- Μια σχεδόν καρτουνίστικη εκδοχή του πιο διάσημου λογοτεχνικού ντετέκτιβ προσφέρει στη νέα ταινία του ο Γκάι Ρίτσι
Θεωρείται η προσωποποίηση της διορατικότητας και του εντοπισμού της αλήθειας. Επομένως πολύ δύσκολα θα μπορούσε κανείς να τον φανταστεί ως έναν άκρως αθλητικό τύπο με πυγμαχικές ικανότητες, γνώσεις πολεμικών τεχνών, άσο στην ξιφασκία αλλά και στην κονταρομαχία. Αυτό ακριβώς είναι στο «Sherlock Ηolmes» του Γκάι Ρίτσι ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ... ως Σέρλοκ Χολμς. Εν ολίγοις Ντάουνι και Ρίτσι μάς προτείνουν να ξεχάσουμε την εικόνα του Χολμς των σελίδων του Αρθουρ Κόναν Ντόιλ και να τον δεχθούμε ως action hero, χωρίς σηκωμένα φρύδια και ψηλή μύτη. Ασχολείται ο ίδιος με τις βρώμικες δουλειές, όπως είναι οι τσακωμοί και το ξύλο. Και αυτό είναι το «χαρτί» στο οποίο ποντάρει μια ταινία που ενίοτε σου δίνει την εντύπωση ότι βλέπεις Χολμς με αισθητική «Μatrix». Αρκετές από τις παράξενες μονομανίες του Σέρλοκ Χολμς έχουν αφαιρεθεί από την παραγωγή του τελευταίου «Sherlock Ηolmes». Ενώ η Ιnverness μπέρτα, το ταιριαστό καπελάκι κυνηγού και η «καμπουρωτή» πίπα είναι τρία στοιχεία που πάνε μαζί με την προσωπικότητά του, η μορφή του Ντάουνι Τζούνιορ είναι ενός αναμαλλιασμένου, συχνά αξύριστου τύπου, κάθε άλλο παρά «καλοσιδερωμένου». Ο Χολμς κρύβει τον καπνό του μέσα σε περσικές παντόφλες, παίζει όποτε το θυμηθεί βιολί (όχι πολύ καλά) και ενίοτε εξασκείται στη σκοποβολή μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Είναι σαν να βρίσκεται διαρκώς υπό την επήρεια LSD και γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο προσωπικά ένιωσα ότι η προσέγγιση του Ντάουνι Τζούνιορ αγγίζει τα όρια της υπερβολής ενός καρτούν. Για την ακρίβεια, ζητούσα συχνά στιγμές γαλήνης στην ταινία, ένα διάλειμμα μέσα στην όλη φασαρία. Και τη βρήκα στο πρόσωπο του δρος Τζον Γουάτσον τον οποίο υποδύεται ο Τζουντ Λο: έχω την εντύπωση ότι θα ταίριαζε περισσότερο ως Χολμς, με τον Ντάουνι Τζούνιορ στη θέση του βοηθού του.
ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ▅ Η μοναδική κόπια της Βίβλου που έχει απομείνει στον πλανήτη είναι το απόλυτο αγαθό στη μελλοντολογική περιπέτεια φαντασίας «Ο εκλεκτός» («Τhe book of Εli», ΗΠΑ, 2009) που σκηνοθέτησε το ντουέτο των αδελφώνΑλμπερτκαιΑλεν Χιουζ. ΟΝτενζέλ Ουάσιγκτονυποδύεται έναν ήρωα που θυμίζει κάτι ανάμεσα σε μεσσία και Μαντ Μαξ. Με φόντο μια κατεστραμμένη γη του μέλλοντος (απόρροια καταλυτικού πολέμου), ο «εκλεκτός» Ελι (Ουάσιγκτον), ο οποίος τυγχάνει μετρ κάθε πολεμικής τέχνης που μπορεί να διανοηθεί ο ανθρώπινος νους, οδεύει προς το άγνωστο με φυλαχτό τη Βίβλο, την οποία θα προσπαθήσει να του πάρει ο φιλόδοξος αρχηγός μιας κοινότητας εναπομεινάντων ανθρώπων (Γκάρι Ολντμαν). Μπορεί η Βίβλος να είναι το απόλυτο σύμβολο γνώσης και πειθούς, ωστόσο η ταινία το μόνο για το οποίο με έπεισε είναι ότι δεν μπόρεσε να κρύψει την καρτουνίστικη διάθεσή της πίσω από τη σοβαρότητα του θέματός της- το οποίο μοιάζει πολύ με εκείνο του σαφώς ανώτερου «Δρόμου» τουΤζον Χίλκοουτπου θα δούμε στο μέλλον.
▅ Με το «Ricordi mi» (Ελλάδα, 2009), που σημαίνει «Να με θυμάσαι», ηΣτέλλα Θεοδωράκηεπιστρέφει στη σκηνοθεσία αρκετά χρόνια μετά την πρώτη ταινία της, «Παρά λίγο, παρά πόντο, παρά τρίχα».
Θλιμμένα πρόσωπα που κοιτάζουν αριστερά- δεξιά, ψιθυρίζουν, μιλούν στην κάμερα, φαντάζονται, θυμούνται, ενίοτε τσακώνονται, ενταγμένα μέσα στο άγχος της σύγχρονης Αθήνας. Τελικά όμως, αν κάτι θυμάμαι από το «Ricordi mi», είναι ότι το χωροταξικό στοιχείο της ταινίας (με τη μέγιστη συνδρομή του διευθυντή φωτογραφίαςΗλία Κωνσταντακόπουλου) μου προκάλεσε μεγαλύτερο ενδιαφέρον απ΄ ό,τι το δραματουργικό. Η Θεοδωράκη έχει κινηματογραφικό «μάτι», αλλά ως διαχειρίστρια ιστορίας λειτουργεί υπέρ το δέον αφαιρετικά και δεν σου ανοίγει την όρεξη να εστιάσεις κάπου. Επιδιώκει να προκαλέσει μια γενικότερη «αίσθηση».
Με τους Θεοδώρα Τζήμου και Λάζαρο Γεωργακόπουλο.
▅ Προβάλλεται επίσης η κωμωδία «Ι love Κarditsa» του Στράτου Μαρκίδη, με τους Γεράσιμο Σκιαδαρέση, Ναταλία Δραγούμη, Κατερίνα Παπουτσάκη, Σταύρο Ζαλμά κ.ά.▅ Εστιάζοντας στη σχέση δύο εντελώς ανόμοιων ανθρώπων, η ταινία «Το ποτάμι ανάμεσα» («London river», Αγγλία, 2009) του Γάλλου Ρασίντ Μπουσαρέμπ αποπειράται ένα ήσυχο σχόλιο πάνω στη μισαλλοδοξία, στην ξενοφοβία και στον ρατσισμό των ημερών μας, για να καταλήξει σε έναν αισιόδοξο ύμνο στη συμφιλίωση και στην ελπίδα. Κεντρικά πρόσωπα μια λευκή γυναίκα από τις Νήσους Τσάνελ (θαυμάσια, ως συνήθως, η Μπρέντα Μπλέθιν στη φωτογραφία) και ένας Αφρικανός της Γαλλίας (Σοτιγκί Κουγιατέ - Αργυρή Αρκτος ερμηνείας στο Φεστιβάλ Βερολίνου). Αναζητούν τα μυστηριωδώς εξαφανισμένα παιδιά τους στο Λονδίνο. Για την απλή γυναίκα ο φόβος ότι η κόρη της μπορεί να σκοτώθηκε σε τρομοκρατική επίθεση είναι σχεδόν ταυτόσημος με τον τρόμο που της προκαλεί η σκέψη ότι το παιδί της είχε ερωτική σχέση με τον γιο ενός μαύρου μουσουλμάνου. Οι πολιτισμικές συγκρούσεις των δύο αυτών ανθρώπων σιγά σιγά θα κάνουν στην άκρη μπροστά στον κοινό στόχο. Οσο αναπτύσσεται η σχέση τους, τόσο αυξάνεται η περιέργεια του θεατή για την εξέλιξή της, πόσω μάλλον διαδραματιζόμενη σε ένα Λονδίνο αφιλόξενο και εχθρικό, το ποίο η κάμερα του Μπουσαρέμπ ελέγχει με απίστευτη σχολαστικότητα. Οι γειτονιές, οι δημόσιες υπηρεσίες, η Αστυνομία είναι ψηφίδες σε ένα απολύτως ολοκληρωμένο, ρεαλιστικό σύνολο που εκπλήσσει με την πυκνότητα όσων λέει, αλλά και με την απλότητα στον τρόπο που τα λέει.▅ Παρά τον παραπλανητικό τίτλο της ταινίας «Αστυνομία, Ταυτότητα» («Ρolice, Αdjective», Ρουμανία, 2009), εδώ η αστυνομική ίντριγκα, ένα μικρό «ντετέκτιβ στόρι», δίνει απλώς την αφορμή για την ανάπτυξη του ουσιαστικού θέματος: ο κεντρικός ήρωας, ένας νεαρός, εργατικός αστυνομικός (Ντράγκος Μπουκούρ), βρίσκεται μονίμως σε εσωτερική σύγκρουση καθώς προσπαθεί να διαχειριστεί διάφορα διλήμματα που τον βασανίζουν σχετικά με τη δουλειά του. Διστάζει να προβεί στη σύλληψη του διανομέα ναρκωτικών που παρακολουθεί γιατί νιώθει ότι «δεν είναι παρά ένα παιδί παρασυρμένο από την τρέλα της εφηβείας». Μπορεί όμως ο νόμος να κρίνει μέσα από φίλτρα ηθικής; Ο ρουμάνος σκηνοθέτης Κορνέλιου Πορουμπόιου αποπειράται μια ανάλυση του ερωτήματος και αντιπαραθέτει τα λογικά επιχειρήματα του προϊσταμένου με την καλοσύνη του ηθικού, διχασμένου αστυνομικού. Η σκηνή όπου οι δύο άνδρες «ξεσκονίζουν» τις σελίδες του λεξικού για να βρουν τις ακριβείς έννοιες λέξεων όπως «ηθική» και «νόμος», όχι απλώς απογειώνει την ταινία, αλλά είναι μια από τις πιο έξυπνες που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια στον κινηματογράφο. Ως τότε το φιλμ κυλάει αργά αλλά υποβλητικά, καθώς η κάμερα δίνει μια ρεαλιστική εικόνα της επαρχιακής Ρουμανίας όπου τα πάντα φαίνονται ακίνητα και μουντά. Για την Ιστορία, η δεύτερη αυτή ταινία τού πολλά υποσχόμενου Πουρουμπόιου «νικήθηκε» πέρυσι στις Κάννες από τον «Κυνόδοντα» του Γιώργου Λάνθιμου που της «πήρε» το πρώτο βραβείο.
No comments:
Post a Comment