Friday, October 31, 2008

Οι ταινίες που θα... επιστρέψουν

«Στον πυρετό της δόξας» («Fame», 1980)
Φωτογραφία

Ο Βρετανός Αλαν Πάρκερ αφουγκράστηκε τον χορευτικό παλμό της εποχής σε μια ευχάριστη ταινία από την οποία δεν λείπει ο προβληματισμός. Μεγάλη επιτυχία του 1980, την ακολούθησε η ομότιτλη τηλεοπτική σειρά στην οποία εμφανίζονταν οι περισσότεροι από τους ηθοποιούς της κινηματογραφικής ταινίας. Προτάθηκε για πολλά Οσκαρ και κέρδισε αυτά που άξιζε: μουσικής και τραγουδιού («Fame»).

«Footloose» (1984)

Φωτογραφία

Ένας νεαρός ( Κέβιν Μπέικον ), γέννημα θρέμμα του Σικάγου και παθιασμένος με τον μοντέρνο χορό, μετακομίζει σε μικρή κωμόπολη όπου ο χορός... απαγορεύεται! Υπεύθυνος για τον παράλογο αυτόν περιορισμό είναι ένας αιδεσιμότατος ( Τζον Λίθγκοου ), του οποίου την κόρη ( Λόρι Σίνγκερ ) ερωτεύεται ο ήρωας. Μεγάλη επιτυχία της εποχής της η ταινία αγαπήθηκε από εκατομμύρια νέους που είδαν επιτέλους να ασκείται κριτική κατά των συντηρητικών θεσμών οι οποίοι άγγιζαν τη σφαίρα του παραλόγου.

«Step up 2: Το επόμενο βήμα» («Step up 2 the streets», 2007)

Φωτογραφία

Δύο μαθητές της Σχολής Καλών Τεχνών του Μέριλαντ ( Μπριάνα Εβιγκαν, Ρόμπερτ Χόφμαν ) ενώνουν τις δυνάμεις τους, λαμβάνοντας μέρος σε μεγάλο χορευτικό διαγωνισμό. Συνέχεια της επιτυχημένης μουσικοχορευτικής ταινίας «Step up: Τα βήματα του πάθους» και η πιο επιτυχημένη ξένη ταινία την περασμένη σεζόν για την εταιρεία που τη διένειμε στην Ελλάδα. Το τρίτο μέρος θα γυριστεί τρισδιάστατο.

ΤΟ ΒΗΜΑ, Σάββατο, 1 Νοεμβρίου 2008

Ολική επαναφορά για τα μιούζικαλ


ΡΕΠΟΡΤΑΖ Ι. ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ, ΤΟ ΒΗΜΑ, Σάββατο, 1 Νοεμβρίου 2008

Φωτογραφία

Χαμόγελα και λάμψη. Ο Ζακ Εφρον και η Ασλεϊ Τισντέιλ έχουν γίνει «καυτά» ονόματα του αμερικανικού κινηματογράφου χάρη στην επιτυχία του «Ηigh School Μusical 3». Η Disney εφέτος υπολογίζει ότι τα έσοδά της θα αυξηθούν κατά 2,7 δισ. δολάρια (2,07 δισ. ευρώ) χάρη στα «προϊόντα» τόσο του «Ηigh Μusical 3: Senior year» αλλά και ενός άλλου μουσικοχορευτικού φιλμ, του «Ηanna Μontana»
Δισέλιδη καταχώριση της ταινίας «Μamma Μia!» δημοσιευμένη σε πρόσφατο τεύχος του περιοδικού «Variety» δεν δείχνει τίποτε άλλο πέραν του αριθμού «500.000.000», μιας μικρής φωτογραφίας των ηθοποιών της και μιας πρότασης εν είδει τίτλου: «Τhe winner takes it all» (Ο νικητής τα παίρνει όλα). Το νούμερο αντιστοιχεί στις εισπράξεις που η εν λόγω ταινία έκανε σε δολάρια παγκοσμίως. Καθόλου άσχημα για μια παραγωγή η οποία κόστισε κάτι παραπάνω από το 1/10 αυτών των εισπράξεων (περίπου 52 εκατ. δολάρια- 39,9 εκατ. ευρώ). Το φαινόμενο της «Μamma Μia!» δεν είναι βέβαια καθημερινό. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα τραγούδια των Αbba και η θεατρική προϊστορία της ταινίας έπαιξαν τεράστιο ρόλο στην επιτυχία της.

Πέραν όμως της «Μamma Μia!», το μουσικοχορευτικό είδος έχει γενικότερα πάρει τα πάνω του στον κινηματογράφο, ιδιαίτερα οι ταινίες με πρωταγωνιστές τινέιτζερ στους οποίους άλλωστε και απευθύνονται. Μεγάλα στούντιο όπως η Disney, η Columbia, η Screen Gems, η ΜGΜ και η Ρaramount έχουν αντιληφθεί ότι η αγορά αυτού του είδους έχει πολύ ψωμί και επενδύουν σοβαρά σε ανάλογες ταινίες.

Το πιο τρανταχτό παράδειγμα είναι της ταινίας «Ηigh School Μusical», η οποία γυρίστηκε πριν από δύο χρόνια για την τηλεόραση, μια παραγωγή της Disney Channel. Η επιτυχία της ήταν τόσο μεγάλη ώστε έναν χρόνο αργότερα την ακολούθησε το νούμερο 2. Οι δύο αυτές τηλεταινίες δεν κατόρθωσαν μόνο να βάλουν φωτιά στους μετρητές τηλεθέασης αλλά και να δημιουργήσουν την ουρά μιας ολόκληρης αγοράς: τα CD τους πούλησαν 15 εκατομμύρια αντίτυπα, τα βιβλία 50 εκατομμύρια και τα βιντεοπαιχνίδια 4,8 εκατομμύρια! Η βιομηχανία του «Ηigh School Μusical» συνεχίστηκε με θεατρικά σόου, συναυλίες και μια τουρνέ με σόου... πατινάζ στον πάγο. Η Disney εφέτος υπολογίζει ότι τα έσοδά της θα αυξηθούν κατά 2,7 δισ. δολάρια (2,07 δισ. ευρώ) χάρη στα «προϊόντα» του «Ηigh Μusical 3: Senior year» αλλά και ενός άλλου μουσικοχορευτικού φιλμ, του «Ηanna Μontana».

Διόλου παράξενο λοιπόν που μια τρίτη «Ηigh School Μusical» ταινία έχει ήδη αρχίσει να προβάλλεται στις αμερικανικές κινηματογραφικές αίθουσες, με θαυμάσια αποτελέσματα, και έχει μετατρέψει σε σταρ πρώτου μεγέθους τον πρωταγωνιστή της Ζακ Εφρον.

Επιστροφή στο παρελθόν
Η Ρaramount θα επενδύσει περίπου 35 εκατ. δολάρια (26,85 εκατ. ευρώ) στο ριμέικ του κλασικού μουσικοχορευτικού φιλμ «Footlose», το οποίο είχε γίνει φετίχ των τινέιτζερ στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και παραλίγο να μετατρέψει σε σουπερστάρ τον πρωταγωνιστή του Κέβιν Μπέικον. Τον ρόλο του Ρον Μακ Κόρμακ που αναστατώνει τη μικρή συντηρητική αμερικανική επαρχία, κάνοντας τρελά νούμερα με τα πόδια του, θα αναβιώσει- ποιος άλλος;- ο Ζακ Εφρον...

Το «Footlose» δεν είναι η μόνη ταινία των 80s που πρόκειται σύντομα να επανέλθει διαφοροποιημένη στις αίθουσες. Τον ερχόμενο μήνα αρχίζουν τα γυρίσματα του «Fame» («Στον πυρετό της δόξας»), το οποίο εκτός από μεγάλη κινηματογραφική επιτυχία την αυγή της δεκαετίας του 1980 αποτέλεσε εξίσου και επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά. Επίσης το μουσικοχορευτικό στοιχείο έχει αρχίσει να «αγγίζει» και άλλα κινηματογραφικά είδη. Η εταιρία Screen Gems επενδύει στην «Εmme», μια χιπ-χοπ διασκευή του μυθιστορήματος «Εμμα» της Τζέιν Οστιν (είχε γυριστεί ως δράμα κοστουμιών με πρωταγωνίστρια την Γκουίνεθ Πάλτροου ) και η Columbia έχει στα σκαριά μια διασκευή της «Α Cappella».

Σύμφωνα με έρευνα που διενεργήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες το κοινό όλων αυτών των ταινιών είναι εφηβικό και κυρίως γυναικείο, κάτι που ισχύει σε πολλές χώρες, της δικής μας συμπεριλαμβανομένης. Για παράδειγμα, η πιο επιτυχημένη ξένη ταινία της περυσινής σεζόν για την κινηματογραφική εταιρεία Οdeon ήταν το «Step Up 2: το επόμενο βήμα», που έκοψε 125.000 εισιτήρια! Τα έσοδα του πρώτου και του δεύτερου «Step Up» στις ΗΠΑ ήταν 65 και 58 εκατ. δολάρια (49,8 και 44,5 εκατ. ευρώ) αντιστοίχως, τη στιγμή που η κάθε ταινία κόστισε μόλις 20 εκατ. δολάρια (15,3 εκατ. ευρώ)! Σήμερα γυρίζεται μια τρίτη ταινία «Step Up» και μάλιστα τρισδιάστατη.

Σ ύμφωνα με τον παραγωγό της «Εmme» Τζ. Σ.Σπινκ, ο οποίος συν τοις άλλοις σχεδιάζει τη δημιουργία μιας παρωδίας των τινέιτζερ μουσικοχορευτικών ταινιών με τον τίτλο «Dirty step stomp», η πρόσφατη μόδα αυτών των ταινιών έχει τη ρίζα της στα μουσικοχορευτικά ριάλιτι σόου που άρχισαν να εμφανίζονται στις αρχές της δεκαετίας μας και από τα οποία «γεννιούνταν» πολλά νέα ταλέντα. Η ταινία που έκανε την αρχή ήταν το «Save the last dance» (2001), η οποία πράγματι αποδείχθηκε μεγάλη επιτυχία. Σήμερα το ενδιαφέρον για τις μουσικοχορευτικές ταινίες διατηρείται ζωντανό με τη συνδρομή του οπτικοακουστικού ιστοτόπου ΥouΤube, που δίνει την ευκαιρία στους χρήστες να ανακαλύψουν αμέσως όποιον χορό και όποιο τραγούδι θέλουν.

Φινάλε με Λολομπρίντζιντα


Σήμερα μπαίνουν οι τίτλοι - φινάλε στη μεγάλη κινηματογραφική γιορτή της Ρώμης, η οποία, πλέον, έχει καθιερώσει το στιλ της και το ύφος της κι έκανε φέτος, στην τρίτη χρονιά λειτουργίας της, ακόμα μεγαλύτερη αίσθηση.

Απόψε θα γίνει η τελική αποθέωση με τη βράβευση της Τζίνα Λολομπρίντζιντα για το σύνολο της καριέρας της, για την «60χρονη συμβολή της στην προώθηση του ιταλικού σινεμά». Η μυθική σταρ της Ιταλίας αλλά και του παγκόσμιου κινηματογράφου θα είναι ο κεντρικός άξονας της σημερινής βραδιάς που θα σημάνει και τη λήξη.

Από καθαρά κινηματογραφική άποψη μένει η προβολή της ταινίας του Γκάι Ρίτσι «Rocknrolla», που ακόμα δεν την έχουν δείξει στο κοινό του Φεστιβάλ παρά μόνο στους δημοσιογράφους. Και η ταινία μπορούμε να σας πούμε ότι είναι η καλύτερη που έχει κάνει μέχρι τώρα ο πρώην σύζυγος της Μαντόνα και ότι θυμίζει αρκετά, αλλά σε πιο προωθημένη μορφή, την επιτυχία του «Δυο καπνισμένες κάννες». Η δε ερμηνεία του Τομ Γουίλκινσον μπορεί να γίνει αντιληπτή και στα Οσκαρ, ενώ ο Τζέραρντ Μπάτλερ εντυπωσιάζει με το εκτόπισμά του.

Ωστόσο, χτες, που είχαμε τη συναυλία – δώρο της Λάιζα Μινέλι, ήταν μια μέρα δύσκολη για τη Ρώμη. Διότι μέσα στα πλεονεκτήματα του Φεστιβάλ αυτού είναι κι ότι διεξάγεται σε μια μεγάλη πόλη, σε μια πρωτεύουσα μεγάλης ευρωπαϊκής δύναμης και τα όσα συμβαίνουν στην πόλη έχουν αντίκτυπο κατά το μάλλον ή ήττον και στο Φεστιβάλ. Κι αν δεν έχουν αντίκτυπο, με τη στενή έννοια του όρου, γίνονται κατά κάποιο τρόπο κομμάτι του.

Η χτεσινή μέρα με τις διαδηλώσεις και τα επεισόδια παρέλυσε το κέντρο της ιταλικής πρωτεύουσας, το κυκλοφοριακό που δημιουργήθηκε εμπόδισε για αρκετές ώρες την πόλη να ανασάνει και το βράδυ ήρθε η βροχή και μας αποτελείωσε. Η συναυλία άρχισε χωρίς τους fan που αναμένονταν στην είσοδο. Μέσα, όμως, στο auditorium, που παρά τις απουσίες ήταν φίσκα, η Λάιζα τα έδωσε όλα και αποθεώθηκε. Αφιέρωσε τη συναυλία στον πατέρα της Βιντσέντε Μινέλι («που είναι αυτός που μου χάρισε τα όνειρα»), στη μητέρα της Τζούντι Γκάρλαντ («που μου κληροδότησε την ενεργητικότητά της») και στην ίδια τη Ρώμη.

Στην «Αιώνια Πόλη» εθεάθη κι ο Φράνσις Φορντ Κόπολα, ο οποίος, όμως, «σνόμπαρε» το Φεστιβάλ, προτίμησε να μείνει στα στέκια της Βία Βένετο.


ΤΙΜΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ, Ελεύθερος Τύπος, Παρασκευή, 31.10.08

Μεγένθυση γραμματοσειράς Σμίκρυνση γραμματοσειράς εκτύπωση αποστολή άρθρου με email

Ο Νταφόε στο φεστιβάλ


Ο πρωταγωνιστής της «Σκόνης του χρόνου» του Θόδωρου Αγγελόπουλου θα την παρουσιάσει στο κοινό της Θεσσαλονίκης. Η 49η διοργάνωση ανοίγει με τον «Παλαιστή» και κλείνει με ταινία για τον Νίξον

Ο Γουίλεμ Νταφόε θα δώσει κι ένα masterclass, όπου θα μιλήσει για την τέχνη του και την πρόσφατη συνεργασία του με Αγγελόπουλο και Τρίερ
Ανοίγει σιγά σιγά όλα τα χαρτιά του το 49ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, καθώς πλησιάζει και η μέρα έναρξης (14/11). Χθες ανακοινώθηκε η άφιξη του Γουίλεμ Νταφόε στη Θεσσαλονίκη. Θα παραβρεθεί στην πανηγυρική λήξη του ελληνικού τμήματος του Φεστιβάλ με την avant premiere της πολυαναμενόμενης ταινίας του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Η σκόνη του χρόνου» (22 Νοεμβρίου, 11 μ.μ., «Ολύμπιον»). Είναι προφανές ότι το ΥΠΠΟ και η τυπολατρία του δεν επέτρεψαν τελικά στην ταινία, αν και θα μπορούσαν με λίγες μέρες αναμονή, να διεκδικήσει κάποια από τα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας. Ο Γουίλεμ Νταφόε θα παραδώσει κι ένα ξεχωριστό masterclass. Θα έχει ενδιαφέρον να ακούσουμε τον κορυφαίο ηθοποιό να μιλάει και για τις πρόσφατες συνεργασίες του, τόσο με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο όσο και με τον Λαρς Φον Τρίερ στον «Αντίχριστό» του.

Εντυπωσιακή είναι και η επιλογή των ταινιών που θα ανοίξουν και θα κλείσουν τη διοργάνωση. Πρόκειται για τον φετινό Χρυσό Λέοντα του Φεστιβάλ Βενετίας, τον «Παλαιστή» του Ντάρεν Αρονόφκσι, και για την ταινία «Frost/Nixon: η αναμέτρηση» του βραβευμένου με Οσκαρ, Ρον Χάουαρντ.

Ο Ντάρεν Αρονόφσκι είναι παλιός γνώριμος του Φεστιβάλ. Στη Θεσσαλονίκη είχε προβληθεί το 1998 η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, το συγκλονιστικό «π», ενταγμένο μάλιστα στο διεθνές διαγωνιστικό πρόγραμμα. Ο «Παλαιστής», η τέταρτη ταινία του, θα ανοίξει το Φεστιβάλ. Θα την παρουσιάσει στο κοινό η νεαρή πρωταγωνίστριά της, Εβαν Ρέιτσελ Γουντ, γνωστή από την ξεχωριστή ερμηνεία της στο «Thirteen» της Κάθριν Χάρντγουικ. Ο Αρονόφσκι σκιαγραφεί το καθηλωτικό πορτρέτο του Ράντι Ρόμπινσον, ενός παλαιστή σε παρακμή, τον οποίο υποδύεται ένας αγνώριστος Μίκι Ρουρκ με μια ερμηνεία ηλεκτρισμένη, συγκινητική, με λεπτές αποχρώσεις χιούμορ.

Λίγες μέρες μετά την εκλογή του νέου Αμερικανού προέδρου θα δούμε και την «Frost/Nixon: η αναμέτρηση» του Ρον Χάουαρντ (23 Νοεμβρίου). Το φιλμ διαδραματίζεται στη δεκαετία του '70 όταν ο Ρίτσαρντ Νίξον, υπεύθυνος για ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα στην Ιστορία της χώρας, δέχεται να λύσει τη σιωπή του. Η περίφημη εξομολόγησή του στον Βρετανό τηλεοπτικό σόουμαν Ντέιβιντ Φροστ ζωντανεύει μέσα από τη στιβαρή ματιά του Αμερικανού σκηνοθέτη. Οι πρωταγωνιστές της ταινίας, ο Φρανκ Λανγκέλα (Νίξον) και ο Μάικλ Σιν (Φροστ), αμφότεροι με θεατρική θητεία, υποστηρίζουν με τον καλύτερο τρόπο τη δυναμική των προσώπων που υποδύονται.

Κι ερχόμαστε στην ειδική προβολή του ελληνικού τμήματος του Φεστιβάλ, στη «Σκόνη του χρόνου» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, δεύτερο μέρος της τριλογίας που άνοιξε με «Το λιβάδι που δακρύζει». Ο δημιουργός της, που θα μας την συστήσει στην παγκόσμια avant premiere της μαζί με τον Γουίλεμ Νταφόε, σημειώνει ότι πρόκειται για «έναν ποιητικό απολογισμό του περασμένου αιώνα μέσα από έναν έρωτα που προκαλεί τον χρόνο, οραματίζεται και αναζητά τον ορίζοντα του αιώνα που διατρέχουμε».

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΟΥΖΑΚΗΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 31/10/2008

Thursday, October 30, 2008

Καλύτερη ταινία τρόμου ο «Εξορκιστής»

Πρωτιά για τον «Εξορκιστή» σε δημοσκόπηση για την καλύτερη ταινία τρόμου.

Η ταινία «Ο Εξορκιστής» (1973) του Ουίλιαμ Φρίντκιν θεωρείται ως καλύτερη ταινία τρόμου όλων των εποχών, σύμφωνα με δημοσκόπηση της εταιρίας HMV για το 2008.

Στη δεύτερη θέση βρίσκεται για μια ακόμα φορά «Η Λάμψη» (1980) του Στάνλεϊ Κιούμπρικ και στην τρίτη το «Alien» (1978) του Ρίντλεϊ Σκοτ.

Επτά από τις πρώτες δέκα ταινίες προβλήθηκαν την περίοδο 1970-1984, ανάμεσα σε αυτές το «Χάλοουιν, η νύχτα με τις μάσκες» (1978) του Τζον Κάρπεντερ, το «Εφιάλτης στο Δρόμο με τις Λεύκες» (1984) του Γουές Κρέιβεν, το «The Wicker man» (1973) του Ρόμπιν Χάρντι και «Η Προφητεία» του Ρίτσαρντ Ντόνερ.

Από τις πιο πρόσφατες ταινίες «Η Σιωπή των Αμνών» του Τζόναθαν Ντέμι βρίσκεται στην τέταρτη θέση και το «Ring» του Χίντεο Νακάτα στην όγδοη θέση.

Η πιο παλιά ταινία στον κατάλογο είναι το «Νοσφεράτου» του Μουρνάου που προβλήθηκε το 1922 και βρίσκεται στην 39η θέση.

Φεστιβάλ 48 Hour Film Project

Εχετε σαράντα οκτώ ώρες και ο χρόνος αρχίζει από... αύριο! Το διεθνές φεστιβάλ 48 Hour Film Project πραγματοποιείται εδώ και 8 χρόνια σε 70 πόλεις και επιτέλους, έρχεται και η σειρά της Αθήνας. Το 2001 ο κινηματογραφικός παραγωγός Μαρκ Ρούπερτ εμπνεύστηκε την ιδέα να δημιουργήσει μια ταινία μέσα σε 48 ώρες. Οκτώ χρόνια αργότερα, το φεστιβάλ μετράει 100.000 συμμετοχές, 7.000 ομάδες και 2.000 ταινίες από όλον τον κόσμο. Για κάθε χώρα που συμμετέχει για πρώτη φορά στο «πείραμα», οι κανονισμοί θέλουν κάθε ταινία να συμπεριλαμβάνει ένα χαρακτηριστικό μνημείο της πόλης διεξαγωγής. Από αύριο λοιπόν, προετοιμαστείτε για ένα ασυνήθιστο θέαμα: δεκάδες ομάδες νέων, και όχι μόνον, κινηματογραφιστών αναμένεται να χυθούν στους δρόμους, πραγματοποιώντας υπαίθρια γυρίσματα, καλύπτοντας έτσι την υποχρεωτική προβολή της πρωτεύουσας. Η αντίστροφη μέτρηση αρχίζει αύριο στις 9 μ.μ., ενώ η παράδοση των ταινιών θα πρέπει να έχει γίνει την Κυριακή, έως τις 9.30 μ.μ. Οι προβολές των ταινιών θα γίνουν στο Ster Cinemas Αγ. Ελευθέριος στις 4 και 5/11, ενώ στις 7/11 θα γίνουν οι βραβεύσεις της Κριτικής Επιτροπής, στην «Τεχνόπολη». Info www.48hourfilm.gr

Ο θρίαμβος της τρομοκρατίας

Γιατί τώρα; Γιατί από τότε πέρασαν πολλά, μα πολλά χρόνια. Γιατί είναι Ιστορία και γιατί ακόμα και με την τρομοκρατία οι Γερμανοί επιδεικνύουν με άριστη τεχνική και πλήρη συσχέτιση ερμηνευτικής και αισθητικής τη δική τους απόλυτη υπεροχή. Ό,τι κάνουν είναι το καλύτερο στη Γη!

Κανιβαλικός φασισμός; Μα, φυσικά, Αδόλφος Χίτλερ. Ακραίος, αυτοκτονικός κομμουνισμός; Μα, φυσικά, Καρλ Λίμπκνεχτ και Ρόζα Λούξεμπουργκ. Τρομοκρατία και αντάρτικο των πόλεων; Μα, φυσικά, Αντρέας Μπάαντερ και Ούλρικε Μάινχοφ. Κάθε εκδοχή του πολιτικού χάρτη της υφηλίου έχει σαν πρωταθλητή μια γερμανική «φυλή». Όποιος δρασκελίσει το κατώφλι μιας αίθουσας που προβάλλει το «Der Βaader Μeinhof Κomplex» («Το σύμπλεγμα Βaader Μeinhof») θα μείνει με το στόμα ανοιχτό. Σαρωτικό από το πρώτο λεπτό. Ορμητικό σαν τσουνάμι καταστροφικό. Ασταμάτητο σαν το «Μόναχο» του Σπίλμπεργκ αλλά και πέραν τούτου. Αυθεντικό σαν ντοκιμαντέρ που γυρίστηκε εκείνη την εποχή για να το δουν σήμερα οι κοινοί θνητοί!

Αρχίζω από το παρασκήνιο το κινηματογραφικό. Τα πάντα προέρχονται και κατευθύνονται από έναν μεγιστοτεράστιο Γερμανό. Ψιτ, εσένα το λέω, που παριστάνεις τον Έλληνα παραγωγό. Πρώτος με διαφορά από τους άλλους, ο Μπερντ Άιχινγκερ. Στα εξήντα, παρακαλώ, και άρχισε την καριέρα του σαν σπουδαστής κινηματογράφου στο Μόναχο και στη συνέχεια το γύρισε παραγωγός ταινιών όπως: «Λάθος κίνηση» του Βέντερς, αργότερα «Το όνομα του Ρόδου», «Πτώση» και «Το άρωμα: Η ιστορία ενός δολοφόνου». Αυτό το δαιμόνιο μυαλό, αφού πρώτα ερεύνησε τα ντοκουμέντα και τα γεγονότα της RΑF, δηλαδή της οργάνωσης των Αντρέας Μπάαντερ και Ούλρικε Μάινχοφ που έδρασαν στη δεκαετία του ΄70, στη συνέχεια αναθέτει το σκηνοθετικό τιμόνι στον Ούλι Έντελ και ταυτόχρονα, με την επιλογή πρωτοκλασάτης πλειάδας ηθοποιών και κυρίως με την υποστήριξη τριών θηρίων της τεχνικής, καταφέρνει το 10 το καλό.

Έχουμε και λέμε: πρώτα τα θηρία της τεχνικής, αυτοί οι τρεις κάνουν την περισσότερη δουλειά, αυτοί οι πρωτομάστορες μιας κολοσσιαίας αναπαράστασης της εποχής εκείνης. Ο Ράινερ Κλάουσμαν στη διεύθυνση φωτογραφίας. Παίρνει παραμάσχαλα όποιον βρει και βάζει γκολ από μακριά, από κοντά, από πλάγια θέση, απ΄ οπουδήποτε μπορεί. Ταυτόχρονα σκοπεύει σαν χολιγουντιανή μηχανή και την ίδια στιγμή καταφέρνει να αποτυπώσει και να ενσωματώσει στο πλήθος ένα κάδρο από δράμα δωματίου. Μοναδικό. Δεύτερος και σε απόσταση αναπνοής ο άνθρωπος των σκηνικών με το όνομα Μπερντ Λέπελ. Αρπάζει ολόκληρο το πλήθος ηθοποιών και μαζί με τους δρόμους, τα κτίρια και κάθε γωνιά των πόλεων, επαναφέρει το σύμπαν σ΄ εκείνη την εποχή. Και τέλος ο Αλεξάντερ Μπέρνερ, αυτή η δημιουργική συρραπτική μηχανή του μοντάζ που μεταγγίζει τον ρυθμό της ταινίας στις φλέβες των θεατών. Πληρέστατο το τιμ των τεχνικών.

Από εκεί και πέρα πανεύκολη η δουλειά των πρωταγωνιστών. Κατά σειρά: Μόριτς Μπλάιμπτροϊ- Αντρέας Μπάαντερ, Μαρτίνα Γκέντεκ- Ούλρικε Μάινχοφ, Γιοχάνα Βόκαλεκ- Γκούντρουν Ένσλιν και Μπρούνο Γκανς- Χορστ Χέρολντ, ο master mind των δυνάμεων δίωξης, ο άνθρωπος που «μπήκε» στο μυαλό της οργάνωσης και κατέφερε το μοιραίο κτύπημα. Για να σας δώσω να καταλάβετε: από τη μια οι Γερμανοί παίζουν το Χόλιγουντ στα ίσα κι από την άλλη κάνουν σ΄ αυτή τη σούπερ παραγωγή μπότοξ με μπόλικο μυαλό. Σαν να βλέπεις αντεστραμμένο το «Μόναχο» του Στίβεν Σπίλμπεργκ με υψηλότερο δείκτη ευφυΐας. Πολιτικό, ιδεολογικό, κοινωνικό. Ο θρίαμβος της τρομοκρατίας, ο θρίαμβος της Ιστορίας, ο θρίαμβος της Γερμανίας!

Θρίαμβος της τρομοκρατίας, γιατί δεν υπάρχει ίχνος χλευασμού, εύκολου σχολιασμού και δράμι υποκειμενισμού. Θρίαμβος της Ιστορίας, επειδή ο παραγωγός αλλά και σεναριογράφος Μπερντ Άιχινγκερ σε συ νεργασία με τον συγγραφέα Στέφαν Άουστ που υπογράφει το βιβλίο επιχειρούν και τις περισσότερες φορές το κατορθώνουν να αντικειμενικοποιήσουν τα δρώμενα, να γράψουν την Ιστορία ως έχει, εξιστορώντας τα γεγονότα και αδιαφορώντας παντελώς, μα παντελώς, για διδάγματα, ηθικοπλαστικά μηνύματα και political correct συμπεράσματα. Αυτά έγιναν. Και αυτά που έγιναν ουδεμία σχέση έχουν με καλούς, κακούς και άσχημους. Αυτά είναι της πλάκας για καφενεία ελληνικά. Πόλεμος ήταν. Πόλεμος των πόλεων. Πόλεμος ανελέητος μέχρις εσχάτων. Ανελέητο το κράτος. Τόσο ίσως και χειρότερο από το παρακράτος της «Καρφίτσας» και του Γκοτζαμάνη με τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Ανελέητοι και οι τρομοκράτες. Αποφασισμένοι για όλα. Ή ταν ή επί τας. Γι΄ αυτό αντέγραψαν τους Τουπαμάρος. Γι΄ αυτό πίστεψαν μέχρι μυελού οστέων πως είναι αντάρτες και καθόλου τρομοκράτες. Γι΄ αυτό κανείς μπάτσος και κανένας μυστικός δεν κατάφερε να διεισδύσει στην οργάνωσή τους. Γι΄ αυτό ακόμα και στη δίκη, την ανάκριση, ακόμα και μέσα στα κελιά τους πολεμούσαν με νύχια και με δόντια αδιαφορώντας για τις ζωές τους. Γι΄ αυτό όλες σχεδόν οι πράξεις τους κατέληγαν σε μάχες στήθος με στήθος. Γι΄ αυτό τα έδωσαν όλα μέχρις εσχάτων. Τρομερό, ανατριχιαστικό, μοναδικό. Καμία, μα καμία σχέση με 17 Νοέμβρη, με ψαράδες, σαγιονάρες και παρόμοιους θρασύδειλους ντουφεκάδες...

Και τέλος, μερικές λεπτομέρειες πρωτόγνωρες σε όσους διάβασαν και άκουσαν αλλά δεν σκάλισαν τα γεγονότα. Η Μάινχοφ, του γραπτού λόγου και της σκέψης, πίστευε περισσότερο στην πολιτική και λιγότερο στη βία την τρομοκρατική. Η σύγκρουση ανάμεσα σ΄ αυτήν και τον Μπαάντερ καθοριστική. Η Γκούντρουν Έσλιν, που για τους περισσότερους παρέμεινε στη σκιά του αρχηγού, ήταν ο σκληρός πυρήνας, η πιο δογματική και ταυτόχρονα η πιο πιστή. Αληθινός Στάλιν μέχρι την τελευταία της αναπνοή. Ένα από τα πιο εντυπωσιακά ρεκόρ της RΑF ήταν η πρωταγωνιστική παρουσία των τόσων πολλών και τόσο αποφασισμένων θηλυκών. Η ψυχή, το όπλο, ο θυμός, η οργή και η άναρχη επαναστατική φλέβα εντελώς γυναικεία, πέρα ώς πέρα γερμανική. Η εμβέλεια της οργάνωσης ήταν τόσο μεγάλη (γύρω στα 7 εκατομμύρια Γερμανοί πίστευαν σ΄ αυτή τη βίαιη τακτική) που η κρατική καταστολή αναγκάστηκε να ξεμπερδέψει μαζί τους με τη γνωστή δολοφονική συνταγή. Εκτέλεση μέσα στο κελί. Όλα ακραία από την πρώτη στιγμή. Όμως η κατάληξη προδιαγραμμένη από την αρχή. «Πολεμάμεέλεγε ο Μπάαντερ- ανάμεσα στο κράτος και την κοινωνία». Όμως χωρίς την κοινωνία, ελπίδα καμία. Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου. Αυτή είναι η μόνιμη κατάληξη κάθε τρομοκρατίας. Ο Μπάαντερ, η Μάινχοφ και η Έσλιν περιφρόνησαν τη φιλοσοφική, μαρξιστική, καταγωγή τους. Χωρίς οργή λαού δεν υπάρχει φωνή Θεού!
«Το σύμπλεγμα Βaader Μeinhof»
Ορμητικό, καθηλωτικό Η Ιστορία της γερμανικής τρομοκρατίας Μάθημα Ιστορίας, μάθημα τεχνικής
ΒΑΘΜΟΙ=8
(σαρωτικό μέχρι το τελευταίο λεπτό)

Χλωμή κόπια Κισλόφσκι

«Τέσσερις νύχτες με την Άννα» («Cztery noce z Αnna»). Επιστροφή του Πολωνού Γέρζι Σκολιμόφσκι- εβδομήντα παρακαλώ- που από το 1993 έχει να υπογράψει ταινία. Επιστροφή όχι μόνο στη σκηνοθεσία σε δικό του σενάριο αλλά και στην Πολωνία. Από το 1965 ζει αυτοεξόριστος μεταξύ ΗΠΑ, Αγγλίας, Ιταλίας, Γαλλίας. Επιστροφή χλωμή. Με μπόλικη αντιγραφή από το ύφος, την αισθητική και το φιλμικό περιβάλλον του Κριστόφ Κισλόφσκι. Ένας διανοητικά καθυστερημένος και αυτόπτης μάρτυρας βιασμού εισβάλλει νύχτα στο δωμάτιο μιας γυναίκας που την έχει λατρέψει βλέποντάς την με τα κιάλια από μακριά. Θαυμάζει, δεν αγγίζει, απλώς τακτοποιεί και στη συνέχεια την κοπανάει. Όταν θα συλληφθεί και στο δικαστήριο θα οδηγηθεί, με μια λέξη όλα θα τα πει: «Την αγαπώ». Εξαιρετική, σκοτεινή φωτογραφία. Από τη σύγκριση με Κισλόφσκι πέφτει «νεκρή» η ιστορία.
ΒΑΘΜΟΙ=5
(συνιστώ σε DVD τη «Μικρή ερωτική ιστορία» του Κισλόφσκι)
Η πορνογραφία της Μαφίας

Εβδομάδα πολιτικής. Η Γερμανία στάζει πολιτική. Από κοντά και η Ιταλία με το «Γόμορρα» (Gomorra) του Ματέο Γκαρόνε, που με την υποδειγματική τεχνική του έχει πάρει φαλάγγι όλους της γενιάς του. Α, ξέχασα. Στην καρακοσμάρα τους σκηνοθέτες και παραγωγοί της ελληνικής φυλής. Είπαμε. Ο κόσμος καίγεται και ο καράβλαχος χτενίζεται!

Με το μεγάλο βραβείο της Κριτικής Επιτροπής των (τελευταίων) Καννών η ιταλική παραγωγή. Υπερβολικό. Για έναν και απλό λόγο. Ο Ούλι Έντελ στο «Σύμπλεγμα Βaader Μeinhof» την ίδια στιγμή που εξιστορεί σαρωτικά τα γεγονότα και αιχμαλωτίζει τον αμφιβληστροειδή του θεατή, επεμβαίνει υπογείως και σχολιάζει την πολιτική διάσταση εκείνης της εποχής. Ο Γκαρόνε αντιθέτως επιδίδεται σε μια επίδειξη σκηνοθεσίας. Παραθέτει τα γεγονότα σαν να διαχειρίζεται ταινία γκανγκστερική. Αντί δηλαδή να αναφερθεί στον Φραντζέσκο Ρόζι, τον πρώτο διδάξαντα του ιταλικού νεορεαλισμού («Τα χέρια πάνω από την πόλη» και «Σαλβατόρε Τζουλιάνο») υιοθετεί τη γραφή της αμερικανικής μυθολογίας με πρώτο και καλύτερο τον «Σημαδεμένο» του Μπράιαν Ντε Πάλμα. Έτσι, από τη μια, το αποτέλεσμα είναι ελκυστικό στον θεατή, από την άλλη όμως, ο ανελέητος βομβαρδισμός καταλήγει να σπρώχνει και να βγάζει από το γήπεδο τον λόγο τον κοινωνικό. Κοντολογίς, είναι περισσότερο γκανγκστερική και λιγότερο πολιτική ταινία.

Πώς εξηγείται αυτό; Πρώτο, από την πλούσια σε δράση αλλά επίπεδη από νοήματα εξιστόρηση πέντε παράλληλων ιστοριών που έχουν να κάνουν με την εγκληματική δράση της πολυπληθούς μαφιόζικης οργάνωσης Καμόρα στη Νότια Ιταλία. Δεύτερο, από την επανάληψη του ίδιου μοτίβου που διαπερνάει και τις πέντε ιστορίες. Βία, έγκλημα, δολοφονίες, παρακράτος και ακατάσχετη βία. Και τρίτο, από την τελική εικόνα αυτής της μονοδιάστατης εξιστόρησης των γεγονότων. Βάζω στοίχημα ότι το πρώτο και ίσως μοναδικό πράγμα που ήθελε να αποδείξει ο Γκαρόνε είναι πως μπορεί να υπογράψει μια εντυπωσιακή ιστορία. Πράγμα που του εξασφαλίζει δόξα, εισιτήρια και άφθονα ταμεία. Εντυπωσιακό να το βλέπεις, μονότονο αν το σκεφτείς και το ψάξεις.
«Γόμορρα»
Καμόρα στη Νότια Ιταλία Κράτος εν κράτει Επίδειξη σκηνοθεσίας
ΒΑΘΜΟΙ=6
(πουλάει σκάνδαλο)
Κούκλα απέξω, πορνογραφία της Μαφίας από μέσα!

Με δυο λόγια: Από το αποκαλυπτικό και ομότιτλο βιβλίο του Ρομπέρτο Σαβιάνο (κυκλοφορεί και στην Ελλάδα) για το οποίο δέχεται απειλές για τη ζωή του. Το ρεπορτάζ ανατριχιαστικό. Περίπου δέκα χιλιάδες τα θύματα τα τελευταία τριάντα χρόνια από την δράση της Μαφίας στη Νότια Ιταλία. Η Καμόρα, που δρα στις επαρχίες της Νάπολι και της Καζέρτας, διαθέτει πολυπληθή στρατό 25.000 νοματαίων και παράλληλα μ΄ αυτούς ακόμα 200.000

ψυχές λειτουργούν ως μακρινοί ή κοντινοί συνεργοί. Με κερδοφορία που ετησίως ξεπερνάει τα 150 εκατομμύρια ευρώ. Λεφτά με το τσουβάλι, δηλαδή. Από δουλειές όπως δολοφονίες με συμβόλαιο μέχρι αποθήκευση δεκάδων τόνων απόβλητων τοξικών σε απομακρυσμένες περιοχές (απίστευτο κι όμως αληθινό) ακόμα και μπίζνες με Κινέζους και οίκους μόδας. Με βάση όλα αυτά, πέντε παράλληλες ιστορίες διατρέχουν το αφηγηματικό μέρος της ταινίας. Όμως επί της ουσίας, εξήγηση καμία. Μα είναι φανερό και το έχει διατυπώσει ο Μάρτιν Σκορσέζε στα «Καλά παιδιά». Η λαϊκή αποδοχή της Μαφίας (και στις ΗΠΑ και στη Νότια Ιταλία) οφείλεται σ΄ ένα απλό και εξηγήσιμο γεγονός: η νεολαία βρίσκει δουλειά, χρήμα και προστασία. Αμ πώς!

Μια απ΄ τα ίδια οι Αμερικανοί

Μονόδρομος η σοβαρή αμερικανική- αστυνομική- εκδοχή. Διαφθορά και συναλλαγή. Ε, guys, δεν αντέχω άλλο την ίδια συνταγή. Όλα αυτά έχουν εξαντληθεί. Μέχρι ο Αμερικανός να βρει κάτι άλλο να πει, μια απ΄ τα ίδια, πάλι χάμπουργκερ θα φάει και Κόκα Κόλα θα πιει!

Αναφέρομαι στο «Ζήτημα τιμής» («Ρride and glory») του Γκάβιν Ο΄ Κόνορ με καστ που συγκροτεί ολόκληρη οικογένεια αστυνομικών. Δηλαδή, Έντουαρντ Νόρτον ο καθαρός. Νόα Έμεριχ ο αδελφός του, συμβιβασμένος και ενοχικός. Γιον Βόιτ ο πατέρας και ισορροπιστής νονός. Και Κόλιν Φάρελ ο άθλιος, αιμοσταγής, ανελέητος γαμπρός. Κατά βάση, η ιστορία αναφέρεται σε δύο σπουδαία φιλμικά προηγούμενα παραγωγής 1990. Το πρώτο και καλύτερο, «Q and Α» («Επικίνδυνες ερωτήσεις- θανάσιμες απαντήσεις») του Σίντνεϊ Λούμετ με μια σαρωτική ερμηνεία από τον Νικ Νόλτε (άρχων του τρόμου εντελώς). Το δεύτερο «Ιnternal Αffairs» («Εσωτερικές υποθέσεις») του Μάικ Φίγκις με τον καλύτερο Ρίτσαρντ Γκιρ όλων των εποχών. Και ενδιαμέσως το εξαιρετικό «Τraining day» του Αντουάν Φούκουα και του 2001 με τον Ντενζέλ Ουάσινγκτον σε ρεσιτάλ ερμηνείας, και από δίπλα τον πειστικό Ίθαν Χοκ. Αυτά για το ιστορικό. Το πρόβλημα με την ταινία εντελώς δομικό. Δηλαδή στην αρχή πρυτανεύει η ρηχή περιγραφή. Στη συνέχεια ο καλός και ο κακός μπάτσος σε μονομαχία μέχρι τελικής πτώσεως. Και στο φινάλε λαϊκή ανατροπή. Εκεί ο Γκάβιν Ο΄Κόνορ ανακαλύπτει τη διαλεκτική και σπρώχνει την ιστορία πέρα από κάθε αμερικανική προηγούμενη ταινία. Δηλαδή άπαντες να κουκουλώσουν τη βρώμα, να καλύψουν το έγκλημα και τη διαφθορά. Όμως υπάρχει και η γειτονιά. Ορμάνε οι κάτοικοι της περιοχής και τότε έρχονται τα ΜΑΤ να βάλουν τάξη και να θολώσουν τα νερά. Ιt΄s too late. Κουράστηκα να βλέπω τα ίδια και επί τα αυτά!

Με δυο λόγια: Επειδή τέσσερις αστυνομικοί της Ν. Υόρκης πέφτουν νεκροί, ο διοικητής του τμήματος (Γιον Βόιτ) αναθέτει στον γιο του (Έντουαρντ Νόρτον) την έρευνα για τη σύλληψη του δολοφόνου. Εκείνος πέφτει πάνω στα ίχνη ενός συναδέλφου του που είναι και γαμπρός του (Κόλιν Φάρελ). Τότε όλοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τού συνιστούν να σωπάσει για να μη σπιλωθεί το Σώμα, με αποτέλεσμα οι ανακριτές των Εσωτερικών Υποθέσεων να τον θεωρήσουν βασικό ύποπτο τόσο για συναλλαγή με το οργανωμένο έγκλημα όσο και για τους φόνους.
«Ζήτημα τιμής»
Αστυνομία και διαφθορά Ο καλός και ο κακός Άκρα του τάφου σιωπή
ΒΑΘΜΟΙ=5
(σοβαρό αλλά παλιό)
Πιάνο και φαντάσματα

«Ρiano solo». Δραματική αληθινή ιστορία με σκηνοθέτη τον Ρικάρντο Μιλάνι και πρωταγωνιστές Κιμ Ρόσι Στιούαρτ και Μικέλε Πλασίντο. Από την τραγωδία του κορυφαίου Ιταλού πιανίστα (πρώτα της κλασικής και ύστερα της τζαζ) Λούκα Φλόρες. Το στίγμα ενός αυτοκινητικού δυστυχήματος. Όταν ήταν μικρός, η μητέρα του, που τον είχε ήδη μυήσει στο πιάνο, σκοτώνεται εξαιτίας του επειδή τη στιγμή που έτρεχε τον κοιτούσε από το καθρεφτάκι του οδηγού. Όσο μεγαλώνει και στο πιάνο διαπρέπει τόσο στοιχειώνεται από τα φαντάσματα και τόσο στην άλλη μεριά
ΒΑΘΜΟΙ=5
(σαν καλή τηλεοπτική παραγωγή)
του φεγγαριού περνάει. Μέχρι που αρχίζει να πιστεύει ότι αυτός είναι ο δολοφόνος του Τσετ Μπέκερ (θρυλική μορφή της λευκής τζαζ και της τρομπέτας). Άφθονη ευαισθησία και τρυφερότητα μέχρι δακρύων. Όμως δεν μπορείς να διαχειρίζεσαι μια καταραμένη ιστορία με τόσο γυαλισμένη καλλιγραφία. Κρίμα. Μεγάλη χαμένη ευκαιρία!

Μόνο multiplex

«Sex drive». Τρελή κωμωδία του Σον Άντερς με Τζος Ζάκερμαν, Αμάντα Κρου, Κλαρκ Ντουκ. Δύο αδέλφια. Ο πρώτος, 18χρονος παρθένος, χωρίς ίχνος κοριτσιού. Ο δεύτερος, 14χρονος με όλα τα θηλυκά του παραδείσου. Χαβαλές αμερικανικός, πολύ μακριά από «Superbad».
ΒΑΘΜΟΙ= ΜULΤΙΡLΕΧ
«Saw V». Διαβάζω «Ένας νέος κύκλος αίματος ετοιμάζεται να ξεκινήσει». Παιδιά, αρχίστε το λουτρό αίματος χωρίς εμένα!
ΒΑΘΜΟΙ= DΟΝ΄Τ SΕΕ!

Τα πλοκάμια της Μαφίας και το δίδυμο του τρόμου

Φωτογραφία

Δύο ευρωπαϊκές ταινίες, που έχουν προκαλέσει για διαφορετικούς λόγους θόρυβο, κάνουν σήμερα εμφάνιση στις ελληνικές αίθουσες: το βραβευμένο στις Κάνες με το Μεγάλο Βραβείο της κριτικής επιτροπής «Γόμορρα» του Ιταλού Ματέο Γκαρόνε, βασισμένο στο πολυσυζητημένο βιβλίο του Ρομπέρτο Σαβιάνο για τη δράση της ναπολιτάνικης μαφίας. Και το ιστορικό δράμα «Το σύμπλεγμα Baader - Μeinhof» του Γερμανού Ούλι Εντελ, που χρονογραφεί την τρομοκρατική δράση της Κόκκινης Φράξιας στη μεταπολεμική Ευρώπη (η επίσημη πρόταση της Γερμανίας για τα Οσκαρ του 2009).

«ΤΟ ΣΥΜΠΛΕΓΜΑ BAADER - ΜΕΙΝΗΟF»

Χρονικό βίας χωρίς άποψη

Πώς ξεκίνησαν τη δράση τους οι Αντρέας Μπάαντερ, Γκούντρια Ενσλιν και Ούλρικε Μάινχοφ; Πότε η Φράξια πέρασε από τις μαρξιστικής - μαοϊκής καταγωγής φοιτητικές διαδηλώσεις στον ένοπλο αγώνα με το αιματηρό αντάρτικο στις πόλεις της Δυτικής Γερμανίας;

«ΤΟ ΣΥΜΠΛΕΓΜΑ BAADER - ΜΕΙΝΗΟF»

Πού συνελήφθη ο σκληρός πυρήνας της οργάνωσης και πώς συνεχίστηκαν τα χτυπήματα μέσα από τη φυλακή; Ποιοι ήταν οι σταθμοί στη μακρόχρονη δίκη των κρατουμένων του Στάμχαϊμ και με ποια σειρά «αυτοκτόνησαν» οι εγκέφαλοι μέχρι το «γερμανικό φθινόπωρο» του 77 και αμέσως μετά; Πώς κράτησαν ενεργό το τρομοκρατικό έργο οι διάδοχοι;

Ολα τα παραπάνω, ποιος, πότε, πού, πώς, παρατίθενται με επάρκεια ιστορική στην υπερπαραγωγή του Γερμανού Μπρεντ Αϊσινγκερ (20 εκατομμύρια ευρώ κόστος, το πιο ακριβό γερμανικό φιλμ στα χρονικά), ο οποίος συνεργάζεται εδώ για τρίτη φορά με τον συμπατριώτη του βετεράνο σκηνοθέτη Ούλι Εντελ μετά τα «Κριστιάν Φ.» και «Τελευταία έξοδος: Μπρούκλιν».

Είναι μια επάρκεια ευθυγραμμισμένη με το βιβλίο-χρονικό του δημοσιογράφου Στέφαν Αουστ, όπου βασίστηκε το σενάριο: ένα χρονολογικό κολάζ γεγονότων, δοσμένο από απόσταση τέτοια ώστε να αποφευχθεί η οποιαδήποτε άποψη πάνω στα πράγματα, άρα και η στοιχειώδης συναισθηματική μέθεξη, προκειμένου δε για ένα θέμα τόσο ευαίσθητο και φρέσκο (στη Γερμανία, αλλά και την Ευρώπη όλη) όσο η δράση της πιο περιβόητης τρομοκρατικής οργάνωσης στην Ιστορία του δυτικού κόσμου.

Λοιπόν, ούτως εχουσών των προθέσεων, γιατί οι συντελεστές δεν αρκέστηκαν σ' ένα ωραιότατο ντοκιμαντέρ με βάση την έρευνα του Αουστ, παρά προχώρησαν σε μια «δραματοποίηση»; Καθώς τι σόι δραματοποίηση είναι αυτή, όπου τα πάντα καθηλώνονται στο ποιος, το πότε, το πού και το πώς, δηλαδή στην ξερή πληροφορία, χωρίς καν να σταθμεύουν στο γιατί;

Τελικά, τι ήταν όλοι αυτοί (όχι μόνοι οι πρωταγωνιστές, αλλά και τα μύρια άλλα πρόσωπα που εντίθενται στο χρονικό σε ρυθμούς πολυβόλου), από πού ουσιαστικά προέρχονταν και πού ιδεατά νόμιζαν πως πηγαίνουν, ποτέ δεν το μαθαίνουμε. Μονάχα φιγούρες να παρελαύνουν, κτίρια να ανατινάζονται, άνθρωποι να εκτινάζονται μέσα σ' ένα λουτρό αίματος.

Εντυπωσιακό ομολογουμένως το θέαμα, βοηθεία και των αρίστων στάνταρ παραγωγής, όμως εκεί ακριβώς σταματά, στις εντυπώσεις. Κρίμα, γιατί ως κοινό σημερινό χρειαζόμασταν μια εμβάθυνση στα τότε πράγματα, ώστε να μπορούμε να κάνουμε τους συσχετισμούς μας στα τρέχοντα, τα της μοντέρνας τρομοκρατίας.

Γράφει ο Ρόμπυ Εκσιέλ, ΕΘΝΟΣ, 30/10/2008

Από την Καμόρα στους Μπάαντερ - Μάινχοφ

Φωτογραφία

Δύο από τα καλύτερα έργα της φετινής Ευρώπης, το ιταλικό «Γόμορρα» και το γερμανικό «Σύμπλεγμα Μπάαντερ Μάινχοφ»

Από την Καμόρα στους Μπάαντερ - Μάινχοφ

Η εβδομάδα αυτή προβάλλει μια θριαμβική εικόνα του σημερινού ευρωπαϊκού κινηματογράφου, ο οποίος κυριαρχεί απόλυτα στο πρόγραμμα, με έργα ουσίας που είναι καμωμένα για να τα δει και να τα απολαύσει κοινό. Ωστόσο, είναι και λίγο πλασματική, διότι περισσότερο αφορά στα «τερτίπια» της διανομής και στη χαώδη σχέση γραφείων και αιθουσών.

Δύο από τα καλύτερα έργα της φετινής Ευρώπης, το ιταλικό «Γόμορρα» και το γερμανικό «Σύμπλεγμα Μπάαντερ Μάινχοφ» -που έχουν υποβληθεί και τα δύο από τις χώρες τους για το φετινό ξενόγλωσσο Οσκαρ- πέφτουν το ένα πάνω στο άλλο, με το ενδεχόμενο να «διχάσουν» το κοινό, ενώ την ίδια εβδομάδα με τα «Γόμορρα» προβάλλεται ένα ακόμα ιταλικό, περσινής παραγωγής, το εξαίρετο «Piano, solo», που στριμώχνεται σε κινηματογράφο του Αμαρουσίου, καθώς απ’ ό,τι φαίνεται δεν υπήρχαν περιθώρια για «κεντρικότερες» λύσεις. Κοντά σε αυτά, κι ένα καθαρά φεστιβαλικό, το «Τέσσερις νύχτες με την Αννα», του Πολωνού Γέρζι Σκολιμόφσκι. Το αμερικάνικο της εβδομάδας είναι το «Ζήτημα τιμής».

«Γόμορρα»

«Γόμορρα»


Η ταινία έχει διαφημιστεί από τον αντίκτυπο του θέματος που θίγει, το οποίο ξεκινά από την πηγή στην οποία βασίζεται και δεν είναι άλλη από το βιβλίο του Ρομπέρτο Σαβιάνο. Ο νεαρός Ιταλός συγγραφέας αποκαλύπτει στο βιβλίο του, που κυκλοφορεί και στα ελληνικά, ανατριχιαστικές λεπτομέρειες γύρω από τη δράση της Καμόρα, της αντίστοιχης με τη Μαφία της Σικελίας οργάνωσης της Νάπολης. Στην Ιταλία, από τη Νάπολη και κάτω, στον Νότο της ηπειρωτικής χώρας καθώς και στα νησιά κυριαρχούν τοπικές εγκληματικές οργανώσεις. Κι αν η Μαφία σήμερα έχει μπερδέψει τα πράγματα γύρω από τη δράση της, αφού πλέον συμμετέχει σε νόμιμες επιχειρήσεις, η Καμόρα δηλώνει κράτος εν κράτει και ελέγχει καίρια σημεία.

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας.

Από το παραεμπόριο και την παραοικονομία, τα εμπορικά και οικονομικά πάρε-δώσε με την Κίνα, από τη διακίνηση των ναρκωτικών (μετέτρεψε την κοκαΐνη από ναρκωτικό των πλουσίων σε ναρκωτικό των αστών αλλά και των μικροαστών) στο εμπόριο όπλων, με ιδιαίτερη «αδυναμία» στα καλάζνικοφ, και φτάνει μέχρι και αυτή την ιταλική μόδα. Ο Σαβιάνο αποκαλύπτει λεπτομέρειες και έχει θέσει σε κίνδυνο πλέον και τη ζωή του.

Στην ταινία, ο σχετικά νέος σε ηλικία σκηνοθέτης Ματέο Γκαρόνε υιοθετεί το ύφος του ντοκουμέντου, κάτι ανάλογο με εκείνο που είχε κάνει ο Στίβεν Σόντερμπεργκ στο «Traffic». Το σενάριο, για να μαζέψει όλο αυτό το υλικό, που είναι αδύνατο να μεταφερθεί στον κινηματογράφο έτσι όπως το περιγράφει ο Σαβιάνο, το εντάσσει σε πέντε ιστορίες που ενσωματώνονται η μία μέσα στην άλλη και δρουν παράλληλα. Βεβαίως ούτε και όλα τα στοιχεία του βιβλίου χωρούν, αλλά δεν είναι εκεί το θέμα μας. Ο Γκαρόνε πέτυχε την απόδοση που χρειαζόταν και στάθηκε στο ύψος του αρχικού υλικού του.

«Σύμπλεγμα Μπάαντερ-Μάινχοφ»

«Σύμπλεγμα Μπάαντερ-Μάινχοφ»


Κάθε χρόνο η Γερμανία, τα τελευταία δέκα χρόνια, μας προσφέρει πάντα κάτι δυνατό, εμπνευσμένο από το ειλικρινές κοίταγμα στον πολιτικό και κοινωνικό καθρέφτη της. Φέτος, ο παραγωγός του «Οι ζωές των άλλων», με συνεργάτη το σκηνοθέτη Ούλι Εντελ, καταπιάνεται με το καυτό θέμα της τρομοκρατίας που ταλάνισε τη χώρα από το 1967 μέχρι τα τέλη της δεκαετίας ’70, αλλά και το ζευγάρι που έγινε θρύλος και φόβητρο. Το έργο δεν ξεκινά από τους χαρακτήρες αλλά από τα ίδια τα γεγονότα, και μέσα από αυτά, τη δράση και τις αποφάσεις τους προβάλλονται στοιχεία του χαρακτήρα των ηρώων. Ωστόσο δεν πρόκειται για δράμα χαρακτήρων, αλλά γεγονότων και αναβίωσης (εκπληκτικής!) μιας εποχής.

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας.

Η ροή της ταινίας είναι εξαιρετική kαι οι ηθοποιοί πρώτης γραμμής, ειδικά η Μαρτίνα Γκέντεκ, η οποία με το παίξιμό της κάνει την Ουλρίκε Μάινχοφ πιο οικεία αν και όχι υποχρεωτικά συμπαθητική. Αυτό που στην ταινία περνά μόνο έμμεσα είναι οι καταγγελίες εκείνης της εποχής για το αστυνομικό κράτος, που το είχαν επισημάνει οι Γερμανοί διανοούμενοι καθώς κι ο κινηματογράφος με τη δυνατή ταινία του Φόλκερ Σλέντορφ «Η χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλουμ».

«Piano, solo»

«Piano, solo»


Πολύ ωραία ταινία για να (μην) πάει χαμένη! Η ιστορία του πιανίστα της τζαζ Λούκα Φλόρες, ο οποίος από τα παιδικά του χρόνια ως την καλλιτεχνική ανάδειξή του πολέμησε εναντίον των δαιμόνων του, τους οποίους όμως δεν κατάφερε να νικήσει. Καλαίσθητη ταινία, και πρωταγωνιστής ο Κιμ Ρόσι Στιούαρτ, από τα πιο γοητευτικά και ταλαντούχα άτομα του σημερινού ιταλικού σινεμά. Τον είχαμε δει στο «Ανάμεσα». Αξίζει να σημειωθεί πως την ιστορία του Φλόρες έγραψε σε βιβλίο ο Βάλτερ Βελτρόνι, ο σημερινός αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πρώην δήμαρχος της Ρώμης - σε αυτό το βιβλίο βασίζεται το σενάριο. Οχι, δεν είναι πολιτικό! Απλά, ο Βελτρόνι είναι εκτός από πολιτικός κι ένας ανήσυχος διανοούμενος.

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας.

«Sex drive»

«Sex drive»

Με ταινίες όπως οι παραπάνω δεν μένει χώρος ούτε και διάθεση να ασχοληθούμε με μια νεανική αμερικανική κωμωδιούλα, όπου δεν παίζει και κανένας γνωστός.

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας.

ΤΙΜΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ, Ελεύθερος Τύπος, Πέμπτη, 30.10.08

Αφτιασίδωτες ερμηνείες που σοκάρουν

Του Παναγιωτη Παναγοπουλου, Η Καθημερινή, Πέμπτη, 30 Oκτωβρίου 2008

Κοινωνικό δράμα. Σκηνοθεσία: Ματέο Γκαρόνε. Πρωταγωνιστούν: Σαλβατόρε Αμπρουτσέσε, Σαλβατόρε Ρουόκο, Τζανφελίτσε Ιμπαράτο, Κάρλο ντελ Σόρμπο.

Το μεγάλο βραβείο της κριτικής επιτροπής του περασμένου φεστιβάλ των Καννών κέρδισε το «Γόμορρα», με ένα θέμα τόσο μεγάλο, που επηρεάζει σχεδόν κάθε λειτουργία και δραστηριότητα στην Ιταλία.

Η δράση της μαφίας εξαπλώνεται από τη χαμηλότερη ώς την υψηλότερη κλίμακα στη γειτονική χώρα, κάτι που παρουσιάζει αναλυτικά στο ομώνυμο μπεστ-σέλερ του ο Ρομπέρτο Σαβιάνο, με αποτέλεσμα να έχει επικηρυχθεί από τη μαφία και ο συγγραφέας να είναι έτοιμος να εγκαταλείψει τη χώρα του.

Προσωπικές ιστορίες

Στη μεταφορά του βιβλίου, που έχει περισσότερο δημοσιογραφικό χαρακτήρα, ο Ματέο Γκαρόνε έχει αποφασίσει να ακολουθήσει έναν διαφορετικό δρόμο και όχι να παρουσιάσει πλήθος πληροφοριών και στοιχείων. Εστιάζει σε προσωπικές ιστορίες, στα πορτρέτα ανθρώπων που έχουν μικρότερη ή μεγαλύτερη εμπλοκή με την Καμόρα, την τοπική οργάνωση του νότου.

Ενας άνθρωπος που μεταφέρει χρήματα στις οικογένειες φυλακισμένων για εγκλήματα της Καμόρα, δύο παιδιά με εμμονή με τον κινηματογραφικό «Σημαδεμένο», που νομίζουν ότι είναι εξυπνότερα από τους μαφιόζους, ένας νεαρός που αναζητώντας δουλειά αναγκάζεται να εμπλακεί σε βρωμερές δουλειές, ένας έφηβος που βιάζεται να μεγαλώσει, ένας ικανός ράφτης που υποχρεώνεται να συνεργάζεται με τους μαφιόζους, είναι τα βασικά πρόσωπα της ταινίας.

Οπως έχει δηλώσει ο Γκαρόνε και σε συνέντευξή του στην «Κ», αυτό που τον ενδιέφερε στην ταινία ήταν κυρίως οι αντιδράσεις αυτών των ανθρώπων και όχι να καταγγείλει τη δράση της μαφίας.

Αυτό είναι κάτι που καταφέρνει, με αφτιασίδωτες ερμηνείες από το καστ, στο οποίο υπάρχουν και πολλοί ερασιτέχνες ηθοποιοί και με μια άμεση κινηματογράφηση, σχεδόν ντοκιμαντερίστικη, που συχνά σοκάρει. Οι επιρροές από το σινεμά του νεορεαλισμού και του ιταλικού μελοδράματος είναι προφανείς και μεταφέρονται στη σύγχρονη εποχή με προσοχή και ταλέντο από τον Γκαρόνε.

Παρ’ όλα αυτά, η ταινία έχει προβλήματα. Ηθελημένα ή μη, ο Ιταλός σκηνοθέτης αποφεύγει να δείξει τη γενικότερη εικόνα και μένει στις λεπτομέρειες και στο προσωπικό στοιχείο των ιστοριών. Ομως κι αυτές οι ιστορίες χρειάζονταν ένα περισσότερο σφιχτό μοντάζ και δέσιμο μεταξύ τους, για να αποκαλύψει η ταινία τη δύναμη που κρύβει μέσα της.

Oι άλλες ταινίες

Το «Ζήτημα τιμής» (**) είναι ένα αστυνομικό θρίλερ με θέμα τη διαφθορά στο εσωτερικό της αστυνομίας της Νέας Υόρκης. Ο Γκάβιν Ο’ Κόνορ ακολουθεί την παράδοση του Σίντεϊ Λιούμετ («Σέρπικο», «Q & A») σκηνοθετώντας μια χαμηλότονη ταινία με κεντρικό άξονα το ηθικό δίλημμα που αντιμετωπίζει ο βασικός ήρωάς του. Ο ντετέκτιβ Ρέι Τίρνεϊ (Εντουαρντ Νόρτον) πιέζεται από τον πατέρα του (Γιον Βόιτ), που είναι επικεφαλής της αστυνομίας του Μανχάταν, να αφήσει το τμήμα αγνοουμένων και να περάσει στην υπηρεσία ανθρωποκτονιών για να αναλάβει την υπόθεση δολοφονίας τεσσάρων συναδέλφων του. Οι άτυχοι αστυνομικοί, οι οποίοι έπεσαν σε θανάσιμη ενέδρα από εμπόρους ναρκωτικών, υπηρετούσαν σε ένα αστυνομικό τμήμα στο οποίο διοικητής είναι ο αδελφός του Ρέι, Φράνσις (Νόα Εμεριχ). Ο Ρέι πείθεται τελικά και αρχίζει την έρευνα, ανακαλύπτοντας στοιχεία που τον φέρνουν αντιμέτωπο με τον αδελφό του, αλλά και με τον γαμπρό του (Κόλιν Φάρελ) που κινεί τα νήματα της διαφθοράς στους κόλπους της αστυνομίας.

Το σενάριο, από τον Ο’ Κόνορ και τον Τζόε Κάρναχαν, ανακυκλώνει κοινότοπες καταστάσεις. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με την άνευρη σκηνοθεσία που είναι στραμμένη στο ρεαλισμό και στους χαρακτήρες, αλλά απέχει μακράν από το να κλιμακώσει εντάσεις. Εν ολίγοις, πρόκειται για μια αδιάφορη ταινία επιπέδου επεισοδίου σοβαρής αστυνομικής τηλεοπτικής σειράς.

Το «Piano Solo» (**) έρχεται από Ιταλία και διακρίνεται για την ερμηνεία του πρωταγωνιστή του Κιμ Ρόσι Στούαρτ. Βασίζεται σε ένα βιογραφικό βιβλίο του πρώην δημάρχου της Ρώμης Βάλτερ Βελτρόνι και σκιαγραφεί το πορτρέτο του πιανίστα της τζαζ Λούκα Φλόρες, του οποίου η ζωή σημαδεύτηκε ανεπανόρθωτα όταν ήταν παιδί από το θάνατο της μητέρας του σε τροχαίο.

Λιτό και ομοιογενές ως προς το ύφος είναι το φιλμ του βετεράνου Πολωνού σκηνοθέτη Γέρζι Σκολιμόφσκι «Τέσσερις νύχτες με την Αννα» (**1/2). Ομως, το εγχείρημα μοιάζει περισσότερο με καλογραμμένη σκηνοθετική άσκηση ενός νέου κινηματογραφιστή, παρά με έργο ωριμότητας ενός καταξιωμένου δημιουργού, σαν τον Σκολιμόφσκι. Ενας μοναχικός υπάλληλος στο κρεματόριο μιας πολωνικής κωμόπολης με έντονα τα σημάδια της κρίσης και της εξαθλίωσης, γίνεται μάρτυρας βιασμού μιας νοσοκόμας, η οποία τυγχάνει γειτόνισσά του. Στη συνέχεια, την παρακολουθεί ηδονοβλεπτικά, την ερωτεύεται και εισβάλλει στον ιδιωτικό της χώρο την ώρα που αυτή κοιμάται. Η σκηνοθεσία εκμεταλλεύεται τις σιωπές και τους χαμηλούς τόνους και ανατρέπει όλα τα στερεότυπα του χολιγουντιανού θρίλερ γύρω από τους ψυχωσικούς σίριαλ κίλερ, ανακαλύπτοντας έναν εύθραυστο άντρα στη διάρκεια μιας ερωτικής «σχέσης» που παραπέμπει σε νεκροφιλία. Απ’ αυτή τη σκοπιά οι «Τέσσερις νύχτες με την Αννα» έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Γύρω από το σεξ και τη σφοδρή επιθυμία ενός νεαρού Αμερικανού να χάσει την παρθενιά του περιστρέφεται το «Sex Drive» (*). Μια χολιγουντιανή νεανική φαρσοκωμωδία, στα απόνερα της σειράς ταινιών «American Pie». Γυρίστηκε από τον Σον Αντερς. Με Τζος Ζάκερμαν, Αμάντα Κρόι, Κλαρκ Ντουκ.

Εύφλεκτη και αδιάφορη

Του Δημητρη Μπουρα, Η Καθημερινή, Πέμπτη, 30 Oκτωβρίου 2008

Πολιτική / βιογραφική. Σκηνοθεσία: Ούλι Εντελ. Ερμηνεία: Μόριτς Μπλάιμπτροϊ, Μαρτίνα Γκέντεκ, Γιοχάνα Βόκαλεκ, Μπρούνο Γκαντς, Νάντια Ουλ, Νιλς Μπρούνο Σμιτ, Χάνα Χέρτσπρουνγκ.

Ο Γερμανός παραγωγός Μπερντ Αϊχινγκερ αναμετριέται επί ίσοις όροις με τον Σπίλμπεργκ στον αφρό μιας ταραγμένης πολιτικά εποχής. Το «Σύμπλεγμα Baader Meinhof» αγγίζει το φαινόμενο της τρομοκρατίας στη Δυτική Γερμανία την περίοδο 1967 -1977 με τους όρους μιας καλοφτιαγμένης, πλην όμως απλοϊκής, χολιγουντιανής ταινίας. Η εσωστρεφής Ουλρίκε Μάινχοφ, που δείχνει σκεπτική στα δύσκολα σταυροδρόμια, φέρνει λιγάκι στο νου τον κεντρικό ήρωα του Σπίλμπεργκ στο προπέρσινο «Μόναχο». Δίπλα της, ο αποφασιστικός Αντρέας Μπάαντερ και η αφηνιασμένη σύντροφός του Γκούντρουν Ενσλιν, θυμίζουν Μπόνι και Κλάιντ. Στην απέναντι όχθη υπάρχει ένας μετριοπαθής αρχηγός της αστυνομίας, ο Χορστ Χέρολντ, ο οποίος στοχάζεται σαν συνετός πατέρας για τη βία, θεωρώντας την ως έναν φαύλο κύκλο...

Ο Σπίλμπεργκ στο «Μόναχο» επέλεξε μια διαδρομή από την επιφάνεια προς τον σκοτεινό βυθό των πραγμάτων. Ξεκίνησε από την θεαματική δράση (οι χειρουργικές (αντί) τρομοκρατικές επιχειρήσεις της Μοσάντ με στόχο τους ηγέτες του παλαιστινιακού «Μαύρου Σεπτέμβρη») για να αμφισβητήσει το «οφθαλμόν αντί οφθαλμού» κλιμακώνοντας ένα κατασκοπικό δράμα. Ο επιτυχημένος Αϊχινγκερ («Η πτώση») παραμένει στην επιφάνεια, παρακάμπτοντας με ψυχρή γερμανική αποφασιστικότητα ό,τι θα μπορούσε να αναδείξει το «Σύμπλεγμα Baader Meinhof» σε ένα πολυεπίπεδο και σκοτεινό πολιτικό θρίλερ. Το αποτέλεσμα είναι μια καλογυρισμένη ταινία μεταξύ βιογραφικού δράματος και θρίλερ, που κάποιες στιγμές νομίζεις πως θα γίνει κωμωδία (οι σκηνές της εκπαίδευσης των τρομοκρατών στην Ιορδανία). Ο ρυθμός είναι εξωτερικός και δεν οδηγεί σε καμιά ουσιαστική κλιμάκωση καθώς ο σκηνοθέτης Ούλι Εντελ απλώς παραθέτει το ένα μετά το άλλο επεισόδια από τη δράση της RAF. Το σενάριο βασίζεται στο ομότιτλο μπεστ σέλερ του Στέφαν Αουστ, που υπήρξε στέλεχος του αριστερίστικου περιοδικού Konkret από το 1966 έως το 1969 και στη συνέχεια τηλεπαρουσιαστής ειδήσεων και συντονιστής τοκ σόου για την τρομοκρατία.

Η ταινία αρχίζει στο μεσοαστικό περιβάλλον της δημοσιογράφου Ουλρίκε Μάινχοφ, η οποία είναι παντρεμένη με τον εκδότη του Konkret και έχει μαζί του δύο παιδιά. Το σκηνικό θυμίζει Μάη του ’68 μέχρι τη στιγμή που η Ουλρίκε χωρίζει τον άπιστο σύζυγό της και έρχεται σε επαφή με τον Μπάαντερ (που δεν ξεχωρίζει από τους κοινούς ληστές του υποκόσμου λόγω κοινωνικής καταγωγής και μόρφωσης) και τη φίλη του, Γκούντρουν Ενσλιν, οργισμένη κόρη μετριοπαθούς ιερέα.

Η διερεύνηση των χαρακτήρων σε βάθος σταματά εδώ και αρχίζει η δράση, με πρωταγωνιστές τρία μεγάλα επιπόλαια παιδιά που παρασύρονται σε μια δίνη. Ο Μπάαντερ και η Ενσλιν αφήνουν τις μολότοφ και τις μικροληστείες, αρπάζουν τα πολυβόλα και μπαίνουν στις τράπεζες. Εχουν στο πλευρό τους και τη Μάινχοφ, που μπήκε απ’ το παράθυρο στην παρανομία κατά τη διάρκεια μιας επιχείρησης απόδρασης του Μπάαντερ από τη φυλακή. Ακολουθούν η εκπαίδευση στην Ιορδανία, τα τυφλά βομβιστικά χτυπήματα, οι απαγωγές και οι δολοφονίες διακεκριμένων της δικαιοσύνης και της οικονομικής ζωής της Δυτικής Γερμανίας. Στο τέλος, έρχονται η περιβόητη δίκη στο Σταμχάιμ, τα λευκά κελιά και το ακόμη πιο επικίνδυνο παιχνίδι από τη δεύτερη γενιά τρομοκρατών, καθώς εμπλέκονται στην ιστορία και οι Αραβες.

Το «Σύμπλεγμα Baader Meinhof» είναι ιδιαίτερα προσεκτικό στους αφορισμούς και τη δημαγωγία, αλλά αυτό το στοιχείο από μόνο του δεν το καθιστά μια σοβαρή ταινία απέναντι σε ένα τόσο σοβαρό πολιτικό φαινόμενο. Φαινόμενο πολυσύνθετο και αντιφατικό, γιατί πέρα από τη νεανική αμφισβήτηση και τις μεγάλες κοινωνικές συγκρούσεις της εποχής, υπάρχουν και οι ιδιαιτερότητες της γερμανικής κοινωνίας.


Τα χέρια πάνω από τη Νάπολη

Φωτογραφία

ΚΡΙΤΙΚΗ: ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 30/10/2008

Εφτά νέες ταινίες αρχίζουν να προβάλλονται από σήμερα, με καλύτερες το συγκλονιστικό πολιτικό θρίλερ «Γόμορρα» του Ματέο Γκαρόνε (βραβείο σκηνοθεσίας στις Κάνες), την πολωνική «4 νύχτες με την Αννα» του Γέρζι Σκολιμόφσκι (βραβείο FIPRESCI στο πρόσφατο Πανόραμα της «Ε») και «Το σύμπλεγμα Baader-Meinhof» του Ούλι Εντελ. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι ταινίες «Piano, solo» του Ρικάρντο Μιλάνι και «Ζήτημα τιμής» του Γκάβιν Ο' Κόνορ. Το πρόγραμμα συμπληρώνεται με τη σεξοκωμωδία «Sex Drive» και την ταινία τρόμου «Σε βλέπω 5».




Γόμορρα

«Γόμορρα» του Ματέο Γκαρόνε
Gomorra. Ιταλία, 2008. Σκηνοθεσία: Ματέο Γκαρόνε. Σενάριο: Ρομπέρτο Σαβιάνο, Μαουρίτσιο Μπράουτσι. Ηθοποιοί: Σαλβατόρε Αμπρουτσέζε, Σιμόνε Σακετίνο, Τίνο Σερβίλο. 137'

**** 1/2 -

Μέσα από διάφορες ιστορίες και μ' ένα σφιχτοδεμένο σενάριο, ο Ματέο Γκαρόνε καταγράφει με διεισδυτικότητα και δύναμη τη δράση της ναπολιτάνικης μαφίας. Εξοχες οι ερμηνείες.

Ο Ιταλός Ματέο Γκαρόνε («Πρώτη αγάπη»), στο συναρπαστικό αυτό πολιτικό θρίλερ, βασισμένο στο επίμαχο βιβλίο του δημοσιογράφου Ρομπέρτο Σαβιάνο, που σήμερα είναι αναγκασμένος να ζει υπό αστυνομική προστασία, αφηγείται, μ' ένα στιλ ανάμεσα σ' εκείνο του Φραντζέσκο Ρόζι («Τα χέρια πάνω από την πόλη», «Σαλβατόρε Τζουλιάνο») και κείνο του Σέρτζιο Λεόνε, τη δράση της ναπολιτάνικης μαφίας και τον αντίκτυπό της στη ζωή των κατοίκων της πόλης, μέσα από πέντε διαφορετικές ιστορίες.

Η ταινία αρχίζει με τη δολοφονία μιας ομάδας μαφιόζων, από άλλη εχθρική ομάδα, σ' ένα solarium, για να μας μεταφέρει σε έναν άλλο χώρο, όπου ένας μεσήλικας υπάλληλος της μαφίας περιφέρεται από διαμέρισμα σε διαμέρισμα, πληρώνοντας συνεργάτες και «προστατευμένες» οικογένειες της μαφίας.

Σε μια άλλη περιοχή, δύο απερίσκεπτοι νέοι αρχίζουν να καταπιάνονται με διάφορες, παράτολμες ληστείες (ανάμεσά τους και κλοπής όπλων και ναρκωτικών), με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να έρθουν αντιμέτωποι με τους αδίστακτους μαφιόζους, ενώ ένα νεαρό αγόρι, που μεταφέρει ψώνια από το μαγαζί της μητέρας του σε διάφορα σπίτια, προσπαθεί να γίνει δεκτός από τους μαφιόζους.

Αντιμέτωπος με τη «Γόμορρα» θα έρθει ένας κακομοίρης μόδιστρος, όταν, για να κερδίσει περισσότερα χρήματα, δέχεται να βοηθήσει, κρυφά, μια ομάδα Κινέζων ραφτών να μάθουν την τέχνη της κοπτικής. Πέρα όμως από τα ναρκωτικά και την πορνεία, η «Γόμορρα» επεκτείνει τη δράση της σε άλλους, ακόμη πιο καταστροφικούς για την κοινωνία κλάδους: στην οργάνωση κάλυψης, σε μεγάλη κλίμακα, για λογαριασμών μεγάλων εταιρειών, ιδιαίτερα επικίνδυνων στην υγεία βιομηχανικών αποβλήτων.

Με ένα σφιχτοδεμένο, με σωστή δομή και ολοκληρωμένους χαρακτήρες σενάριο και ένα εξαίρετο καστ ηθοποιών, με σκηνές που άλλοτε καταγράφουν με λεπτομέρεια και διεισδυτικότητα την ψυχολογία των προσώπων, αναπτύσσοντας ταυτόχρονα τις διάφορες καταστάσεις κι άλλοτε τονίζουν ξαφνικά ξεσπάσματα βίας, ο Γκαρόνε, που σε παλιότερο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου της «Ε» είχε εντυπωσιάσει με τη δεύτερη, εκπληκτική ταινία του «Ο ταριχευτής», μας δίνει, με τον πιο άμεσο, γλαφυρό και δυνατό τρόπο, το αποκαλυπτικό πρόσωπο μιας κοινωνίας όπου κυριαρχούν οι εκβιασμοί, η εκμετάλλευση και το στυγερό έγκλημα κι όπου νεαρά παιδιά, όπως ένας από τους χαρακτήρες της ταινίας, δεν έχουν άλλη διέξοδο επιβίωσης.


Τέσσερις νύχτες με την Αννα

«Τέσσερις νύχτες με την Αννα» του Γέρζι Σκολιμόφσκι
Cztery noce z Anna. Πολωνία, 2008. Σκηνοθεσία: Γέρζι Σκολιμόφσκι. Σενάριο: Εύα Πιασκόφσκα, Γέρζι Σκολιμόφσκι. Ηθοποιοί: Αρτούρ Στεράνκο, Κίνγκα Πράις, Γέρζι Φεντόροβιτς. 91'

***

Λυρική παραβολή, αλλά και πρωτότυπη, με χιούμορ, ματιά πάνω στο θέμα της ηδονοβλεψίας, μέσα από την ιστορία ενός παθητικού άντρα, που ναρκώνει μια γυναίκα για να την παρακολουθεί και να τη φροντίζει τη νύχτα, ενώ αυτή κοιμάται.

Επιστροφή του Πολωνού σκηνοθέτη Γέρζι Σκολιμόφσκι στην πατρίδα του και στον κινηματογράφο έπειτα από απουσία 17 περίπου χρόνων, με μια ταινία-σχόλιο πάνω στον ίδιο τον κινηματογράφο και το ηδονοβλεπτικό βλέμμα του. Ο Λεόν, υπάλληλος σε νεκροτομείο, έχοντας αποφυλακιστεί για βιασμό για τον οποίο δεν ήταν υπεύθυνος, απολαμβάνει τον παράξενο έρωτά του για την Αννα, θύμα του βιασμού στον οποίο ήταν απλός θεατής, μπαίνοντας τη νύχτα στο δωμάτιό της, έχοντας βάλει υπνωτικό στο τσάι της και φροντίζοντάς την, ενώ εκείνη κοιμάται - πλένοντας πιάτα, βάζοντας τάξη στο δωμάτιο και... βάφοντας τα νύχια της.

Με φόντο ένα βουτηγμένο στην απάθεια χωριό, σ' ένα άλλοτε βροχερό κι άλλοτε χιονισμένο τοπίο, που εκφράζει τη ψυχολογία του Λεόν και μ' ένα αλλόκοτο χιούμορ, καθαρά πολωνικό (που συναντάμε και στον συμπατριώτη του Αντρέι Μουνκ), ο Σκολιμόφσκι («Η πρώτη επαφή ενός πρωτάρη», «Στο φως του φεγγαριού») φτιάχνει ένα είδος παραβολής πάνω στον κόσμο μας, αλλά και στον ίδιο τον κινηματογράφο.

Ο Λεόν είναι ένας απλός, παθητικός άνθρωπος, που πληρώνει, κατά κάποιο τρόπο, τις αμαρτίες των άλλων. Καταδικασμένος να βλέπει -σ' έναν κόσμο όπου κυριαρχεί η ανασφάλεια, η ταπείνωση και η καταπίεση- δέχεται όλους τους εξευτελισμούς, καταφέρνοντας ταυτόχρονα να κρατήσει αγνή την αγάπη του για την Αννα. Καταδικασμένος και ο σκηνοθέτης, όπως και ο θεατής -αιώνιοι ηδονοβλεψίες- να παρακολουθεί και να καταγράφει, χωρίς να μπορεί να παρέμβει. Κι αν κάποτε βγει από τη θέση του ηδονοβλεψία-παρατηρητή, το μόνο που θα βρει μπροστά του είναι, όπως και ο ήρωας της ταινίας, έναν άδειο τοίχο.


Το σύμπλεγμα Baader-Meinhof

«Το σύμπλεγμα Baader-Meinhof» του Ούλι Εντελ
Der Baader-Meinhof Complex. Γερμανία, 2008. Σκηνοθεσία: Ούλι Εντελ. Σενάριο: Ούλι Εντελ, Μπερντ Αϊχινγκερ, Στέφαν Αουστ, από το βιβλίο του Αουστ. Ηθοποιοί: Μόριτς Μπλάιμπτροϊ, Μαρτίνα Γκέντεκ, Γιοχάνα Βόκαλεκ, Νάντια Ουλ, Νιλς Μπρούνο Σμιτ, Μπρούνο Γκαντς. 150'

** 1/2 -

Η δράση της γνωστής αριστερής ομάδας «Μπάαντερ-Μάινχοφ», που συγκλόνισε τη Γερμανία στη δεκαετία του '70, σε μια καλογυρισμένη, αν και αποσπασματική και χωρίς σε βάθος διείσδυση στην πολιτική ιδεολογία των μελών της, ταινία.

Με την επίμαχη δράση, στη διάρκεια της δεκαετίας του '70, της αριστερής οργάνωσης «RAF» (Rote Armee Fraktion»), γνωστής ως «ομάδας Μπάαντερ-Μάινχοφ», καταπιάνεται η ταινία που ο Ούλι Εντελ («Τελευταία έξοδος: Μπρούκλιν») σκηνοθέτησε για τον Γερμανό παραγωγό Μπερντ Αϊχινγκερ, γνωστό από μια σειρά πρόσφατες επιτυχημένες εμπορικά παραγωγές («Η πτώση», «Αρωμα: η ιστορία ενός δολοφόνου», «Resident Evil»).

Ομάδα με μαρξιστική ιδεολογία, που δημιούργησαν οι «αστικοί επαναστάτες», όπως αυτοαποκαλούνταν, Αντρέας Μπάαντερ, Ούλρικε Μάινχοφ και Γκούντρουν Εσλιν, ως κίνημα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ και τη μετατροπή της Δυτικής Γερμανίας σε πιστό ακόλουθο της ιμπεριαλιστικής πολιτικής της Αμερικής.

Οι ειρηνικές διαμαρτυρίες ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ στη δεκαετία του '60 και γενικά η στάση του κράτους (με υπολείμματα από τη ναζιστική περίοδο) προς τις ΗΠΑ, με την παραχώρηση στρατιωτικών βάσεων για τις επιθέσεις τους ενάντια στο Βιετνάμ, ήταν εκείνα που οδήγησαν στη δημιουργία της οργάνωσης, δημιουργία που αρχικά είχε κερδίσει τη συμπάθεια μεγάλου τμήματος του γερμανικού -και όχι μόνο του φοιτητικού- λαού, αν και η κατοπινή στάση της, με τις βομβιστικές επιθέσεις, με θύματα και αθώους πολίτες, καθώς και τις εκτελέσεις ομήρων (ιδιαίτερα από τη δεύτερη και τρίτη γενιά των μελών της οργάνωσης), στη διάρκεια του γνωστού «γερμανικού φθινοπώρου», με την αεροπειρατεία αεροπλάνου της «Λουφτχάνσα» και την απαγωγή του βιομήχανου Σλέγερ, άρχισε να τους απομονώνει, οδηγώντας σταδιακά στη σύλληψη, τη φυλάκιση και τον περίεργο θάνατο στις φυλακές των αρχηγών της - θάνατο που οι αρχές χαρακτήρισαν αυτοκτονία, αν και αυτό ποτέ δεν αποδείχθηκε.

Το πρώτο μέρος, με σκηνές όπως εκείνη της βίαιης αστυνομικής επέμβασης σε ειρηνική διαμαρτυρία ενάντια στην επίσκεψη του σάχη της Περσίας, το 1967, που κατέληξε στην εν ψυχρώ δολοφονία νεαρού διαδηλωτή, καθώς και οι σκηνές της εκπαίδευσης της οργάνωσης στην Ιορδανία, με την Ούλρικε Μάινχοφ να αποφασίζει να προσχωρήσει σ' αυτήν, μέσα από τις διάφορες εμπειρίες και συναντήσεις της, είναι και το καλύτερο της ταινίας, με τον Ούλι Εντελ να προσπαθεί να δώσει όσο πιο αντικειμενικά την πολιτική εικόνα της Γερμανίας της εποχής, ιδιαίτερα μέσα από τη δράση της RAF -η ανάπλαση της εποχής είναι πράγματι εξαιρετική.

Στη συνέχεια, όμως, εκτός από τις σκηνές της επίμαχης δίκης του Σταμχάιμ, η ταινία περιορίζεται στη δράση, χωρίς προσπάθεια ανάπτυξης των βασικών χαρακτήρων, με εξαίρεση εκείνο της Μάινχοφ, αποφεύγοντας την όποια διείσδυση στη σκέψη και τις πολιτικές απόψεις των μελών της οργάνωσης.

Γεγονός που οφείλεται στον παραγωγό Μπερντ Αϊχινγκερ, ο οποίος θυσίασε την έρευνα για χάρη, σύμφωνα με τον ίδιο, της «ταχύτητας» και της «έντασης». Στις αδυναμίες της ταινίας και η αποσπασματικότητα, στο δεύτερο μέρος, με τις ανατινάξεις, τις επιθέσεις και τις εκτελέσεις ομήρων, από μέλη της δεύτερης και τρίτης γενιάς, πρόσωπα που περνούν βιαστικά από την οθόνη χωρίς να μάθουμε τίποτα γι' αυτά. Στις αρετές της ταινίας, οι ερμηνείες των ηθοποιών, ιδιαίτερα της Μαρτίνα Γκέντεκ (Ούλρικε Μάινχοφ), της Γιοχάνα Βόκαλεκ (Γκούντρουν Ενσλιν) και του Μπρούνο Γκαντζ (επιθεωρητής της αστυνομίας).


Ζήτημα τιμής

Pride and Glory. ΗΠΑ, 2008. Σκηνοθεσία: Γκάβιν Ο' Κόνορ. Σενάριο: Τζο Κάρναχαν, Γκάβιν Ο' Κόνορ. Ηθοποιοί: Εντουαρντ Νόρτον, Κόλιν Φαρέλ, Γιον Βόιτ, Νόα Εμεριχ, Τζένιφερ Εϊλ. 130'

** 1/2 -

Ενα σκάνδαλο στους κόλπους της αστυνομίας φέρνει αντιμέτωπα τα μέλη μιας οικογένειας αστυνομικών, σε ένα πολύ βίαιο, δοσμένο με γρήγορο ρυθμό αστυνομικό θρίλερ.

Πρωταγωνιστές του αστυνομικού αυτού θρίλερ είναι τα μέλη μιας οικογένειας αστυνομικών, με έναν (Νόρτον) από τους δυο γιους να αναλαμβάνει να εξιχνιάσει τη δολοφονία τεσσάρων συναδέλφων του σε μια επιχείρηση σύλληψης εμπόρων ναρκωτικών. Μόνο που πολύ σύντομα ανακαλύπτει πως και οι τέσσερις ήταν μπλεγμένοι στη διακίνηση ναρκωτικών, στην οποία μπλεγμένος είναι και ένας άλλος συνάδελφος και γαμπρός του.

Από το «Σέρπικο» του Λουμέτ ώς τον πρόσφατο «Πληροφοριοδότη» του Σκορσέζε, οι Αμερικανοί σκηνοθέτες δεν έπαψαν να αποκαλύπτουν και να στιγματίζουν τις αδικίες και τη διαφθορά που κυριαρχούν στο αστυνομικό σώμα.

Γιος Νεοϋορκέζου αστυνομικού, ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της ταινίας Γκάβιν Ο' Κόνορ, έγραψε ένα σενάριο ακολουθώντας την πεπατημένη, προσθέτοντας σ' αυτά μια συχνά υπερβολική ωμότητα στη σκιαγράφηση τόσο των αστυνομικών όσο και των γκάνγκστερ. Χωρίς να προσφέρει εκπλήξεις (τα μαθαίνουμε όλα στην αρχή της ταινίας), η ιστορία κυλάει άνετα, με γρήγορο ρυθμό.

Καλές οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών, μ' επικεφαλής τον Εντουαρντ Νόρτον στον ρόλο του καλού μπάτσου.


Piano, solo

«Piano, Solo» του Ρικάρντο Μιλάνι
Ιταλία, 2008. Σκηνοθεσία: Ρικάρντο Μιλάνι. Σενάριο: Βάλτερ Βελτρόνι, Ιβάν Κοτρονέο. Ηθοποιοί: Κιμ Ρόσι Στιούαρτ, Τζασμίν Τρίνκα, Σάντρα Τσεκαρέλι, Μικέλε Πλασίντο. 104'

***

Το προσωπικό, βασανιστικό δράμα ενός παθιασμένου μουσικού της τζαζ, βασισμένο στη ζωή του Λούκα Φλόρες, μέσα από μια χαμηλών τόνων ταινία.

Την αληθινή ιστορία του Λούκας Φλόρες, ενός ιδιοφυούς Ιταλού μουσικού της τζαζ, παρουσιάζει στην ταινία αυτή ο Ρικάρντο Μιλάνι. Μουσικός που έρχεται αντιμέτωπος με τα φαντάσματα του παρελθόντος, ιδιαίτερα τις βασανιστικές εμπειρίες της παιδικής του ηλικίας -μέσα από ένα ταξίδι του στην Αφρική και τον εκεί τραγικό θάνατο της μητέρας του σε αυτοκινητικό ατύχημα. Εμπειρίες που στάθηκαν και έμπνευση για τη δημιουργία της εκπληκτικής μουσικής του, που τον έκανε διάσημο και στον διεθνή χώρο (έπαιξε μαζί με θρύλους της τζαζ, όπως ο Τσετ Μπέικερ και ο Ντέιβ Χόλαντ).

Η ταινία καταγράφει τόσο τα χρόνια της εκπληκτικής καριέρας του Φλόρες, όταν μέσα από τη μουσική δημιουργία βρήκε την ελευθερία του, τον έρωτά του, μέχρι τα βασανιστικά χρόνια που ακολούθησαν, οδηγώντας τον στο κατώφλι της τρέλας. Με ήρεμο, ακριβολόγο ρυθμό, με ένα στιλ που κυλάει άνετα, με τους ηθοποιούς να ζουν κυριολεκτικά τους ρόλους τους και ιδιαίτερα τον Κιμ Ρόσι Στιούαρτ, που ερμηνεύει με ξεχωριστή ευαισθησία τον βασανισμένο τζαζίστα), ο Ρικάρντο Μιλάνι φτιάχνει μια ευχάριστη, συγκινητική παραβολή για τη ζωή, την ομορφιά και τις αρχές της.


Οι άλλες ταινίες

SEX DRIVE.

ΗΠΑ, 2008. Σκηνοθεσία: Σον Αντερς. Σενάριο: Αντερς, Τζον Μόρις. Ηθοποιοί: Τζος Ζάκερμαν, Αμάντα Κρου, Κλαρκ Ντουκ. 101'

Νεανική, σαχλή σεξοκωμωδία με πρωταγωνιστή έναν 18χρονο, που μαζί με δυο κολλητούς του αρχίζει ένα ταξίδι σε αναζήτηση της γυναίκας που θα του πάρει την παρθενιά του...

ΣΕ ΒΛΕΠΩ 5

(Saw V). ΗΠΑ, 2008. Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Χακλ. Ηθοποιοί: Τόμπι Μπελ, Κώστας Μαντίλορ, Μπέτσι Ράσελ. 88'

Ενας πράκτορας του Εφ-Μπι-Αϊ κι ένας αστυνομικός ντετέκτιβ συγκρούονται στην προσπάθειά τους να συλλάβουν τον περιβόητο δολοφόνο «των παζλ», που για πέμπτη φορά επιστρέφει σε ένα συνηθισμένο, με πολύ σαδιστικές σκηνές, θρίλερ τρόμου.

Εγκλημα και τρομοκρατία τότε και τώρα


ΤΟΥ Ι. ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ, ΤΟΒΗΜΑ, Πέμπτη, 30 Οκτωβρίου 2008
Ταινίες όπως οι «Ζωές των άλλων» απέδειξαν ότι το τραυματικό παρελθόν μιας χώρας μπορεί να αποδειχθεί χρυσωρυχείο αν δοθεί καλλωπισμένα, ισορροπημένα, χωρίς έντονη πολιτική θέση. Το «Σύμπλεγμα Μπάαντερ- Μάινχοφ» («Der Βaader Μeinhof complex», 2008) του Ούλι Εντελ - επίσης γερμανική ταινία - τηρεί τις παραπάνω προϋποθέσεις. Είναι μια γλαφυρή, περιγραφική, καλοστημένη καταγραφή επεισοδίων από τη δράση της οργάνωσης Φράξια Κόκκινος Στρατός (RΑF). Χωρίς πολλές εξηγήσεις, πόσο μάλλον εμβάθυνση.

Η αναπαράσταση του έκρυθμου κλίματος της εποχής (από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 ως τα μέσα της αμέσως επόμενης) είναι προτεραιότητα της παραγωγής.

Συνεπώς η μεγάλη σε διάρκεια αυτή ταινία (150΄) αξίζει για τις ρεαλιστικές σκηνές των διαμαρτυριών στους δρόμους, τις συμπλοκές και τις επιθέσεις των τρομοκρατών. Κατά τα άλλα, οι ήρωες είναι αδύναμοι ή αδιάφοροι, με εξαίρεση την Ουλρίκε Μάινχοφ ( Μαρτίνα Γκέντεκ ), τον εγκέφαλο της οργάνωσης που παρουσιάζεται ως ολοκληρωμένος χαρακτήρας.

Στηριγμένο στο πολυσυζητημένο μπεστ σέλερ του Ρομπέρτο Σαβιάνο το «Γόμορρα» («Gomorroa», Ιταλία, 2008) του Ματέο Γκαρόνε είναι μια πληθωρική τοιχογραφία του οργανωμένου εγκλήματος, της Καμόρα, στην Ιταλία. Δραματουργικός ιστός είναι το ίδιο το έγκλημα μέσα από πέντε ιστορίες που συνθέτουν τη ραχοκοκαλιά. Η πιο ενδιαφέρουσα είναι και η πιο αποκαλυπτική: εκείνη του επιχειρηματία ( Τόνι Σεβίλο ) που ασχολείται με τις μπίζνες της ταφής των τοξικών αποβλήτων, επίσης κλάδου της Καμόρα. Ο Γκαρόνε κινηματογραφεί σαν ντοκυμαντερίστας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αποφεύγει πάντα την παγίδα του λαϊκισμού και της επανάληψης.
  • Η επιστροφή του Σκολιμόφσκι και ο αδιάφθορος Νόρτον
▅ «Τέσσερις νύχτες με την Αννα» («Cztery noce z Αnna» Πολωνία, 2008). Υστερα από 15 χρόνια απουσίας από τη σκηνοθεσία, ο Πολωνός Γέρζι Σκολιμόφσκι επιστρέφει με ένα «δύσκολο» αλλά ατμοσφαιρικό ψυχόδραμα που εστιάζει στον παράφορο έρωτα ενός απολυμένου υπαλλήλου κρεματορίου με μια βιασθείσα νοσοκόμα ( Γέρζι Φεντόροβιτς,Ρέντμπαντ Κλίντρα ). Πλεονεκτήματα της ταινίας το μυστηριακό, σχεδόν τελετουργικό σκηνοθετικό ύφος της και οι ελλειπτικοί διάλογοι. Μειονέκτημα ο εξαιρετικά βαρύς ρυθμός της.

▅ «Ζήτημα τιμής» («Ρride and glory», ΗΠΑ, 2008) του Γκάβιν Ο΄ Κόνορ. Ενας αστυνομικός της Νέας Υόρκης ( Εντουαρντ Νόρτον ) έρχεται αντιμέτωπος με τη διαφθορά του συστήματος που υπηρετεί. Βασικό ρόλο στην υπόθεση παίζει ο γαμπρός του ( Κόλιν Φάρελ ), επίσης αστυνομικός. Ούτε η πρώτη ταινία που βλέπουμε με θέμα την αστυνομική διαφθορά ούτε και η καλύτερη (αρκεί να θυμηθούμε μικρά αριστουργήματα όπως το «Σέρπικο» και οι Βρώμικες υποθέσεις»). Ρεαλιστικός χειρισμός του θέματος, θαυμάσιος για μία ακόμη φορά ο Νόρτον (εκ πρώτης, νομίζεις ότι θα είναι αταίριαστος στον ρόλο), αλλά βαρεθήκαμε να βλέπουμε αστυνομικούς να ουρλιάζουν «fuck» και μείναμε ασυγκίνητοι.
  • ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ
▅ «Ρiano Solo» (Ιταλία, 2008) του Ρικάρντο Μιλάνι. Μελιστάλαχτο μελόδραμα που πραγματεύεται την αληθινή ιστορία του κορυφαίου ιταλού πιανίστα της τζαζ Λούκα Φλόρες (Κ. Ρόσι Στιούαρτ ), ο οποίος «δηλητηρίασε» τη ζωή του επειδή θεωρούσε ότι ήταν υπεύθυνος για τον θάνατο της μητέρας του.

▅ «Sex drive» (2008, ΗΠΑ) του Σον Αντερς. Το Διαδίκτυο θα γίνει ο φορέας της γνωριμίας ενός παρθένου ( Τζος Ζάκερμαν ) με μια κοπέλα που νομίζει ότι είναι κούκλος αλλά δεν είναι... Στα ίχνη των «Αmerican pie». ▅ «Saw 5» (2008, ΗΠΑ) του Ντέιβιντ Χακλ. Εφόσον αντέξαμε μόνον πέντε λεπτά από το «Saw 4», είπαμε να αγνοήσουμε τελείως το «Saw 5» που ούτως ή άλλως απευθύνεται στους φανατικούς της σειράς.

«Γεια σου Μακεδόνα από το Αφγανιστάν»

Συνέντευξη: Ομάρ Σουλτάν

Της ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΜΠΑΡΚΑ

Ο Ομάρ Σουλτάν βρισκόταν στο αμφιθέατρο της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ τον Νοέμβριο του 1977, όταν ο Μανόλης Ανδρόνικος παρουσίασε για πρώτη φορά τα στοιχεία της μεγάλης αποκάλυψής του, τον τάφο του βασιλιά Φιλίππου. Ο νεαρός Αφγανός είχε μόλις ξεκινήσει το μεταπτυχιακό του. Μαθητής του κορυφαίου Ελληνα αρχαιολόγου, είχε αποκτήσει το πτυχίο του αρχαιολόγου στο ΑΠΘ και συμμετείχε στις ανασκαφές της Βεργίνας. Υπήρξε συμφοιτητής του Νικόλαου Σταμπολίδη, διευθυντή του μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, αλλά και του Ν. Καλτσά, διευθυντή σήμερα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.

Η Αννέτα Παπαθανασίου ανάμεσα στον υφυπουργό Πολιτισμού του Αφγανιστάν Ομάρ Σουλτάν (αριστερά) και τον ήρωα του ντοκιμαντέρ Καντίρ (δεξιά) χθες στο ΥΠΕΞ
Χθες ξαναβρέθηκε στην αγαπημένη του χώρα ως υφυπουργός πλέον Πολιτισμού του Αφγανιστάν και μονοπώλησε στο αμφιθέατρο του ΥΠΕΞ τα βλέμματα και τα φώτα των δημοσιογράφων. Ηρθε για την παρουσίαση του ντοκιμαντέρ «Καντίρ, Ενας Αφγανός Οδυσσέας», της Αννέτας Παπαθανασίου, που γυρίστηκε στο Αφγανιστάν.

«Θυμάμαι τα πάντα από τα χρόνια μου στην Ελλάδα», μας είπε συγκινημένος στα ελληνικά. «Γεια σου Μακεδόνα από το Αφγανιστάν, με αποκαλούσε ο Ανδρόνικος. Το 1978, κι ενώ είχα ξεκινήσει το μεταπτυχιακό, η κυβέρνηση του Αφγανιστάν με φώναξε πίσω να τη βοηθήσω. Δυο μήνες μετά την άφιξή μου στην Καμπούλ οι Σοβιετικοί εισέβαλαν στη χώρα και αναγκάστηκα να φύγω. Εφτασα στην Κωνσταντινούπολη, τηλεφώνησα στον Ανδρόνικο, μου έστειλε εισιτήριο και βρέθηκα ξανά στη Θεσσαλονίκη», θυμήθηκε.

Τον Μάιο του 1979 έφυγε για την Αμερική. Σπούδασε πολιτικός μηχανικός, δούλεψε ως πολιτικός μηχανικός, αλλά δίδαξε και αρχαιολογία σε πανεπιστήμιο της Β. Καρολίνας, ενώ ασχολήθηκε και με την ποίηση. Οι συμπατριώτες του τον εκτιμούν πολύ ως ποιητή. Οταν η Βόρεια Συμμαχία μπήκε στην Καμπούλ εκδιώκοντας τους Ταλιμπάν, νότες του Μίκη Θεοδωράκη, όπως θυμόμαστε, συνόδευσαν την είσοδό τους. Ο Σουλτάν, μέλος της Βόρειας Συμμαχίας, δικούς του στίχους είχε βάλει σε μουσική του Ελληνα συνθέτη!

Στην Αμερική έζησε μέχρι το 2002, οπότε και επέστρεψε στην πατρίδα του, για να βοηθήσει την ανασυγκρότηση. «Ακόμη ζω μεταξύ Καμπούλ και Αμερικής. Η οικογένειά μου, η γυναίκα μου και τα παιδιά μου εκεί ζουν».

«Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα το Αφγανιστάν είναι η ασφάλεια», εξηγεί, χωρίς να χάνει την αισιοδοξία του. «Πιστεύω ότι μπορούμε να βελτιώσουμε την κατάσταση, γι' αυτό και η προσοχή μας είναι στραμμένη στην Παιδεία και τον Πολιτισμό». Θεωρεί πολύτιμη την ευκαιρία που δίδεται από την Ελλάδα, για παράδειγμα, σε Αφγανούς να σπουδάσουν με υποτροφία του ΥΠΕΞ στην Ελλάδα Ιστορία και Αρχαιολογία. Το διάστημα από το 2002 έως το 2007 διατέθηκαν από την Ελλάδα περισσότερα από 60 εκατομμύρια ευρώ, χρηματοδοτώντας κυρίως δράσεις επείγουσας βοήθειας, Υγείας, Εκπαίδευσης και Πολιτισμού.

«Βρίσκουμε πια κονδύλια για να εκπαιδεύουμε τους αρχαιολόγους και τους συντηρητές του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου της Καμπούλ, ώστε να μπορούν ακόμη πιο αποτελεσματικά να διασώσουν την πολιτιστική κληρονομιά μας για τις μελλοντικές γενιές. Μια ολόκληρη γενιά Αφγανών, που είναι σήμερα 30-32 ετών, δεν έχουν δει τίποτε άλλο στη ζωή τους παρά πόλεμο. Δεν είναι φοβερό;».

Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Καμπούλ είναι πια ανοιχτό. Δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη η αποκατάσταση όλων των αιθουσών, αλλά τα εκθέματα «ταξιδεύουν». Ηδη τα αντικείμενα, που διασώθηκαν χάρη στους ευσυνείδητους υπαλλήλους από τους Ταλιμπάν, έχουν εκτεθεί στο Παρίσι, στο Τορίνο, αλλά και στο Αμστερνταμ (με τίτλο «Hidden Afghanistan»), με κείμενα μεταφρασμένα και στα αφγανικά, ώστε να μπορέσουν όλοι οι εκπατρισμένοι Αφγανοί να τα θαυμάσουν.

Στα εργαστήρια συντήρησης του Μουσείου της Καμπούλ οι υπάλληλοι δουλεύουν πυρετωδώς. «Από τα περίπου 400 αγάλματα που έσπασαν οι Ταλιμπάν, έχουμε κατορθώσει να ανασυνθέσουμε τα 180», λέει ο Ομάρ Σουλτάν.

«Πριν από το 1978, ο τουρισμός ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή εσόδων για τη χώρα μου. Σήμερα, το να ταξιδέψει κανείς στο Αφγανιστάν δεν είναι καθόλου αστεία υπόθεση. Ολοι ταυτίζουν το Αφγανιστάν με τους Ταλιμπάν και τα τσαντόρ. Ομως η χώρα μου έχει μια πολύ πλούσια ιστορία κι έναν ανεκτίμητο πολιτισμό. Το όνειρό μου είναι να ζήσω τη μέρα εκείνη όπου η ειρήνη και η ηρεμία θα επικρατούν και τουρίστες θα ξανάρθουν...». *


Το πρότυπο του καλού μετανάστη

Για τον Καντίρ, τον Αφγανό πρόσφυγα, η διαφυγή από τους Ταλιμπάν δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση. Περπάτησε χιλιάδες χιλιόμετρα, έφτασε στο Ιράν, δούλεψε για ένα χρόνο, συγκέντρωσε τα απαιτούμενα χρήματα, διέσχισε τέσσερις χώρες με τα πόδια, ώσπου βρέθηκε σε μια πλαστική βάρκα που τον μετέφερε στη Μυτιλήνη εννέα χρόνια πριν.

«Πώς ήρθα και πώς φεύγω...» ακούμε τον Καντίρ να λέει στην κάμερα της Αννέτας Παπαθανασίου στο αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος». Μαζί ξεκίνησαν το δύσκολο οδοιπορικό τους στο κεντρικό Αφγανιστάν αναζητώντας την οικογένειά του. (Στη φωτ., σκηνή από τα γυρίσματα στην Καμπούλ)
Η σκηνοθέτις Αννέτα Παπαθανασίου τον συνάντησε στους «Γιατρούς του Κόσμου» στο κέντρο της Αθήνας, όπου δούλευε εθελοντικά. Εντυπωσιάστηκε από την προσωπικότητα και τη δύναμη της θέλησής του. Ο Καντίρ χρησιμοποίησε ό,τι μπορούσε να του προσφέρει η Ελλάδα. Εμαθε γρήγορα τη γλώσσα, έμαθε κομπιούτερ και αφιέρωσε το χρόνο του βοηθώντας άλλους μετανάστες. Σήμερα πια εργάζεται στη μη κερδοσκοπική οργάνωση επ' αμοιβή. «Είναι το πρότυπο του καλού μετανάστη», τόνισε ο Νικήτας Κανάκης, πρώην πρόεδρος των «Γιατρών του Κόσμου». «Εκμεταλλεύτηκε κάθε ευκαιρία, γιατί ήταν αποφασισμένος να αφομοιωθεί στην Ελλάδα. Δεν το συναντάμε συχνά».

Είχε όμως χάσει εντελώς τα ίχνη της οικογένειάς του. Ετσι, όταν η Αννέτα Παπαθανασίου του πρότεινε να ξεκινήσουν μαζί το ταξίδι της επιστροφής για να την αναζητήσουν, δέχτηκε. Το ντοκιμαντέρ «Καντίρ, ένας Αφγανός Οδυσσέας» θα βγει στον «Μικρόκοσμο» (Συγγρού 106) στις 6 Νοεμβρίου.

Πρόκειται για μια ανθρώπινη ιστορία, γεμάτη αγωνία αλλά και χιούμορ, στο σκληρό και πανέμορφο Αφγανιστάν. Ο Καντίρ βρήκε και πάλι μια χώρα διαλυμένη, με τους Ταλιμπάν παρόντες. «Και τον φόβο να καθηλώνει τους ανθρώπους», όπως τόνισε η Αννέτα Παπαθανασίου, που έμεινε τρεις εβδομάδες στο κεντρικό Αφγανιστάν κινηματογραφώντας κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες. Ούτε τη σύλληψη δεν απέφυγε. Γι'αυτό και ήταν πολύτιμη, ηθικά και πρακτικά, η παρέμβαση του υφυπουργού Πολιτισμού Ομάρ Σουλτάν για την ολοκλήρωση της ταινίας. Για να πραγματοποιηθεί χρειάστηκε ακόμη την υποστήριξη της Υπηρεσίας Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας (ΥΔΑΣ) του ΥΠΕΞ, της ΕΡΤ, του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και του Al Jazeera English. Είναι μια παραγωγή της Cinegram. Τίποτα δεν πήγε χαμένο. Η ταινία κέρδισε πρόσφατα βραβείο Καλύτερου Ντοκιμαντέρ στο διεθνές Φεστιβάλ Roma Fiction της Ιταλίας.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 30/10/2008