Wednesday, October 8, 2008

«Μια ζωή – μια εποχή» με την υπογραφή: Μιχάλης Κακογιάννης

«Μια ζωή – μια εποχή» με την υπογραφή: Μιχάλης Κακογιάννης – η ταινία της Λυδίας Καρρά αντάξια του τίτλου...


Ο Μιχάλης Κακογιάννης, όπως πάντα κομψός με φουλάρι, πίσω από την κάμερα σκηνοθετεί τη «Γλυκιά πατρίδα» (Sweet country) 1985-86 (φωτο αρχείου, από την έκθεση στον «Απόλλωνα»).







Μετά την προβολή. Ο Μιχάλης Κακογιάννης με τη σκηνοθέτιδα Λυδία Καρρά δέχονται συγχαρητήρια. Μαζί τους ο Σπύρος Μερκούρης, με τη Μελίνα – «Στέλλα», πάντα παρούσα. Ενα χάδι από τον Μιχάλη στον μικρό που παίζει τον εαυτό του, πιτσιρίκι στη Λεμεσό (φωτο ΕΛΜΠΙ, 6/10/08).

Tης Eλενης Mπιστικα, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Tετάρτη, 8 Oκτωβρίου 2008

«Οτι ήσουν ημίθεος το γνωρίζαμε, αλλά ότι ήσουν θεός, τώρα το καταλάβαμε», είπε θεατής, μόλις άναψαν και πάλι τα φώτα στον κατάμεστο «Απόλλωνα» της Σταδίου. Θεός ο Μιχάλης Κακογιάννης, στο δικό του «άρμα θριάμβου», από το οποίο παρακολούθησε την ταινία της Λυδίας Καρρά με θέμα τη ζωή του και την εποχή του, μέσα από την κινηματογραφική κάμερα πάντα! «Ο τρόπος που σκηνοθετείς, οι ηθοποιοί με τους οποίους δούλεψες, οι συνεργάτες σου, Μίκης Θεοδωράκης και διευθυντές φωτογραφίας, Γουόλτερ Λάσσαλυ, Γιώργος Αρβανίτης, η Ειρήνη Παππά «Ηλέκτρα», η Κάθριν Χέπμπορν στις «Τρωάδες», η Σαρλότ Ράμπλινγκ στον «Βυσσινόκηπο» (που πήρε τον ρόλο όταν νόμιζε ότι τα έχει θαλασσώσει), όλοι και όλα περνούν μέσα από την κάμερα της ζωής του, κομμάτια από δικές του ταινίες, αποσπάσματα από γυρίσματα, σκηνές άρρηκτα συνδεδεμένες με την εμμονή του σκηνοθέτη για τελειότητα, στην ερμηνεία του ρόλου, στη μουσική, στον τόπο γυρίσματος, στον φωτισμό. Η Λυδία Καρρά που είχε τη μεγαλειώδη ιδέα –και το θάρρος– να του ζητήσει: «Να γυρίσουμε ένα ντοκιμαντέρ για σένα και την εποχή σου;» πήρε την απάντηση: «Ποτέ δεν ήθελα, αλλά τώρα, ίσως» και να, το θαύμα έγινε! Έγχρωμη η ταινία, μαυρόασπρα τα αποσπάσματα, τα κλασικά πλάνα της «Στέλλας» – Μελίνας Μερκούρη, της Ελλης Λαμπέτη στο «Κορίτσι με τα μαύρα», το αρχαϊκό προφίλ της «Ηλέκτρας» – Ειρήνη Παππά, που το ανέδειξε το κοντό κούρεμα, καθ’ υπόδειξιν του Μιχάλη Κακογιάννη, όλα αυτά περνούν μπροστά από τα μάτια μας και μας δείχνουν τι κερδίσαμε που ο Κύπριος αστός έταξε τη ζωή του στον κινηματογράφο, γύρισε ταινίες «και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού», όπως ο ίδιος λέει στο Ηρώδειο, στην παράσταση του «Κοριολανού». Και τι ταινίες! Σάρωσε βραβεία, χάρισε Όσκαρ στους συνεργάτες του – ο Λάσσαλυ το «δάνεισε» στην κριτική ταβέρνα όπου περνά τα καλοκαίρια του «δανεικό κι αγύριστο», να λάμπει εκεί ανάμεσα στις κριθαροκουλούρες! Ο «Ζορμπάς» και η μουσική του, «το ταράμ-ταράμ που μόλις πέσει, ηλεκτρίζει» όπως διηγείται, άλλος θεός αυτός, ο Μίκης Θεοδωράκης, «το γράψαμε μέσα σε δέκα λεπτά, για να μην χάσουμε το αεροπλάνο, εκεί στην παραλία της Κρήτης. Με τον Αντονι Κουίν να θέλει το «στρώσε το στρώμα σου για δυο», σαν εισαγωγή. «Μα είναι άλλο τραγούδι αυτό», να λέει ο Μίκης. «Δικό σου δεν είναι; Το κάνεις ό,τι θέλεις», ο Αντονι επιμένει. Και έτσι και γίνεται. Χορεύει ο Ζορμπάς - Κουίν με τον Αλαν Μπέιτς στον ρυθμό του «στρώσε το στρώμα σου για δυο», μπαίνει μετά το «ταράμ-ταράμ» και από τότε το χορεύει ο κόσμος όλος και οι πέντε ήπειροι! Μεγάλες και μικρές στιγμές, όλες έχουν την αξία τους σε αυτό το βιογραφικό ντοκιμαντέρ της Λυδίας Καρρά, εστιασμένο στο πάθος του Κακογιάννη για δύο πράγματα – τον κινηματογράφο και την Κύπρο. Και τα δύο είναι η πατρίδα του. Και όπως λέει ο Δημήτρης Παπαϊωάννου, «που χάρις στον Μιχάλη μου δώσανε το “Ρεξ”, και από 60 θεατές πήγαμε στους 600», για όλα όσα έκανε «θα μείνει καταδικασμένος στη μνήμη μας!».

Να συμπληρώσουμε την ετυμηγορία – και επειδή η Λυδία Καρρά έκανε τις καίριες ερωτήσεις, και άφησε τον Μιχάλη Κακογιάννη να απαντά, με τον εύστοχο λόγο του, το χιούμορ του, με μνήμη ελέφαντος του τίποτα δεν ξεχνά.

Η ίδια μένει πίσω από την κάμερα, αθέατη, αλλά στις ερωτήσεις που έκανε και στις γενναίες, μη δοξαστικές απαντήσεις που πήρε, έγκειται η δύναμη της ταινίας, και η αξία της. Οταν τον ρώτησε: «Πες μου Μιχάλη, μια σκηνή που ολοένα έρχεται στον νου σου, σαν μαγική», ο Κακογιάννης απαντά, ενώ στην οθόνη βλέπουμε τη σκηνή από τον «Βυσσινόκηπο», «η σκηνή που ήμουν με τη μηχανή μέσα στις ανθισμένες μυγδαλιές, και τα πέταλα φτερούγιζαν γύρω, τα κλαδιά μάς χάιδευαν». Και έτσι επέλεξε η σκηνοθέτις Λυδία Καρρά να τελειώσει την ταινία της για τον Μιχάλη Κακογιάννη, με τον ίδιο πίσω από το τζάμι, στο σπίτι του, με θέα στην Ακρόπολη, και το χιόνι να πέφτει απαλό, πυκνό μπροστά στο θεϊκό κάλλος του Παρθενώνα. Και ακούγεται ο Μιχάλης Κακογιάννης να λέει «το νόημα της ζωής δεν το έχω ακόμα ανακαλύψει. Τέλος πάντων...». Άναψαν, όπως είπαμε, τα φώτα, ο Μιχάλης μαζί μας, με αστραφτερό μάτι, ετοιμόλογος, στόχος συγχαρητηρίων και των «φλας».

— Είσαι ευχαριστημένος, Μιχάλη, που κάναμε αυτή την ταινία;», τον ρώτησε η Λυδία Καρρά. «Στην αρχή ήμουν επιφυλακτικός, αλλά τώρα –η απάντηση του Κακογιάννη– είμαι πάρα πολύ ευτυχής γιατί είναι μια πάρα πολύ καλή ταινία». Μια ταινία αντάξια του Μιχάλη Κακογιάννη, της ζωής του και της εποχής του, όπως λέει ο τίτλος...

«Πήρε τον ελληνικό κινηματογράφο από το χέρι»

Την ταινία της Λυδίας Καρρά προλόγησε η κριτικός κινηματογράφου και αρθρογράφος της «Καθημερινής» κ. Μαρία Κατσουνάκη. Ενα χαρακτηριστικό απόσπασμα.

«Για τον Μιχάλη Κακογιάννη θα αρκούσε να πούμε ότι πήρε τον ελληνικό κινηματογράφο από το χέρι σε μια εποχή που το ελληνικό ταυτιζόταν κατά κανόνα με τη φουστανέλα (εντός ή εκτός εισαγωγικών) και ο κινηματογράφος ήταν ο φτωχός συγγενής του θεάτρου, τον πήρε από το χέρι και τον οδήγησε στην ενηλικίωση, τον όπλισε με διαβατήριο για να μπορεί να ταξιδεύει, του δώρισε τους πρώτους του μύθους: τη Λαμπέτη, τη Μελίνα, την Ειρήνη Παππά. Κινηματογράφησε την Αθήνα, όπως μόνο ένας ερωτευμένος τότε με την πόλη νέος σκηνοθέτης θα μπορούσε. Εβαλε τις βάσεις του αστικού μύθου της. Στράφηκε στην αρχαία ελληνική τραγωδία, της αφαίρεσε τη σκόνη και τον διδακτισμό, την έκανε τέχνη μαζική, εκμεταλλευόμενος το εύρος και το μέγεθός της».

No comments: