις σοβαρές δυσκολίες και αντιξοότητες που τα τέσσερα μαύρα κοστούμια συναντούν στο οδοιπορικό τους προς τον τόπο ταφής του νεκρού, δε λένε να εγκαταλείψουν αυτό που υποσχέθηκαν ότι θα φέρουν σε πέρας. Εξαιρετικοί όλοι οι ηθοποιοί... Εύγε.

Παίζουν: Ρένος Χαραλαμπίδης, Γιάννης Ζουγανέλης, Τάκης Σπυριδάκης, Αλκης Παναγιωτίδης, Δημήτρης Πουλικάκος κ.ά.

Παραγωγή: Ελλάδα.

ΜΙΓΚΕΛ ΑΡΤΕΤΑ: Νιάτα σε έξαψη


Νεανική εξέγερση της «αναβράζουσας» παθητικότητας. Ταινία με κάποιες στιλιστικές ιδιαιτερότητες, με animation λεπτομέρειες, χωρίς όμως την παραμικρή πρωτοτυπία.
Ο έφηβος Νικ Τουίσπ, κεντρικός ήρωας δημοφιλούς σειράς περιπετειωδών βιβλίων του C. D. Payne, διάγει σε μιζέρια σεξουαλικών εμμονών. Ψάχνει απελπισμένα για κορίτσι και για νόημα στη ζωή του, με οποιαδήποτε σειρά αυτά τα δυο. Μένει με τη διαζευγμένη μητέρα του και τον εκάστοτε αποτυχημένο της φίλο . Σε διακοπές στην Καλιφόρνια ερωτεύεται κεραυνοβόλα την συνομήλική του Σίνι Σόντερς, μια γαλλοθρεμμένη κουλτουριάρα και ορκίζεται να κάνει τα πάντα αρκεί να είναι μαζί της, κάτι που συνεπάγεται πλήθος πράξεων βίας, εμπρησμούς, παραβάσεις κανόνων παντός τύπου, κλοπές αυτοκινήτων και πολλά άλλα. Συνεργός του Νικ - του εγώ - στις βίαιες πράξεις εντυπωσιασμού της Σίνι, το υπερεγώ του, που απεικονίζεται μέσα από την σοφιστικέ και κυνική παρουσία που φέρει το γαλλικό όνομα Φρανσουά Ντιλιντζέρ, όπως ο κλασικός γκάνγκστερ.

Ο Μάικλ Σέρα αποδίδει τον 16χρονο Νικ ως εκνευριστικά μανιερίστα, άκαμπτο, αγέλαστο, ανιαρό και αγενή. Οι καρικατουρίστικοι χαρακτήρες και η μεγιστοποίηση σκοτεινών παρορμήσεων μέσα από ένα παράλογα σαχλό και εγκεφαλικό χιούμορ αποτυγχάνει πλήρως στην εδραίωση του Νικ ως φιγούρας καλτ. Τουλάχιστον για το σκεπτόμενο κοινό.

Παίζουν: Μάικλ Σέρα, Πόρσια Νταμπλντέι, Τζιν Σμαρτ, Τζάστιν Λονγκ κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ

ΜΑΪΚΛ ΚΑΙ ΠΙΤΕΡ ΣΠΙΡΙΓΚ: Νέα φυλή


Η ταινία είναι τόσο κακή που δεν αφήνει περιθώρια αλληγορικής ή μεταφορικής ερμηνείας, μολονότι απ' όσο διακρίνεται από το καστ των καλών ηθοποιών πολύ θα επιθυμούσε την αναβάθμισή της.
Απολύτως τίποτα δεν είναι σε θέση να δώσει ώθηση σε αυτό το τραβηγμένο από τα μαλλιά υποπροϊόν, που αρκείται στην ακατάπαυστη δράση κι ας εκφράζεται αυτή με όποιον τρόπο να 'ναι κι ας εκφράζει ό,τι να 'ναι. Η απαρχή του κακού τοποθετείται σε λιγότερο από μιας δεκαετίας διάστημα από σήμερα, όταν ένας επιδημικός ιός μετατρέπει την πλειοψηφία των ανθρώπινων όντων σε αθάνατους βρικόλακες με μελιά μάτια.

Οι ελάχιστοι εναπομείναντες άνθρωποι κρύβονται για να μην τους κατασπαράξουν οι βρικόλακες που ελλοχεύουν στα σκοτεινά, μακριά από το φως της μέρας και, εννοείται, τη φύση. Η καταλυτική βεβαίως επιδημία ουδόλως επηρέασε τις κυρίαρχες δομές της καπιταλιστικής οικονομίας, της εξουσίας της και των θεσμών της καθώς και τον προϋπάρχοντα πολιτισμό και τρόπο ζωής. Οι βαμπίρ συνεχίζουν να συχνάζουν σε καφέ, μπαρ και εστιατόρια, όπου καταναλώνουν long drinks από παχύρρευστο αίμα. Υπάρχουν και οι λιγότερο ευνοημένοι οικονομικά που η μακρόχρονη στέρηση αίματος τους μεταλλάσσει σε νυχτεριδοειδή τέρατα. Λόγω της κατακόρυφης αύξησης της ζήτησης, το ανθρώπινο αίμα μετατρέπεται σε δυσεύρετο εμπορεύσιμο προϊόν και οι μεγάλες επιχειρήσεις με τους έγκυρους επιστήμονές τους επιδίδονται στην κούρσα παρασκευής αιμάτινου υποκατάστατου. Ανθρωποι/ακτιβιστές (οι καλοί) πλησιάζουν τον αιματολόγο της μεγάλης εταιρείας και τον καλούν να πειραματιστούν από κοινού για τη θεραπεία από τον ιό, κάτι που τελικά επιτυγχάνουν. Φυσικά όταν ο μεγαλομέτοχος της εταιρείας μαθαίνει για την ύπαρξη θεραπείας απαντά «Ποτέ δεν έψαχνα για θεραπεία αλλά για σταθερά κέρδη». Η ταινία ανασύρει από τη σημειολογία των φιλμ με βαμπίρ το ξύλινο παλούκι που μπήγοντάς το στην καρδιά των βρικολάκων τους αφανίζει. Στην επόμενη θα έχουμε το σκόρδο και τον σταυρό.

Παίζουν: Ιθαν Χοκ, Γουίλεμ Νταφόε, Ιζαμπελ Λούκας, Σαμ Νιλ κ.ά.

Παραγωγή: Αυστραλία

ΤΖΕΪΜΣ ΜΑΡΣ: Σε τεντωμένο σκοινί


Εκπληκτικά καλοφτιαγμένο ντοκιμαντέρ δομημένο στη βάση συμπλέγματος αφηγηματικών στοιχείων, ρυθμού και μοναδικής ισοστάθμισης, το οποίο ακροβατεί με μαεστρία στο τεντωμένο σχοινί μιας σπάνιας αίσθησης αφηγηματικής ισορροπίας, από την οποία διέπεται.
Ακριβώς αυτή η ιδιότητα καθιστά το ντοκιμαντέρ - που απέσπασε πληθώρα διακρίσεων απ' όπου κι αν πέρασε, μεταξύ άλλων και το Οσκαρ του καλύτερου ντοκιμαντέρ για το 2009 - τόσο ενδιαφέρον.

Ο Γάλλος καλλιτέχνης του δρόμου και ταχυδακτυλουργός Φιλίπ Πετί, έχοντας ήδη δοκιμάσει τις δυνάμεις του ως σχοινοβάτη στο Παρίσι, στην κορυφή της Νοτρ Νταμ και στην Αυστραλία, στις δύο γέφυρες του Σίδνεϊ, πληροφορείται για την ανέγερση των Δίδυμων Πύργων στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης, των υψηλότερων κτιρίων στον κόσμο. Εκτοτε βάζει στόχο ζωής και προσωπικής του ύπαρξης να διανύσει την απόσταση μεταξύ των δύο κτισμάτων, σε τεντωμένο σκοινί τοποθετημένο στην κορυφή των πύργων. Με πιστούς συνεργάτες και απόλυτη μυστικότητα, οργανώθηκε το μεγαλεπήβολο σχέδιο στην κάθε ανατριχιαστική του λεπτομέρεια. Το 1974 λοιπόν και για τρία ολόκληρα τέταρτα της ώρας ο Πετί περπατά, γονατίζει και λικνίζεται πάνω στο τεντωμένο σχοινί που αιωρείται μεταξύ των δύο Πύργων του World Trade Center. Το γεγονός κατέγραψε η ιστορία ως «καλλιτεχνικό έγκλημα του αιώνα» και ο υπαίτιος τιμωρήθηκε με φυλάκιση.

Παραγωγή: ΗΠΑ, Βρετανία

ΣΠΥΡΟΣ ΤΕΣΚΟΣ: Νικαριά μου


Ο σκηνοθέτης Σπύρος Τέσκος, που κατάγεται από τις Ράχες της Ικαρίας, αναφέρεται, μέσα από το ως άνω ντοκιμαντέρ, στο έθιμο του μνημόσυνου που λαμβάνει χώρα στον τόπο του, ανήμερα το Πάσχα, στην αίθουσα του Αγίου Δημητρίου, όπου συγκεντρώνεται ολόκληρο το χωριό, όλοι μαζί μαγειρεύουν και μετά τρώνε το κρέας που προσέφεραν πολλές οικογένειες, ιδιαίτερα κτηνοτρόφων, στη μνήμη των νεκρών τους.

Το μνημόσυνο μετατρέπεται σε ένα από τα σημαντικότερα γλέντια που πραγματοποιούνται στο χωριό. Χωρίς αφηγητή, με τρεις κατοίκους να αφηγούνται για τη γέννηση του εθίμου και τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες πάνω στις οποίες πάτησε, ξετυλίγονται μπροστά μας οι αντιλήψεις, οι παραδόσεις και η φιλοσοφία που διέπουν τον τρόπο ζωής και σκέψης των ανθρώπων του νησιού.

Παραγωγή: Ελλάδα

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΝΔΡΙΚΟΠΟΥΛΟΥ - ΑΡΓΥΡΗΣ ΤΣΕΠΕΛΙΚΑΣ: Τα παιδία δεν παίζει

Τέσσερα παιδιά 9-14 ετών που ζουν σε πυκνοκατοικημένη συνοικία της Πάτρας βρίσκονται καθημερινά αντιμέτωπα με αγανακτισμένους γείτονες γιατί, λόγω έλλειψης δημόσιου χώρου για παιχνίδι, ενοχλούν τη γειτονιά με την μπάλα που παίζουν. Τα παιδιά αποφασίζουν να πάνε στο δήμαρχο της πόλης και να υποβάλουν το αίτημά τους να φροντίσει ο δήμος ώστε να αποκτήσουν χώρο παιχνιδιού. «"Τα παιδία δεν παίζει" δεν είναι ταινία, δεν έχει σενάριο, ούτε ηθοποιούς, έχει όμως πρωταγωνιστές στη ζωή, που δίνουν παράδειγμα σε όλους μας. Γιατί αυτοί οι μικροί πρωταγωνιστές έχουν ψυχή», διατείνεται το δελτίο Τύπου της ταινίας, ως αυτό να συνιστούσε προτέρημα, τόσο της ταινίας όσο και της μορφής αγώνα έτσι όπως παρουσιάζεται στο φιλμ.

Παραγωγή: Ελλάδα.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΘΥΡΙΔΗΣ: Τα 4 trouble


'Η ως έχει ο πλήρης τίτλος και υπότιτλος: T 4 Trouble and the Self Admiration Society. Τhe Life and Music of Terry Papadinas. Ο Τέρρυ Παπαντίνας, μεγαλωμένος στη Νέα Υόρκη, ζει σήμερα στη Θεσσαλονίκη και ψάχνει απεγνωσμένα για δουλειά. Ο σκηνοθέτης της ταινίας σημειώνει ότι «πρόκειται για αφήγηση ενός παρ' ολίγον επιτυχημένου και άγνωστου ήρωα της ελληνικής ροκ.

Ο Τέρρυ ξεκίνησε ελπιδοφόρα την καριέρα του, αλλά μέσα στη δίνη ενός άγριου ροκ στιλ ζωής, ο ναρκισσισμός του που υποσκάπτει τις σχέσεις και η έλλειψη ορατών στόχων μέσα στο περιορισμένο περιβάλλον της ελληνικής ροκ σκηνής, τον οδηγεί σε αυτοκαταστροφική νεύρωση. Τον συναντάμε σήμερα, σε ηλικία 56 ετών, απομονωμένο και κοινωνικά περιθωριοποιημένο να στοχάζεται πάνω στα αίτια της (αυτο)καταστροφής του».

Παραγωγή: Ελλάδα.

ΕΤΟΡ ΝΤΑΛΙΑ: Οταν έρχονται τα σύννεφα


Ενδιαφέρουσα αφηγηματική στρατηγική που συνίσταται σε παρατεταγμένες καταστάσεις που δομούν μια ισορροπία επιφανειακή που η έντονη εσωτερική της φόρτιση την καθιστά ιδιαίτερα εύθραυστη. Η αφήγηση γραμμική.
Κάθε τόσο, εκεί που πάει να διαμορφωθεί κάποιο πέρασμα, να επιτελεσθεί μέσα από κάποιο γεγονός ένα σημείο ουσιαστικής ρήξης που θα οδηγήσει από μια κατάσταση σε μια άλλη, η αφήγηση επανέρχεται στην ευθεία της και συνεχίζει, χωρίς ανατροπές. Η κίνηση που θα προκαλέσει τη ρήξη και από κατάσταση ισορροπίας η αφήγηση θα περάσει σε μη ισορροπία, καθώς και η επιστροφή σε κατάσταση καινούριας ισορροπίας, όμοιας με την πρώτη, ποτέ όμως ταυτόσημη, έχει υπολογιστεί για τον επίλογο, ο οποίος χαρακτηρίζεται από άγνωστη έως τότε δυναμική μέσα από επιτάχυνση του εσωτερικού ρυθμού των σεκάνς και του μοντάζ των παράλληλων δράσεων.

Η 14χρονη Φιλίππα περνά με την οικογένειά της τις καλοκαιρινές διακοπές στο σπίτι τους στη θάλασσα. Οι γονείς της έφηβης έχουν προ πολλού μπει σε τροχιά χωρισμού, κάτι που η Φιλίππα συνειδητοποιεί σταδιακά, αντιδρά με αναμενόμενο εφηβικό τρόπο, ενώ σαν φιλμικός χαρακτήρας μεταβάλλεται από αδύναμος σε δυνατό και από την άγνοια περνά στη γνώση. Ολα αλλάζουν σε μια νύχτα. Πρόκειται για ένα μικρό γοητευτικό φιλμ που περιγράφει σιωπηλά τη ζωή και τις ανθρώπινες σχέσεις, τους χωρισμούς που υποχρεωνόμαστε να αποδεχθούμε και τις πληγές που προσπαθούμε να επουλώσουμε σε μια καθημερινότητα με επιφάνεια ακίνητη, σημαντικές όμως μετατοπίσεις, κηλίδες εσωτερικές και πολλές φορές αόρατες που πονούν και πληγώνουν σε μια ζωή που συνεχίζεται.

Παίζουν: Βενσάν Κασέλ, Ντέμπορα Μπλοκ, Λάουρα Νέιβα, Καμίλα Μπελ κ.ά.

Παραγωγή: Βραζιλία.