Τζέιμς Μποντ είπατε; Λάθος. Κάτι σαν Τσε Γκεβάρα μου μοιάζει, που καταδιώκεται στη Βολιβία από Άγγλους και Αμερικανούς. Τούμπα όλα. Ο πιο διάσημος και απηνής διώκτης του κομμουνισμού μεταμορφώνεται σε superman του διεθνούς δημοκρατικού στρατού
Έχουμε και λέμε. Ο 22ος Τζέιμς Μποντ είναι σημαδιακός. Για τρεις λόγους. Πρώτον, ο Ντάνιελ Κρεγκ καθιερώνεται ως ο δεύτερος best James Βond μετά τον Σον Κόνερι (πρώτο). Δεύτερον, το σενάριο είναι original, γραμμένο από Νιλ Πέρβις, Ρόμπερτ Γουέιντ και κυρίως Πολ Χάγκις, ο άνθρωπος που έγραψε και σκηνοθέτησε την αριστερή «Κοιλάδα του Ιλά». Και τρίτον, η δράση, η πλοκή και κυρίως το πολιτικό επιμύθιο συνιστούν την πλήρη ανατροπή ολόκληρης της κληρονομιάς του Τζέιμς Μποντ. Θα τρίζουν τα κόκαλα του Ίαν Φλέμινγκ.
Ως εκ τούτου και αναγκασμένος εκ των πραγμάτων, αρχίζω από το story. Αδίστακτος επιχειρηματίας με το όνομα Ντομινίκ Γκριν, δηλαδή κάτι μεταξύ Γαλλίας (Ντομινίκ) και συμβολικής, σαρκαστικής σημασίας (Γκριν, που πάει να πει «πράσινος» αλλά ο τύπος είναι μεγαλομαφιόζος δηλαδή κατάμαυρος) βάζει σε εφαρμογή σχέδιο ολικής καταστροφής των υδάτινων πόρων μιας λατινοαμερικανικής μπανανίας με το όνομα Βολιβία. Εκεί όπου πριν από τρεις δεκαετίες η CΙΑ παρέα με τη βολιβιανή δικτατορία εκτέλεσαν τον Τσε Γκεβάρα. Το σχέδιο του μεσιέ Γκριν (Ματιέ Αμαλρίκ) είναι copy paste κάθε δικτατορίας της Λατινικής Αμερικής. Δηλαδή μεγαλοκαθάρματα της άγριας συμμορίας του βολιβιανού στρατού και μισθοφόροι των μυστικών υπηρεσιών Αμερικής και Μ. Βρετανίας, αφού πρώτα ανατρέψουν τη νόμιμη κυβέρνηση, στη συνέχεια και έναντι μιας βαλίτσας τιγκαρισμένης με δολάρια, εκχωρούν στον Γκριν όλους τους υδάτινους πόρους της χώρας. Πώς έγινε με τα 27.000 στρέμματα λιμνοθάλασσας της Βιστωνίδας; Έτσι και πολύ χειρότερα. Ο σκοπός αυτονόητος. Ο Γκριν τσεπώνει το νερό και φυσικά το πουλάει στους ρακένδυτους ιθαγενείς με αλμυρό ποσό. Από την άλλη, Ουάσιγκτον παρέα με την Ντάουνινγκ Στριτ, έχουν του χεριού τους μια κυβέρνηση από ανδρείκελα και μασκαράδες του κοινού ποινικού δικαίου. Με καταλαβαίνετε; Όχι; Κι όμως. Αντί για Τζέιμς Μποντ πέφτουμε πάνω σε ιστορία αριστερών προδιαγραφών. Και δεν είναι μόνον αυτό!
Ο James λοιπόν- εδώ αρχίζει το παιχνίδι το πολιτικό- περικυκλωμένος από παντού, από κάθε φίλο και εχθρό. Από τη μια η CΙΑ με εντολή να τον σκοτώσει γιατί βάζει εμπόδια στην εκτέλεση αυτού του «ανθρωπιστικού» σκοπού της. Από την άλλη η κυβέρνηση της Μ. Βρετανίας να υποχωρεί μπροστά στις αμερικανικές πιέσεις και να ακολουθεί σαν σφουγγαρίστρα της Αμερικής. Κill James Βond. Και εκείνος μόνος εναντίον όλων με μοναδικούς συμμάχους την αρχηγό του (Τζούντι Ντεντς), Ιταλό μαφιόζο της καλής συμμορίας (Τζιανκάρλο Τζιανίνι) και έναν μαύρο, δευτεροκλασάτο πράκτορα της CΙΑ. Σας είπα. Όλα τούμπα. Τώρα πουλάει η Αριστερά, επομένως αριστερός και ο Βond!
Τα υπόλοιπα είναι ζήτημα κατασκευής και παραγωγής. Γιατί δεν είναι μόνο το όνομα του Πολ Χάγκις που έχει γράψει το σενάριο. Είναι και του Μαρκ Φόρστερ στο τιμόνι της σκηνοθεσίας. Όνομα με κύρος, όνομα που προκαλεί σεβασμό. Μόλις 39, από τη Γερμανία, με αξιόλογους τίτλους στο ενεργητικό του, όπως «Ο χορός των τεράτων», «Η χώρα του Ποτέ» και κυρίως- κατά τη γνώμη μου- το «Stranger than fiction». Ο Φόρστερ λοιπόν, ακολουθώντας τις προδιαγραφές του σεναρίου, από τη μια διατηρεί τον τροποποιημένο από το «Casino Royal» χαρακτήρα του Τζέιμς Μποντ αλλά από την άλλη προσθέτει αρκετά από τα στοιχεία τα παλιά. Ο James σκληρός, μοναχικός, αποφασισμένος, σχεδόν αυτοκαταστροφικός και στο βάθος ρομαντικός. Η περσόνα του Ντάνιελ Κρεγκ το απόλυτο κοστουμάκι ενός τέτοιου, μεταμορφωμένου Τζέιμς Μποντ. Δηλαδή σκοτώνει χωρίς να το πολυσκεφτεί. Πάντα δικαιολογημένα και πάντα καθάρματα οργανωμένα. Όπου πηγαίνει πτώματα παντού. Η ακαριαία δολοφονική μηχανή. Ταυτόχρονα, με μια καρδιά σαν παιδί. Ερωτευμένος με ένα θεσπέσιο πλάσμα που εκτέλεσαν οι άθλιοι εχθροί. Έτσι, στην περίπτωση της κουκλάρας Όλγκα Κιριλένκο βρίσκει θεραπεία αισθηματική. Καθόλου δεν αποκλείεται το σημείο αναφοράς ενός τέτοιου χαρακτήρα να προέρχεται από τους μοναχικούς πιστολέρος της Άγριας Δύσης, όπως ας πούμε ο σερίφης Γουίλ Κέιν (Γκάρι Κούπερ) στο θρυλικό «Το τρένο θα σφυρίξει τρεις φορές» (Ηigh Νoon) του Φρεντ Τσίνεμαν και του 1952.
Μοναδική ένσταση η ακατάπαυστη δράση, τα πολυποίκιλα μεταφορικά μέσα και η αρχική κοσμοπολίτικη περιφορά του Ντάνιελ Κρεγκ σε εξωτικά σημεία της υδρογείου. Που πάει να πει παλιά συνταγή, με αριστερή, καλογυαλισμένη στολή. Με έναν λόγο, αν με ρωτούσαν ποιος ο καλύτερος, ο Τζέιμς Μποντ του «Casino Royal» και του Μάρτιν Κάμπελ ή «Quantum of Solace» (δηλαδή «μερίδιο παρηγοριάς») θα έδειχνα τον πρώτο με αρκετή διαφορά!
«Quantum of Solace»
Τζέιμς Μποντ και κλίνατε επ΄ αριστερά!
Μόνος εναντίον όλων Σωτήρας του λαού της Βολιβίας Εξαιρετικός ο Ντάνιελ Κρεγκ Μέτρια η ιστορία
ΒΑΘΜΟΙ = 6
(οι κυβερνήσεις πέφτουν, ο Τζέιμς μένει)
Μαθήματα κινηματρογράφου από τη Βραζιλία
Το ποδόσφαιρο είπατε; Λάθος. Εκτός από μπάλα, οι Βραζιλιάνοι διδάσκουν τους Έλληνες πώς να σκηνοθετούν, να κάνουν ταινίες και να κερδίζουν βραβεία. Παράδειγμα «Το καλοκαίρι που έφυγαν οι γονείς μου» (Ο Αno em Que Μeus Ρais Sairam de Ferias) του Κάο Χάμπουργκερ. Όταν η αληθινή συγκίνηση προκύπτει από λεπτή, ραφιναρισμένη αισθητική επεξεργασία και σοβαρό στοχασμό.
Το στόρι της μιας γραμμής. Δικτατορία του ΄70 και όταν οι αντιστασιακοί γονείς καταλήγουν στη φυλακή, ο ανυποψίαστος 12χρονος γιος με το βαλιτσάκι του και με κομμένη την ανάσα από τις επιδόσεις της Εθνικής Βραζιλίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο, καταλήγει σε μια συνηθισμένη πολυκατοικία περιμένοντας την άφιξη του παππού. Όμως ο παππούς αργεί κι έτσι ο μικρός Μάουρο πέφτει πάνω σε μοναχικό γέροντα της εβραϊκής συναγωγής. Καχύποπτοι και οι δύο. Ο πιτσιρικάς σε εχθρικό έδαφος. Οι απόντες γονείς σε εχθρικό έδαφος πολιτικής. Οι εβραίοι σε εχθρικό έδαφος και αυτοί. Εξαιρετική αναγωγή. Από το άτομο στην ομάδα και από την ομάδα στο κοινωνικό σύνολο. Όλοι αποκομμένοι, μοιρασμένοι, προδομένοι. Κι όμως, περπατώντας σ΄ αυτό το εφιαλτικό ναρκοπέδιο, ο ένας θα συναντήσει τον άλλον. Στην ίδια βάρκα πορευόμαστε. Εβραίοι, χριστιανοί μουσουλμάνοι, άθεοι και βουδιστές. Όσο πιο γρήγορα το συνειδητοποιήσουμε τόσο ευκολότερα για έναν καλύτερο κόσμο θα τραβήξουμε.
Το στόρι της μιας γραμμής. Δικτατορία του ΄70 και όταν οι αντιστασιακοί γονείς καταλήγουν στη φυλακή, ο ανυποψίαστος 12χρονος γιος με το βαλιτσάκι του και με κομμένη την ανάσα από τις επιδόσεις της Εθνικής Βραζιλίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο, καταλήγει σε μια συνηθισμένη πολυκατοικία περιμένοντας την άφιξη του παππού. Όμως ο παππούς αργεί κι έτσι ο μικρός Μάουρο πέφτει πάνω σε μοναχικό γέροντα της εβραϊκής συναγωγής. Καχύποπτοι και οι δύο. Ο πιτσιρικάς σε εχθρικό έδαφος. Οι απόντες γονείς σε εχθρικό έδαφος πολιτικής. Οι εβραίοι σε εχθρικό έδαφος και αυτοί. Εξαιρετική αναγωγή. Από το άτομο στην ομάδα και από την ομάδα στο κοινωνικό σύνολο. Όλοι αποκομμένοι, μοιρασμένοι, προδομένοι. Κι όμως, περπατώντας σ΄ αυτό το εφιαλτικό ναρκοπέδιο, ο ένας θα συναντήσει τον άλλον. Στην ίδια βάρκα πορευόμαστε. Εβραίοι, χριστιανοί μουσουλμάνοι, άθεοι και βουδιστές. Όσο πιο γρήγορα το συνειδητοποιήσουμε τόσο ευκολότερα για έναν καλύτερο κόσμο θα τραβήξουμε.
Ο Βραζιλιάνος σκηνοθέτης- 46 χρόνων- από το Σάο Πάολο αποδεικνύεται μέγας τσίφτης των χαμηλόφωνων γραμμών, των μουσικών ημιτονίων, των βροντερών σιωπών και των υποδειγματικών ερμηνειών. Καταφέρνει μερικά επιτεύγματα, πρωτόγνωρα για πάρα πολλούς Έλληνες σκηνοθέτες που στο παρελθόν μετέτρεψαν ιστορίες
«Το καλοκαίρι που έφυγαν οι γονείς μου»
Συγκίνηση χωρίς μελόδραμα Πολιτική χωρίς ίχνος ρητορείας Ανθρωπιά χωρίς ευκολία
ΒΑΘΜΟΙ = 6 1/2
(η καλύτερη της εβδομάδας)
παιδικών χρόνων σε ηθογραφίες νοσταλγίας, ανεκδότων και κοινότοπων περιστατικών. Πρώτα απ΄ όλα, αναφέρεται στο ΄70 χωρίς ίχνος νοσταλγίας και νεκρολαγνείας. Μέγιστο επίτευγμα αυτό. Ύστερα καταφέρνει χωρίς ίχνος πολιτικής ρητορικής, χωρίς στιγμή να ξεκολλήσει από μια προσωπική ιστορία, να υπογράψει μια βαθιά πολιτική ταινία. Και τέλος- το καλύτερο, το απροσδόκητο και μοναδικό- μεταγγίζει τόνους αισθημάτων, αλληλεγγύης και συγκίνησης χωρίς την παραμικρή ευκολία, δίχως μισό δράμι κλισέ και κοινοτοπίας. Χωρίς συζήτηση μέσα στις πιο ανθρώπινες στιγμές αυτής της δύσκολης, άνυδρης καλλιτεχνικής εποχής!
Με δυο λόγια: Δωδεκάχρονος με την μπάλα στο χέρι και με τα μπογαλάκια του υπό μάλης, καταλήγει έξω από το διαμέρισμα του παππού του. Οι γονείς του λείπουν «σε ταξίδι για δουλειές»- έχει φροντίσει η χούντα της Βραζιλίας γι΄ αυτό- και ο πιτσιρικάς μόνος με όνειρο να κερδίσει το έπαθλο του Μουντιάλ η Εθνική Βραζιλίας, πέφτει πάνω σε γέροντα της πολυκατοικίας. Δύο κόσμοι διαφορετικοί, δύο μοναχικές υπάρξεις ξένες μεταξύ τους, δύο ηλικίες που τίποτα το κοινό δεν τους ενώνει. Ο ένας κόσμος έρχεται, ο άλλος φεύγει.
Τρεις ταινίες διεκδικούν το απαιτητικό κοινό
Τρεις ακόμα πρεμιέρες από ΗΠΑ, Γαλλία και Ελλάδα «Ρaris 36»: Γ αλλική μουσικοχορευτική ηθογραφία του Κριστόφ Μπαρατιέ (Τα παιδιά της χορωδίας) όπου
ΒΑΘΜΟΙ=4
(το πολύ)
στα 1936 και όταν το αριστερό Λαϊκό Μέτωπο του Λέο Μπλουμ κέρδιζε την κοινοβουλευτική εξουσία, οι ηθοποιοί και οι εργαζόμενοι ενός μουσικού θεάτρου οδηγούνται στην ανεργία. Άφθονα καλοστημένα περιστατικά, χιλιάδες κοστούμια, εκατοντάδες ηθοποιοί, καταλήγουν σε μια βαρετή ηθογραφία. Το πλάγιο επιμύθιο, πως δηλαδή η νίκη ήταν προσωρινή και στο βάθος τσουνάμι φασισμού και πολέμου κανιβαλικού, δεν δικαιολογεί τόση ελαφρότητα και τέτοια επίπεδη και γραφική σκηνοθεσία.
«Flash of genius»: Αληθινό, δραματικό, κοινωνικό και αποκαλυπτικό περιστατικό με σκηνοθέτη τον σοβαρό Μαρκ Άμπρααμ και πρωταγωνιστή τον εξαιρετικό Γκρεγκ Κινίαρ στην καλύτερη στιγμή του με προϋποθέσεις Όσκαρ. Γύρω στη δεκαετία του ΄60, ευφυής εφευρέτης και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο με το όνομα Ρόμπερτ Κερνς, επινοεί υαλοκαθαριστήρες αυτοκινήτων να λειτουργούν με διακοπή ανάλογα με τη δύναμη της βροχής. Η θηριώδης Ford κλέβει την πατέντα και τότε ά παντες, μηδέ εξαιρουμένων των έξι μελών των οικογένειάς του (πέντε παιδιά και η γυναίκα του) συνιστούν υποχώρηση και σιωπή. Άντε το πολύ πολύ να τα βρει με την εταιρεία που στο μεταξύ φτάνει
ΒΑΘΜΟΙ = 5 1/2
(ευπρεπέστατο)
στο σημείο να του καταβάλει τριάντα εκατομμύρια δολάρια με την προϋπόθεση να μην παραδεχτεί δημοσίως την κλοπή. Όμως εκείνος κόντρα σε όλους και σε όλα δίνει μάχη ζωής και θανάτου. Στο τέλος, μάλιστα, θα εμφανιστεί στο δικαστήριο χωρίς δικηγόρο, παρά μόνο με τη δική του, ερασιτεχνική πλην όμως εντελώς αυθεντική φωνή. Χαμηλόφωνο, εξαιρετικά οργανωμένο με θαυμάσιο πρωταγωνιστή αλλά και με τελικό επιμύθιο τη γνωστή αμερικανική συνταγή. Ο τολμών νικά!
«Καντίρ- Ένας Αφγανός Οδυσσέας»: Ντοκιμαντέρ και οδοιπορικό της Αννέτας Παπαθανασίου στο Αφγανιστάν. Παρέα με τον λαθρομετανάστη Καντίρ («ικανότητα» στα αφγανικά). Πρώτα φτάνει στην Καμπούλ και στη συνέχεια διασχίζει όλη τη χώρα με προορισμό τους γονείς του Καντίρ που έχουν χαθεί
ΒΑΘΜΟΙ = ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΤV
μετά την εισβολή των Ταλιμπάν και τους βομβαρδισμούς των Αμερικανών. Γενναία απόφαση. Με δύο βασικές ενστάσεις. Η πρώτη, ότι πρόκειται για ρεπορτάζ κομμένο και ραμμένο για δελτίο τηλεοπτικό. Δεν είναι κακό. Καθόλου. Η δεύτερη έχει να κάνει με τον πολιτικό προσανατολισμό. Εντελώς political correct. Οι Ταλιμπάν κανίβαλοι και εχθροί. Όλοι οι άλλοι, συμπεριλαμβανομένων των εκπροσώπων της σημερινής κυβέρνησης, οι φιλάνθρωποι και οι καλοί. Βολικά σχήματα προπαγάνδας πολιτικής. Όχι της Παπαθανασίου αλλά του γενικού, κουρδισμένου συρμού. Όμως και η ίδια έχει τις ευθύνες της. Τόσο κινηματογραφικές όσο και πολιτικές. Δεν ήξερε; Ας ρώταγε!
Κεν Λόουτς χωρίς Κεν Λόουτς
Ένα όνομα απουσιάζει από το μοντέρνο, κοινωνικό μελόδραμα «Βoy Α» του Ιρλανδού Τζον Κρόλι. Του τζέντλεμαν της εργατικής τάξης Κεν Λόουτς. Στα χέρια του η ίδια ιστορία θα εκτοξευόταν στον ουρανό...
Το σενάριο- βασισμένο στο ομότιλο βιβλίο του Τζόναθαν Τρίγκελ - προσπερνάει μερικά κρίσιμα «γιατί». Όπως «γιατί η κοινωνία καταδιώκει μετανιωμένο δολοφόνο που σκότωσε μικρός;». Απάντηση από τη μια ο Τζακ, μόλις 24 ετών, προσπαθεί να ενσωματωθεί στην εργασία, την καθημερινότητα, τη γειτονιά και την κοινωνία. Εργάζεται, ερωτεύεται και από πάνω σώζει και μια μικρή κοπέλα από θάνατο φρικτό. Ήρωας ο Τζακ. Από την άλλη η κακιά, μοχθηρή κοινωνία. Μόνος εναντίον όλων. Μόλις το όνομά του συνδέεται με φόνο μιας μικρής πριν από πολλά χρόνια, τότε ο ήρωας μεταμορφώνεται σε μίασμα και σε εχθρό. Με λίγα λόγια, ο Κρόλι προκειμένου να συγκροτήσει το μελόδραμά του- με σύγχρονη οπτική και αισθητική- δουλεύει από κάτω με τους ίδιους όρους μιας παλιάς φθαρμένης συνταγής. Ο τίτλος διαχρονικός και εμβληματικός: «Απόκληρος της κοινωνίας». Περίπου ο Ξανθόπουλος ο καλός. Αν ο Κρόλι και ο σεναριογράφος του Μαρκ Ο΄Ρόου επιχειρούσαν να σκαλίσουν το υπέδαφος αυτής της αντιπαλότητας, τότε θα έδιωχναν τα εύκολα κλισέ και θα έπεφταν πάνω σε θρεπτικούς χυμούς. Φόβος, προκατάληψη, ρατσισμός. Και κάτι χειρότερο: παιδική εγκληματικότητα. Το χέρι που σπρώχνει τον μικρό Τζακ στον φόνο τον φρικτό, είναι εκείνο ακριβώς που ύστερα από πολλά χρόνια τον «δείχνει» και τον διώχνει μακριά. Η συγκεκριμένη κοινωνική συνθήκη τον όπλισε, η ίδια στη συνέχεια τον εξόρισε.
Με δυο λόγια: Νεαρός αποφυλακίζεται ύστερα από πολλά χρόνια για έναν φόνο που διέπραξε μικρός. Προσπαθεί, εργάζεται, ερωτεύεται, επικοινωνεί και σιγά σιγά ενσωματώνεται στον κοινωνικό κορμό. Όταν όμως διαρρέει η πληροφορία για το παρελθόν του, τότε όλοι στρέφονται εναντίον του άθλιου δολοφόνου.
Το σενάριο- βασισμένο στο ομότιλο βιβλίο του Τζόναθαν Τρίγκελ - προσπερνάει μερικά κρίσιμα «γιατί». Όπως «γιατί η κοινωνία καταδιώκει μετανιωμένο δολοφόνο που σκότωσε μικρός;». Απάντηση από τη μια ο Τζακ, μόλις 24 ετών, προσπαθεί να ενσωματωθεί στην εργασία, την καθημερινότητα, τη γειτονιά και την κοινωνία. Εργάζεται, ερωτεύεται και από πάνω σώζει και μια μικρή κοπέλα από θάνατο φρικτό. Ήρωας ο Τζακ. Από την άλλη η κακιά, μοχθηρή κοινωνία. Μόνος εναντίον όλων. Μόλις το όνομά του συνδέεται με φόνο μιας μικρής πριν από πολλά χρόνια, τότε ο ήρωας μεταμορφώνεται σε μίασμα και σε εχθρό. Με λίγα λόγια, ο Κρόλι προκειμένου να συγκροτήσει το μελόδραμά του- με σύγχρονη οπτική και αισθητική- δουλεύει από κάτω με τους ίδιους όρους μιας παλιάς φθαρμένης συνταγής. Ο τίτλος διαχρονικός και εμβληματικός: «Απόκληρος της κοινωνίας». Περίπου ο Ξανθόπουλος ο καλός. Αν ο Κρόλι και ο σεναριογράφος του Μαρκ Ο΄Ρόου επιχειρούσαν να σκαλίσουν το υπέδαφος αυτής της αντιπαλότητας, τότε θα έδιωχναν τα εύκολα κλισέ και θα έπεφταν πάνω σε θρεπτικούς χυμούς. Φόβος, προκατάληψη, ρατσισμός. Και κάτι χειρότερο: παιδική εγκληματικότητα. Το χέρι που σπρώχνει τον μικρό Τζακ στον φόνο τον φρικτό, είναι εκείνο ακριβώς που ύστερα από πολλά χρόνια τον «δείχνει» και τον διώχνει μακριά. Η συγκεκριμένη κοινωνική συνθήκη τον όπλισε, η ίδια στη συνέχεια τον εξόρισε.
«Βoy Α»
Σύγχρονο κοινωνικό μελόδραμα Εξαιρετική σκηνοθεσία Θαυμάσιες ερμηνείες Σενάριο με κοινοτοπίες
ΒΑΘΜΟΙ = 6
(ναι μεν, αλλά)Και τέλος, κάτι ακόμα για την κατασκευή. Είναι κι αυτό σύμπτωμα της σύγχρονης κινηματογραφίας και της τεχνικής. Δηλαδή πρώτα η φόρμα, ύστερα η ιστορία. Αντιστροφή και διαστροφή. Όμως η ιστορία οδηγεί την ταινία. Από τις ανάγκες της δραματουργίας προκύπτει η αισθητική επεξεργασία. Όσο περισσότερο κάποιος βαθαίνει στην ουσία τόσο ανακαλύπτει τη φόρμα που ταιριάζει στην αφήγηση για τη συγκεκριμένη ιστορία, Για να μην πολυλογώ,. το συμπέρασμα με το «Βoy Α» είναι συνηθισμένο και απλό. Εξαιρετική σκηνοθεσία, εξαιρετική τεχνική, θαυμάσιες απ΄ όλους ερμηνείες (Άντριου Γκάρφιλντ, Πίτερ Μάλαν οι «οδηγοί»). Όμως στο βάθος εκείνο που λαμβάνω είναι κοινότοπο και μελοδραματικό. Θέλω να επανενταχθώ, να γίνω τίμιος και σωστός. Η κοινωνία όμως με βλέπει δολοφόνο και κακό. Τόσο σκοτάδι, τόση φωτογραφία «σκοτεινή» για να καταλήξουμε στο πολιτικώς ορθό. Σα να λέμε αριστερός με μυαλό δεξιό!
Με δυο λόγια: Νεαρός αποφυλακίζεται ύστερα από πολλά χρόνια για έναν φόνο που διέπραξε μικρός. Προσπαθεί, εργάζεται, ερωτεύεται, επικοινωνεί και σιγά σιγά ενσωματώνεται στον κοινωνικό κορμό. Όταν όμως διαρρέει η πληροφορία για το παρελθόν του, τότε όλοι στρέφονται εναντίον του άθλιου δολοφόνου.
No comments:
Post a Comment