AΠOΨH: Του Βασίλη Τσιαμπούση*, Η Καθημερινή, Σάββατο, 20 Σεπτεμβρίου 2008
Hδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 το Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας είχε κηρυχθεί «εθνικό». Αυτό σημαίνει ότι αν κάποιος Ελληνας σκηνοθέτης ταινίας μικρού μήκους επιζητεί διακρίσεις και επιχορήγηση, θα πρέπει υποχρεωτικά να συμμετάσχει σε αυτό. Η παραπάνω απόφαση, μαζί με την επίσημη οικονομική στήριξη του ΥΠΠΟ, την ενίσχυση από το υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης με υπουργό τον Μαργαρίτη Τζίμα, που διετέλεσε επί σειράν ετών πρόεδρος της Δημοτικής Επιχείρησης του Φεστιβάλ, και την ΕΡΤ Α.Ε., και φυσικά η γενναία χρηματοδότηση από τον Δήμο Δράμας είναι τα στοιχεία που συντηρούν το θεσμό ως έναν από τους σημαντικότερους της ελληνικής κινηματογραφίας.
Αξίζει όμως να αναρωτηθεί κανείς τι κερδίζει η ίδια η πόλη και οι δημότες της από τη διοργάνωση του Φεστιβάλ. Τους αφορά; Τους συγκινεί; Τους γεμίζει;
Κατ’ αρχάς, η επαφή με τις ταινίες μικρού μήκους αποτελεί μια πρώτη σοβαρή επαφή με τον μη εμπορικό κινηματογράφο. Επειτα, η επαφή του κοινού με τους δημιουργούς, η συμμετοχή στην αγωνία τους να διακριθούν, οι συζητήσεις μαζί τους, η έκφραση του θαυμασμού του, λειτουργούν αμφίδρομα: ο δημιουργός λαμβάνει μια ισχυρή δόση ενθάρρυνσης και ικανοποίησης και ο κόσμος μια επιπλέον συγκίνηση που προκαλείται από την προσωπική γνωριμία. Το πάρκο της Αγίας Βαρβάρας, κάθε μεσημέρι, και τα κλαμπ όπου μαζεύονται οι κινηματογραφιστές το βράδυ, μετά τις προβολές, αποτελούν στην ουσία προεκτάσεις της αίθουσας του Φεστιβάλ, σαλόνια ενός κόσμου μαγικού. Το Φεστιβάλ προσφέρει στην πόλη πολύ περισσότερα από όσα η Κινηματογραφική Λέσχη της δεκαετίας του ’70, που το δημιούργησε, είχε ονειρευτεί και είχε υπολογίσει.
- * Ο Βασίλης Τσιαμπούσης είναι συγγραφέας που ζει και εργάζεται στη Δράμα.
No comments:
Post a Comment