Της Μαριας Κατσουνακη, Η Καθημερινή, Πέμπτη, 23 Oκτωβρίου 2008
Κοινωνική. Σκηνοθεσία: Νίκος Παναγιωτόπουλος. Πρωταγωνιστούν: Λευτέρης Βογιατζής, Αλεξία Καλτσίκη, Δημήτρης Πουλικάκος
Είναι ίσως η πιο μελαγχολική διαδρομή του Νίκου Παναγιωτόπουλου στην, περίπου, 30χρονη κινηματογραφική πορεία του. Μελαγχολική και θαμπή με ένα αίσθημα μεγάλης εσωστρέφειας και αναχωρητισμού. Ο φακός δεν αποτυπώνει πρόσωπα, αλλά σκιές, οι τόποι δεν έχουν ταυτότητα, μόνο οι ήχοι φέρουν μια επιθυμία και ένα στίγμα ζωής. Εάν η κατάθλιψη με τη μορφή της παραίτησης αναζητούσε αποτύπωση, η «Αθήνα - Κωνσταντινούπολη» θα την απέδιδε με τον πληρέστερο τρόπο. Ενας δικηγόρος που μόλις έχει χωρίσει (Λ. Βογιατζής), ένας κλαρινετίστας που συνδυάζει τα ηπειρώτικα μοτίβα με τα αμερικάνικα μπλουζ (Δ. Πουλικάκος), μια γυναίκα που τον ακολουθεί (Αλ. Καλτσίκη), τρία αταίριαστα πρόσωπα διασταυρώνονται και συνυπάρχουν (κατά κάποιο τρόπο).
Σ’ αυτήν την 13η ταινία του, ο Ν. Παναγιωτόπουλος μοιάζει να έχει χάσει το κέφι του. Αυτός, ο κατ’ εξοχήν στιλίστας του ελληνικού κινηματογράφου, διεκπεραιώνει το θέμα με διαρκή fade out (αργά σβησίματα της εικόνας), σαν σύντομα, υποτονικά επαναλαμβανόμενα, σποτ πάνω σε μια ζωή. Οι ήρωες κινούνται, σχολιάζουν, κάνουν έρωτα, αλλά είναι εξ αρχής «νεκροί». Τα πένθη, οι ματαιώσεις, οι ανεκπλήρωτες επιθυμίες, μπορούν να είναι καύσιμα σε μια διαδρομή χωρίς προορισμό; Ισως. «Tι είναι αυτό το παιχνίδι; Ποιος χάνει από ποιον;», το τελευταίο ερώτημα του κεντρικού ήρωα, μείγμα σαρκασμού, ειρωνείας και πραγματικής απορίας. Η στιγμή του τέλους, η στιγμή της αφύπνισης.
Ο δικηγόρος θα συναντήσει τους άλλους δύο στον δρόμο. Σε ένα μποτιλιάρισμα της εθνικής οδού εξαιτίας μιας απεργίας αγροτών. Η κοπέλα θα τον κοιτάξει και θα του χαμογελάσει πλατιά, όπως ίσως κανείς εδώ και πολύ καιρό. Ο δικηγόρος προσπαθεί να ανταποδώσει, αλλά το αποτέλεσμα θυμίζει περισσότερο γκριμάτσα. Ο ρόλος του Λευτέρη Βογιατζή δεν «αιματώνεται». Παραμένει χλωμός σα σκιά. Η Αλεξία Καλτσίκη είναι η femme fatale της νουβέλ βαγκ. Ο Ν. Παναγιωτόπουλος την κινηματογραφεί σα γκονταρική ηρωίδα (;). Φευγαλέα, απροσδιόριστα, γοητευτικά. Και η ίδια ανταποκρίνεται, τροφοδοτεί την ταινία (μόνο αυτή) με επιθυμίες, συμβολίζει την προοπτική. Γιατί και ο κλαρινετίστας είναι «καμένο χαρτί».
Οφείλουμε, παρά τις ενστάσεις, να αναγνωρίσουμε στο σκηνοθέτη δημιουργική ενέργεια και περιέργεια να δοκιμάζει φόρμες, στιλ κινηματογράφησης, να εκτίθεται, ενώ θα μπορούσε να βαδίζει σε σίγουρα και περισσότερο «επικοινωνιακά» μονοπάτια.
No comments:
Post a Comment