Της ΕΛΕΩΝΟΡΑΣ ΟΡΦΑΝΙΔΟΥ
«Ποιο δόντι σε πονάει;» ρωτάει η Γεωργία Βασιλειάδου τον χωρικό στην «Κυρά μας τη μαμή» το 1958. «Ο κάτω δεξιός τραπεζίτης», απαντά αυτός. «Εμ, βέβαια», σχολιάζει, «τραπεζίτης και αριστερός γίνεται;»
Η Αμερική απάντησε σε αυτό, πολύ νωρίς, και είπε πως ναι, γίνεται. Δεν χρησιμοποιήθηκε η λέξη «αριστερός», που δεν υπάρχει καν στο λεξικό στη Βιρτζίνια και την Αϊόβα, αλλά μετά το κραχ του '29 ενέταξε στην κυρίαρχη κινηματογραφική της κουλτούρα το μύθο ότι υπάρχουν καλοί τραπεζίτες, και είναι και απαραίτητοι για να πάει η χώρα μπροστά.
**Στην εποχή των golden boys και των υπό κατάρρευση τραπεζικών κολοσσών ακούγονται όλα αυτά απίθανα. Το 1946 όμως ήταν απολύτως αποδεκτά, κι η απόδειξη ακούει στον τίτλο «Μια υπέροχη ζωή» του Φρανκ Κάπρα. Η αμερικανική αυτή ταινία, μάλιστα, ξαναείπε την ίδια ιστορία και το 1980, επί Ρέιγκαν, τότε που οι θρησκευόμενοι Ρεπουμπλικάνοι έκαναν σύνθημα το «Κάθε Αμερικανός και ένας εκατομμυριούχος», διαλύοντας υπέρ αυτού του σκοπού ό,τι υπήρχε από κοινωνικό κράτος, αντικαθιστώντας το με το μύθο του συμπονετικού κράτους και της καλής τράπεζας!
Στ' αφτιά μας ηχεί παράξενο, διότι η ευρωπαϊκή κουλτούρα και παράδοση ανέκαθεν ποινικοποιούσε τον πλουτισμό, και στη θρησκευτική μας συνείδηση ο τελώνης πήγαινε πάντα στην κόλαση. Αλλά στην άλλη πλευρά του κόσμου η αντιπαράθεση Θεού και χρήματος είναι αδιανόητη! Η αμερικανική πλουτοκρατία -πριν από τις ανώνυμες εταιρείες και την παγκοσμιοποίηση- ένιωθε πως επιτελεί μια περίπου θεία αποστολή προς το εκλεκτό έθνος. Ο πρόεδρος Ουίλσον καλλιέργησε την αμερικανική εξωστρέφεια για να βάλει τη χώρα στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, χρησιμοποιώντας ιδεολογήματα για το κράτος-προστάτη της ειρήνης, για την ειρηνοποιό δύναμη του χρήματος και του εμπορίου κ.λπ. Κι ο Κάπρα, που εξέφρασε στα χρόνια του το κλασικό Χόλιγουντ, τι μας είπε με την ιστορία του φτωχού Τζορτζ Μπέιλι; Οτι ο καπιταλισμός είναι υπέροχος, αρκεί να τον υπηρετούν έντιμοι και καλοί άνθρωποι σαν τον Μπέιλι-Τζέιμς Στιούαρτ και όχι σαν τον αντίπαλό του Ολντ Μαν Πότερ. Εχουμε δει πολλοί την ταινία και οι περισσότεροι θυμόμαστε ότι ο Πότερ είναι μεγαλοτραπεζίτης που ρουφάει το αίμα του κοσμάκη! Ομως, ο Μπέιλι τι ακριβώς επαγγέλλεται; Πόσοι θυμόμαστε ότι είναι κι αυτός τραπεζίτης, μικρός και σεμνός, αλλά τραπεζίτης που χορηγεί δάνεια; Αυτός, ο καλός τραπεζίτης, δανείζει βασιζόμενος στο χαρακτήρα του ανθρώπου και όχι στη φορολογική του δήλωση! Ούτε στην Αμερική του '46 υπήρχε αυτό ούτε σε καμιά άλλη, αλλά ο Κάπρα και οι συμπολίτες του εξιδανικεύουν τον καπιταλισμό, γιατί αυτόν ξέρουν και αυτόν εμπιστεύονται!
Ο Τζέιμς Στιούαρτ ως Μπέιλι τον αμφισβητεί κάποια στιγμή, διότι δεν πραγματοποιήθηκε κανένα του (αμερικανικό) όνειρο και στο τέλος βουλιάζει στον αμερικανικό εφιάλτη, χάνει δηλαδή όλη του την περιουσία. Είναι Χριστούγεννα και μέσα στη δυστυχία του εύχεται να μην είχε γεννηθεί! Και τότε, χάρη στον φύλακα άγγελό του, βλέπει ένα όνειρο: η οικογένειά του και οι κάτοικοι της μικρής του πόλης θα ήταν πολύ δυστυχισμένοι χωρίς αυτόν.
**Στην εποχή των golden boys και των υπό κατάρρευση τραπεζικών κολοσσών ακούγονται όλα αυτά απίθανα. Το 1946 όμως ήταν απολύτως αποδεκτά, κι η απόδειξη ακούει στον τίτλο «Μια υπέροχη ζωή» του Φρανκ Κάπρα. Η αμερικανική αυτή ταινία, μάλιστα, ξαναείπε την ίδια ιστορία και το 1980, επί Ρέιγκαν, τότε που οι θρησκευόμενοι Ρεπουμπλικάνοι έκαναν σύνθημα το «Κάθε Αμερικανός και ένας εκατομμυριούχος», διαλύοντας υπέρ αυτού του σκοπού ό,τι υπήρχε από κοινωνικό κράτος, αντικαθιστώντας το με το μύθο του συμπονετικού κράτους και της καλής τράπεζας!
Στ' αφτιά μας ηχεί παράξενο, διότι η ευρωπαϊκή κουλτούρα και παράδοση ανέκαθεν ποινικοποιούσε τον πλουτισμό, και στη θρησκευτική μας συνείδηση ο τελώνης πήγαινε πάντα στην κόλαση. Αλλά στην άλλη πλευρά του κόσμου η αντιπαράθεση Θεού και χρήματος είναι αδιανόητη! Η αμερικανική πλουτοκρατία -πριν από τις ανώνυμες εταιρείες και την παγκοσμιοποίηση- ένιωθε πως επιτελεί μια περίπου θεία αποστολή προς το εκλεκτό έθνος. Ο πρόεδρος Ουίλσον καλλιέργησε την αμερικανική εξωστρέφεια για να βάλει τη χώρα στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, χρησιμοποιώντας ιδεολογήματα για το κράτος-προστάτη της ειρήνης, για την ειρηνοποιό δύναμη του χρήματος και του εμπορίου κ.λπ. Κι ο Κάπρα, που εξέφρασε στα χρόνια του το κλασικό Χόλιγουντ, τι μας είπε με την ιστορία του φτωχού Τζορτζ Μπέιλι; Οτι ο καπιταλισμός είναι υπέροχος, αρκεί να τον υπηρετούν έντιμοι και καλοί άνθρωποι σαν τον Μπέιλι-Τζέιμς Στιούαρτ και όχι σαν τον αντίπαλό του Ολντ Μαν Πότερ. Εχουμε δει πολλοί την ταινία και οι περισσότεροι θυμόμαστε ότι ο Πότερ είναι μεγαλοτραπεζίτης που ρουφάει το αίμα του κοσμάκη! Ομως, ο Μπέιλι τι ακριβώς επαγγέλλεται; Πόσοι θυμόμαστε ότι είναι κι αυτός τραπεζίτης, μικρός και σεμνός, αλλά τραπεζίτης που χορηγεί δάνεια; Αυτός, ο καλός τραπεζίτης, δανείζει βασιζόμενος στο χαρακτήρα του ανθρώπου και όχι στη φορολογική του δήλωση! Ούτε στην Αμερική του '46 υπήρχε αυτό ούτε σε καμιά άλλη, αλλά ο Κάπρα και οι συμπολίτες του εξιδανικεύουν τον καπιταλισμό, γιατί αυτόν ξέρουν και αυτόν εμπιστεύονται!
Ο Τζέιμς Στιούαρτ ως Μπέιλι τον αμφισβητεί κάποια στιγμή, διότι δεν πραγματοποιήθηκε κανένα του (αμερικανικό) όνειρο και στο τέλος βουλιάζει στον αμερικανικό εφιάλτη, χάνει δηλαδή όλη του την περιουσία. Είναι Χριστούγεννα και μέσα στη δυστυχία του εύχεται να μην είχε γεννηθεί! Και τότε, χάρη στον φύλακα άγγελό του, βλέπει ένα όνειρο: η οικογένειά του και οι κάτοικοι της μικρής του πόλης θα ήταν πολύ δυστυχισμένοι χωρίς αυτόν.
Ξυπνάει και ξανανιώθει τυχερός! Τι κι αν είναι φτωχός σε χρήματα; Είναι πλούσιος σε αισθήματα. Δεν είναι τυχαίο ότι σώζεται από τον πιο πλούσιο άνθρωπο της πόλης, ούτε κι ότι στην τελευταία σκηνή της ταινίας όλοι πίνουν στον «πιο πλούσιο άνθρωπο του κόσμου»! Τα 'χει αυτά ο καπιταλισμός, οι φτωχοί να έχουν άλλα προσόντα, όπως λόγου χάρη καλή καρδιά και κέφια.
Ο Κάπρα ύμνησε το αμερικανικό όνειρο -σωστά- αλλά δόξασε τον μικρό τραπεζίτη -λάθος! Η Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών το βρήκε αυτό πολύ κομμουνιστικό, διότι κανένας Αμερικανός δεν μπορεί να προτάσσει τόσο εξόφθαλμα το κοινό καλό έναντι του δικού του, όταν ο κόκκινος εχθρός στη μακρινή Μόσχα υμνεί την κοινοκτημοσύνη, και έθαψε την ταινία. Ηξερε, επίσης, λένε σήμερα οι ιστορικοί, ότι την υψηλή εποπτεία του σεναρίου είχε ο εκδιωχθείς ως κομμουνιστής από το Χόλιγουντ, Ντ. Τράμπο.
**Το FBI ήθελε τότε λύσεις τύπου Σκρουτζ από το «Πνεύμα των Χριστουγέννων». Τι γίνεται εκεί; Ο πολύ κακός πάμπλουτος Σκρουτζ και γλιτώνει την κόλαση στο τέλος, αφού μετανοεί, και όλο αυτό του κοστίζει μια γαλοπούλα προς την οικογένεια που κατέστρεψε, όχι την περιουσία του! Ο Κάπρα είχε ξαναγυρίσει τον «καλό τραπεζίτη» στην ταινία «American madness», καλλιεργώντας το μύθο του αντικαπιταλιστή τραπεζίτη. Ο πρωταγωνιστής του, Γουόλτερ Χιούστον, υποδύεται τον Τόμας Ντίξον, πρόεδρο τραπεζικού ομίλου ο οποίος εγκρίνει από συμπόνια και κατανόηση προς τους φτωχούς συμπολίτες του δάνεια υψηλού ρίσκου. Η τράπεζα φυσικά χάνει αλλά η αγάπη σώζει!
**Ο διάσημος θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης Ντέιβιντ Μάμετ, πριν από αρκετά χρόνια, τότε που οι τράπεζες ήταν στα ανεβάσματά τους, είχε γράψει στον «Γκάρντιαν» για έναν άλλο «καλό» τραπεζίτη του σινεμά, της ίδιας εποχής, τον Αλ Στέφενσον, από το αριστούργημα του Γουίλιαμ Γουάιλερ «Τα καλύτερά μας χρόνια». Ο Φρέντρικ Μαρτς υποδύεται ένα τραπεζικό στέλεχος που εγκρίνει δάνεια σε στρατιώτες οι οποίοι επέστρεψαν μαζί του από το μέτωπο για να μπορέσουν να ξαναρχίσουν τη ζωή τους.
Ο ιδιοκτήτης της τράπεζας τον μαλώνει, αυτός λέει ό,τι και ο Μπέιλι στην «Υπέροχη ζωή», ότι δηλαδή δανείζει κοιτάζοντας τα μάτια και όχι την τσέπη των στρατιωτών, και... δεν τιμωρείται! Απλώς του λένε να μην το ξανακάνει. Και δεν το ξανάκανε μέχρι να εκλεγεί ο Ρέιγκαν!
**Επί προεδρίας Ρέιγκαν αυτές οι ταινίες ξαναβρήκαν το κοινό τους, διότι το κράτος τελείωσε με τη βοήθεια κι άρχισε με τη συμπόνια. Σαν το ψέμα των καλών τραπεζιτών: απλώς δεν υπήρχε! Την ώρα που η κυβέρνηση διέλυε, με το αντίστοιχο οικονομικό κόστος, τη σοβιετική αυτοκρατορία, το «Μια υπέροχη ζωή» έγινε πρώτη φορά η δημοφιλέστερη αμερικανική ταινία όλων των εποχών, ξεπερνώντας τη μόνιμα πρώτη «Καζαμπλάνκα».
Στη μετά Ρέιγκαν εποχή ο μέσος Αμερικανός προσγειώθηκε στις ΗΠΑ του σήμερα. Διαπίστωσε ότι το εγωιστικό αμερικανικό όνειρο κυριαρχούσε πάντοτε στην αμερικανική πραγματικότητα έναντι της κοινοκτημοσύνης του Μπέιλι, που ήταν πάντοτε στο σινεμά και πάντοτε στην «Υπέροχη ζωή» του Κάπρα. Δεν υπάρχουν αλτρουιστές τραπεζίτες, «οι Μπόνι και Κλάιντ τούς έκλεβαν δικαίως» είπε προ ημερών Νεοϋορκέζα στο CNN. Και το σινεμά συμφώνησε, κι ας χρηματοδοτείται από τις τράπεζες. Το κεφάλαιο δεν έχει ευαισθησίες, πλούσιοι σε αισθήματα είναι μόνο οι φτωχοί. Ετσι, η φετινή τάση συμπλέει πλήρως με την κοινωνική οργή.
**Στο «International», την τελευταία ταινία του Τομ Τίκβερ, ένας πράκτορας της Ιντερπόλ (Κλάιβ Οουεν) και η βοηθός εισαγγελέας του Μανχάταν (Ναόμι Γουάτς) ερευνούν τις εγκληματικές δραστηριότητες ενός διεθνούς τραπεζικού κολοσσού, ο οποίος ενοχοποιείται για ανατροπές πολιτικών καθεστώτων, ξέπλυμα βρόμικου χρήματος και εμπορία όπλων. Η τράπεζα θα γίνει κυνηγός τους -εδώ δεν μιλάμε για πλειστηριασμούς αλλά για δολοφονίες.
**Και στις «Ακραίες καταστάσεις» («The air Ι breathe») του Γιέχο Λι, ο Φόρεστ Γουίτακερ γίνεται ένας δυστυχισμένος τραπεζίτης, ο οποίος, αφού έπαιξε με τα «φουντς» και τις επισφάλειες των στεγαστικών, αποφασίζει να παίξει με την ίδια του τη ζωή. Τη στοιχηματίζει, λοιπόν, σαν καλός παίκτης υψηλού ρίσκου, στον ιππόδρομο.
**Φυσικά, η «Κυρά μας η μαμή» είχε πολύ δίκιο για τους αριστερούς τραπεζίτες, δεν υπάρχουν. Στο ελληνικό όνειρο, φτωχότερο και ταπεινότερο του αμερικανικού, είχαμε τους δικούς μας μύθους. Αν ήσουν ο Τσαγανέας, έπαιζες στο «Μια ζωή την έχουμε», είχες δική σου τράπεζα κι έτρωγες τα λεφτά των καταθετών με γκόμενες. Αν ήσουν ο υπάλληλός του, ο Χορν, έπαιζες στην ίδια ταινία, έτρωγες το εκατομμύριο, πήγαινες φυλακή, ονειρευόσουν τα Κύθηρα του Πουσέν και κατέληγες στο... Τσιρίγο του Αυλωνίτη.
Η τράπεζα χάνει, η αγάπη σώζει
Ο Κάπρα ύμνησε το αμερικανικό όνειρο -σωστά- αλλά δόξασε τον μικρό τραπεζίτη -λάθος! Η Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών το βρήκε αυτό πολύ κομμουνιστικό, διότι κανένας Αμερικανός δεν μπορεί να προτάσσει τόσο εξόφθαλμα το κοινό καλό έναντι του δικού του, όταν ο κόκκινος εχθρός στη μακρινή Μόσχα υμνεί την κοινοκτημοσύνη, και έθαψε την ταινία. Ηξερε, επίσης, λένε σήμερα οι ιστορικοί, ότι την υψηλή εποπτεία του σεναρίου είχε ο εκδιωχθείς ως κομμουνιστής από το Χόλιγουντ, Ντ. Τράμπο.
**Το FBI ήθελε τότε λύσεις τύπου Σκρουτζ από το «Πνεύμα των Χριστουγέννων». Τι γίνεται εκεί; Ο πολύ κακός πάμπλουτος Σκρουτζ και γλιτώνει την κόλαση στο τέλος, αφού μετανοεί, και όλο αυτό του κοστίζει μια γαλοπούλα προς την οικογένεια που κατέστρεψε, όχι την περιουσία του! Ο Κάπρα είχε ξαναγυρίσει τον «καλό τραπεζίτη» στην ταινία «American madness», καλλιεργώντας το μύθο του αντικαπιταλιστή τραπεζίτη. Ο πρωταγωνιστής του, Γουόλτερ Χιούστον, υποδύεται τον Τόμας Ντίξον, πρόεδρο τραπεζικού ομίλου ο οποίος εγκρίνει από συμπόνια και κατανόηση προς τους φτωχούς συμπολίτες του δάνεια υψηλού ρίσκου. Η τράπεζα φυσικά χάνει αλλά η αγάπη σώζει!
**Ο διάσημος θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης Ντέιβιντ Μάμετ, πριν από αρκετά χρόνια, τότε που οι τράπεζες ήταν στα ανεβάσματά τους, είχε γράψει στον «Γκάρντιαν» για έναν άλλο «καλό» τραπεζίτη του σινεμά, της ίδιας εποχής, τον Αλ Στέφενσον, από το αριστούργημα του Γουίλιαμ Γουάιλερ «Τα καλύτερά μας χρόνια». Ο Φρέντρικ Μαρτς υποδύεται ένα τραπεζικό στέλεχος που εγκρίνει δάνεια σε στρατιώτες οι οποίοι επέστρεψαν μαζί του από το μέτωπο για να μπορέσουν να ξαναρχίσουν τη ζωή τους.
Ο ιδιοκτήτης της τράπεζας τον μαλώνει, αυτός λέει ό,τι και ο Μπέιλι στην «Υπέροχη ζωή», ότι δηλαδή δανείζει κοιτάζοντας τα μάτια και όχι την τσέπη των στρατιωτών, και... δεν τιμωρείται! Απλώς του λένε να μην το ξανακάνει. Και δεν το ξανάκανε μέχρι να εκλεγεί ο Ρέιγκαν!
**Επί προεδρίας Ρέιγκαν αυτές οι ταινίες ξαναβρήκαν το κοινό τους, διότι το κράτος τελείωσε με τη βοήθεια κι άρχισε με τη συμπόνια. Σαν το ψέμα των καλών τραπεζιτών: απλώς δεν υπήρχε! Την ώρα που η κυβέρνηση διέλυε, με το αντίστοιχο οικονομικό κόστος, τη σοβιετική αυτοκρατορία, το «Μια υπέροχη ζωή» έγινε πρώτη φορά η δημοφιλέστερη αμερικανική ταινία όλων των εποχών, ξεπερνώντας τη μόνιμα πρώτη «Καζαμπλάνκα».
Στη μετά Ρέιγκαν εποχή ο μέσος Αμερικανός προσγειώθηκε στις ΗΠΑ του σήμερα. Διαπίστωσε ότι το εγωιστικό αμερικανικό όνειρο κυριαρχούσε πάντοτε στην αμερικανική πραγματικότητα έναντι της κοινοκτημοσύνης του Μπέιλι, που ήταν πάντοτε στο σινεμά και πάντοτε στην «Υπέροχη ζωή» του Κάπρα. Δεν υπάρχουν αλτρουιστές τραπεζίτες, «οι Μπόνι και Κλάιντ τούς έκλεβαν δικαίως» είπε προ ημερών Νεοϋορκέζα στο CNN. Και το σινεμά συμφώνησε, κι ας χρηματοδοτείται από τις τράπεζες. Το κεφάλαιο δεν έχει ευαισθησίες, πλούσιοι σε αισθήματα είναι μόνο οι φτωχοί. Ετσι, η φετινή τάση συμπλέει πλήρως με την κοινωνική οργή.
**Στο «International», την τελευταία ταινία του Τομ Τίκβερ, ένας πράκτορας της Ιντερπόλ (Κλάιβ Οουεν) και η βοηθός εισαγγελέας του Μανχάταν (Ναόμι Γουάτς) ερευνούν τις εγκληματικές δραστηριότητες ενός διεθνούς τραπεζικού κολοσσού, ο οποίος ενοχοποιείται για ανατροπές πολιτικών καθεστώτων, ξέπλυμα βρόμικου χρήματος και εμπορία όπλων. Η τράπεζα θα γίνει κυνηγός τους -εδώ δεν μιλάμε για πλειστηριασμούς αλλά για δολοφονίες.
**Και στις «Ακραίες καταστάσεις» («The air Ι breathe») του Γιέχο Λι, ο Φόρεστ Γουίτακερ γίνεται ένας δυστυχισμένος τραπεζίτης, ο οποίος, αφού έπαιξε με τα «φουντς» και τις επισφάλειες των στεγαστικών, αποφασίζει να παίξει με την ίδια του τη ζωή. Τη στοιχηματίζει, λοιπόν, σαν καλός παίκτης υψηλού ρίσκου, στον ιππόδρομο.
**Φυσικά, η «Κυρά μας η μαμή» είχε πολύ δίκιο για τους αριστερούς τραπεζίτες, δεν υπάρχουν. Στο ελληνικό όνειρο, φτωχότερο και ταπεινότερο του αμερικανικού, είχαμε τους δικούς μας μύθους. Αν ήσουν ο Τσαγανέας, έπαιζες στο «Μια ζωή την έχουμε», είχες δική σου τράπεζα κι έτρωγες τα λεφτά των καταθετών με γκόμενες. Αν ήσουν ο υπάλληλός του, ο Χορν, έπαιζες στην ίδια ταινία, έτρωγες το εκατομμύριο, πήγαινες φυλακή, ονειρευόσουν τα Κύθηρα του Πουσέν και κατέληγες στο... Τσιρίγο του Αυλωνίτη.
No comments:
Post a Comment