Του Κώστα ΤΕΡΖΗ, Η Αυγή, 23/11/2008
Αναζητώντας κανείς “τίτλους” τα τελευταία χρόνια για την κατάσταση του ελληνικού κινηματογράφου καταλήγει σχεδόν πάντα στον Θόδωρο Αγγελόπουλο: “Τοπίο στην ομίχλη”, “Μετέωρο βήμα...”. Για χρόνια ο πιο διάσημος Έλληνας σκηνοθέτης ήταν η “άγκυρα” των αναζητήσεων του ελληνικού σινεμά. Ιδιαίτερα μάλιστα στη δεκαετία του `80 είχαμε φτάσει να μιλάμε για “αγγελοπουλισμό”, για κακέκτυπα των επιγόνων που προσέβλεπαν στον Αγγελόπουλο για να τους οδηγήσει στην μονίμως προσδοκώμενη αναγέννηση του ελληνικού κινηματογράφου. Όπως ο Μαρξ, που δήλωνε πως ο ίδιος “δεν είναι μαρξιστής”, κάλλιστα το ίδιο θα μπορούσε να πει και ο Αγγελόπουλος, που “Η σκόνη του χρόνου”, η τελευταία ταινία του, προβλήθηκε σε παγκόσμια πρεμιέρα χθες βράδυ στο φεστιβάλ. Όμως, εκείνη η ουσιαστικά άγονη περίοδος παρείχε έστω έναν υποτυπώδη “άξονα”, έναν αμφισβητούμενο αλλά πάντως στοιχειώδη κώδικα, όχι αισθητικής αλλά απλής συνεννόησης, για τις αναζητήσεις των Ελλήνων κινηματογραφιστών. Σήμερα πια που πολλοί εκφράζουν την ανακούφισή τους που αυτή η περίοδος έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί, μόνο η λέξη “αλαλούμ” είναι πλέον κατάλληλη να περιγράψει το ανεμοδαρμένο ταξίδι των ελληνικών κινηματογραφικών εγχειρημάτων στο ανοιχτό πέλαγος... Η “μοναξιά” που βιώνουν σήμερα οι Έλληνες σκηνοθέτες προετοιμάζοντας ή ολοκληρώνοντας μια ταινία, αποτυπώνεται καθαρά τις ευδιάκριτες αντιφάσεις του “σώματος” της ελληνικής παραγωγής, τις διαφορετικές καταβολές των έργων, το εντελώς ανόμοιο σύστημα αναφοράς... Όλα αυτά υποτίθεται πως θα τα αντιμετώπιζε (εδώ και πολλά χρόνια) η κινηματογραφική παιδεία (την οποία ποτέ δεν έστερξαν να υπηρετήσουν ουσιαστικά οι κρατούντες), ή η αιτούμενη από πολύ παλιά “ολοκληρωμένη στρατηγική ανάπτυξης” για τον κινηματογράφο μας. Οι υπουργοί Πολιτισμού έρχονται και παρέρχονται, ωστόσο πάντα περισσεύουν οι ανέξοδες πολιτικάντικες "δεσμεύσεις" και υποσχέσεις που ουδέποτε υλοποιούνται. Ακόμη και τα αυτονόητα, όπως η δημιουργία Ινστιτούτου Σεναρίου που εισηγείται και η «επιτροπή Γαβρά», φαίνεται να παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες. Αύριο, κατά την τελετή απονομής των Κρατικών Βραβείων Κινηματογράφου, ο υπουργός Πολιτισμού Μιχάλης Λιάπης αναμένεται να ανακοινώσει απλώς ορισμένα ενδεικτικά σημεία του κυοφορούμενου νομοσχεδίου για τον κινηματογράφο, που επεξεργάζεται η ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή. Όπως αναφέρουν κάποιες πληροφορίες, θα εξαιρεθεί η ίδρυση του Ινστιτούτου, που σκοπό θα είχε να ενισχύει οικονομικά και να στηρίζει, με την επίβλεψη ειδικών, Ελλήνων και ξένων, τη συγγραφή σεναρίων. Όσο για το περίφημο 1,5% για τον κινηματογράφο από τα ιδιωτικά κανάλια (η “επιτροπή Γαβρά” εισηγείται την αύξησή του σε 2%, μια και για περισσότερο από 15 χρόνια που ισχύει ο νόμος οι πολιτικοί δεν τολμούν να πιέσουν τους καναλάρχες), ο Μιχάλης Λιάπης θα χρειαστεί υπέρμετρη τόλμη για να κάνει πράξη ό,τι δεν μπόρεσαν οι προκάτοχοί του.
Τι μένει λοιπόν από τη φετινή χρονιά και το 49ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, για το ελληνικό σινεμά; Σίγουρα η ευφρόσυνη έκπληξη που ακούει στο όνομα Αλέξης Αλεξίου (το κινηματογραφικό του ντεμπούτο “Ιστορία 52” είναι η πιο ολοκληρωμένη πρόταση που είδαμε στον ελληνικό κινηματογράφο εδώ και χρόνια), η ακαδημαϊκή αλλά πάντως “αποτελεσματική” μεταγραφή του μυθιστορήματος του Κωνσταντίνου Θεοτόκη “Σκλάβοι στα δεσμά τους” από τον Τώνη Λυκουρέση, η ευφυής δουλειά του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου “Τη νύχτα που Φερνάντο Πεσσόα συνάντησε τον Κωνσταντίνο Καβάφη”, σχόλιο για τα όρια μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, οι “αναζητήσεις” του Αλέξανδρου Αβρανά στο “Without” (τις οποίες άλλοι απορρίπτουν χωρίς πολλή σκέψη και άλλοι επενδύουν σε αυτές υπέρμετρες προσδοκίες), τα production values της ταινίας του Παναγιώτη Καρκανεβάτου “Καλά κρυμμένα μυστικά - Αθανασία”, όπου περισσεύει όμως η εικονογραφία εις βάρος της τόλμης και της ανατροπής, ή οι ευπρόσδεκτες αλλά συγκεχυμένες δημιουργικές “αναλαμπές” του Πέτρου Σεβαστίκογλου στις “Τρεις στιγμές”.
Λένε πως τα τεχνικά μέσα ή τα χρήματα κάνουν τις επιτυχημένες ταινίες. Δεν είναι ακριβώς έτσι. Όσοι ζουν μέσα στον χώρο του ελληνικού κινηματογράφου γνωρίζουν πως αυτά απλώς εξασφαλίζουν (θα εξασφάλιζαν, στην περίπτωσή μας) έναν ικανοποιητικό μέσο όρο, που σήμερα δεν υπάρχει. Έχουν δίκιο φυσικά όσοι επισημαίνουν πως ένα μέρος της ευθύνης για την κρίση που περνάει ο ελληνικός κινηματογράφος το επωμίζονται και οι σκηνοθέτες. Έχουν δίκιο και όσοι προσθέτουν πως είναι παράλογο το ελληνικό κράτος να χρηματοδοτεί περισσότερο τα φεστιβάλ παρά την ίδια την παραγωγή ταινιών (το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για τη χρήση του 2004 είχε στοιχίσει 5.460.971 ευρώ, από τα οποία 24% ήταν διοικητικές δαπάνες, ενώ το 2007 έφτασε τα 9.100.542 ευρώ, με τις διοικητικές δαπάνες, σύμφωνα με πληροφορίες, να ανέρχονται στο 40%).
Ακόμη, εξαιρετικά προβληματική είναι πλέον και η κατάσταση για τις κινηματογραφικές αίθουσες, και του "παραδοσιακού" τύπου, οι οποίες φθίνουν σταθερά, αλλά και για τα μούλτιπλεξ πλέον, καθώς τα εισιτήρια μειώνονται δραματικά. Αυτό πλήττει κυρίως τον ελληνικό κινηματογράφο. Οι τελευταίες εκτιμήσεις μιλούν για πτώση της τάξης του 25% σε σχέση με πέρυσι, και η επιδεινούμενη οικονομική κρίση δεν θα αφήσει ανέπαφο κανέναν. Υπολογίζεται ότι η πτώση μεταφράζεται σε 660.00 λιγότερα εισιτήρια φέτος, και οι ειδήμονες αναφέρουν ότι πλέον είμαστε τρίτοι στην Ευρώπη στο “κατέβασμα” ταινιών από το Ίντερνετ! Έχει καμιά απάντηση για όλα αυτά ο κ. Λιάπης;
No comments:
Post a Comment