Saturday, February 14, 2009

«ΕΛΑ ΝΑ ΔΕΙΣ»: «Εκδρομή» στην κόλαση του πολέμου

Ο σπουδαίος Σοβιετικός σκηνοθέτης Ελεμ Κλίμοφ μιλά για το αριστούργημά του σε μια από τις τελευταίες - όσο και σπάνιες - συνεντεύξεις που έδωσε πριν το θάνατό του το 2003


Για το πώς προέκυψε ο τίτλος της ταινίας: «Να σας πω πώς σκέφτηκα τον τίτλο της ταινίας. Η πρώτη εκδοχή στο σενάριο έφερε τον τίτλο "Σκότωσε τον Χίτλερ". Μετά την πάροδο εφτά ετών, όταν τελικά μάς επετράπη να ασχοληθούμε με την ταινία, ανέφεραν ότι η λέξη "Χίτλερ" έπρεπε να κοπεί. Οταν όμως λέω, "Σκότωσε τον Χίτλερ" δεν εννοώ συγκεκριμένα τον Χίτλερ, το λέω γενικά. Ο τίτλος όμως, έπρεπε να αλλάξει και ζήτησα από τον αδελφό μου να στραφεί στην Καινή Διαθήκη. Ημασταν καθ' οδόν για το Γκοσκίνο και ξεφύλλιζε την Αποκάλυψη του Ιωάννη και βρήκε το απόσπασμα: "το Αρνίον άνοιξε μια από τις σφραγίδες, άκουσα 1 από τα 4 ζώα σαν με φωνή βροντής να λέει: Ελα να δεις". Αυτό επαναλαμβάνεται, αρκετές φορές. Ετσι προέκυψε ο τίτλος»...

Για την υπόθεση: «Πώς προέκυψε η υπόθεση της ταινίας; Κατ' αρχάς ένιωθα πολύ άσχημα που δεν είχα γυρίσει την ταινία μου για τον πόλεμο. Γεννήθηκα στο Στάλινγκραντ. Ως παιδί, φυσικά, είχα δει όλους τους βομβαρδισμούς. Μας θυμάμαι να διασχίζουμε τον Βόλγα, να περνάμε τα Ουράλια, η μητέρα μου, ο αδερφός μου βρέφος κι εγώ. Διασχίσαμε τον Βόλγα στο Στάλινγκραντ. Ηταν Οκτώβρης του 1942. Καθόμαστε σ' ένα υπόστεγο στο φέρι. Το Στάλινγκραντ βρισκόταν δεξιά του Βόλγα. Ηταν μια μακριά πόλη, τότε είχε μήκος 60 χιλιόμετρα, και πέρα από κει απλώνονταν η στέπα και τα βουνά. Σήμερα, υποθέτω πως θα είναι πολύ μακρύτερη, ίσως 120 χλμ. Θεέ μου, μια πόλη μακριά, σαν σωλήνας! Τότε είχε τυλιχτεί ολόκληρη στις φλόγες. Και το ποτάμι, κι αυτό ακόμα είχε πάρει φωτιά. Η φωτιά απλωνόταν 1,5 χλμ. Είχαν βομβαρδίσει ένα σταθμό παροχής πετρελαίου, που είχε καταρρεύσει στο ποτάμι και το νερό είχε πάρει φωτιά. Μας βομβάρδιζαν συνεχώς, το νερό έβραζε, εξαιτίας όλων αυτών. Οι μανάδες μας, μας κάλυπταν με τα κορμιά τους. Εριχναν πάνω μας κουβέρτες, μαξιλάρια και τους εαυτούς τους, πάνω απ' όλα αυτά. Φυσικά κρυφοκοιτούσα, γιατί ήμουν περίεργος. Ηταν μακριά, μέχρι τα Ουράλια. Ο πατέρας μου έμεινε στο Στάλινγκραντ, να πολεμήσει. Είναι φυσικό να είμαι φορτισμένος με πολύ ισχυρές αναμνήσεις εκείνης της κόλασης. Γιατί, ήταν μια εκδρομή στην κόλαση! Ζει μέσα μου πάντα! Ετσι θεώρησα ότι ήταν για μένα ένα "πρέπει", να γυρίσω μια ταινία για τον πόλεμο. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους».

  • Η πραγματική «Αποκάλυψη»...

«Ενας άλλος λόγος ήταν ότι ο κόσμος ήταν τότε στο χείλος της καταστροφής. Οι άνθρωποι το ξεχνούν αυτό τώρα. Τότε όμως, το νιώθαμε στο πετσί μας ότι την επόμενη μέρα θα ξεσπούσε ο Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Ο Ψυχρός Πόλεμος είχε φτάσει σε σημείο που το παραμικρό ολίσθημα θα μπορούσε να επιφέρει παγκόσμια καταστροφή.

Κι ο τρίτος λόγος ήταν η ταινία μου "Αγωνία". Είχα απογοητευτεί από μένα, με την ταινία μου. Είχα εξαιρετικό πρωτογενές υλικό, θαυμάσιο επιτελείο, έναν εξαίρετο μουσικοσυνθέτη, τον Σνίτκε, καλό διευθυντή φωτογραφίας, σχεδιαστή παραγωγής, ηθοποιούς... Δε στάθηκα ικανός να εκφράσω όλες αυτές τις εξαιρετικά πολύπλοκες συναισθηματικές καταστάσεις, τις οποίες ήθελα να διερευνήσω. Δεν ήμουν έτοιμος γι' αυτό. Και μου βγήκε ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας. Ηθελα να βρω υλικό που θα με βοηθούσε να αποκαταστήσω τον εαυτό μου, στα μάτια μου. Σε πολλούς αρέσει η ταινία "Αγωνία", αλλά εγώ την κοίταξα πολύ επικριτικά. Υπήρχαν τρεις λόγοι, λοιπόν, που έψαχνα για κάτι, που είχε σχέση με τον πόλεμο και μ' ένα είδος φόβου, ενός γεγονότος της Αποκάλυψης, σ' αυτόν τον κόσμο.

Με λίγα λόγια, τυχαία, βρέθηκε στα χέρια μου ένα μυθιστόρημα του Αλες Αντάμοβιτς, τον οποίον δε γνώριζα τότε. Γνώριζα, όμως, τον Βασίλι Μπάικοφ, γιατί η Λαρίσα Σεπίτκο, η σύζυγός μου, είχε κάνει μια εκπληκτική ταινία, ένα πραγματικό αριστούργημα, την "Ανάληψη", διασκευή για την οθόνη του "Σοτνίκοφ" του Μπάικοφ. Δε γνώριζα τον Αντάμοβιτς. Επειτα διάβασα το "Η Ιστορία του Κατίν" και είδα πόσο ζωντανή ήταν η αφήγησή του, με πόση επιδεξιότητα περιέγραφε την κατοχή στη Λευκορωσία και τη γενοκτονία του πληθυσμού. Ηταν εξαιρετικό υλικό!


Γνωριστήκαμε με τον Αντάμοβιτς και τον συμπάθησα πολύ. Αργότερα συνειδητοποίησα γιατί έγινε αυτό. Ηταν ένας άνθρωπος πολύ ειλικρινής, πολύ ταλαντούχος κι έξυπνος. Ολη του η οικογένεια ήταν αντάρτες. Ηταν έφηβος τότε και τα θυμόταν όλα. Ετσι, αρχίσαμε να γράφουμε το σενάριο μαζί. Δεν κάναμε προσαρμογή, ακολουθήσαμε το πνεύμα του βιβλίου. Ριχτήκαμε στη δουλειά και σκεφτήκαμε έναν τίτλο: "Σκότωσε τον Χίτλερ". Μ' αυτό εννοούσαμε: σκότωσε τον Χίτλερ μέσα σου, γιατί έχουμε όλοι τους δαίμονές μας σε κάποιο βαθμό. Τελειώσαμε, λοιπόν, εκείνο το σενάριο. Η ταινία θα ήταν μια παραγωγή των "Στούντιο της Λευκορωσίας". Ψάχναμε για τοποθεσίες, ηθοποιούς και για τον πρωταγωνιστή μας.

Ξέραμε καλά ότι θα ήταν ένα αγόρι κι όχι ενήλικας. Απαιτητικός ρόλος με ακραίες συναισθηματικές καταστάσεις. Εμείς απλώς θα κινηματογραφούσαμε, εκείνο όμως, θα έπαιζε. Και βρήκαμε ένα τέτοιο παιδί. Ηταν από τη Σιβηρία, 15 χρονών. Βρήκαμε τις τοποθεσίες και θα αρχίζαμε τα γυρίσματα. Μας κατεύθυνε ο Π. Μοσερόφ, Λευκορώσος αξιωματούχος. Είχα υποψίες απέναντι στο "Γκοσκίνο", ίσως ήμουν στη μαύρη λίστα μετά την "Αγωνία". Εν ολίγοις, μας έκαναν τέτοιες παρατηρήσεις για το σενάριο, που το εγχείρημα δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί. Κι έτσι, αρνήθηκα να το κάνω, επικαλέστηκα ασθένεια και λοιπά»...

  • «Κόντεψα να τρελαθώ εκεί μέσα»...

«Κι ύστερα, μια παύση 7 ετών. Είμαι καταπληκτικός στις παρατεταμένες παύσεις... Προωθούσα την "Αγωνία" για 8 χρόνια. Τη γύρισα κι έμεινε 10 χρόνια στο συρτάρι. Πολλά σενάρια που δεν γυρίστηκαν, κι έπειτα αυτή η παύση... 7 χρόνια πέρασαν, είχαμε την 40ή Επέτειο της Νίκης. Μια ελπίδα άστραψε. Ηθελαν να γυρίσει την ταινία άλλος σκηνοθέτης. Ο Αντάμοβιτς όμως είπε: "Οχι, μόνο αυτός"! Επί εφτά χρόνια αγωνιζόταν για μένα. Κάποιες περιόδους ξεχνούσα τελείως την ταινία, παρόλο που με πονούσε το ότι δεν την είχα γυρίσει. Τελικά, ξαναπιάσαμε δουλειά.

Κι ο τίτλος φανερώθηκε: "Ελα να δεις". Αρχίσαμε τα γυρίσματα στη Λευκορωσία. Ηταν ιδιαίτερα χρονοβόρα. Πράγμα που σημαίνει ότι δεν ήμαστε ιδιαίτερα ρεαλιστές. Γιατί συνέβη αυτό; Γιατί είχαμε πάρει για τον πρώτο ρόλο, τον Αλιόσα Κραβτσένκο, ένα καλό παιδί, ήταν τότε 13 χρονών. Ηταν καινούριος στο σινεμά. Οταν είσαι επαγγελματίας, έχεις ενός είδους συναισθηματική άμυνα. Οταν όμως, δεν έχεις καμία εμπειρία κι έχεις μόνο ζήλο και πάθος, ακούς το σκηνοθέτη και νιώθεις ότι κάνεις κάτι πολύ σημαντικό...

Θα μπορούσε να καταλήξει άσχημα. Να καταλήξει στο ψυχιατρείο, γιατί έζησε εμπειρίες απόγνωσης. Δεν εννοώ τη σκηνή που πνίγονταν στο βάλτο ούτε τις αληθινές σφαίρες που περνούσαν πάνω από το κεφάλι μας. Μια φορά, μια ρουκέτα εξερράγη στον αέρα κι ένα φωτεινό αλεξίπτωτο έπεφτε την ίδια ώρα. Κι έπρεπε να το μοντάρουμε όλο αυτό σε μια σεκάνς. Ηταν κι αυτή η αγελάδα που παραλίγο να μας λιώσει όλους... Αργότερα, ο Αλιόσα εκμυστηρεύτηκε ότι οι χειρότερες σκηνές γι' αυτόν, ήταν οι σκηνές στον ξύλινο αχυρώνα, όπου είχε οδηγηθεί ολόκληρο το χωριό. Εκεί μέσα έζησε τη χειρότερη εμπειρία. Μου είπε αργότερα: "Κόντεψα να τρελαθώ εκεί μέσα"...


Ξέρετε, στην ουσία, τα Λευκορωσικά γονίδια θυμούνταν το ολοκαύτωμα. Γιατί το ένα τέταρτο του πληθυσμού πέθανε εκεί! 628 χωριά κάηκαν ολοσχερώς, μαζί με τους κατοίκους τους. Οι φασίστες διέπραξαν πάρα πολλές φρικαλεότητες εκεί. Η ψυχή μας βάζει ένα όριο σ' αυτά τα πράγματα. Ολοι οι Λευκορώσοι θυμούνται τα πάντα! Αλλος ήταν παιδί τότε, άλλος είχε ακούσει την ιστορία από τους γονείς του. Δε χρειάζεται να εξηγήσει κανείς στους Λευκορώσους τι συνέβη και πώς. Οι αμυντικοί μηχανισμοί δεν τους επέτρεπαν να τα υποδυθούν όλα αυτά. Αυτό ακριβώς έκανε ο Αλες Αντάμοβιτς στο πλατό της ταινίας.

Κάναμε όλα τα γυρίσματα στη Λευκορωσία. Δεν έφυγα από το χώρο ούτε για μια μέρα. Κάποιοι από το επιτελείο πήγαιναν στη Μόσχα στο ρεπό τους. Εγώ, όμως, φοβόμουν να φύγω μήπως και χάναμε την τοποθεσία. Ο Αντάμοβιτς άρχισε να διαβάζει στους χωρικούς ένα βιβλίο. Τους κάθιζε κάτω και διάβαζε το βιβλίο "Κατάγομαι από ένα πυρπολημένο χωριό". Εκπληκτικό βιβλίο, που γράφτηκε από τρεις Λευκορώσους συγγραφείς. Οι συγγραφείς του βιβλίου πήραν ένα αυτοκίνητο και ταξίδεψαν σ' όλη τη Λευκορωσία. Μάζευαν ανθρώπους που είχαν επιβιώσει από τις καταστροφές. Οι αφηγήσεις τους έφερναν έναν κόμπο στο λαιμό.

Ηταν ένα οδυνηρό ανάγνωσμα! Αυτό το βιβλίο ήταν η λυδία λίθος μου. Βρισκόταν συνέχεια πάνω στο γραφείο μου. Το σενάριο ήταν ένα σενάριο, άνοιγα όμως το βιβλίο συχνά, γιατί με προστάτευε από την οποιαδήποτε ανακρίβεια. Το θέμα ήταν πολύ ιερό για μας, για να είναι ανακριβές. Ελεγα στον Αλες: "Αν είμαι ειλικρινής όσο πρέπει, που σίγουρα θα είμαι, κανείς δε θα δει ποτέ αυτή την ταινία". Είπε: "Εντάξει, πάντως εμείς έτσι κι αλλιώς θα τη γυρίσουμε". Παρόλο που πιστεύω ότι η ταινία είναι αρκετά συγκρατημένη. Θα μπορούσαμε να έχουμε δείξει τόσες φρικαλεότητες εκεί! Κανείς όμως, δε θα άντεχε να τις δει. Κι η δουλειά μας θα ήταν τότε μάταιη...».

  • «Να προσφέρεις κάτι μεστό νοήματος»...

Ετσι, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, γυρίσαμε την ταινία. Ηταν μεγάλη έκπληξη για μένα ότι εκατομμύρια άνθρωποι εδώ και στο εξωτερικό την είδαν. Πολλές χώρες την αγόρασαν κι ακόμα τη βλέπουν. Φυσικά, τα βραβεία δεν είναι το θέμα εδώ. Αν ο κόσμος είχε πιο γερά νεύρα, το κοινό μας θα ήταν πολύ μεγαλύτερο. Μπορούσα να καταλάβω τις γυναίκες που φοβούνταν. Υπήρχαν περιπτώσεις στη Ρωσία και την Ουγγαρία, όπου ασθενοφόρα απομάκρυναν τους ανθρώπους. Η ζωή, όμως, αυτής της ταινίας συνεχίζεται στις οθόνες πολλών χωρών.

Μετά όμως, απ' αυτήν την ταινία δεν μπορούσα πλέον να δουλέψω. Για μένα ήταν κάτι τόσο συγκλονιστικό! Πέρασα μια πολύ μεγάλη δοκιμασία, το ίδιο κι οι συνεργάτες μου, το επιτελείο της ταινίας. Ηξερα καλά ότι έπρεπε να προστατεύσω εκείνο το παιδί, για να μην τρελαθεί. Μ' έναν υπνωτιστή εξελίξαμε ένα σύστημα άμυνας, με συνεχόμενα τεστ. Ξέραμε πόσο κοντά είναι ένα παιδί στο υποσυνείδητό του, πώς να του μεταδώσουμε τη γνώση, πώς να το χαλαρώσουμε και να το απαλλάξουμε από το βαρύ φορτίο. Ηταν πολύ αγχωτικό! Δόξα τω Θεώ, δε συνέβη αυτό που φοβόμασταν. Ο Λιόσα ήταν ένα παιδί με γερά νεύρα και με πάρα πολύ ταλέντο. Είμαι βέβαιος πως θα γίνει πολύ καλός ηθοποιός.

Υστερα, ενώ προβάλλαμε την ταινία σε διάφορα μέρη, έχω και πολλές άλλες δραματικές ιστορίες. Για παράδειγμα, στην Αμερική πολλοί λένε: "εμείς έχουμε τα θρίλερ, αλλά αυτό είναι κάτι άλλο. Είναι πραγματική ζωή".

Δε μετανιώνω που έκανα αυτήν την ταινία. Είχα δύσκολη προϊστορία και ιστορία. Κάποιος πρέπει να κάνει τη διαφορά πού και πού, για να γίνει κάτι αξιόλογο! Εδώ βρίσκεται το μυστικό της καλής δουλειάς. Να μπορείς να προσφέρεις στον κόσμο κάτι πραγματικά σοβαρό, πραγματικά μεστό νοήματος»! [ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, Κυριακή 15 Φλεβάρη 2009]

No comments: