ΚΡΙΤΙΚΗ: ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 30/10/2008
Εφτά νέες ταινίες αρχίζουν να προβάλλονται από σήμερα, με καλύτερες το συγκλονιστικό πολιτικό θρίλερ «Γόμορρα» του Ματέο Γκαρόνε (βραβείο σκηνοθεσίας στις Κάνες), την πολωνική «4 νύχτες με την Αννα» του Γέρζι Σκολιμόφσκι (βραβείο FIPRESCI στο πρόσφατο Πανόραμα της «Ε») και «Το σύμπλεγμα Baader-Meinhof» του Ούλι Εντελ. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι ταινίες «Piano, solo» του Ρικάρντο Μιλάνι και «Ζήτημα τιμής» του Γκάβιν Ο' Κόνορ. Το πρόγραμμα συμπληρώνεται με τη σεξοκωμωδία «Sex Drive» και την ταινία τρόμου «Σε βλέπω 5».
Γόμορρα
«Γόμορρα» του Ματέο Γκαρόνε |
**** 1/2 -
Μέσα από διάφορες ιστορίες και μ' ένα σφιχτοδεμένο σενάριο, ο Ματέο Γκαρόνε καταγράφει με διεισδυτικότητα και δύναμη τη δράση της ναπολιτάνικης μαφίας. Εξοχες οι ερμηνείες.
Ο Ιταλός Ματέο Γκαρόνε («Πρώτη αγάπη»), στο συναρπαστικό αυτό πολιτικό θρίλερ, βασισμένο στο επίμαχο βιβλίο του δημοσιογράφου Ρομπέρτο Σαβιάνο, που σήμερα είναι αναγκασμένος να ζει υπό αστυνομική προστασία, αφηγείται, μ' ένα στιλ ανάμεσα σ' εκείνο του Φραντζέσκο Ρόζι («Τα χέρια πάνω από την πόλη», «Σαλβατόρε Τζουλιάνο») και κείνο του Σέρτζιο Λεόνε, τη δράση της ναπολιτάνικης μαφίας και τον αντίκτυπό της στη ζωή των κατοίκων της πόλης, μέσα από πέντε διαφορετικές ιστορίες.
Η ταινία αρχίζει με τη δολοφονία μιας ομάδας μαφιόζων, από άλλη εχθρική ομάδα, σ' ένα solarium, για να μας μεταφέρει σε έναν άλλο χώρο, όπου ένας μεσήλικας υπάλληλος της μαφίας περιφέρεται από διαμέρισμα σε διαμέρισμα, πληρώνοντας συνεργάτες και «προστατευμένες» οικογένειες της μαφίας.
Σε μια άλλη περιοχή, δύο απερίσκεπτοι νέοι αρχίζουν να καταπιάνονται με διάφορες, παράτολμες ληστείες (ανάμεσά τους και κλοπής όπλων και ναρκωτικών), με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να έρθουν αντιμέτωποι με τους αδίστακτους μαφιόζους, ενώ ένα νεαρό αγόρι, που μεταφέρει ψώνια από το μαγαζί της μητέρας του σε διάφορα σπίτια, προσπαθεί να γίνει δεκτός από τους μαφιόζους.
Αντιμέτωπος με τη «Γόμορρα» θα έρθει ένας κακομοίρης μόδιστρος, όταν, για να κερδίσει περισσότερα χρήματα, δέχεται να βοηθήσει, κρυφά, μια ομάδα Κινέζων ραφτών να μάθουν την τέχνη της κοπτικής. Πέρα όμως από τα ναρκωτικά και την πορνεία, η «Γόμορρα» επεκτείνει τη δράση της σε άλλους, ακόμη πιο καταστροφικούς για την κοινωνία κλάδους: στην οργάνωση κάλυψης, σε μεγάλη κλίμακα, για λογαριασμών μεγάλων εταιρειών, ιδιαίτερα επικίνδυνων στην υγεία βιομηχανικών αποβλήτων.
Με ένα σφιχτοδεμένο, με σωστή δομή και ολοκληρωμένους χαρακτήρες σενάριο και ένα εξαίρετο καστ ηθοποιών, με σκηνές που άλλοτε καταγράφουν με λεπτομέρεια και διεισδυτικότητα την ψυχολογία των προσώπων, αναπτύσσοντας ταυτόχρονα τις διάφορες καταστάσεις κι άλλοτε τονίζουν ξαφνικά ξεσπάσματα βίας, ο Γκαρόνε, που σε παλιότερο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου της «Ε» είχε εντυπωσιάσει με τη δεύτερη, εκπληκτική ταινία του «Ο ταριχευτής», μας δίνει, με τον πιο άμεσο, γλαφυρό και δυνατό τρόπο, το αποκαλυπτικό πρόσωπο μιας κοινωνίας όπου κυριαρχούν οι εκβιασμοί, η εκμετάλλευση και το στυγερό έγκλημα κι όπου νεαρά παιδιά, όπως ένας από τους χαρακτήρες της ταινίας, δεν έχουν άλλη διέξοδο επιβίωσης.
Τέσσερις νύχτες με την Αννα
«Τέσσερις νύχτες με την Αννα» του Γέρζι Σκολιμόφσκι |
***
Λυρική παραβολή, αλλά και πρωτότυπη, με χιούμορ, ματιά πάνω στο θέμα της ηδονοβλεψίας, μέσα από την ιστορία ενός παθητικού άντρα, που ναρκώνει μια γυναίκα για να την παρακολουθεί και να τη φροντίζει τη νύχτα, ενώ αυτή κοιμάται.
Επιστροφή του Πολωνού σκηνοθέτη Γέρζι Σκολιμόφσκι στην πατρίδα του και στον κινηματογράφο έπειτα από απουσία 17 περίπου χρόνων, με μια ταινία-σχόλιο πάνω στον ίδιο τον κινηματογράφο και το ηδονοβλεπτικό βλέμμα του. Ο Λεόν, υπάλληλος σε νεκροτομείο, έχοντας αποφυλακιστεί για βιασμό για τον οποίο δεν ήταν υπεύθυνος, απολαμβάνει τον παράξενο έρωτά του για την Αννα, θύμα του βιασμού στον οποίο ήταν απλός θεατής, μπαίνοντας τη νύχτα στο δωμάτιό της, έχοντας βάλει υπνωτικό στο τσάι της και φροντίζοντάς την, ενώ εκείνη κοιμάται - πλένοντας πιάτα, βάζοντας τάξη στο δωμάτιο και... βάφοντας τα νύχια της.
Με φόντο ένα βουτηγμένο στην απάθεια χωριό, σ' ένα άλλοτε βροχερό κι άλλοτε χιονισμένο τοπίο, που εκφράζει τη ψυχολογία του Λεόν και μ' ένα αλλόκοτο χιούμορ, καθαρά πολωνικό (που συναντάμε και στον συμπατριώτη του Αντρέι Μουνκ), ο Σκολιμόφσκι («Η πρώτη επαφή ενός πρωτάρη», «Στο φως του φεγγαριού») φτιάχνει ένα είδος παραβολής πάνω στον κόσμο μας, αλλά και στον ίδιο τον κινηματογράφο.
Ο Λεόν είναι ένας απλός, παθητικός άνθρωπος, που πληρώνει, κατά κάποιο τρόπο, τις αμαρτίες των άλλων. Καταδικασμένος να βλέπει -σ' έναν κόσμο όπου κυριαρχεί η ανασφάλεια, η ταπείνωση και η καταπίεση- δέχεται όλους τους εξευτελισμούς, καταφέρνοντας ταυτόχρονα να κρατήσει αγνή την αγάπη του για την Αννα. Καταδικασμένος και ο σκηνοθέτης, όπως και ο θεατής -αιώνιοι ηδονοβλεψίες- να παρακολουθεί και να καταγράφει, χωρίς να μπορεί να παρέμβει. Κι αν κάποτε βγει από τη θέση του ηδονοβλεψία-παρατηρητή, το μόνο που θα βρει μπροστά του είναι, όπως και ο ήρωας της ταινίας, έναν άδειο τοίχο.
Το σύμπλεγμα Baader-Meinhof
«Το σύμπλεγμα Baader-Meinhof» του Ούλι Εντελ |
** 1/2 -
Η δράση της γνωστής αριστερής ομάδας «Μπάαντερ-Μάινχοφ», που συγκλόνισε τη Γερμανία στη δεκαετία του '70, σε μια καλογυρισμένη, αν και αποσπασματική και χωρίς σε βάθος διείσδυση στην πολιτική ιδεολογία των μελών της, ταινία.
Με την επίμαχη δράση, στη διάρκεια της δεκαετίας του '70, της αριστερής οργάνωσης «RAF» (Rote Armee Fraktion»), γνωστής ως «ομάδας Μπάαντερ-Μάινχοφ», καταπιάνεται η ταινία που ο Ούλι Εντελ («Τελευταία έξοδος: Μπρούκλιν») σκηνοθέτησε για τον Γερμανό παραγωγό Μπερντ Αϊχινγκερ, γνωστό από μια σειρά πρόσφατες επιτυχημένες εμπορικά παραγωγές («Η πτώση», «Αρωμα: η ιστορία ενός δολοφόνου», «Resident Evil»).
Ομάδα με μαρξιστική ιδεολογία, που δημιούργησαν οι «αστικοί επαναστάτες», όπως αυτοαποκαλούνταν, Αντρέας Μπάαντερ, Ούλρικε Μάινχοφ και Γκούντρουν Εσλιν, ως κίνημα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ και τη μετατροπή της Δυτικής Γερμανίας σε πιστό ακόλουθο της ιμπεριαλιστικής πολιτικής της Αμερικής.
Οι ειρηνικές διαμαρτυρίες ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ στη δεκαετία του '60 και γενικά η στάση του κράτους (με υπολείμματα από τη ναζιστική περίοδο) προς τις ΗΠΑ, με την παραχώρηση στρατιωτικών βάσεων για τις επιθέσεις τους ενάντια στο Βιετνάμ, ήταν εκείνα που οδήγησαν στη δημιουργία της οργάνωσης, δημιουργία που αρχικά είχε κερδίσει τη συμπάθεια μεγάλου τμήματος του γερμανικού -και όχι μόνο του φοιτητικού- λαού, αν και η κατοπινή στάση της, με τις βομβιστικές επιθέσεις, με θύματα και αθώους πολίτες, καθώς και τις εκτελέσεις ομήρων (ιδιαίτερα από τη δεύτερη και τρίτη γενιά των μελών της οργάνωσης), στη διάρκεια του γνωστού «γερμανικού φθινοπώρου», με την αεροπειρατεία αεροπλάνου της «Λουφτχάνσα» και την απαγωγή του βιομήχανου Σλέγερ, άρχισε να τους απομονώνει, οδηγώντας σταδιακά στη σύλληψη, τη φυλάκιση και τον περίεργο θάνατο στις φυλακές των αρχηγών της - θάνατο που οι αρχές χαρακτήρισαν αυτοκτονία, αν και αυτό ποτέ δεν αποδείχθηκε.
Το πρώτο μέρος, με σκηνές όπως εκείνη της βίαιης αστυνομικής επέμβασης σε ειρηνική διαμαρτυρία ενάντια στην επίσκεψη του σάχη της Περσίας, το 1967, που κατέληξε στην εν ψυχρώ δολοφονία νεαρού διαδηλωτή, καθώς και οι σκηνές της εκπαίδευσης της οργάνωσης στην Ιορδανία, με την Ούλρικε Μάινχοφ να αποφασίζει να προσχωρήσει σ' αυτήν, μέσα από τις διάφορες εμπειρίες και συναντήσεις της, είναι και το καλύτερο της ταινίας, με τον Ούλι Εντελ να προσπαθεί να δώσει όσο πιο αντικειμενικά την πολιτική εικόνα της Γερμανίας της εποχής, ιδιαίτερα μέσα από τη δράση της RAF -η ανάπλαση της εποχής είναι πράγματι εξαιρετική.
Στη συνέχεια, όμως, εκτός από τις σκηνές της επίμαχης δίκης του Σταμχάιμ, η ταινία περιορίζεται στη δράση, χωρίς προσπάθεια ανάπτυξης των βασικών χαρακτήρων, με εξαίρεση εκείνο της Μάινχοφ, αποφεύγοντας την όποια διείσδυση στη σκέψη και τις πολιτικές απόψεις των μελών της οργάνωσης.
Γεγονός που οφείλεται στον παραγωγό Μπερντ Αϊχινγκερ, ο οποίος θυσίασε την έρευνα για χάρη, σύμφωνα με τον ίδιο, της «ταχύτητας» και της «έντασης». Στις αδυναμίες της ταινίας και η αποσπασματικότητα, στο δεύτερο μέρος, με τις ανατινάξεις, τις επιθέσεις και τις εκτελέσεις ομήρων, από μέλη της δεύτερης και τρίτης γενιάς, πρόσωπα που περνούν βιαστικά από την οθόνη χωρίς να μάθουμε τίποτα γι' αυτά. Στις αρετές της ταινίας, οι ερμηνείες των ηθοποιών, ιδιαίτερα της Μαρτίνα Γκέντεκ (Ούλρικε Μάινχοφ), της Γιοχάνα Βόκαλεκ (Γκούντρουν Ενσλιν) και του Μπρούνο Γκαντζ (επιθεωρητής της αστυνομίας).
Ζήτημα τιμής
Pride and Glory. ΗΠΑ, 2008. Σκηνοθεσία: Γκάβιν Ο' Κόνορ. Σενάριο: Τζο Κάρναχαν, Γκάβιν Ο' Κόνορ. Ηθοποιοί: Εντουαρντ Νόρτον, Κόλιν Φαρέλ, Γιον Βόιτ, Νόα Εμεριχ, Τζένιφερ Εϊλ. 130'
** 1/2 -
Ενα σκάνδαλο στους κόλπους της αστυνομίας φέρνει αντιμέτωπα τα μέλη μιας οικογένειας αστυνομικών, σε ένα πολύ βίαιο, δοσμένο με γρήγορο ρυθμό αστυνομικό θρίλερ.
Πρωταγωνιστές του αστυνομικού αυτού θρίλερ είναι τα μέλη μιας οικογένειας αστυνομικών, με έναν (Νόρτον) από τους δυο γιους να αναλαμβάνει να εξιχνιάσει τη δολοφονία τεσσάρων συναδέλφων του σε μια επιχείρηση σύλληψης εμπόρων ναρκωτικών. Μόνο που πολύ σύντομα ανακαλύπτει πως και οι τέσσερις ήταν μπλεγμένοι στη διακίνηση ναρκωτικών, στην οποία μπλεγμένος είναι και ένας άλλος συνάδελφος και γαμπρός του.
Από το «Σέρπικο» του Λουμέτ ώς τον πρόσφατο «Πληροφοριοδότη» του Σκορσέζε, οι Αμερικανοί σκηνοθέτες δεν έπαψαν να αποκαλύπτουν και να στιγματίζουν τις αδικίες και τη διαφθορά που κυριαρχούν στο αστυνομικό σώμα.
Γιος Νεοϋορκέζου αστυνομικού, ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της ταινίας Γκάβιν Ο' Κόνορ, έγραψε ένα σενάριο ακολουθώντας την πεπατημένη, προσθέτοντας σ' αυτά μια συχνά υπερβολική ωμότητα στη σκιαγράφηση τόσο των αστυνομικών όσο και των γκάνγκστερ. Χωρίς να προσφέρει εκπλήξεις (τα μαθαίνουμε όλα στην αρχή της ταινίας), η ιστορία κυλάει άνετα, με γρήγορο ρυθμό.
Καλές οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών, μ' επικεφαλής τον Εντουαρντ Νόρτον στον ρόλο του καλού μπάτσου.
** 1/2 -
Ενα σκάνδαλο στους κόλπους της αστυνομίας φέρνει αντιμέτωπα τα μέλη μιας οικογένειας αστυνομικών, σε ένα πολύ βίαιο, δοσμένο με γρήγορο ρυθμό αστυνομικό θρίλερ.
Πρωταγωνιστές του αστυνομικού αυτού θρίλερ είναι τα μέλη μιας οικογένειας αστυνομικών, με έναν (Νόρτον) από τους δυο γιους να αναλαμβάνει να εξιχνιάσει τη δολοφονία τεσσάρων συναδέλφων του σε μια επιχείρηση σύλληψης εμπόρων ναρκωτικών. Μόνο που πολύ σύντομα ανακαλύπτει πως και οι τέσσερις ήταν μπλεγμένοι στη διακίνηση ναρκωτικών, στην οποία μπλεγμένος είναι και ένας άλλος συνάδελφος και γαμπρός του.
Από το «Σέρπικο» του Λουμέτ ώς τον πρόσφατο «Πληροφοριοδότη» του Σκορσέζε, οι Αμερικανοί σκηνοθέτες δεν έπαψαν να αποκαλύπτουν και να στιγματίζουν τις αδικίες και τη διαφθορά που κυριαρχούν στο αστυνομικό σώμα.
Γιος Νεοϋορκέζου αστυνομικού, ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της ταινίας Γκάβιν Ο' Κόνορ, έγραψε ένα σενάριο ακολουθώντας την πεπατημένη, προσθέτοντας σ' αυτά μια συχνά υπερβολική ωμότητα στη σκιαγράφηση τόσο των αστυνομικών όσο και των γκάνγκστερ. Χωρίς να προσφέρει εκπλήξεις (τα μαθαίνουμε όλα στην αρχή της ταινίας), η ιστορία κυλάει άνετα, με γρήγορο ρυθμό.
Καλές οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών, μ' επικεφαλής τον Εντουαρντ Νόρτον στον ρόλο του καλού μπάτσου.
Piano, solo
«Piano, Solo» του Ρικάρντο Μιλάνι |
***
Το προσωπικό, βασανιστικό δράμα ενός παθιασμένου μουσικού της τζαζ, βασισμένο στη ζωή του Λούκα Φλόρες, μέσα από μια χαμηλών τόνων ταινία.
Την αληθινή ιστορία του Λούκας Φλόρες, ενός ιδιοφυούς Ιταλού μουσικού της τζαζ, παρουσιάζει στην ταινία αυτή ο Ρικάρντο Μιλάνι. Μουσικός που έρχεται αντιμέτωπος με τα φαντάσματα του παρελθόντος, ιδιαίτερα τις βασανιστικές εμπειρίες της παιδικής του ηλικίας -μέσα από ένα ταξίδι του στην Αφρική και τον εκεί τραγικό θάνατο της μητέρας του σε αυτοκινητικό ατύχημα. Εμπειρίες που στάθηκαν και έμπνευση για τη δημιουργία της εκπληκτικής μουσικής του, που τον έκανε διάσημο και στον διεθνή χώρο (έπαιξε μαζί με θρύλους της τζαζ, όπως ο Τσετ Μπέικερ και ο Ντέιβ Χόλαντ).
Η ταινία καταγράφει τόσο τα χρόνια της εκπληκτικής καριέρας του Φλόρες, όταν μέσα από τη μουσική δημιουργία βρήκε την ελευθερία του, τον έρωτά του, μέχρι τα βασανιστικά χρόνια που ακολούθησαν, οδηγώντας τον στο κατώφλι της τρέλας. Με ήρεμο, ακριβολόγο ρυθμό, με ένα στιλ που κυλάει άνετα, με τους ηθοποιούς να ζουν κυριολεκτικά τους ρόλους τους και ιδιαίτερα τον Κιμ Ρόσι Στιούαρτ, που ερμηνεύει με ξεχωριστή ευαισθησία τον βασανισμένο τζαζίστα), ο Ρικάρντο Μιλάνι φτιάχνει μια ευχάριστη, συγκινητική παραβολή για τη ζωή, την ομορφιά και τις αρχές της.
Οι άλλες ταινίες
SEX DRIVE.
ΗΠΑ, 2008. Σκηνοθεσία: Σον Αντερς. Σενάριο: Αντερς, Τζον Μόρις. Ηθοποιοί: Τζος Ζάκερμαν, Αμάντα Κρου, Κλαρκ Ντουκ. 101'
Νεανική, σαχλή σεξοκωμωδία με πρωταγωνιστή έναν 18χρονο, που μαζί με δυο κολλητούς του αρχίζει ένα ταξίδι σε αναζήτηση της γυναίκας που θα του πάρει την παρθενιά του...
ΣΕ ΒΛΕΠΩ 5
(Saw V). ΗΠΑ, 2008. Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Χακλ. Ηθοποιοί: Τόμπι Μπελ, Κώστας Μαντίλορ, Μπέτσι Ράσελ. 88'
Ενας πράκτορας του Εφ-Μπι-Αϊ κι ένας αστυνομικός ντετέκτιβ συγκρούονται στην προσπάθειά τους να συλλάβουν τον περιβόητο δολοφόνο «των παζλ», που για πέμπτη φορά επιστρέφει σε ένα συνηθισμένο, με πολύ σαδιστικές σκηνές, θρίλερ τρόμου.
No comments:
Post a Comment