Ο «Λίβανος» του Ισραηλινού Σάμουελ Μαόζ δεν είναι μόνο μια καταπληκτική αντιπολεμική ταινία. Εφυγε, άλλωστε, από το Φεστιβάλ της Βενετίας με το Χρυσό Λιοντάρι.
Το μεγαλύτερό της κατόρθωμα είναι ότι, παρακολουθώντας τη, φοβάσαι, τρέμεις και ασφυκτιάς. Γιατί ο σκηνοθέτης είχε την ιδέα να τη γυρίσει μέσα σε ένα τανκς. Ο θεατής βλέπει από τη διόπτρα με το μάτι του πυροβολητή, αγχώνεται, φρικάρει, πυροβολείται.
Η ματιά του πυροβολητή είναι στην πραγματικότητα αυτή του ίδιου του Σάμουελ Μαόζ. Στηριγμένη στα προσωπικά του βιώματα από τον πόλεμο του Λιβάνου το 1982 -όπου ήταν πυροβολητής- η ταινία παρακολουθεί τέσσερα νεαρά αγόρια που στέλνονται μέσα σε ένα τεθωρακισμένο για να κάνουν έρευνες σε εχθρική πόλη. Το μυαλό τους παραλογίζεται, η αντοχή τους δοκιμάζεται και η παράνοια του πολέμου κορυφώνεται σε μια αιματηρή εμπειρία. Συναντήσαμε τον σκηνοθέτη στο 50ό Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπου προβλήθηκε ο «Λίβανος».
- Τι σας ώθησε να γυρίσετε στο παρελθόν; Ηταν μια προσπάθεια να συμφιλιωθείτε με τις τύψεις σας;
«Ηταν μια ανάγκη να μου φύγει το βάρος. Οχι για να συγχωρήσω τον εαυτό μου, αλλά να βρω κατανόηση. Νιώθω ένοχος και υπεύθυνος, παρ' όλο που γνωρίζω ότι ήταν αναπόφευκτο. Πας στον πόλεμο 20 χρόνων και γίνεσαι εκτελεστής. Δεν έχεις το προνόμιο να σκέφτεσαι στο πεδίο της μάχης. Αν αργήσεις να αντιδράσεις ένα δευτερόλεπτο, κάποιος θα σκοτωθεί. Αν αργήσεις δύο δευτερόλεπτα, θα σκοτωθείς εσύ. Το θύμα σου μπορεί να είναι ένα παιδί. Εκανα τον "Λίβανο" για να δείξω πόσο σύνθετες είναι οι καταστάσεις πολέμου. Ολα αυτά τα χρόνια με παρηγορούσαν ότι δεν έφταιγα εγώ, ότι ο πόλεμος ήταν απόφαση της κυβέρνησης και μία κατάσταση από την οποία δεν υπήρχε διέξοδος. Αλλά εγώ είμαι ένας από αυτούς που πάτησαν σκανδάλη. Κι αυτό είναι κάτι που μένει χαραγμένο στην ψυχή μέχρι να πεθάνεις».
- Σας βοήθησε τελικά η ταινία;
«Ηταν η καλύτερη θεραπεία. Νιώθω τυχερός σε σχέση με άλλους, που δεν είναι σκηνοθέτες, συγγραφείς, δημιουργοί και δεν έχουν αυτό τον τρόπο να απελευθερωθούν από τα βιώματά τους. Στην πραγματικότητα δεν είναι κάτι που επιδέχεται θεραπεία, γιατί δεν είσαι άρρωστος. Η θεραπεία είναι να μπορέσεις να συνεχίσεις τη ζωή σου. Κάποιος μου είπε κάποτε: "Φαντάζομαι ότι το τραύμα του πολέμου σημαίνει ότι βλέπεις εφιάλτες". Του απάντησα: "Μακάρι να ήταν τόσο απλό"».
- Το βραβείο στη Βενετία τι αντίκτυπο είχε μέσα σας;
«Μετά τον πόλεμο του Λιβάνου είχα χάσει την ικανότητα να κλαίω. Οταν στη Βενετία είδα ανθρώπους, μικρούς και μεγάλους, να χειροκροτούν την ταινία για 20 λεπτά και να κλαίνε, δάκρυσαν πάλι τα μάτια μου».
- Πώς αντιδρούν οι Ισραηλινοί; Υποθέτω πως δεν τους ευχαριστεί το γεγονός ότι δείχνετε στρατιώτες καταρρακωμένους να ξεσπούν σε λυγμούς σαν μικρά παιδιά.
«Πολλοί έχουν πρόβλημα με αυτές τις σκηνές. Θεωρούν ότι βλάπτεται η εικόνα του Ισραήλ. Αλλοι πάλι, χωρίς καν να τη δουν, θεωρούν εκ των προτέρων ότι είναι μια ταινία αριστερή, αφού κέρδισε βραβείο σε μεγάλο ευρωπαΐκό φεστιβάλ. Υπάρχουν όμως, και ορισμένοι, κυρίως άνθρωποι της δικής μου γενιάς, που έχουν αρχίσει να μιλάνε για τον πόλεμο. Εως τώρα τον κρύβαμε κάτω απ' το χαλί».
- Γιατί την ονομάσατε «Λίβανο»; Την περιορίζετε.
«Το όνομα ήταν τελικά λάθος. Αλλά για μένα η λέξη Λίβανος δεν είναι συνδεδεμένη μόνο με τον πόλεμο ή τη χώρα, αλλά με μια γενιά. Ισως έπρεπε να λέγεται "Η γενιά του Λιβάνου"».
- Ο «Λίβανος» είναι από τις λίγες αντιπολεμικές ταινίες όπου δεν υπάρχουν ήρωες, αλλά μόνο αντι-ήρωες...
«Γνωρίζουμε για τον πόλεμο μόνο ό,τι βλέπουμε στις αμερικάνικες ταινίες. Οι περισσότερες γίνονται για να προσφέρουν διασκέδαση. Αυτό επιτυγχάνεται με γενναίους ήρωες, θαρραλέες πράξεις και έναν πρωταγωνιστή που θυσιάζεται για τους άλλους, γονατίζει και πεθαίνει με το πρόσωπο γεμάτο μέικ άπ και το αίμα να δείχνει πάνω του σέξι... Αυτά είναι ανοησίες. Ο πόλεμος δεν έχει τίποτα ηρωικό. Πιστέψτε με, κανένας δεν θυσιάζεται για τον φίλο του. Ο πόλεμος στηρίζεται σε μία μόνο αρχή: Να κρατηθείς ζωντανός. Ο στρατιώτης είναι ένας κανονικός άνθρωπος. Δεν είναι σχιζοφρενής, ούτε θέλει να σκοτώσει. Το κόλπο είναι να τον ρίξεις στη μάχη. Γιατί όταν βρεθείς εκεί, όλο σου το κορμί μυρίζει τον κίνδυνο και γίνεσαι ζώο. Τότε, θα αναγκαστείς να σκοτώσεις».
- Γιατί δημιουργήσατε αυτή την κλειστοφοβική συνθήκη για τον θεατή, που παρακολουθεί την ταινία μέσα από τη διόπτρα;
«Το θέμα της ταινίας είναι ο τραυματισμός της ψυχής. Αυτό χρειάζεται συναισθηματική κατανόηση από τον θεατή. Δεν μπορούσα να πω την ιστορία απευθυνόμενος στο μυαλό, αλλά στο στομάχι και την καρδιά. Για να το πετύχω έπρεπε να δημιουργήσω στον θεατή μια εμπειρία. Ετσι σκέφτηκα να τον τοποθετήσω μέσα στο τανκς και να βλέπει μόνο ό,τι βλέπει ο πυροβολητής. Δεν θέλω ο θεατής να σκέφτεται, αλλά να νιώθει. Ας σκεφτεί όταν πάει σπίτι του».
- Πώς εκπαιδεύσατε τους ηθοποιούς σας;
«Πριν ξεκινήσουμε γυρίσματα έμεναν κλεισμένοι για τρεις ώρες σε ένα σκοτεινό κοντέινερ, που έκαιγε από τη ζέστη. Τους άφησα να ζήσουν την κλειστοφοβική εμπειρία και την υπνωτική κατάσταση, που δημιουργείται μέσα στο τανκς. Οταν οι ηθοποιοί βγήκαν, δεν χρειάστηκε να μιλήσουμε. Αυτή η εμπειρία λειτούργησε ως αφετηρία. Επρεπε να πιαστούν από κάπου. Επίσης, τους πήγα σε νοσοκομείο για να δουν το αίμα πάνω στα σώματα».
- Ανοίγετε και κλείνετε την ταινία με ένα χωράφι ηλιοτρόπια. Γιατί;
«Ηθελα, προτού "μπει" ο θεατής στο τανκς, να έχει μιαν άλλη εικόνα σύγκρισης. Με τα ηλιοτρόπια του δίνω ένα τελευταίο λεπτό να δει τον ουρανό, τη φύση, τα λουλούδια. Τον προετοιμάζω για το τι θα ακολουθήσει. Εκλεισα επίσης με την ίδια εικόνα για να αναρωτηθεί ύστερα από 24 ώρες πολέμου: "Τι στο διάολο έγινε;". Στην τελευταία σκηνή όμως είναι μαραμένα. Σαν άνθρωποι που θρηνούν... Τα ηλιοτρόπια είναι κομμάτι της δικής μου ψυχής».
* Βγαίνει στις αίθουσες στις 21 Ιανουαρίου. *
No comments:
Post a Comment