Friday, November 28, 2008

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΑΙΝΙΩΝ | ΠΕΜΠΤΗ 27 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

Φωτογραφία

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΑΙΝΙΩΝ | ΠΕΜΠΤΗ 27 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

Τον Τζορτζ Μπους τον νεότερο ως περίπτωση ειδική και κλινική μελετά ο Ολιβερ Στόουν με το «W», παίζοντας ανάμεσα στη σάτιρα και το δράμα, που καταλήγει όμως σε μελόδραμα

Ποσοτικά συρρικνωμένη η νέα κινηματογραφική εβδομάδα, με τον Ολιβερ Στόουν να αποπειράται μια επιλεκτική βιογραφία του απερχόμενου Αμερικανού προέδρου Τζορτζ Μπους με το «W», τον Πέτρο Φιλιππίδη να διαδέχεται τον Κώστα Χατζηχρήστο σε ένα σύγχρονο ριμέικ του «Ηλία του 16ου» και τη Γερμανίδα Ντόρις Ντόρι να αφηγείται μια συγκινητική ιστορία έρωτα και απώλειας με τις «Ανθισμένες κερασιές», την πιο ενδιαφέρουσα πρεμιέρα του επταημέρου.

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΑΙΝΙΩΝ | ΠΕΜΠΤΗ 27 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

Ρόμπυ Εκσιέλ

«ΑΝΘΙΣΜΕΝΕΣ ΚΕΡΑΣΙΕΣ»

Μαθαίνοντας πως ο άντρας της ο Ρούντι πάσχει από μια ανίατη ασθένεια και του μένει λίγος χρόνος ζωής, η Τρούντι αποφασίζει να μην του πει τίποτα, παρά μόνο να του κανονίσει ταξίδια.

«Ο ΗΛΙΑΣ ΤΟΥ 16ου»

Ο Ηλίας, ο Θωμάς και ο Βαγγέλης, φίλοι και γκαρσόνια στο επάγγελμα, αποφασίζουν να κλέψουν τον πανούργο κυρ Λάμπρο, αφεντικό του τρίτου, ιδιοκτήτη καφενείου, ενεχυροδανειστή και κλεπταποδόχο. Και οι τρεις βρίσκονται σε ανάγκη καθώς πνίγονται από τα χρέη. Μόνο που η διάρρηξη δεν έχει την επιθυμητή εξέλιξη.

«W»

Ποιος είναι ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος; Κανονικά επί τρέχουσας πλανηταρχίας Ομπάμα, του παραπάνω ερωτήματος θα έπρεπε να προηγηθεί ένα άλλο: Ποιος νοιάζεται;

Κοινωνία, ο Ηλίας σου είμαι!

Φωτογραφία

Του Δημήτρη Δανίκα, ΤΑ ΝΕΑ: Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2008

«Ο Ηλίας του 16ου»: Πετράν έλεος! Εξαιτίας σου παραλίγο να πεθάνω από γελωτοθεραπεία
Νεκροί σώζουν ζωντανούς.

Ύστερα από πενήντα χρόνια, Σακελλάριος και Γιαννακόπουλος «επιστρέφουν» με το σενάριο το θρυλικό και ξελασπώνουν από την ανυποληψία και την πληξάρα το ελληνικό καφενείο το κινηματογραφικό!
Δύο οι πυλώνες του Σινεμά. Πριν από τη σκηνοθεσία, πριν απ΄ όλα τα τεχνικά. Σενάριο και καστ. Έτσι και οι σιδερόβεργες των θεμελίων αντέξουν σε κάθε σεισμό, τότε ο σκηνοθέτης πίνει το καφεδάκι του και παριστάνει τον τροχονόμο των ηθοποιών. Υπερβολές; Μπορεί. Αν όμως δείτε το ριμέικ του «Ηλία», θα καταλάβετε τι θέλω να πω. Άχρωμη, άγευστη, αμήχανη και εντελώς απρόσωπη η σκηνοθεσία του Νίκου Ζαπατίνα. Και τι μ΄ αυτό; Απλώς το παλικάρι έχασε μεγίστη ευκαιρία να υπογράψει αριστούργημα μοναδικό. Παρ΄ όλα αυτά, τα γέλια από το δεύτερο ημίχρονο και μετά σε κάνουν να κυλιέσαι στο πάτωμα και να κινδυνεύεις να πάθεις έμφραγμα από τα κακαρίσματα τα πολλά. Πού οφείλεται αυτό; Πρώτα στο ιδιοφυές σενάριο των δύο νεκρών και αμέσως μετά στον Πέτρο Φιλιππίδη, ο οποίος καταφέρνει στα ίσια να κερδίσει μια θέση στο πλευρό του Κώστα Χατζηχρήστου χωρίς να τον αντιγράψει ούτε λεπτό.

Όπως καταλαβαίνετε, ένα το μοναδικό κριτήριο κάθε κωμωδίας, ανεξαρτήτως προέλευσης, ονομάτων και ιστορίας. Το γέλιο. Αυτονόητο. Γελάς; Ε, είναι καλή. Δεν γελάς; Για τα μπάζα η δουλειά. Τόσο απλά. Όλα τ΄ άλλα απλώς φλυαρίες, εγκεφαλικοί αυνανισμοί και σχηματικές θεωρίες. Έχουμε και λέμε λοιπόν. Ο Πετράν ξελασπώνει τον Ζαπατίνα. Οι δύο μεγάλες σκηνές, η πρώτη μέσα στο σπίτι της χαρτοπαίκτρας της Αλέκας και η δεύτερη στο αστυνομικό τμήμα όπου παραδίδει μαθήματα αθάνατης ελληνικής πονηριάς επιπέδου Οδυσσέα, σε στέλνουν αδιάβαστο από τα γέλια. Ο Θανάσης Τσαλταμπάσης, ο Θωμάς ντε, δηλαδή ο Θανάσης Βέγγος, στο πρώτο ημίχρονο αμήχανος και σχεδόν «αόρατος». Από τη στιγμή που συλλαμβάνεται και πέφτει πάνω στον Ηλία, ανάβει τη μηχανή και ενσωματώνεται στο κλίμα. Η σύγκριση με τον Βέγγο τον αδικεί. Εδώ που τα λέμε δεύτερο Βέγγο η Ελλάδα δεν έχει βρει. Αν τώρα προσθέσω σε όλα αυτά και την Μπαζάκα, που παίζει την Αλέκα με το δικό της στυλ, καθώς και τον πάντα σωστό και καλό Αντώνη Αντωνίου (τον Λάμπρο), τότε καταλήγω πως πλειοψηφικά το καστ μια χαρά, να ΄ναι καλά όλα τα παιδιά. Για να τελειώνω με την «κατασκευή», δυο λόγια για τη σκηνοθεσία, την άχρωμη και γραφική. Χωρίς ίχνος ρίσκου, χωρίς έμπνευση μικρή. Τη μια στιγμή να μαϊμουδίζει Αθήνα του ΄50 και την άλλη να παριστάνει τη σημερινή. Μα πώς μπορεί! Το κείμενο πλούσιο σε αφορμές και σε πολυεπίπεδες κοινωνικές αναφορές. Ακόμα και ένα ταλαντούχο μειράκιον κινηματογραφικής σχολής θα σκάλι ζε τα πάντα από την αρχή. Λάθος επιλογή.

Άφησα τελευταία τη σεναριακή γραφή. Σπουδαία στιγμή. Το ριμέικ μ΄ έκανε να δω και να απολαύσω μια ιστορία απίστευτα πολυεπίπεδη, ουσιαστική και αυθεντική. Προσέξτε τη διαβολεμένη διαδικασία, όπου δράση, ίντριγκα και χαρακτήρες διαπλέκονται αρμονικά με την κοινωνία. Έτσι σκόρπια όπως τα εξέλαβα βλέποντας την ταινία. Ο Ηλίας, ο Θωμάς και ο Βαγγέλης (Κώστας Αποστολάκης) εξ ανάγκης καταστρώνουν αυτήν την άπαικτη ληστεία. Η οποία παρεμπιπτόντως αναφέρεται στο ιταλικό «Ο κλέψας του κλέψαντος». Εξ ανάγκης, γιατί άνεργοι, χωρίς ψωμί. Αντιθέτως η ερίτιμος κυρία Αλέκα μετά του ευυπόληπτου συζύγου της κλέβουν και εξαπατούν για να ικανοποιήσουν το βίτσιο τους και τη χαρτοπαικτική τους μανία. Έτσι το κατώτερο προσωπικό αναδεικνύεται σε ανώτερο και τούμπα η ταξική διάταξη της κοινωνίας. Δεν τελειώσαμε. Ανώτερος ο δείκτης ευφυΐας του Ηλία απ΄ αυτόν του αξιωματικού της Αστυνομίας. Αίλουρος Οδυσσέας, κατευθείαν απόγονος του Καραγκιόζη και του Θεάτρου Σκιών. Ο κλασικός τύπος της ελληνικής περιπέτειας. Διαφεύγει, επιβιώνει και διαρκώς τα καταφέρνει. Ακολουθεί δικά του μονοπάτια. Ασύλληπτος και πονηρός. Αμ, πώς αλλιώς! Η μεταμφίεση του Ηλία κλασική συνταγή. Κλεφτρόνι ο αστυνομικός. Έξω κούκλα, μέσα πανούκλα. Ποιος ο κλέφτης, ποιος ο αστυνομικός; Μα ο κλέφτης είναι τίμιος και σωστός. Αντιθέτως ο αστυνομικός, δηλαδή ο νόμος, κωθώνι και αραχτός. Ποιος λοιπόν ο καλός; Εδώ σε θέλω. Αυτός ο σημειολογικός ο άξονας ο τρομερός. Καταλάβατε παιδιά της βαριάς κουλτούρας; Οι αθάνατοι ημών πρόγονοι παραδίδουν από τον τάφο τους μαθήματα σημειολογίας. Έτσι ακριβώς. Γιατί αν κάνουμε μια απλή αναγωγή, τότε ολόκληρη η φτωχή πλην τιμία Ελλάς είναι αυτός ο Ηλίας με τον οποίο γελάς. Μαϊμού του νόμου από τη μια. Η γάτα του δρόμου από την άλλη. Μέσα, έξω και πλαγίως. Έτσι πορευόμαστε τους τελευταίους αιώνες. Έτσι υπάρχουμε, έτσι διαφεύγουμε, έτσι επιβιώνουμε. Ο Ηλίας σύμβολο μιας πρωτοφανούς, ελληνικής παραδοξολογίας. Κοινωνία, ο Ηλίας σου είμαι!
«Ο Ηλίας του 16ου»
Μόνο το δεύτερο ημίχρονο Άχρωμη σκηνοθεσία Εξαιρετική του Πέτρου Φιλιππίδη
η ερμηνεία
ΒΑΘΜΟΙ=
Ξεκαρδιστικό!

Κουράγιο, η αγάπη δεν πεθαίνει ποτέ

Από την Ευρώπη (Γερμανία), η τρίτη και τελευταία πρεμιέρα αυτού του επταημέρου. Τίποτα δεν είναι τυχαίο, τίποτα συμπτωματικό. Ο λόγος απλός. Τα action movies και τα χάρτινα ντεκόρ, οι πιτσιρικάδες τα μασάνε στο download. Τόσο, σου λέει, αξίζουν. Εικόνες της μιάμισης δραχμής. Αντιθέτως, έτσι και η ιστορία έχει ψαχνό και κάποιο «θέμα» ιδιαίτερο και ελκυστικό, να τη πετιέται από τον κινηματογράφο τον ευρωπαϊκό!

«Cherry blossoms»- Ανθισμένες κερασιές- της Ντόρις Ντόρι με πρωταγωνιστή τον ασπρομάλλη Έλμαρ Βέπερ να ραντίζει το κοινό με ρεσιτάλ ερμηνευτικό. Το στόρι άκρως συγκινητικό. Και είναι γερμανικό. Αν είναι δυνατόν. Έχουμε και λέμε λοιπόν. Συνταξιούχος και χήρος με τρία παιδιά (κάτι σαν τον βασιλιά Ληρ) είναι απαρηγόρητος από την απώλεια και τη μοναξιά, Χωρίς εσένα δεν μπορώ να ζήσω πια. Αποφασίζει λοιπόν να ταξιδέψει μέχρι την Ιαπωνία και με τον γιο του που δουλεύει εκεί να συγκατοικήσει προσωρινά. Ο λόγος έχει να κάνει με την ανοικτή πληγή και τον καημό που έχει στην καρδιά. Ιαπωνία, ο αγαπημένος προορισμός της αγαπημένης του που έφυγε μακριά. Οι ανθισμένες κερασιές, αυτό το όνειρο της αγάπης του που τον κοιτάει
«Ανθισμένες κερασιές»
Συνταξιούχος μόνος στην ερημιά Ευτυχώς υπάρχει μια φιλική καρδιά Τρυφερό και γλυκόπικρο
ΒΑΘΜΟΙ=5 1/2
(ψίχουλα αγάπης)
από ψηλά. Στην αρχή αμήχανος και ξένος ανάμεσα σε ξένους. Ακόμα και για τον γιο του, που τον έχει πάρει η μπάλα της δουλειάς. Στη συνέχεια, με τον χώρο συμφιλιωμένος. Μια νεαρή, μοναχική ύπαρξη από την Ιαπωνία αρχίζει να του κάνει συντροφιά. Τα παιδιά του τον αντιμετωπίζουν με περιφρόνηση γλυκιά. Από μια ξένη η συντροφική, ανιδιοτελής καρδιά. Α few good men. Λίγοι καλοί άνθρωποι. Ούτε συγγενείς, ούτε παιδιά. Πάντα με τα μάτια ανοικτά. Διαθέσιμος σε κάθε φιλική, ανθρώπινη, ζεστή συντροφιά.

Στρωτή η σκηνοθεσία, ευπρεπείς όλες οι ερμηνείες, εξωτικοί οι χώροι, politically correct η ιστορία. Ο κόσμος σκληρός και αφιλόξενος. Όμως, σε κάθε γωνιά κτυπάει μια καρδιά. Η Αγάπη ποτέ δεν πεθαίνει. Κουράγιο παιδιά. Ποτέ δεν είναι αργά. Κοινοτοπίες δηλαδή, αλλά με εικόνες που εκπέμπουν αισθήματα ζεστά!

Για όλα φταίει ο μπαμπάς

Το ΄γραψα από τη Θεσσαλονίκη. Το «W» του Όλιβερ Στόουν, πολιτική βιογραφία στα χαρτιά. Γιατί, στην πράξη, μία ακόμα σπαγκέτι ιστορία με τίτλο «Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος». Όπου καλός ο Κόλιν Πάουελ, ο τέλειος δημοκρατικός. Κακός ο Ντικ Τσέινι, ο σατανικός. Και άσχημος, ο Τζορτζ Μπους junior ο χαζός!

Το πρόβλημα δομικό. Όποιος απομονώσει τον πολιτικό από το περιβάλλον, τους συσχετισμούς και τις αληθινές, υπαρκτές δυνάμεις που τα νήματα κινούν, τότε αντί για πολιτική, καταλήγει στην πλαστογραφία τη συνειδητή. Παράδειγμα, η ιστορία του Μπους. Ποια τα νεανικά ολισθήματα του παιδιού; Μα φυσικά τα ξενύχτια, τα ποτά και τα κορίτσια. Σιγά τον κολασμένο αρχηγό. Πάμε παρακάτω. Ποιο το πρόβλημα που τον έκανε κακό; Μα φυσικά η κόντρα που είχε με τον πατέρα του και πρόεδρο των ΗΠΑ. Η υποτίμηση του senior για τον junior φταίει για τους τρεις πολέμους που κήρυξε η Αμερική σε Αφγανιστάν, Ιράκ και τρομοκρατία. Ψυχανάλυση επιπέδου πρώτου έτους του Πανεπιστημίου Αθηνών. Δέρνει ο πατέρας τον γιο, δέρνει εκείνος τον λαό. Δηλαδή αν ο μπαμπάς δεν δημιουργούσε σύνδρομο κατωτερότητας στον γιο, μια χαρά ο Μπους για τον Ιρακινό. Και ποιος ο σύμβουλος ο τρομερός; Μα φυσικά ο Ντικ Τσέινι ο σατανικός. Ε, δεν θα το πιστέψετε. Κάπου στη μέση αυτής της σχηματικής ιστορίας, έπιασα τον εαυτό μου να τρέφει αισθήματα συμπάθειας και συμπόνιας γι΄ αυτόν!

Τώρα αν πάρω στα σοβαρά αυτό το πολιτικό χρονικό, θα καταλήξω σε κάτι εξωφρενικό. Ο Τζορτζ Μπους senior, ένας από τους σπουδαιότερους και σοφότερους προέδρους της Αμερικής. Όχι μό νο γιατί έκανε έναν πόλεμο- εναντίον του Σαντάμ- χωρίς να ανοίξει μύτη αμερικανική, αλλά και επειδή από την αρχή είχε προβλέψει το χαμηλό ΙQ του υιού και προσπάθησε να τον αποτρέψει από την πολιτική. Έλεος δηλαδή!

Το ίδιο πρόβλημα και στην κατασκευή. Μία σκηνή από το παρελθόν, μία δεύτερη με τον Μπους και το υπουργικό του συμβούλιο να καταστρώνουν επιχείρηση πολεμική. Με έναν λόγο, σαν να διαβάζεις ρεπορτάζ γραμμένο στο πόδι και συρραφή ανεκδότων που κυκλοφορούν για τον Μπους. Έξω από το κάδρο οι κυρίαρχες πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις του κατεστημένου. Έξω από το κάδρο η χειραγώγηση του κοινού. Έξω από το κάδρο η μεγάλη οικογένεια των Δημοκρατικών, που σε πολλές κρίσιμες επιλογές συμφώνησαν και ακολούθησαν τον αρχηγό. Έξω το παρασκήνιο το καταλυτικό.

Μέσα σ΄ αυτό το χάρτινο ανθρώπινο ντεκόρ, σχηματική και η ταυτοπροσωπία του Τζος Μπρόλιν με τον W. Θα μέτρησα και δέκα φορές να τρώει με λαιμαργία χάμπουργκερ παχουλό και ο φακός του Στόουν να τον παραμορφώνει, ώστε με κανίβαλο να τον κάνει να μοιάζει. Ύπουλο το κτύπημα, εύκολο το γύρισμα. Κάτι περισσότερο έξυπνο, παρακαλώ, ώστε να αποδειχθεί το υψηλό ΙQ του Στόουν έναντι του πανάθλιου εχθρού. Όλοι οι άλλοι, δηλαδή Τζέιμς Κρόμγουελ (πατήρ Μπους), Ρίτσαρντ Ντρέιφους (Ντικ Τσέινι), Τζέφρι Ράιτ (Κόλιν Πάουελ), Θάντι Νιούτον (Κοντολίζα Ράις) καλοφτιαγμένες καρικατούρες, κατάλληλες για εφήμερες γελοιογραφίες!
«W»
Σπαγκέτι πολιτική βιογραφία Γ ια όλα φταίει ο μπαμπάς Χαζούλης συμπαθητικός
ΒΑΘΜΟΙ=4
(για Αμερικανάκια με ΙQ Μπους)


O Mπους αντιμέτωπος με τον Ηλία του 16ου!

Φωτογραφία

Ταινίες που κέρδισαν το κοινό του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης προβάλλονται αυτή την εβδομάδα

O Mπους αντιμέτωπος με τον Ηλία του 16ου!

Δύο ταινίες που έκαναν στη Θεσσαλονίκη τη δική τους αίσθηση βγαίνουν μαζί στην Αθήνα. Ο εγχώριος «Ηλίας του 16ου» με τη νέα μορφή του και τον Πέτρο Φιλιππίδη και το «W» ή ο κατά Ολιβερ Στόουν Τζορτζ Μπους. Μαζί τους κι ένα διακριτικό, χαμηλού προφίλ αλλά και έντονου συναισθήματος γερμανικό φιλμ, οι «Ανθισμένες κερασιές», με υποψηφιότητα ανδρικής ερμηνείας στην Ευρωπαϊκή Ακαδημία Κινηματογράφου.

«Ο Ηλίας του 16ου»

«Ο Ηλίας του 16ου»

Ελλαδα, 2008
Σκηνοθεσια:
Νικος Ζαπατινας
Παιζουν: Πετρος Φιλιππιδης, Θεμις Μπαζακα

Τα γράψαμε για τον «Ηλία του 16ου» από την πρεμιέρα του στη Θεσσαλονίκη, τις μέρες του Φεστιβάλ, τα συνοψίζουμε τώρα που βγαίνει στις αίθουσες. Το πετυχημένο remake της κινηματογραφικής κωμωδίας του Αλέκου Σακελλάριου από το θεατρικό έργο του ίδιου και του Χρήστου Γιαννακόπουλου στέλνει αυτή τη στιγμή ένα μήνυμα, σε όποιον θέλει να το εισπράξει. Πως μπορούν να στραφούν στο παρελθόν του ελληνικού κινηματογράφου κι αφού έχασαν τη ροή και τη συνέχεια να ανακτήσουν τουλάχιστον επαφή από τα ίδια τα έργα. Και να αναδείξουν νέους ηθοποιούς στους κλασικούς ρόλους των προκατόχων τους. Ο Φιλιππίδης είναι αριστουργηματικός, η σκηνοθεσία ευρηματική αλλά κι αδύναμη στην επίτευξη ενιαίας ερμηνείας από το σύνολο των ηθοποιών, το μοντάζ αδυνατεί στις εναλλαγές των κοντινών πλάνων, το φινάλε και ως ιδέα αλλά και ως σκηνοθετική πραγμάτωση είναι καλύτερο από το πρωτότυπο.

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας.

«W»

«W»

ΗΠΑ, 2008
Σκηνοθεσια:
Ολιβερ Στοουν
Παιζουν: Τζος Μπρολιν, Ελεν Μπερστιν, Ριτσαρντ Ντρεϊφους

Για να κατανοήσει κανείς την ουσία αλλά και την αξία ή μη αυτής της ταινίας του Ολιβερ Στόουν, ας ασχοληθεί με τον πρωταγωνιστή Τζος Μπρόλιν και με την ερμηνεία του. Είναι καλός ο Μπρόλιν; Ούτε συζήτηση. Εξοχος! Είναι όμως ο Μπους; Χμ! Εδώ πώς να απαντήσεις «ναι», χωρίς μια δεύτερη σκέψη; Οπου η δεύτερη σκέψη είναι πολύ πιθανό να σε οδηγήσει στο «όχι». Κι αυτό γιατί; Μα επειδή ο Μπους είναι πρόσωπο γνωστό, υπαρκτό, ενεργό. Κι ο Μπρόλιν δεν του μοιάζει ούτε φυσιογνωμικά. Διότι υποδύεται τον Μπους του Στόουν κι όχι τον Μπους που ξέρουμε. Εδώ είναι που σκοντάφτει η ταινία, στην ανωριμότητα θέματος αλλά και δέκτη. Ο Ολιβερ Στόουν είναι δραματουργός. Δεν είναι καθηγητής της Ιστορίας. Οι κρίσεις, όμως, γύρω από αυτόν και ειδικά γύρω από τον «W» (όπως, άλλωστε, και γύρω από τον «Αλέξανδρο») είναι κριτικές για ιστορικό πόνημα παρά για φιλμ, για δραματουργική επεξεργασία. Δεν έχω ακούσει από κανέναν κάποιο σχόλιο που να αφορά τη δραματουργική εκδοχή της υπόθεσης που είναι και το ζητούμενο.

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας


«Ανθισμένες κερασιές»

«Ανθισμένες κερασιές»

Γερμανια, 2008
Σκηνοθεσια:
Ντορι Ντορι
Παιζουν: Ελμαρ Βέπερ

Συγκινητική ταινία από τη Γερμανία. Οταν ο σύζυγος χάνει τη σύντροφότου κι αποφασίζει να πραγματοποιήσει τις επιθυμίες της, προσπαθώντας να επικοινωνήσει με την υφή της μέσα από αυτό τον τρόπο. Το έργο δεν είναι καθόλου καταθλιπτικό. Κάθε άλλο.

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας.


Επίσης προβάλλονται

Πέμπτη, 20.11.08
- «Κούρσα θανάτου» (Death race). Περιπέτεια δράσης με τον καλό του είδους Τζέισον Στέιθαμ. Oμως ανήκει στην κατηγορία των ταινιών που τις κατεβάζουν αλόγιστα από το Internet, μιας και δεν υπάρχει ο παραμικρός σεβασμός απέναντι στο σινεμά σε Ρωσία, Κίνα και Ελλάδα- οι τρεις χάριτες της αντικινηματογραφικής παρανομίας.

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας.



- «Το τρένο του μεσονυχτίου» (Midnight meat train). Θρίλερ με κατακρεουργημένα πτώματα στο μετρό της Νέας Υόρκης.

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας.



ΤΙΜΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ, Ελεύθερος Τύπος, Πέμπτη, 27.11.08

Η ανατομία ενός συμπαθητικού αλλά επικίνδυνου προέδρου

Φωτογραφία



Την «άλλη», οικογενειακή πλευρά, του Αμερικανού προέδρου George W. Bush, πλάι στην επικίνδυνη πολιτική δράση του, αποπειράται να δώσει ο σκηνοθέτης Ολιβερ Στόουν στην επίμαχη ταινία του, «W.», που προβάλλεται αυτή τη βδομάδα, σ' ένα πρόγραμμα με δύο μόνο νέες ταινίες: την ελληνική κωμωδία «Ο Ηλίας του 16ου» του Νίκου Ζαπατίνα, που έχει μονοπωλήσει τις περισσότερες αίθουσες της Αθήνας και της επαρχίας, και τη γερμανική «Ανθισμένες κερασιές» της Ντόρι Ντόρι. Στο πρόγραμμα και ένα πολύ ενδιαφέρον αφιέρωμα στις ιαπωνικές ταινίες τρόμου και φαντασίας (κινηματογράφος «Αφαία»).


W.
Ο Τζος Μπρόλιν στον ρόλο του Αμερικανού προέδρου στην ταινία «W.» του Ολιβερ Στόουν.
ΗΠΑ, 2008. Σκηνοθεσία: Ολιβερ Στόουν. Σενάριο: Στάνλεϊ Γουάιζερ. Ηθοποιοί: Τζος Μπρόλιν, Ελίζαμπεθ Μπανκς, Ελέν Μπερστίν, Τζέιμς Κρόμγουελ, Ρίτσαρντ Ντρέιφους, Σκοτ Γκλεν, Τάντι Νιούτον, Στέισι Κιτς, Τόμπι Τζόουνς, Τζέφρι Ράιτ. 129'

***
Αρκετά συναρπαστική βιογραφία του αποχωρούντος προέδρου Μπους, που εστιάζεται περισσότερο στην προσωπική ζωή του παρά στην πολιτική του δράση. Εξαιρετικός στον ρόλο ο Τζος Μπρόλιν.

Τον George W. Bush, καβγατζή, πότη, σπόρτσμαν, ρέμπελο γυναικά, μαύρο πρόβατο μιας πλούσιας οικογένειας επιχειρηματιών, θρησκόληπτο, τέλος, χριστιανό και εκδικητικό (με οιδιπόδειο σύμπλεγμα) πολιτικό, πιόνι στα χέρια πονηρών συνεργατών και συμβούλων, που έριξε τη χώρα του (μαζί και ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο) σε δύο καταστροφικούς πολέμους, παρουσιάζει στην ταινία του αυτή ο οργισμένος, αντικομφορμιστής για τα χολιγουντιανά δεδομένα, σκηνοθέτης Ολιβερ Στόουν. Κι έφτιαξε, πρέπει να παραδεχτώ, μια αρκετά συναρπαστική ταινία, που σε φέρνει περισσότερο κοντά στον Μπους τον άνθρωπο και τον οικογενειάρχη, παρά στον κακό (τον χειρότερο ίσως που γνώρισε η Αμερική) πολιτικό, χωρίς όμως να σου παρουσιάσει τίποτα το καινούργιο απ' όσα γνωρίζαμε, εκεί που περιμέναμε μια πιο δηκτική, ερευνητική, μαζί και οργισμένη, ματιά από τον σκηνοθέτη του «Γουόλ Στριτ», του «JFK» και του «Νίξον».

Ο Στόουν γύρισε την ταινία του πολύ γρήγορα για να προλάβει τους συμπατριώτες του πριν από τις εκλογές, ώστε την επόμενη φορά να μην ψηφίσουν τον λάθος πρόεδρο, παρασυρμένοι από την εικόνα του πιστού χριστιανού και οικογενειάρχη, του καλού γείτονα, με τον οποίο μπορείς να παίξεις μπέιζμπολ και ο οποίος, όπως κάθε Αμερικανός, του δινόταν η ευκαιρία να εκλεγεί πρόεδρος (το σύνδρομο, για μία ακόμη φορά, του «αμερικανικού ονείρου»).

Εκείνο που τελικά έφτιαξε ο Στόουν είναι μια βιογραφία από τις συνηθισμένες του Χόλιγουντ. Βιογραφία, όμως, σκηνοθετημένη με τη σιγουριά και τη μαεστρία που λίγοι συνάδελφοί του έχουν. Η ταινία αρχίζει με ένα μεσήλικα Μπους, μόνο στη μέση ενός άδειου σταδίου, να φαντάζεται ένα πλήθος να τον χειροκροτεί για την εκλογή του ως 43ου προέδρου των ΗΠΑ. Εικόνα, από τις καλύτερες της ταινίας, που επαναλαμβάνεται στο φινάλε, με τον Μπους τη φορά αυτή να πετάει την μπάλα στον αέρα, μπάλα που ποτέ δεν επιστρέφει στη γη - ειρωνικό σχόλιο για την όλη πορεία του. Ενδιάμεσα, παρακολουθούμε τον W. από τα φοιτητικά του χρόνια, με τα πάρτι και τις τσαπατσουλιές του που προκαλούσαν τις επεμβάσεις του πατέρα του, την προσπάθειά του να κάνει καριέρα στα πετρέλαια της οικογένειας, τις συγκρούσεις με έναν πατέρα που προτιμούσε τον μεγαλύτερο γιο, καθώς και τη γνωριμία του με την κατοπινή γυναίκα του, Λόρα, και την αναγέννησή του ως χριστιανού, μέχρι την εκλογή του ως προέδρου και την προετοιμασία και την πραγματοποίηση (εκδίκηση στον πατέρα) του πολέμου του Ιράκ.

Η ταινία σπαταλά περισσότερο χρόνο στην προσωπική και οικογενειακή ζωή του Μπους, με το οιδιπόδειο σύμπλεγμα να κυριαρχεί στις σχέσεις με τον πατέρα Μπους (με τη φανταστική σκηνή, και μία από τις καλύτερες, της πάλης ανάμεσα στους δυο τους στο οβάλ γραφείο), ενώ η πολιτική και ο πόλεμος του Ιράκ καλύπτουν μόνον ένα μικρό τμήμα προς το τέλος της ταινίας. Κομμάτι ουσιαστικό, με τις συναντήσεις του Μπους με μακιαβελικούς υπουργούς και συμβούλους (Ντικ Τσέινι, Κοντολίζα Ράις, Ράμσφελντ, Καρλ Ρόουβ), παρά τις κάποιες αντιρρήσεις του Κόλιν Πάουελ, να επιδρούν στις αποφάσεις του προέδρου.

Τελικά, ο Μπους που ο σκηνοθέτης μάς παρουσιάζει είναι ένα κάπως αφελές, κάπου κάπου γελοίο, σπάνια όμως επικίνδυνο, πρόσωπο εκεί που χρειαζόταν να τονιστεί η επικίνδυνη, τρομακτική πλευρά ενός ανθρώπου που οδήγησε τον κόσμο στο χείλος μιας τεράστιας καταστροφής που ο αντίκτυπός της δυστυχώς θα συνεχίζεται για καιρό. Αν ο Στόουν θέλησε, όπως στο «JFK» και στο «Νίξον», να μας αποκαλύψει τη σατανική ψυχή του Αμερικανού προέδρου, το μόνο που κατάφερε είναι να μας δώσει την εξωτερική, συχνά κωμική, κάπως άθλια, φιγούρα του.

Η ταινία στηρίζεται στην ερμηνεία του Τζος Μπρόλιν, ο οποίος στον ρόλο του W. κατάφερε να δώσει, με εκπληκτική δύναμη, τον πολύπλευρο χαρακτήρα του Μπους, άλλοτε αδιάφορου και ανασφαλή, άλλοτε να παρασύρεται από τους άλλους κι άλλοτε να πιστεύει πως έχει θεϊκή αποστολή. Πολύ καλός, στο πλάι του, ο Τζον Κρόμγουελ στον ρόλο του πατέρα Μπους. Αντίθετα, ο ρόλος της πολύ καλής ηθοποιού Ελίζαμπεθ Μπανκς περιορίζεται σε απλή, διακοσμητική παρουσία.


Ανθισμένες κερασιές

«Ανθισμένες κερασιές» της Ντόρις Ντόρι.
Cherry Blossoms/Kirschbluten: Hanami. Γερμανία/Γαλλία, 2008. Σκηνοθεσία-σενάριο: Ντόρις Ντόρι. Ηθοποιοί: Ελμα Βέπερ, Χαλενόρε, Ελσνερ, Αγια Ιριζούκι, Μαξιμίλιαν Μπρούκνερ. 127'

***

Ομορφο, συγκινητικό ρόουντ-μούβι, γύρω από έναν ηλικιωμένο χήρο Γερμανό που ανακαλύπτει τον αληθινό του εαυτό στο ταξίδι του στο Τόκιο.

Η αυτογνωσία που αποκτά ένας ηλικιωμένος χήρος στο ταξίδι του από τη Γερμανία στην Ιαπωνία είναι στο επίκεντρο της ταινίας «Ανθισμένες κερασιές» της Ντόρις Ντόρι, που πρωτοείδαμε στο Φεστιβάλ Βερολίνου. Στο πρώτο μέρος, η Τρούντι, η σύζυγος, ανακαλύπτει πως ο άντρας της Ρούντι πρόκειται σύντομα να πεθάνει και τον πείθει να ταξιδέψουν αρχικά ώς το Βερολίνο για να δουν τα παιδιά τους και στη συνέχεια να πάνε στο Τόκιο για να δουν τον άλλο γιο τους Στο Βερολίνο, η αδιαφορία των παιδιών που θέλουν να τους ξεφορτωθούν γρήγορα και οι σκηνές με τη μητέρα που κρύβει το μυστικό της αρρώστιας του πατέρα ακόμη κι από τον ίδιο τον άντρα της είναι δοσμένα με λιτότητα κι ένα ρυθμό που σε κρατάει. Κάπου στο μέσο της ταινίας, αντί για τον πατέρα, πεθαίνει ξαφνικά η μητέρα και ο πατέρας αποφασίζει να κάνει μόνος του το ποθητό ταξίδι στην Ιαπωνία. Κι εκεί όμως η αντιμετώπιση από τον γιο δεν θα είναι καλύτερη. Ετσι που ο Ρούντι αποφασίζει να ανακαλύψει μόνος του το Τόκιο.

Η Ντόρι φτιάχνει ένα πρώτο μέρος με λιτότητα και σωστό ρυθμό και μια κάμερα που καταγράφει από κοντά τις αντιδράσεις των προσώπων, μ' ένα στιλ που θυμίζει εκείνο στις ταινίες του Ιάπωνα Γιασουτζίρο Οτζου, ιδιαίτερα το «Ταξίδι στο Τόκιο». Αντίθετα, στο δεύτερο μέρος, ο ρυθμός γίνεται περισσότερο απ' όσο χρειάζεται αργός, με σκηνές που αντιμετωπίζουν τη γιαπωνέζικη κουλτούρα από μια φολκλορική πλευρά. Υπάρχουν όμως και σκηνές που δείχνουν πως η σκηνοθέτρια ξέρει να δημιουργεί και ατμόσφαιρα και αληθινή συγκίνηση, όπως εκείνες της συνάντησης του συζύγου με μια νεαρή χορεύτρια και το ταξίδι τους στο βουνό Φούτζι που ήθελε τόσο πολύ να κάνει η σύζυγος, ή εκείνη του αναπάντεχου, απίθανα όμορφου φινάλε.


Ο Ηλίας του 16ου

Η Θέμις Μπαζάκα, ο Αντώνης Αντωνίου και ο Πέτρος Φιλιππίδης στον «Ηλία του 16ου» του Νίκου Ζαπατίνα
Ελλάδα, 2008. Σκηνοθεσία: Νίκος Ζαπατίνας. Σενάριο: Κάτια Κισσονέργη, από το θεατρικό έργο των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου. Ηθοποιοί: Πέτρος Φιλιππίδης, Θανάσης Τσαλταμπάσης, Κώστας Αποστολάκης, Θέμις Μπαζάκα, Υρώ Μανέ, Αντώνης Αντωνίου, Νένα Μεντή.

*1/2

Μέτριο από σκηνοθετικής πλευράς ριμέικ της κλασικής κωμωδίας του Αλέκου Σακελλάριου, που βλέπεται χάρη στην έξυπνη ιστορία της και την απολαυστική ερμηνεία του Πέτρου Φιλιππίδη.

Η σεναριογράφος Κάτια Κισσονέργη και ο σκηνοθέτης Νίκος Ζαπατίνας αποπειράθηκαν, με την κωμωδία τους αυτή, να φτάξουν ένα ριμέικ (όχι εντελώς το πρώτο, μια και «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας» έχει γυριστεί τρεις τουλάχιστον φορές) της γνωστής θεατρικής κωμωδίας των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου και της κλασικής κινηματογραφικής διασκευής της από τον ίδιο τον Σακελλάριο, με τον Κώστα Χατζηχρήστο απολαυστικό στον ρόλο του Ηλία. Πασίγνωστη ταινία που μεταδίδει κάθε τόσο η τηλεόραση και που την ιστορία της όλοι γνωρίζουν: ο Ηλίας και δυο άλλοι φτωχοί φίλοι του αποφασίζουν, μεταμφιεσμένοι σε αστυνομικούς, να κλέψουν έναν ενεχυροδανειστή και αφεντικό του ενός. Μόνο που ο Ηλίας, ενώ περιπολεί τον δρόμο όπου οι συνεργάτες του κάνουν την κλοπή, καλείται να επέμβει σ' ένα γειτονικό σπίτι και να λύσει το μυστήριο της κλοπής ενός πολύτιμου δαχτυλιδιού για να καταλήξει τελικά στο τμήμα, όπου προσποιείται πως είναι αστυνομικός άλλου τμήματος.

Στην ταινία υπάρχει ήδη η απολαυστική πλοκή του θεατρικού έργου που οι δημιουργοί της νέας ταινίας ακολουθούν αρκετά πιστά, έχοντας εκσυγχρονίσει κάποιες καταστάσεις, για να μεταφέρουν την ιστορία στις μέρες μας. Εκεί τελειώνει και η όλη πρωτοτυπία της. Γιατί η σκηνοθεσία του Νίκου Ζαπατίνα είναι σχεδόν μηδαμινή - δεν ξεφεύγει από το θεατρικό πλαίσιο - και η μόνη ουσιαστική αρετή της είναι η, απολαυστική πρέπει να πω, ερμηνεία του Πέτρου Φιλιππίδη. Τόσο στις σκηνές στο σπίτι της κυρίας Αλέκας (Θέμις Μπαζάκα) όπου, ο Ηλίας, άνθρωπος της πιάτσας, αντιλαμβάνεται αμέσως πως η υπηρέτρια είναι αθώα και προσπαθεί να την υπερασπιστεί, όσο και στις σκηνές στο τμήμα, όπου αντιμετωπίζει τον συνεταίρο του Θωμά (ένας πολύ καλός Θανάσης Τσαλταμπάσης) που έχει συλληφθεί, δείχνει πως ο συμπαθής αυτός, ιδιαίτερα ταλαντούχος ηθοποιός βρίσκεται στη γραμμή που χάραξαν κωμικοί όπως ο Βασίλης Λογοθετίδης και ο Κώστας Χατζηχρήστος. *

ΜΙΧΑΛΚΟΦ - ΣΤΟΟΥΝ Ταινίες των άκρων

Φωτογραφία

Ακόμα δε βρήκαν την ισορροπία τους οι αίθουσες. Τα γραφεία διανομής και ο υπόλοιπος κινηματογραφικός κόσμος είναι ακόμα στη Θεσσαλονίκη ή βρίσκονται στο δρόμο της επιστροφής (κάπου στο δολοφονικό Μαλιακό κόλπο, ας πούμε). Ετσι, την τελευταία στιγμή, αναβλήθηκαν προβολές. Από τις ταινίες που παρουσιάζουμε σήμερα, δεν είμαστε σίγουροι, τελικά, ότι θα βγούνε όλες στις αίθουσες. Γι' αυτό, πριν ξεκινήσετε για το σινεμά, βεβαιωθείτε για την ταινία που θέλετε να δείτε.

Ωστόσο, η ζωή συνεχίζεται, και οι προβολές, επίσης. Η ταινία που θα συζητηθεί περισσότερο τούτη τη βδομάδα θα είναι, σίγουρα, η αντικομμουνιστική ταινία του Νικίτα Μιχαλκόφ «12». Πολύ καλή κατασκευή, μεγάλη αγάπη για τη Ρωσία, πολύ συναίσθημα, αλλά και πολύ ύπουλος αντικομμουνισμός.

Η άλλη ταινία, που θα φέρει, λόγω θέματος, κόσμο στα ταμεία, είναι, σίγουρα, το «W», του πρόσφατα βραβευμένου και με τον Χρυσό Αλέξανδρο (Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 2008) Ολιβερ Στόουν. Μια «αυστηρή» βιογραφία του Τζορτζ Μπους, η οποία, δυστυχώς, ξεφουσκώνει πολύ γρήγορα και σιγά σιγά μετατρέπεται σε μιαν άσφαιρη χοντρή σάτιρα.

Ενδιαφέρον, σίγουρα, θα προκαλέσει και η ελληνική ταινία του Νίκου Ζαπατίνα «Ο Ηλίας του 16ου». Κυρίως, για τις συγκρίσεις με την παλιά (1959) ταινία, στην οποία πρωταγωνιστούσε ο Κώστας Χατζηχρήστος (Δε με ξέρεις, δε σε ξέρω, υποφέρεις, υποφέρω!)

Τη βδομάδα κλείνει η πολύ τρυφερή και «παράξενη» γερμανική ταινία «Ανθισμένες Κερασιές». Ενας ηλικιωμένος κύριος, στο τέλος της ζωής του, τολμάει ό,τι δεν τόλμησε όλα τα προηγούμενα χρόνια.


Δεν ξέρω ποια ανάγκη εξυπηρετεί μια θεατρική και κινηματογραφική ηθογραφία του 1957 να ξανα-γυρίζεται σήμερα ταινία ή να ξανα-ανεβαίνει στο θέατρο (γιατί έχουμε και τέτοιες περιπτώσεις). Αν θα υπήρχε μια τέτοια ανάγκη, να ξαναδούμε την ταινία «Ο Ηλίας του 16ου», του Αλέκου Σακελλάριου (βασισμένη στο θεατρικό έργο των Σακελλάριου - Γιαννακόπουλου), θα ήταν μόνον ιστορική! Να έβλεπε δηλαδή ο σημερινός θεατής, «πώς ήταν τότε ο κόσμος» ή να έβλεπε ο σημερινός θεατής «πώς γυρίζονταν τότε οι ταινίες» ή «πώς ανέβαιναν οι θεατρικές παραστάσεις». Πώς ήταν, τέλος πάντων, ο ...πολιτισμός εκείνη την περίοδο!

Η ταινία του Νίκου Ζαπατίνα, αλλά και οι άλλες παρόμοιες απόπειρες, δε νοιάζονται για τέτοια ...παιδευτικά! Θεωρούν πως οι επιτυχίες εκείνου του καιρού είναι προϋπόθεση της ζητούμενης και αναζητούμενης σημερινής εμπορικής επιτυχίας. Ντύνονται, λοιπόν, παρελθόν και προσπαθούν να μιμηθούν. Ομως, η μίμηση, η οποία, εκ των πραγμάτων, είναι αποστειρωμένη από αυθεντικούς χυμούς, μένει μίμηση και το όλο αποτέλεσμα βυθίζεται στο τίποτα!

Θα σας πω ένα ακόμα ...επιχείρημα! Οι ηθοποιοί που παίζουν στον σημερινό «Ηλία», είναι ένας - ένας, και όλοι μαζί, πολύ καλοί ηθοποιοί. Μερικοί από αυτούς εξαιρετικοί ηθοποιοί (Αντωνίου, Μπαζάκα, Φιλιππίδης, κ.ά.). Ομως, όσο και αν προσπαθούν δεν μπορούν να πλησιάσουν στα πρωτότυπα! Ο Χατζηχρήστος, ο Βέγγος, ήταν ανεπανάληπτοι, χωρίς αυτό να σημαίνει πως ήταν σώνει και καλά καλύτεροι ηθοποιοί. Απλώς, ζώντας στην εποχή τους, ήταν και οι ίδιοι μέρος της ηθογραφίας που έπαιζαν. Οταν έλεγε ο Χατζηχρήστος, «Δε με ξέρεις, δε σε ξέρω, υποφέρεις υποφέρω», μετέφερε στον θεατή όλη την αληθινή αγωνία του ανθρωπάκου της εποχής. Ο σημερινός ανθρωπάκος έχει άλλες εκφράσεις, άλλα λόγια, άλλους τρόπους για να εκφράσει σήμερα την αγωνία του.

Αλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε, πως η ηθογραφία σαν καλλιτεχνικό είδος τελείωσε για τη χώρα μας μαζί με τον Σακελλάριο και τον Γιαννακόπουλο. Τα καλλιτεχνικά είδη, οι καλλιτεχνικές εκφράσεις, αλλάζουν με τις εποχές, με τα νέα ήθη και τα νέα έθιμα, με τις καινούριες οικονομικές σχέσεις, με το προχώρημα, γενικά, της ιστορίας. Η ηθογραφία, ιδιαίτερα σήμερα, δεν είναι απλώς ξεπερασμένη, είναι τελείως νεκρή. Ο κόσμος έχει άλλα, πολύ πιο σύνθετα προβλήματα. Ο άνθρωπος έγινε πιο πολύπλοκος. Η ηθογραφία αδυνατεί να τον αποδώσει. Αλλα ήδη γραφής προσπαθούν να τον ανιχνεύσουν!

Ετσι, με τα απλοϊκά και τα αθώα αστεία του «Ηλία του 16ου» του 1957, ακόμα και με την απόπειρα προσαρμογής του σεναρίου στα καθ' ημάς από την Κάτια Κισσονέργη, όσο καλή διάθεση και αν έχεις, όση προσεγμένη δουλειά και αν έκανε, που έκανε ο Ζαπατίνας (κατά τη γνώμη μου είναι η καλύτερη δουλειά του, μετά από την πρώτη του ταινία, της οποίας μου διαφεύγει ο τίτλος), γέλιο δε βγαίνει! Ολοι οι συντελεστές παλεύουν φιλότιμα, όμως συναίσθημα δεν προκύπτει. Ο θεατής παρακολουθεί τα δρώμενα σαν πολύ τρίτος!

Εδώ θα πρέπει να κάνουμε μια ακόμα σοβαρή, στ' αλήθεια, παρατήρηση. Οι σημερινοί ηθοποιοί αναγκασμένοι να παίζουν όλες αυτές τις τηλεοπτικές αηδίες, μέρα τη μέρα, χρόνο με το χρόνο, χάνουν το σκηνικό και κινηματογραφικό ήθος τους. Θέλουν δε θέλουν οι ίδιοι χρησιμοποιούν τηλεοπτικές ευκολίες. Αλλά, και το χειρότερο, ο θεατής δεν μπορεί πάρα να τους βλέπει με το τηλεοπτικό μάτι του, αφού μέσα από την τηλεόραση, κυρίως, τους γνωρίζει και αφού γι' αυτό θα πάει, αν πάει, στο σινεμά να τους δει! Αντιλαμβάνεστε, πιστεύω, σε τι κυκεώνα έχουμε όλοι μπλέξει.

Παίζουν: Πέτρος Φιλιππίδης, Αντώνης Αντωνίου, Θέμις Μπαζάκα, Θανάσης Τσαλταμπάσης, Κώστας Αποστολάκης, Ηρώ Μανέ, Νένα Μεντή, κ.ά.

Από τη μια μεριά έχουμε τη σκεπτόμενη, αλλά αντικομμουνιστική, ταινία του Μιχαλκόφ και από την άλλη τη, μέχρι παρεξήγησης, απλοϊκή ταινία του Ολιβερ Στόουν! Αυτή η ...απόσταση μπορεί να λειτουργήσει και διδακτικά. Ο σοσιαλισμός, με όλες τις ελλείψεις της πρώτης φάσης του, έβγαζε ολοκληρωμένους ανθρώπους, ολοκληρωμένους δημιουργούς, ενώ η μητέρα του καπιταλισμού, η Αμερική, έλυνε, εκτός λαμπρών εξαιρέσεων, τα ζητήματα της Τέχνης στο πόδι.

Ο Ολιβερ Στόουν, που περαστικός από τη χώρα μας για να προωθήσει την ταινία του έκανε μια στάση στο τελευταίο Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης, όπου του έδωσαν τον «Χρυσό Αλέξανδρο», γύρισε μια «βιογραφική» ταινία για τον Τζορτζ Μπους. Μια ταινία, η οποία, υποτίθεται, ήθελε να μας αποκαλύψει αυτό το πολεμικό και καταστροφικό τέρας σε όλο του το μεγαλείο. Ομως, αντί να ακολουθήσει μια σοβαρή πολιτική γραφή, μια γραφή που απαιτούσε και επέβαλε το σοβαρό θέμα του, μην ξεχνάμε πως έχουμε να κάνουμε με τον αιμοβόρο πλανητάρχη, τον άνθρωπο που ηγείται μιας συμμορίας δολοφόνων, ο Στόουν προτίμησε να μας παρουσιάσει μια πολιτική καρικατούρα. Μια πολιτική καρικατούρα που μετατοπίζει το πρόβλημα και, εν πολλοίς, την αθωώνει!

Σύμφωνα με τον Στόουν, που παρακολουθεί τον Μπους από τα πρώτα του βήματα, από το κολέγιο και τους έρωτές του μέχρι την Προεδρία, ο σημερινός Πρόεδρος των ΗΠΑ, που χρεώνεται με τόσες φριχτές αμαρτίες, ήταν ένα απλοϊκό μαμόθρευτο, το οποίο, επειδή το αμφισβητούσε ο πατέρας του, έγινε αυτό που έγινε σήμερα! Ενας μοχθηρός και επικίνδυνος άνθρωπος. Επιπλέον, αυτός ο ανόητος νέος, είχε την ατυχία μόλις ανέλαβε την Προεδρία, να έχει κακούς συμβούλους. Οι οποίοι, με πρώτον τον Τσένι, τον παρέσυραν σε μια σειρά ενέργειες, Ιράκ, Αφγανιστάν, αντιτρομοκρατική υστερία και πάει λέγοντας.

Η ταινία του Ολιβερ Στόουν, στ' αλήθεια, δεν αξίζει σοβαρής κριτικής. Αν ασχολούμαστε μαζί της είναι γιατί το θέμα της πιθανόν να τραβήξει το ενδιαφέρον μεγάλης μερίδας θεατών. Και πρέπει να ειδοποιηθούν αυτοί οι θεατές πως αυτά που θα δουν στην οθόνη είναι μόνον ένα μικρό μέρος της αλήθειας. Εμείς δεν αποκλείουμε να είναι, πράγματι, τόσο μεγάλος βλάκας ο Μπους. Εχουμε, όμως, μεγάλες αντιρρήσεις για τις εξηγήσεις και τις ερμηνείες που δίνει ο Στόουν για την πολιτική του Μπους και την ποιότητα των συνεργατών του. Οι σύμβουλοι του Μπους, ακόμα και ο πολύς Τσένι, δεν είναι παρά τα όργανα, οι μεταφορείς των αποφάσεων. Οι οποίες αποφάσεις παίρνονται σε πολύ «υψηλότερα» επίπεδα. Στα «ανώνυμα» και «αόρατα» επίπεδα των πολυεθνικών και του μεγάλου κεφαλαίου. Στα επίπεδα που, πονηρά και ένοχα, αφήνει έξω από την ταινία του ο Στόουν. Ο οποίος δεν μπήκε καν στον κόπο να ρίξει μια ματιά, ακόμα και στην πιο πρόσφατη ιστορία της πατρίδας του, για να διαπιστώσει πως και οι «σοβαροί» πρόεδροι των ΗΠΑ, ήταν το ίδιο αιμοσταγείς και αιμοχαρείς. Δεν υπήρξε ούτε ένας μεταπολεμικός Αμερικανός Πρόεδρος, που να μην έχει βάψει τα χέρια του με αίμα. Ο Μπους, λοιπόν, δεν είναι παρά ένας ακόμα κρίκος από τη μακριά ματωμένη αλυσίδα!

Παίζουν: Τζος Μπρόλιν, Ελίζαμπεθ Κανκς, Τάντι Νιούτον, Τζέσι Μπράντφορντ, Τζέιμς Κρόμγουελ κ.ά.


Αν κάποιος δε νοιάζεται γι' αυτά που λέγονται στην ταινία, αν είναι κουφός, για παράδειγμα, και περιοριστεί στην εικόνα, θα μείνει ενθουσιασμένος. Ο Νικίτα Μιχαλκόφ είναι πραγματικός μάστορας. Μάστορας που δεν περιορίζεται στην καλή κατασκευή, αλλά προχωράει και παραπέρα. Σε παίρνει από το απλό ρεαλισμό και σε πηγαίνει σε υψηλότερες περιοχές. Στιγμές-στιγμές σε φτάνει στην αληθινή ποίηση.

Οι «12» είναι δώδεκα τυπικοί ένορκοι. Καθήκον τους είναι να καταδικάσουν έναν αποδεδειγμένα δολοφόνο. Ενα νεαρό άτομο, ένα παιδί από την Τσετσενία, που σκότωσε τον Ρώσο πατριό του και σωτήρα του. Οι αποδείξεις που κατατέθηκαν στο δικαστήριο είναι ατράνταχτες. Η αποστολή των «12» είναι, μάλλον, εύκολη.

Είναι; Θα ήταν, αν κάποιος από τους δώδεκα, ο καθένας μας δηλαδή, αποφάσιζε να μη συμφιλιωθεί με όσα φαίνονται, αλλά να ψάξει κάτω από την επιφάνεια. Να ξύσει το λούστρο, να δημιουργήσει την αμφιβολία, να βάλει ερωτήματα, να φτάσει στην αλήθεια. Στην πραγματική αλήθεια, όμως, και όχι αυτή που, δήθεν, φαίνεται με την πρώτη ματιά. Αυτό, άλλωστε, είναι και το βαθύτερο νόημα της ταινίας. Η υποχρέωση του ανθρώπου να αναζητεί την αλήθεια, να αγωνίζεται ασυμβίβαστα γι' αυτή, να μην σταματάει τον αγώνα κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Ακόμα και όταν όλα δείχνουν πως είναι όλα χαμένα.

Η ταινία είναι ριμέικ (επανάληψη - ξαναγύρισμα) μιας παλιάς (1957) ταινίας του Λιούμετ, με πρωταγωνιστή τον πολύ καλό Χένρι Φόντα. Εκείνη η ταινία δεν έμπλεκε με την πολιτική, δεν προσπαθούσε να βάλει φιλοσοφικά ζητήματα. Περιοριζόταν στο αστυνομικό παιχνίδι και τελείωνε! Ο Νικίτα Μιχαλκόφ σχεδόν αδιαφόρησε για τα παραπάνω και πολιτικοποίησε την ιστορία. Εβαλε μέσα το ζήτημα της Τσετσενίας, σχολίασε, με μεροληπτικό και άδικο τρόπο, το πολύ πρόσφατο παρελθόν της Ρωσίας, μίλησε, με πολύ συναισθηματισμό και ελάχιστη λογική, για τη ρώσικη ψυχή και για την αυτοθυσία των Ρώσων, είπε, τέλος πάντων, τη γνώμη του για πολλά πολιτικά και φιλοσοφικά ζητήματα.

Αν με ρωτήσει κανείς ποια ταινία έχει περισσότερη αξία, σίγουρα του Μιχαλκόφ θα πω. Γιατί δεν είναι μια διασκευαστική ταινία, αλλά μια σκεπτόμενη ταινία. Ωστόσο ο θετικός ενθουσιασμός μου θα γεμίσει θυμό και αντιρρήσεις. Γιατί ο πολύ καλός Ρώσος δημιουργός είναι άκριτα εμπαθής απέναντι στο προηγούμενο πολιτικό σύστημα της πατρίδας του, με τον σοσιαλισμό. Ο ίδιος διένυσε μια διαδρομή που ξεκινάει από τον πιστό κομμουνιστή και φτάνει σήμερα στον θερμό υποστηριχτή του τσαρισμού και της επιστροφής του Τσάρου στο θρόνο! Και η εμπάθειά του αυτή τον κάνει απλοϊκό και τον αδικεί. Τα παραδείγματα, δε, που χρησιμοποιεί είναι τα γνωστά αντικομμουνιστικά επιχειρήματα. Ο σοσιαλισμός ευνούχιζε τη σκέψη, υποχρέωνε σε υποχωρήσεις τους ανθρώπους. Με αυτή την «κριτική» δεν προσβάλλει μόνον το σοσιαλισμό και τα επιτεύγματά του, αλλά προσβάλλει και τους ίδιους τους Ρώσους τους οποίους παρουσιάζει δειλούς και συμβιβασμένους, ενώ την ίδια στιγμή τους υμνεί για τη γενναιότητα και το ήθος!

Κανένας δε θα είχε αντίρρηση, αυτό άλλωστε είναι το χρέος του καλλιτέχνη, να καυτηριάσει, και σκληρά μάλιστα, τα κακώς κείμενα. Ο Μιχαλκόφ, δυστυχώς, είναι τυφλός πάνω σε αυτό το θέμα. Θέλοντας να χτυπήσει, οπωσδήποτε, το σοσιαλισμό, τραβάει από τα μαλλιά τα παραδείγματά του. Χρησιμοποιεί φθηνά και πρωτόγονα αντικομμουνιστικά επιχειρήματα με αποτέλεσμα να αποδυναμώνει όλο το έργο του, να το κάνει αναξιόπιστο. Τα φιλοσοφικά ζητήματα που βάζει στους δώδεκα, είναι ζητήματα διαχρονικά και έχουν να κάνουν με μεγάλες ηθικές αξίες. Αξίες που είναι πολύ μεγαλύτερες από τις όποιες ελλείψεις ή τα όποια λάθη του σοσιαλισμού. Ιδιαίτερα όταν αυτές οι ελλείψεις και αυτά τα λάθη είναι ήδη εντοπισμένα.

Αφήνοντας στην άκρη, λοιπόν, αλλά ποτέ ξεχνώντας το, αυτό το κομμάτι της ταινίας, τον φανερό και κρυφό αντικομμουνισμό της, που, άλλωστε, δεν είναι και το κύριο, επιστρέφουμε στον κορμό των «12». Ο τρόπος που ο Μιχαλκόφ κινηματογράφησε τον αναγκαστικά κλειστό χώρο - οι «12», όπως γίνεται με τους ένορκους, συγκεντρώθηκαν σε ένα δωμάτιο και εκεί μέσα γυρίστηκε ολόκληρη η ταινία (με κάποιες «αναλαμπές» - μικρά φλας μπακ), δείχνει τις μεγάλες γνώσεις και το μεγάλο ταλέντο του Ρώσου δημιουργού. Η ταινία σε κρατάει από την αρχή μέχρι το τέλος, αφού ο Μιχαλκόφ ήταν πλούσιος σε επινοήσεις, βρήκε πολλές και ενδιαφέρουσες κινηματογραφικές και σκηνοθετικές λύσεις, δίδαξε άριστα τους ηθοποιούς του - και τον εαυτό του (κρατάει θαυμάσια το ρόλο του προέδρου των ενόρκων). Και με αυτή την έννοια η ταινία του μπορεί να είναι ένα παράδειγμα, ένα μάθημα, μια σπουδή της κινηματογραφικής γλώσσας. Ιδιαίτερα για τους νέους κινηματογραφιστές αλλά και για τους φίλους του σινεμά που ξέρουν και θέλουν να «διαβάζουν» τον κινηματογράφο...

Στην ταινία του Λιούμετ ο κεντρικός ήρωας, αυτός που έβαλε τα ερωτηματικά, που αναστάτωσε τους ενόρκους, ξεκινούσε από την επιθυμία του να βγει από το δωμάτιο των ενόρκων με καθαρή τη συνείδησή του. Στην ταινία του Μιχαλκόφ ο κεντρικός ήρωας πάει παραπέρα. Πέρα από τη δική του συνείδηση, η αλήθεια, η αντικειμενική αλήθεια, είναι, πρέπει να είναι - κάτω απ' όλες τις περιστάσεις - το ζητούμενο. Οχι τόσο για να μην μας πονέσουν οι τύψεις και να 'χουμε απλώς καθαρή τη συνείδησή μας, αλλά γιατί ο άνθρωπος έτσι πρέπει να λειτουργεί.

Οσοι από τους θεατές «παραβλέψουν» (αλλά να μην ξεχάσουν) τον αντικομμουνισμό της και φτάσουν στην αίθουσα, θα χαρούν ερμηνείες, καλό και λεπτό χιούμορ, αλλά και σοβαρές κουβέντες με αξιόλογο φιλοσοφικό ενδιαφέρον. Θα δούνε, με λίγα λόγια, μια σοβαρή και σκεπτόμενη ταινία. Η οποία, τα είπαμε, με τον αντικομμουνισμό της, αδικεί τον εαυτό της.

Παίζουν: Σεργέϊ Μοκοβέτσκι, Σεργέϊ Γκάρμας, Αλεκσέι Πετρένκο, Νικίτα Μιχαλκόφ κ.ά.


Δεν είναι σωστό να κάνουμε στερεότυπους χαρακτηρισμούς. Να μιλάμε για γυναικεία ευαισθησία. Ωστόσο, δεν μπορούμε να μη σημειώσουμε πως η ταινία έχει σκηνοθετηθεί από γυναίκα και αυτό φαίνεται από το πρώτο μέχρι το τελευταίο πλάνο της. Από την αρχή μέχρι το τέλος της υπάρχει διάχυτη μια υπέροχη γυναικεία τρυφερότητα, μια υπέροχη γυναικεία ευαισθησία. Μια συγκρατημένη σεμνότητα!

Το θέμα της ταινίας είναι απλό και την ίδια ώρα μεγάλο. Ενας άντρας χάνει ξαφνικά τη γυναίκα του. Τη γυναίκα του με την οποία έκανε παιδιά, έζησαν ευτυχισμένοι. Αυτός ο ξαφνικός θάνατος του κόβει τα πόδια, τον αφήνει μετέωρο. Ας σημειωθεί πως, αρκετά αργά βέβαια, μόλις είχαν αρχίσει να ζούνε, να κάνουμε πράγματα που δεν μπορούσαν να κάνουν όλα εκείνα τα χρόνια που έζησαν μαζί, αφού η ζωή τους είχε γεμίσει με ευθύνες και υποχρεώσεις. Ευθύνες και υποχρεώσεις που τους κράταγαν μακριά από τις δικές τους προσωπικές επιθυμίες.

Εκείνος, λοιπόν, είχε μόλις πάρει τη σύνταξή του. Τώρα, πια, θα μπορούσαν να ζήσουν! Σε ένα τους ταξίδι, στο πρώτο τους ταξίδι στη θάλασσα, μέσα στην ευτυχία, που, επιτέλους, έστω και αργά, μπορούσαν να αρχίσουν να κάνουν μαζί πράγματα, εκείνη τον εγκαταλείπει. Πεθαίνει! Ο πληγωμένος αυτός άντρας, μόλις περάσει το πρώτο σοκ, παίρνει μια γενναία απόφαση. Οπωσδήποτε θα κρατήσει ζωντανή τη χαμένη γυναίκα του. Τουλάχιστον μέχρι να ολοκληρώσει κάποιες από τις επιθυμίες της. Αρχίζει να κάνει πράγματα τα οποία ήθελε εκείνη να κάνει, αλλά ποτέ δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει. Διατηρώντας τη δική του προσωπικότητα ταυτίζεται με τη χαμένη γυναίκα του. Κάνει αυτός ό,τι επιθυμούσε να κάνει εκείνη και δεν πρόλαβε.

Η μεγαλύτερη επιθυμία της ήταν να σπουδάσει ιαπωνικό παραδοσιακό χορό. Μια επιθυμία που ποτέ δεν έγινε πραγματικότητα. Αυτός, τώρα, θα το κάνει για εκείνη. Φτάνει στην Ιαπωνία, όπως θα έκανε η γυναίκα του αν μπορούσε, αν ζούσε. Βρίσκει την κατάλληλη δασκάλα, μια νεαρή Γιαπωνέζα και μαζί της αρχίζει τα μαθήματα που δεν άρχισε ποτέ η γυναίκα του. Οταν ολοκληρώσει τις «σπουδές» του, πάντα με τη νεαρή Γιαπωνέζα, φτάνουν στην κορυφή του βουνό Φουτζιγιάμα, εκεί που είχαν σχεδιάσει με τη γυναίκα του να πάνε οι δυο τους. Και εκεί, εκείνος χορεύει στη σκιά του βουνού, όπως ήθελε να χορέψει η γυναίκα του. Χορεύει εκείνος αντί για εκείνη.

Σας είπα, οι «Ανθισμένες Κερασιές», πραγματικό πανέμορφο τοπίο στην Ιαπωνία, είναι ένα πολύ τρυφερό κινηματογραφικό έργο. Ο πληγωμένος άντρας κάνει ακραία πράγματα στην ταινία, φοράει τα ρούχα εκείνης μέσα από την καμπαρντίνα του, για παράδειγμα, πράγματα δηλαδή που δεν έχουν λογική. Ομως, σε καμία στιγμή, σε καμία σκηνή, δε γελοιοποιείται, δε χάνει το κύρος του. Ολα έρχονται ομαλά.

Ο τίτλος, βέβαια, είναι συμβολικός. Το νόημα της ταινίας είναι πως όλα τα πράγματα και οι άνθρωποι πρέπει να ανθίσουν. Φτάνει να έχουν την ευκαιρία. Φτάνει και οι ίδιοι να το αποφασίσουν! Εστω και αργά...

Παίζουν: Ελμαρ Βέπερ, Χανελόρε Ελσνερ, Νάτζια Ουχλ, Μαξμίλιαν Μπρούκνερ, κ.ά.

ΠΑΙΖΕΤΑΙ ΑΚΟΜΑ η σατιρική, ας την πούμε έτσι, κωμωδία του Ρόμπερτ Βέιντε «Πώς να Χάσεις τους Φίλους σου». Μια ταινία για τα ροζ περιοδικά, τα ροζ σκάνδαλα και τη ροζ δημοσιογραφία. Η ταινία πότε πετυχαίνει τους στόχους της και πότε ενσωματώνεται μέσα σε αυτό που προσπαθεί ή υποτίθεται πως προσπαθεί να σχολιάσει.