- Αρχικά έμοιαζε μ' ένα τρελό σχέδιο που κανείς δεν ήθελε να χρηματοδοτήσει. Ομως ο Κώστας Γαβράς το γύρισε το «Ζ». Κι όχι μόνο έστρεψε επί χούντας τα μάτια όλου του κόσμου στη χώρα μας, όχι μόνο είδε τον τίτλο της ταινίας του να γίνεται επαναστατικό σύνθημα παντού, αλλά δημιούργησε κι ένα καινούριο κινηματογραφικό είδος, το πολιτικό θρίλερ, θέτοντας τις χολιγουντιανές φόρμες στην υπηρεσία της αμφισβήτησης και της αντίστασης απέναντι στις εκτροπές κάθε λογής εξουσιαστών. Αγέραστη, σαράντα χρόνια μετά, η πολυβραβευμένη ταινία του επαναπροβάλλεται και στις δύο όχθες του Ατλαντικού, ενώ από την ερχόμενη Πέμπτη θα παίζεται και στην Αθήνα. Ευκαιρία, λοιπόν, να θυμηθούμε ιστορίες που σχετίζονται με την πραγματοποίησή της, «λεπτομέρειες» ίσως, που αναδεικνύουν όμως το κλίμα μιας σημαδιακής εποχής.
* Στις αρχές του 1967, ο Γαβράς έρχεται στην Αθήνα για να επισκεφθεί τους δικούς του. Εχει δύο ταινίες πίσω του, το «Διαμέρισμα δολοφόνων» και το «Un Homme de trop», και φλερτάρει με την ιδέα να μεταφέρει στην οθόνη την «Ανθρώπινη μοίρα» του Μαλρό.
Ανάγνωση στον αέρα
- Ο αδελφός του Αποστόλης, που συμπτωματικά είχε υπηρετήσει στο στρατό μαζί με τον Βασίλη Βασιλικό, του δίνει ένα αντίτυπο του «Ζ». Το διαβάζει στο αεροπλάνο, επιστρέφοντας στο Παρίσι. Και με το που γίνεται το πραξικόπημα, το αποφασίζει: αυτή θα είναι η επόμενη ταινία του και καμιά άλλη.
* Ο Γαβράς θέλει να εξασφαλίσει τα δικαιώματα του βιβλίου, αλλά αδυνατεί να εντοπίσει τον αυτοεξόριστο στην Ευρώπη συγγραφέα. Εντελώς τυχαία, από τη μικρή κόρη του Ζυλ Ντασσέν, μαθαίνει πως ζει στη Ρώμη. Πηγαίνει να τον βρει με τον χαρτοφύλακά του υπό μάλης και συμφωνούν ότι τα δικαιώματα θα ζητηθούν από τον γάλλο εκδότη του «Ζ», τον Γκαλιμάρ, κι ότι δεν θα χρησιμοποιηθούν στην ταινία ασπρόμαυρα ντοκουμέντα, γιατί με την εκρηκτική τους παρουσία θ' αδυνάτιζαν την έγχρωμη φιξιόν.
* Ο Χόρχε Σεμπρούν, που συνυπογράφει το σενάριο με το σκηνοθέτη, διαβάζει το «Ζ» κομματιαστά, ακολουθώντας τους ρυθμούς του γάλλου μεταφραστή. Εχει το ελεύθερο να το αναπλάσει κατά το δοκούν, και ιδού η πιο αποφασιστική επιλογή του: ενώ στο μυθιστόρημα οι δολοφόνοι είναι γνωστοί από την πρώτη σελίδα, στην ταινία αποκαλύπτονται στο τέλος. Η λέξη Ελλάδα δεν αναφέρεται πουθενά. Μόνο μια γραφομηχανή με ελληνικά στοιχεία μαρτυρεί τον τόπο καταγωγής της ιστορίας.
* Βλέποντας τη μία πόρτα να κλείνει μετά την άλλη -οι υπαινιγμοί ότι είχε βάλει και η CIA το χεράκι της στη δολοφονία του ήρωα, φοβίζουν τους γάλλους παραγωγούς που δεν θέλουν να τα τσουγκρίσουν με τους Αμερικάνους- ο Γαβράς πιάνει να ενημερώσει τους συνεργάτες του ότι το σχέδιο ναυαγεί. Ο ανερχόμενος ηθοποιός Ζακ Περέν, που θα κρατούσε τον ρόλο του ρεπόρτερ, του προτείνει: «Εχω κάτι λεφτά και μερικούς φίλους στην Αλγερία. Θες να πάμε να δούμε αν μπορούμε να τη γυρίσουμε εκεί;»
Αντιρρησίας συνείδησης στον γαλλο-αλγερινό πόλεμο, ο Περέν διατηρούσε τις καλύτερες σχέσεις με τους γνωστούς του από το αντάρτικο - ένας μάλιστα απ' αυτούς, ο Μπενί Χαγιά, ήταν τότε υπουργός.
Το Αλγέρι ως Θεσσαλονίκη
Ο Περέν έστησε δική του εταιρεία παραγωγής που συμμετείχε κατά 40% στην ταινία και τα υπόλοιπα έβαλαν οι Αλγερινοί, όχι σε μετρητά, αλλά σε είδος - τεχνικές διευκολύνσεις, κομπάρσους, και το Αλγέρι ως φυσικό ντεκόρ, στη θέση της Θεσσαλονίκης.
* Οταν ο Γαβράς ζήτησε από τον Θεοδωράκη να γράψει τη μουσική της ταινίας, ο Μίκης βρισκόταν εξορία στη Ζάτουνα. Αποδέχτηκε την πρόταση αμέσως, αρκεί να διάβαζε το σενάριο. Μολονότι η επαφή μαζί του ήταν απαγορευμένη, η σύζυγος του σκηνοθέτη ταξίδεψε ώς εκεί για να του παραδώσει το χειρόγραφο αλλά συνελήφθη και έτσι η σκυτάλη του εγχειρήματος πέρασε στον Ζακ Περέν.
* Ο τελευταίος είχε δώσει ραντεβού με τη Μυρτώ Θεοδωράκη σε ξενοδοχείο της Τρίπολης, αλλά πριν προλάβει να της δώσει το σενάριο, επενέβησαν και πάλι οι αρχές για να το κατασχέσουν. Κι έτσι ο Μίκης έδωσε το ελεύθερο στον Γαβρά να αξιοποιήσει ό,τι θέλει από την ήδη γνωστή δουλειά του.
* Το «Γελαστό παιδί», που για τον Λαμπράκη είχε γραφτεί ουσιαστικά, μπήκε στο στόμα των επαναστατών στο Ιράν, των Τουπαμάρος, των τούρκων διαδηλωτών στις απεργίες της Πρωτομαγιάς, ώς και ύμνος μιας περίεργης απελευθερωτικής οργάνωσης στο Μόντρεαλ έγινε. Μετά το θέμα του Ζορμπά, αποδείχτηκε η δεύτερη σε δημοτικότητα από τις διεθνείς μουσικές του Μίκη. Κι από τους πρώτους που το ενέταξαν στο ρεπερτόριό τους ήταν ο αυστραλός κιθαρίστας Τζον Ουίλιαμς.
* Παραμονές των γυρισμάτων, το καλοκαίρι του '68, ο Μοντάν, ως άψογος επαγγελματίας, τηλεφωνεί στον Βασιλικό γεμάτος απορία: «Τι είδους πουκάμισα φορούσε ο Λαμπράκης; Με χαμηλό κολάρο ή με ψηλό;»...
Το τρίκυκλο της ταινίας
- Ο Βασιλικός προτίμησε να μην βαρύνει τον σκηνοθέτη με την παρουσία του στα γυρίσματα, αλλά ήταν παρών στο πρώτο μοντάζ. «Δεν πρόσεξες ένα μεγάλο λάθος;» τον ρώτησε κάποια στιγμή ο Γαβράς. Τι εννοούσε; Οτι το μοιραίο τρίκυκλο εμφανιζόταν στο φιλμ με τρείς ισομεγέθεις ρόδες, ενώ στην πραγματικότητα η μπροστινή του ήταν μεγαλύτερη από τις άλλες.
* Υπάρχει στο «Ζ» μια σκηνή, όπου πίσω από τον Λαμπράκη/Μοντάν δεσπόζει ένα τεράστιο πορτρέτο του Νίκου Μπελογιάννη. Που βρέθηκε; Ηταν μεγεθυμένη η μικροσκοπική φωτογραφία του έλληνα αγωνιστή, αντίτυπο της οποίας είχε από το 1953 σε περίοπτη θέση, στο τζάκι του σπιτιού της, η Σιμόν Σινιορέ. Εκείνη την είχε δανείσει στον Γαβρά, και την παρέλαβε άθικτη μετά το τέλος των γυρισμάτων.
Ποιο ήταν το αντίδωρο του σκηνοθέτη; Ενα αντίγραφο του περίφημου σκίτσου του Πικάσο «Ο άνθρωπος με το γαρίφαλο», που ακριβώς πάνω σ' εκείνη τη φωτογραφία βασιζόταν.
* Ολοι οι γάλλοι ηθοποιοί, αρχής γενομένης από τον Τρεντινιάν, έπαιξαν στο έργο με ποσοστά. «Εκτός από την Ειρήνη Παπά, που ζήτησε δέκα χιλιάδες δολάρια μετρητά και τα πήρε. Μου το έλεγε ο Κώστας αυτό, με κάποια πίκρα», γράφει ο Βασιλικός στην αυτοβιογραφία του.
Ο ίδιος ο συγγραφέας έζησε με τα έσοδα από την ταινία για μια εικοσαετία, ο Ζακ Περέν έκανε με τα κέρδη του άλλες δεκαπέντε παραγωγές, ενώ και οι Αλγερινοί με τα δικά τους, έστησαν την εθνική τους κινηματογραφία. Οσο για τον Γαβρά, όπως έχει δηλώσει, πούλησε τα δικαιώματα του «Ζ» σε ιταλό διανομέα για 60.000 δολάρια, ανύποπτος κι ο ίδιος για τη μελλοντική εμπορική επιτυχία του έργου.
* Από τα άπειρα άρθρα που δημοσιεύονται στο Διαδίκτυο σχετικά με το «Ζ», υπάρχει και η μαρτυρία ενός Αμερικανού από το Τέξας, που το 1969, βλέποντας στο τηλεοπτικό σόου του Τζόνι Κάρσον τον Ιβ Μοντάν να δηλώνει ότι οι κινήσεις του ελέγχονται από το FBI κι ότι μόνο 24ωρη βίζα δικαιούται πια, σοκαρίστηκε από το πόσο σοβαρά είχε πάρει η αμερικανική κυβέρνηση την ταινία.
«CIA εναντίον Ζ»
Με το που άρχισε λοιπόν να προβάλλεται στο Χιούστον, έσπευσε να τη δει. Πήγε σε μεσημεριανή προβολή, γράφει, και η αίθουσα ήταν άδεια. Υπήρχε όμως ένας κοστουμαρισμένος τύπος πίσω του, που φρόντισε να καταγράψει τον αριθμό του αυτοκινήτου του! Την ίδια χρονιά, συνεχίζει, οι εφημερίδες δημοσίευαν δήλωση του αρχηγού της CIA, Εντγκαρ Χούβερ, σύμφωνα με την οποία κανείς πιστός Αμερικανός δεν έπρεπε να πληρώσει χρήματα για να δει το «Ζ»- θα 'ταν αντιπατριωτικό... *