Δύο ηλικιωμένες κυρίες περπατούν αμέριμνες στην πλατεία Κοτζιά. Και πέφτουν πάνω σε ένα αποτρόπαιο θέαμα: ένα μισοφαγωμένο πτώμα κείται σε μια άκρη και μερικά περιστέρια πάνω του τσιμπολογάνε ό,τι έχει απομείνει απ' αυτό. Οι γιαγιάδες, έντρομες, σταυροκοπιούνται. Ωσπου δύο παιδιά ενός κινηματογραφικού συνεργείου θα τις καθησυχάσουν: «Μην ανησυχείτε. Δεν είναι αληθινό. Είναι από ένα γύρισμα που κάνουμε... Τα περιστέρια ανέβηκαν πάνω του γιατί ρίξαμε καναβούρι».
Πρόκειται για το σίκουελ της προπέρσινης ταινίας «Το κακό» που απέκτησε φανατικούς θαυμαστές. Πολλοί από αυτούς έσπευσαν να εμφανιστούν ως ζόμπι κομπάρσοι στη νέα ταινία. Τότε, βέβαια, ήταν low budget (60.000 ευρώ). Σήμερα, πήρε λεφτά ακόμα και από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και την Audiovisual. Το όλον 600.000 ευρώ. Που σημαίνει, όπως μας είπε ο Γ. Νούσιας, «καλύτερα εφέ, καλύτερο φορμά, πιο πολλές σκηνές δράσης και περισσότερους ηθοποιούς που τώρα πληρώνονται».
Το ελληνικό σινεμά δεν μας έχει συνηθίσει σε τέτοια. Και η έκπληξη φέτος είναι διπλή αφού στα σκαριά είναι και η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία κουνγκ φου, το «Chinatown», της Κύπριας Αλίκης Δανέζη-Knutsen. Ετοιμαστείτε, λοιπόν, για σκηνές κουνγκ φου με φόντο το Μοναστηράκι και την Πλατεία Θεάτρου -όπου σήμερα είναι έντονο το κινέζικο στοιχείο.
*«Οταν ξεκινήσαμε μας έλεγαν τρελούς», λέει ο Γ. Νούσιας. «Διότι είναι ένα είδος με πολύ συγκεκριμένο κοινό. Ομως οι χρηματοδότες μας έκριναν, έπειτα από την πρώτη ταινία, πως έχει τα φόντα να είναι εμπορική. Κι ευτυχώς, ο κ. Παπαλιός στο Κέντρο θέλει να βοηθήσει και τη νέα φρουρά, όχι μόνο τα ονόματα της επετηρίδας».
Θρίλερ... μαρξιστικού χαρακτήρα
Η ταινία πιάνει το νήμα από εκεί που το άφησε η προηγούμενη: με τους ήρωες δηλαδή (από τον Μελέτη Γεωργιάδη μέχρι τον Αντρέα Κοντόπουλο) περικυκλωμένους από χιλιάδες ζόμπι σ' ένα τεράστιο στάδιο. Η σωτηρία βρίσκεται στην... αρχαία Ελλάδα. Διότι και τους αρχαίους ημών προγόνους έπληξε τότε το Κακό.
Συνδετικός κρίκος μεταξύ του χθες και του σήμερα ο προφήτης: «Τον ενσαρκώνει ο Μπίλι Ζέιν, που είναι Ελληνοαμερικάνος, κι έχει παίξει και σε άλλα σπλάτερ στο εξωτερικό», λέει ο Γ. Νούσιας. Θα δούμε όμως και εγχώριους σταρ: από τον Τότσικα μέχρι τον Τσιμιτσέλη και τον Αυγουστίδη.
*Σε σπλάτερ και μάλιστα ελληνικό έχει πρωταγωνιστήσει το 1979 και ο Χρήστος Μπίρος, που εδώ παίζει τον πατέρα του Αργύρη Θανάσουλα: «Ηταν μία μικρού μήκους ταινία, συλλεκτική σήμερα, που σκηνοθέτησε ο Γιάννης Κυριαζής».
*Σπλάτερ γύρισε και ο Επαμεινώνδας Κούζουνας: το «Time» προβλήθηκε στη Δράμα το 2000 και είχε... μαρξιστικό χαρακτήρα.
Επιστροφή στο γύρισμα: Βρισκόμαστε στον ευρύτερο χώρου του Ιππόδρομου στη Συγγρού. Το χώμα έχει βαφτεί κόκκινο κι έτσι βρίσκουμε άνετα το δρόμο μας. Πλήθος αιμόφυρτοι κομπάρσοι περιμένουν. Το μακιγιάζ καθημερινά φτάνει τις τέσσερις ώρες προετοιμασίας...
Προσέχω μια νεαρή «νύφη»: φορά ένα μακρύ νυφικό από μουσελίνα κατακόκκινο από το αίμα που, όπως μου λέει κουρασμένα, έχει αρχίσει να κολλάει πάνω της. Πάει τρίτη λυκείου, και «την έχει κοπανήσει» για να έρθει εδώ. «Αν και όταν είδα πώς με έκαναν, φρίκαρα λίγο», παραδέχεται.
Ενα άλλο ζόμπι μού προσφέρει ευγενικά ένα μπουκαλάκι νερό με το καταματωμένο χέρι του, όμως παραδόξως το μπουκαλάκι παραμένει αλέκιαστο. «Το ψεύτικο αίμα, όταν στεγνώσει, δεν φεύγει όλη μέρα», εξηγεί. Το μάτι μου παίρνει μια μαύρη σακούλα με διαμελισμένα μέλη. «Είναι η τσάντα με τα καλούδια μας», μου λέει ο Κλαούντιο Μπολιβάρ, ο διευθυντής φωτογραφίας.
Φτάνω και στην τέντα των αδελφών Αλαχούζου που επιδεικνύουν το σύστημα με το έμβολο που έχουν επινοήσει ώστε έπειτα από κάθε αποκεφαλισμό, το κεφάλι να εκτοξεύεται και το αίμα να πετιέται. Παντού γύρω τους μπιτόνια με αίμα, διαμελισμένα μέλη. Κι ένα κουτί μωρομάντιλα.
Ενα (κομμένο) χεράκι, ρε παιδιά
Στη σκηνή που ακολουθεί τα ζόμπι, τρεμάμενα και με μάτι θολό (χάρη σε λευκούς φακούς επαφής) επιτίθενται μουγκρίζοντας στον Χρήστο Μπίρο. Ο ήρωας ζητά βοήθεια από τους δικούς του: «Ενα χεράκι, ρε παιδιά!». Κι ένα κομμένο χέρι τού έρχεται στο πρόσωπο!
Λίγο αργότερα θα εμφανιστεί και η Πέπη Μοσχοβάκου -από τις βασικές ηρωίδες. Στην πρώτη ταινία παρακαλούσε τον σκηνοθέτη να την σκοτώσουν. «Προτιμούσα να είμαι ζόμπι. Να κάνω κάτι πιο ριψοκίνδυνο. Αλλα ευτυχώς που δεν με σκότωσαν, αφού τώρα έχουμε και δεύτερη ταινία».
Κι από την άλλη έχουμε τους έλληνες πιστούς του κουνγκ φου. Και με πρωταγωνίστρια επίσης μια κοπέλα. Και μάλιστα μισή Κύπρια και μισή Κινέζα. Η ιδέα ανήκει στην Αλίκη Δανέζη-Knutsen: μια 18χρονη που ζει σε μια μελλοντική αθηναϊκή Τσάιναταουν ανακαλύπτει πως ο πατέρας της δολοφονήθηκε από την κινεζική μαφία. Και αποφασίζει να εκδικηθεί.
Αν αυτό σάς θυμίζει Ταραντίνο, ο Γιώργος Λυκιαρδόπουλος, ο (από ελληνικής πλευράς) παραγωγός της ταινίας, διευκρινίζει: «Δεν είμαστε ούτε Κινέζοι, ούτε έχουμε το μπάτζετ ενός Ταραντίνο. Γι' αυτό και δίνουμε έμφαση στο σενάριο. Επιπλέον υπάρχει ένα δεύτερο επίπεδο στην ταινία: αυτό της προσωπικής αναζήτησης, της ταυτότητας της ηρωίδας».
- - Πώς πεισθήκατε ως παραγωγός να αναλάβετε ένα τόσο εξωφρενικό εγχείρημα;
Θα είναι επίσης μια ταινία που θα έχει μεν ειδικούς εκπαιδευτές που θα έρθουν από την Κίνα, όμως ταυτόχρονα θα κλείνει το μάτι στον θεατή, με έντονο το ελληνικό στοιχείο. Κουλουρτζήδες, σουβλάκι και κουνγκ φου, δηλαδή.
No comments:
Post a Comment