Του Ηλια Μαγκλινη, Η Καθημερινή, 21/10/2008
«Σήμερα έχουμε φτάσει στο σημείο, ταινίες στις οποίες οι ηθοποιοί δεν μιλούν αγγλικά με αμερικανική προφορά, να μην θεωρούνται αληθινές». Ποιος μιλάει; Ο Αγγλος σκηνοθέτης Κεν Λόουτς. Για την ακρίβεια, αυτά έλεγε χθες, σε κεντρικό βιβλιοπωλείο, όπου συνάντησε το κοινό, με αφορμή τη βράβευσή του από το «Πανόραμα Eυρωπαϊκού Κινηματογράφου». «Είναι μείζων πολιτική αποτυχία να παρακολουθούν σήμερα τόσο λίγοι άνθρωποι σινεμά που να μην είναι αμερικανικό».
Να θέτει ερωτήματα
Είπε κι άλλα ο καλός σκηνοθέτης. Για τη δεξιόστροφη τάση όλων των πολιτικών κομμάτων στην πατρίδα του («ουσιαστικά, στη Βρετανία δεν υπάρχει σήμερα πραγματικό αριστερό κόμμα, όλα ευνοούν την ελεύθερη αγορά», ανέφερε χαρακτηριστικά). Οτι σημασία δεν έχει «πώς» γυρίζεται μια ταινία αλλά «γιατί» να τη γυρίσει κανείς («δεν αρκεί να θέλεις απλώς να γυρίσεις μια ταινία, πρέπει η ταινία να έχει ένα σκληρό πυρήνα, διότι είναι κάτι δημόσιο, όχι ιδιωτικό»). Οτι το σινεμά μπορεί και πρέπει να ενοχλεί τους «έχοντες και κατέχοντες» («είτε δράμα είτε κωμωδία είτε αλληγορία, μια ταινία οφείλει να θέτει τα ερωτήματα που η εξουσία δεν θέλει να τίθενται»).
Ο Λόουτς ήταν προσηνής και ευγενής. Ακουσε πολλές κολακείες - πολλά άτομα στο κοινό (ανώνυμοι και επώνυμοι) δεν ήθελαν να θέσουν κάποιο ερώτημα (που ήταν και ο σκοπός της εκδήλωσης) αλλά να εκφράσουν τον θαυμασμό τους δημόσια. Υπήρξαν και ευτράπελα: Γνωστή Ελληνίδα ηθοποιός ζήτησε τον λόγο, αλλά φάνηκε να μπερδεύει τον Λόουτς με τον συμπατριώτη του Μάικ Λι, καθώς έσπευσε να τον συγχαρεί για τη «θαυμάσια ταινία του “Τυχερή κι ευτυχισμένη”», η οποία βέβαια είναι του Λι και όχι του Λόουτς. Το γενικό σούσουρο και τη διόρθωση από τον Νίνο-Φενέκ Μικελίδη ευτυχώς δεν πήρε είδηση ο Λόουτς, που χαμογελούσε αμήχανα.
Λόουτς και Λι
Από μια σκοπιά, δεν είναι πολύ δύσκολο να τους μπερδέψεις. Μοιάζει το σινεμά τους ως προς τη θεματολογία, την ατμόσφαιρα, τον προβληματισμό. Πιο κοινωνικός του Λι, πιο πολιτικός του Λόουτς. Προσωπικά, έχω μεγαλύτερη αδυναμία στον Μάικ Λι, ίσως διότι το έργο του δεν «μυρίζει» τόσο «στράτευση», θέτει ερωτήματα χωρίς να καταγγέλλει και γι’ αυτό είναι πιο απρόβλεπτος ως σκηνοθέτης από τον Λόουτς. Πάντως, τόσο ο Λόουτς όσο και ο Λι είναι δύο σύγχρονοι «βεριστές»: το κινηματογραφικό τους όραμα, τόσο ως θεματική όσο και ως πραγμάτευση του θέματος, είναι ρεαλιστικό, ακόμα και νατουραλιστικό. Συνεχίζουν μια κατ’ εξοχήν αγγλοσαξονική παράδοση: από τον Ντίκενς και τον Τόμας Χάρντι έως τον Τζον Οσμπορν, τον Κίνγκσλεϊ Εϊμις και το αγγλικό σινεμά του ’60, οι Βρετανοί καλλιτέχνες έχουν επιδείξει μιαν ιδιαίτερη ικανότητα (και εμμονή) με το να ανατέμνουν το κοινωνικό, διαθέτοντας παράλληλα μιαν άγρια ρεαλιστική ματιά. (Ειδικά ο Λόουτς διακρίνεται και από ένα νεο-νεορεαλισμό: συχνά οι ηθοποιοί του είναι ερασιτέχνες - στα πρότυπα ενός «Κλέφτη ποδηλάτων» του ντε Σίκα ή του «Η γη τρέμει» του Βισκόντι). Είναι τυχαίο το ότι καλλιτεχνικά και φιλοσοφικά κινήματα όπως ο υπερρεαλισμός και ο υπαρξισμός ουδέποτε «φτούρησαν» στη Γηραιά Αλβιώνα; Κι αντίστροφα, τυχαία δήλωσε κάποτε η Θάτσερ ότι «αυτό που λένε “κοινωνία” δεν υπάρχει;». Κάτι τύπους σαν τον Λόουτς πρέπει να είχε κατά νου.
Εσωστρέφεια
Χθες, πάντως, για το ελληνικό κοινό κάτι τέτοια ήταν «ψιλά γράμματα». Ακούγοντας, μάλιστα, τον Λόουτς να λέει, μεταξύ σοβαρού και αστείου, ότι θα υπέγραφε ευχαρίστως ένα πολιτικό μανιφέστο αριστερών σκηνοθετών, ενθουσιάστηκε. Χθες ο Λόουτς είχε βρει χθες το ιδανικό κοινό. Ο,τι κι αν έλεγε γινόταν δεκτό με χειροκροτήματα. Εννοείται ότι δεν μπορείς να περιφρονήσεις τα αισθήματα του κόσμου, να μη νιώσεις τον παλμό του. Από την άλλη, δεν μπορείς να μην αντιδράσεις, όταν π.χ. αισθάνεσαι γύρω σου μιαν εσωστρέφεια περίεργη: όταν κάποιοι συγκινούνται επειδή το «Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι», με θέμα τον ιρλανδικό εμφύλιο, μόνο και μόνο μας θυμίζει τον δικό μας εμφύλιο. Ή όταν άλλοι αναρωτιούνται πώς «ένας Αγγλος αποφάσισε να ασχοληθεί με τον ισπανικό εμφύλιο;» («Γη και ελευθερία»). Κατά τα άλλα, η γνωστή ιστορία: όταν την κριτική ματιά αντικαθιστά η εξιδανίκευση, όλα διακρίνονται από μια φρικτή προβλεψιμότητα. Και μια πλήξη.
No comments:
Post a Comment