Ενα «διεθνές» αριστούργημα από το Ιράν και μία ακόμη περιπέτεια με θέμα το τέλος του πλανήτη από σήμερα στις αίθουσες
Μετρ κινηματογραφικών ιστοριών σύμφωνα με τις οποίες η Γη γίνεται αλοιφή από λογιών λογιών αιτίες, ο Ρόλαντ Εμεριχ της «Ημέρας ανεξαρτησίας» (εισβολή εξωγήινων) και του «Μετά την επόμενη μέρα» (λιώσιμο των πάγων) «επιστρέφει» με μια ακόμη ταινία καταστροφής οικολογικού προβληματισμού.
Στο «2012» (ΗΠΑ, 2009) γίνεται από την αρχή γνωστό ότι ελπίδα σωτηρίας τoυ πλανήτη δεν υπάρχει. Ο φλοιός της Γης έχει αποσταθεροποιηθεί και η προφητεία των Μάγιας για την απόλυτη καταστροφή της 21ης Δεκεμβρίου 2012 βγαίνει αληθινή. Στόχος όσων καταφέρνουν να επιβιώσουν τα ειδικά καταφύγια που έχουν προληπτικώς κατασκευαστεί. Πάνω σε αυτό το μοτίβο η ταινία ακολουθεί πιστά τα γνώριμα κλισέ: αρκετές μικρές ιστορίες και πολλά πρόσωπα συγκροτούν ένα τεράστιο πάνελ καταστροφολαγνείας. Ανάμεσα στους ήρωες βρίσκουμε έναν αποτυχημένο συγγραφέα (Τζον Κιούζακ), την πρώην γυναίκα του (Αμάντα Πιτ), τον νυν σύζυγό της, ο οποίος τυγχάνει ερασιτέχνης πιλότος (Τόμας Μακ Κάρθι ), τον πρόεδρο των ΗΠΑ (εξαιρετικά καλόψυχος και μαύρος- Ντάνι Γκλόβερ), έναν αδίστακτο ρώσο δισεκατομμυριούχο (Ζλάτκο Μπούριτς) και έναν απίστευτο χίπι (Γούντι Χάρελσον). Ως συνήθως, το χιούμορ δεν λείπει ποτέ από την καρτουνίστικη τραγωδία (έξυπνο το «θάψιμο» του Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ ως κυβερνήτη της Καλιφόρνιας). Δεν λείπει ούτε ο αφελής διδακτισμός ( «αν αρχίσουμε τη νέα ζωή μας με βαρβαρότητα, τι θα πούμε στα παιδιά μας;» ) ούτε οι εύστοχες κοινωνικές παρατηρήσεις, όπως το ότι η σωτηρία των επιζησάντων βρίσκεται στην Κίνα, χώρα που αναπτύσσεται ραγδαία. Πέραν όλων αυτών, όμως, στο «2012» τα οπτικοακουστικά εφέ είναι αναμφισβήτητα το «ψωμί». Η Γη καταπίνει πόλεις ολόκληρες, ένα υπερωκεάνιο καταλήγει στον Λευκό Οίκο και πάει λέγοντας...
Οταν η ταινία «Τι απέγινε η Ελι» («Darbareye Εlly», Ιράν, 2009) του Ασγκάρ Φαρχαντί παίχτηκεστο εφετινό Φεστιβάλ Βερολίνου, ανήκα σε εκείνους που έτριβαν τα μάτια τους βλέποντας ένα μικρό αριστούργημα. Αυτό το υπόδειγμα κινηματογράφησης συμπυκνώνει με γεωμετρική ακρίβεια μια ποικιλία κινηματογραφικών ειδών, προκαλεί πλήθος συναισθήματα και καταλήγει σε ένα σύνολο που δύσκολα φεύγει από το μυαλό σου. Αρχίζει σαν κομεντί. Η επιστροφή στην Τεχεράνη του νεαρού Αχμάντ (Σαχάμπ Χοσεϊνί) δίνει την αφορμή για την επανασύνδεση μιας παρέας φίλων σε μια τριήμερη εκδρομή στην Κασπία Θάλασσα. Το μόνο καινούργιο πρόσωπο στην παρέα είναι η Ελι (Ταρανέχ Αλιντούστι), η οποία προορίζεται για γνωριμία με τον Αχμάντ. Ευχάριστη ατμόσφαιρα, γελαστά πρόσωπα- ακόμη και στο Ιράν ζουν χαρούμενα, λες μέσα σου. Ωσπου ένα ξαφνικό γεγονός αλλάζει το ύφος της ταινίας κατά 350 μοίρες.
Με τη μηχανή στο χέρι ο Φαχραντί παρακολουθεί την προσπάθεια ανεύρεσης της Ελι η οποία εξαφανίστηκε μυστηριωδώς. Το άγχος των ηρώων και η γρήγορη κινηματογράφηση προκαλούν κόμπο στο στομάχι, το σασπένς παίζει σημαίνοντα ρόλο. Οι μάσκες πέφτουν και τα πραγματικά πρόσωπα αναδύονται. Μυστικά και ψέματα, μικρότητες και εμπάθειες, ανταγωνισμοί και ζήλιες. Και ξαφνικά, σαν βόμβα, έρχεται το τρίτο μέρος της ταινίας (για το οποίο είναι προτιμότερο να μην πούμε λέξη, σε αφήνει πάντως άφωνο από την απρόβλεπτη εξέλιξή του). Ο Φαρχαντί δεν κινηματογραφεί απλώς μια ιστορία αλλά έναν ολόκληρο κόσμο. Και αυτός ο κόσμος δεν είναι «εγκλωβισμένος» στο Ιράν αλλά έχει «διεθνή» χαρακτήρα στο πιο διεθνές ιρανικό φιλμ που έχουμε δει ποτέ. Ενας σκηνοθέτης που παίζει το σινεμά σαν κομπολόι ενσωματώνοντας με πάθος, θάρρος και τσαμπουκά ιδέες από τον Τζον Κασσαβέτη ως τον Μικελάντζελο Αντονιόνι. Αν η ίδια ταινία είχε γυριστεί στις ΗΠΑ, θα μιλούσαμε για μεγάλη αποκάλυψη και πλήθος Οσκαρ. Μακάρι και τώρα.Αγαπησιάρικη Νέα Υόρκη, «τηλεοπτική» Πάπισσα ΙωάνναΜετά το «Ρaris je t΄ aime», που είδαμε πριν από μερικούς μήνες στις αίθουσες, το «Νέα Υόρκη, σ΄ αγαπώ» («Νew Υork Ι love you», ΗΠΑ/ Γαλλία, 2009) είναι η δεύτερη ταινία του κύκλου «Cities of love» («Πόλεις της αγάπης») που γυρίζεται με στόχο να ταξιδέψει τον θεατή σε ιδιαίτερες και αγαπητές πόλεις του κόσμου. Εντεκα σκηνοθέτες συνεργάστηκαν για τη δημιουργία τηςανάμεσά τους ο τουρκικής καταγωγής Γερμανός Φατίχ Ακίν, η Αμερικανίδα Νάταλι Πόρτμαν και ο Γάλλος Ιβάν Ατάλ. Ποτέ όμως δεν γίνεται εμφανές ότι η ταινία είναι γυρισμένη σε επεισόδια όπου το ένα δίνει τη θέση του στο άλλο. Εχει τη μορφή ενιαίου συνόλου με διαφορετικά σκηνοθετικά στυλ. Κάποιες ιστορίες διασταυρώνονται και κάποια πρόσωπα επανεμφανίζονται σε άλλες ιστορίες.
Κάποιες σκηνές σε απογειώνουν (ο Ιθαν Χοκ κάνει «καμάκι» στη Μάγκι Κιου), άλλες απλά σε συγκινούν (τα δύο γεροντάκια- Ιλάι Γουόλακ, Κλόρις Λίτσμαν - περπατούν στο Μπράιτον Μπιτς) και άλλες σε προβληματίζουν (για να τονώσουν τη σχέση τους, ο Κρις Κούπερ και η Ρόμπιν Ράιτ Πεν παριστάνουν τους αγνώστους ενώ είναι παντρεμένοι). Το βέβαιον είναι ότι, από τη Συνοικία των Διαμαντιών ως την Τσαϊνατάουν και το Upper Εast Side, το αγαπησιάρικο τούτο φιλμ αποδεικνύει περίτρανα τους λόγους για τους οποίους η Νέα Υόρκη παραμένει «η πρωτεύουσα τού “όλα είναι πιθανά”», όπως την αποκαλεί ο αλλοδαπός ταξιτζής που στην πραγματικότητα είναι ζωγράφος.
Μεγάλης διάρκειας κινηματογραφική μεταφορά του μπεστ σέλερ της Ντόνα Γούλφολκ (όχι του Εμμανουήλ Ροΐδη), η «Πάπισσα Ιωάννα» («Ρope Joan», Αγγλία/ Γερμανία/ Ιταλία/ Ισπανία, 2009) στέκεται στα σημαντικότερα κεφάλαια ενός μύθου που λέει ότι η Ιωάννα, κόρη άγγλου κληρικού και γεννημένη στη Γερμανία του 9ου αιώνα, ήταν η πρώτη και μοναδική γυναίκα που ανέλαβε τα ηνία του Βατικανού χωρίς κανείς να αντιληφθεί το φύλο της. Το φιλμ του Σόνκε Βόρτμαν δίνει έμφαση στη σκληρή ανατροφή της από έναν άκαρδο πατέρα (Ιαν Γκλεν), τη μύησή της στα γράμματα από τον μεγάλο αδελφό της, την εξέλιξή της σε ιερωμένο (παίρνοντας τη θέση του πεθαμένου αδελφού της Ιωάννη), τη μοναδική ερωτική σχέση της με έναν κόμη (Ντέιβιντ Γουέναμ) και, τέλος, την είσοδό της στο Βατικανό, όπου ευνοήθηκε γιατρεύοντας τον Πάπα Σέργιο (ο Τζον Γκούντμαν θυμίζει περισσότερο ρωμαίο αυτοκράτορα παρά Πάπα).
Αν και η ταινία θα ήταν προτιμότερο να έχει γυριστεί ως μίνι τηλεοπτική σειρά, κρατά την περιέργειά σου σε τεντωμένο σχοινί λόγω της χυμώδους ιστορίας της. Επιτυχημένη η επιλογή της Γιοχάνα Βόκαλεκ για τον ρόλο της Ιωάννας, καθ΄ ότι τα χαρακτηριστικά του προσώπου της γερμανίδας ηθοποιού που είδαμε στο «Σύμπλεγμα Βaader Μeinhof» τη βοηθούν να θυμίζει άντρα (κάτι που δεν ίσχυε για τη Λιβ Ούλμαν στην ταινία του 1972).
Wednesday, November 11, 2009
Οι ταινίες της εβδομάδας: Καταστροφολαγνεία και ιρανικός ουμανισμός
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment