ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΑΙΝΙΩΝ
ΚΡΙΤΙΚΗ: ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ
Δύο θαυμάσιες ευρωπαϊκές ταινίες, «Οι τρεις πίθηκοι» του Τούρκου Νούρι Μπίλγκε Τζεϊλάν και «Η σιωπή της Λόρνα» των Δανέζων αδερφών Νταρντέν, και ένα συναρπαστικό αμερικανικό ντοκιμαντέρ, «Ρόμαν Πολάνσκι: Wanted and Desired» της Μαρίνα Ζένοβιτς, δίνουν στη νέα κινηματογραφική εβδομάδα μιαν άλλη ξεχωριστή νότα. Στο πρόγραμμα και η ταινία επιστημονικής φαντασίας «Οταν η γη σταματήσει» του Σκοτ Ντέρικσον, το ντοκιμαντέρ «American Teen» της Νανέτ Μπερστίν και η κωμωδία «Χριστούγεννα στα τέσσερα» του Σεθ Γκόρντον.
Οι τρεις πίθηκοι
«Οι τρεις πίθηκοι» του Τούρκου, Νούρι Μπίλγκε Τζεϊλάν |
Uc maymun/Three Monkeys. Τουρκία, 2008. Σκηνοθεσία: Νούρι Μπίλγκε Τζεϊλάν. Σενάριο: Νούρι Μπίλγκε & Εμπρου Τζεϊλάν. Ηθοποιοί: Γιαβούζ Μπινγκόλ, Χατιτσέ Ασλάν, Ριφάτ Σουνγκάρ, Εργκάν Κεσάλ. 109' ***** Η υποκρισία και τα ψέματα στις σχέσεις μιας δυσλειτουργικής οικογένειας μικροαστών, αλλά και το αίσθημα της ενοχής, σε μια ταινία εξαιρετική, δοσμένη με οξυδέρκεια και λεπτό χιούμορ.
Με τις ανθρώπινες σχέσεις, ιδιαίτερα του ζευγαριού, καταπιάνεται στη νέα του ταινία «Οι τρεις πίθηκοι» ο Τούρκος σκηνοθέτης Νούρι Μπίλγκε Τζεϊλάν («Σύννεφα του Μάη», «Κλίματα αγάπης»), χρησιμοποιώντας ένα ώριμο, απέριττο στιλ, που φέρνει στον νου τόσο τις ταινίες του Αντονιόνι όσο κι εκείνες του Οτζου και του Μπρεσόν. Οι τρεις πίθηκοι είναι τα τρία, θλιβερά μέλη μιας δυσλειτουργικής, μικροαστικής οικογένειας: ο σύζυγος, σοφέρ ενός πολιτικού, η γυναίκα του και ο έφηβος γιος τους. Ενώ ο σοφέρ σύζυγος δέχεται την οικονομική πρόταση του αφεντικού του να πάει φυλακή στη θέση του, καλύπτοντάς τον για τον θάνατο ενός πεζού με το αυτοκίνητό του, ο γιος του μπλέκει με επικίνδυνες παρέες και η γυναίκα του αρχίζει μια σχέση με τον πολιτικό.
Εκείνο που ενδιαφέρει τον Τζεϊλάν είναι να καταγράψει τα ανθρώπινα συναισθήματα αλλά και το αίσθημα ενοχής μέσα από τους τρεις βασικούς χαρακτήρες του, που κανένας τους όχι μόνο δεν είναι προετοιμασμένος ν' αντιμετωπίσει τα κρίσιμα γεγονότα αλλά και προσπαθεί να τα καλύψει με διάφορα ψέματα. Ο σκηνοθέτης απομονώνει τα πρόσωπά του σ' ένα είδος «κενού» που έχουν τα ίδια δημιουργήσει γύρω τους, χωρίς όμως να αποφεύγει να καταγράφει και το συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον (μια Τουρκία με έντονες τις ταξικές διαφορές κι όπου η πολιτική εξαρτάται από το χρήμα), μαζί και τη θρησκεία, που δίνει μια μεταφυσική διάσταση στις πράξεις τους. Χρησιμοποιώντας, όταν χρειάζεται, το χιούμορ (όπως το τραγούδι στη σκηνή με το κινητό τηλέφωνο), συνθέτοντας φαινομενικά απλές, όμορφες, με χρώματα μουντά, συχνά ηθελημένα μεγάλης διάρκειας, εικόνες, εκμεταλλευόμενος έξυπνα τις σιωπές, με την κάμερα άλλοτε να παρακολουθεί από κοντά και να καταγράφει με οξυδέρκεια τη συμπεριφορά των προσώπων του, μαζί και τα ταξικά «παιχνίδια» τους (ο σοφέρ που τελικά χρησιμοποιεί τις μεθόδους του πολιτικού για να καλύψει ένα άλλο έγκλημα), κι άλλοτε να απομακρύνεται και ν' αφήνει τον θεατή να κρίνει τα δρώμενα (η σκηνή όπου η γυναίκα συγκρούεται με τον εραστή της). Αναμφισβήτητα η πιο ώριμη ταινία του σκηνοθέτη, τόσο από σεναριακής πλευράς όσο και από πλευράς στιλ - ενός στιλ επεξεργασμένου ώς την παραμικρή του λεπτομέρεια, που όμως περνά, όπως και πρέπει στον καλό κινηματογράφο, σχεδόν απαρατήρητο.
Με τις ανθρώπινες σχέσεις, ιδιαίτερα του ζευγαριού, καταπιάνεται στη νέα του ταινία «Οι τρεις πίθηκοι» ο Τούρκος σκηνοθέτης Νούρι Μπίλγκε Τζεϊλάν («Σύννεφα του Μάη», «Κλίματα αγάπης»), χρησιμοποιώντας ένα ώριμο, απέριττο στιλ, που φέρνει στον νου τόσο τις ταινίες του Αντονιόνι όσο κι εκείνες του Οτζου και του Μπρεσόν. Οι τρεις πίθηκοι είναι τα τρία, θλιβερά μέλη μιας δυσλειτουργικής, μικροαστικής οικογένειας: ο σύζυγος, σοφέρ ενός πολιτικού, η γυναίκα του και ο έφηβος γιος τους. Ενώ ο σοφέρ σύζυγος δέχεται την οικονομική πρόταση του αφεντικού του να πάει φυλακή στη θέση του, καλύπτοντάς τον για τον θάνατο ενός πεζού με το αυτοκίνητό του, ο γιος του μπλέκει με επικίνδυνες παρέες και η γυναίκα του αρχίζει μια σχέση με τον πολιτικό.
Εκείνο που ενδιαφέρει τον Τζεϊλάν είναι να καταγράψει τα ανθρώπινα συναισθήματα αλλά και το αίσθημα ενοχής μέσα από τους τρεις βασικούς χαρακτήρες του, που κανένας τους όχι μόνο δεν είναι προετοιμασμένος ν' αντιμετωπίσει τα κρίσιμα γεγονότα αλλά και προσπαθεί να τα καλύψει με διάφορα ψέματα. Ο σκηνοθέτης απομονώνει τα πρόσωπά του σ' ένα είδος «κενού» που έχουν τα ίδια δημιουργήσει γύρω τους, χωρίς όμως να αποφεύγει να καταγράφει και το συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον (μια Τουρκία με έντονες τις ταξικές διαφορές κι όπου η πολιτική εξαρτάται από το χρήμα), μαζί και τη θρησκεία, που δίνει μια μεταφυσική διάσταση στις πράξεις τους. Χρησιμοποιώντας, όταν χρειάζεται, το χιούμορ (όπως το τραγούδι στη σκηνή με το κινητό τηλέφωνο), συνθέτοντας φαινομενικά απλές, όμορφες, με χρώματα μουντά, συχνά ηθελημένα μεγάλης διάρκειας, εικόνες, εκμεταλλευόμενος έξυπνα τις σιωπές, με την κάμερα άλλοτε να παρακολουθεί από κοντά και να καταγράφει με οξυδέρκεια τη συμπεριφορά των προσώπων του, μαζί και τα ταξικά «παιχνίδια» τους (ο σοφέρ που τελικά χρησιμοποιεί τις μεθόδους του πολιτικού για να καλύψει ένα άλλο έγκλημα), κι άλλοτε να απομακρύνεται και ν' αφήνει τον θεατή να κρίνει τα δρώμενα (η σκηνή όπου η γυναίκα συγκρούεται με τον εραστή της). Αναμφισβήτητα η πιο ώριμη ταινία του σκηνοθέτη, τόσο από σεναριακής πλευράς όσο και από πλευράς στιλ - ενός στιλ επεξεργασμένου ώς την παραμικρή του λεπτομέρεια, που όμως περνά, όπως και πρέπει στον καλό κινηματογράφο, σχεδόν απαρατήρητο.
Η σιωπή της Λόρνα
«Η σιωπή της Λόρνα» των Ζαν-Πιέρ και Λικ Νταρντέν |
Le silence de Lorna. Γαλλία, 2008. Σκηνοθεσία-σενάριο: Ζαν-Πιερ και Λικ Νταρντέν. Ηθοποιοί: Αρτα Ντομπρόσι, Ζερεμί Ρενιέ, Φαμπρίτζιο Ροντζιόνε. 105' ****½ Μια Αλβανή μετανάστρια μπλέκει στα δίχτυα εγκληματιών μαφιόζων σε μια συγκλονιστική, βουτηγμένη σε μαύρη ατμόσφαιρα, ταινία γύρω από την εξιλέωση αλλά και τα προβλήματα των μεταναστών.
Στα προβλήματα των μεταναστών από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, αλλά και στο θέμα της εξιλέωσης, στρέφονται στη νέα τους, βουτηγμένη σε μια μαύρη ατμόσφαιρα, παραπλήσια μ' εκείνη του φιλμ νουάρ, ταινία, «Η σιωπή της Λόρνα», οι βραβευμένοι στο παρελθόν δύο φορές με τον Χρυσό Φοίνικα των Κανών («Ροζέτα», «Ο γιος»), Βέλγοι σκηνοθέτες Ζαν-Πιερ και Λικ Νταρντέν.
Η Λόρνα της ταινίας (βραβείο σεναρίου στις φετινές Κάνες) είναι μια Αλβανή μετανάστρια στη Λιέγη, που για να μπορέσει ν' αποκτήσει ένα σνακ-μπαρ μαζί με τον αγαπημένο της δέχεται την επικίνδυνη πρόταση του μαφιόζου Φάμπιο να κάνει «λευκό γάμο» με τον Κλοντί, ένα ναρκομανή Βέλγο, για να αποκτήσει τη βέλγικη υπηκοότητα και στη συνέχεια να τον χωρίσει (ο Φάμπιο σχεδιάζει να τον δολοφονήσει δίνοντάς του υπερβολική δόση ναρκωτικών) για να παντρευτεί (πάλι με λευκό γάμο) ένα Ρώσο μαφιόζο, έτοιμο να τους πληρώσει ένα μεγάλο ποσό.
Με το γνωστό ρεαλιστικό τους στιλ, απαλλαγμένο όμως από κάθε τι το περιττό, παραπλήσιο μ' εκείνο του Μπρεσόν, οι Νταρντέν καταγράφουν την οδυνηρή, συχνά, πορεία της ηρωίδας τους, από τις προσπάθειές της να βοηθήσει τον Κλοντί να κόψει τα ναρκωτικά και το μπλέξιμό της σ' ένα δίχτυ εγκληματικότητας, που οδηγεί στη δολοφονία του Κλοντί, μέχρι την αποφασιστικότητά της, μέσα από μια φανταστική εγκυμοσύνη, να εξιλεωθεί. Μέσα από μικρές, φαινομενικά απλές, σκηνές, με μια κάμερα στο χέρι, να ερευνά με την επιμονή ενός εντομολόγου τα διάφορα πρόσωπα, ιδιαίτερα εκείνο της Λόρνα (με την ηθοποιό Αρτα Ντομπρόσι από το Κόσοβο να δίνει με δύναμη, πάθος και ευαισθησία το ρόλο), σταματώντας στις μικρές εκείνες λεπτομέρειες που σκιαγραφούν και σχολιάζουν τους χαρακτήρες αλλά και το κοινωνικό περιβάλλον που συχνά καθορίζει τη ζωή τους, οι Νταρντέν φτιάχνουν την καλύτερη και πιο άμεση, κοινωνικά τοποθετημένη, ταινία τους.
Η Λόρνα της ταινίας (βραβείο σεναρίου στις φετινές Κάνες) είναι μια Αλβανή μετανάστρια στη Λιέγη, που για να μπορέσει ν' αποκτήσει ένα σνακ-μπαρ μαζί με τον αγαπημένο της δέχεται την επικίνδυνη πρόταση του μαφιόζου Φάμπιο να κάνει «λευκό γάμο» με τον Κλοντί, ένα ναρκομανή Βέλγο, για να αποκτήσει τη βέλγικη υπηκοότητα και στη συνέχεια να τον χωρίσει (ο Φάμπιο σχεδιάζει να τον δολοφονήσει δίνοντάς του υπερβολική δόση ναρκωτικών) για να παντρευτεί (πάλι με λευκό γάμο) ένα Ρώσο μαφιόζο, έτοιμο να τους πληρώσει ένα μεγάλο ποσό.
Με το γνωστό ρεαλιστικό τους στιλ, απαλλαγμένο όμως από κάθε τι το περιττό, παραπλήσιο μ' εκείνο του Μπρεσόν, οι Νταρντέν καταγράφουν την οδυνηρή, συχνά, πορεία της ηρωίδας τους, από τις προσπάθειές της να βοηθήσει τον Κλοντί να κόψει τα ναρκωτικά και το μπλέξιμό της σ' ένα δίχτυ εγκληματικότητας, που οδηγεί στη δολοφονία του Κλοντί, μέχρι την αποφασιστικότητά της, μέσα από μια φανταστική εγκυμοσύνη, να εξιλεωθεί. Μέσα από μικρές, φαινομενικά απλές, σκηνές, με μια κάμερα στο χέρι, να ερευνά με την επιμονή ενός εντομολόγου τα διάφορα πρόσωπα, ιδιαίτερα εκείνο της Λόρνα (με την ηθοποιό Αρτα Ντομπρόσι από το Κόσοβο να δίνει με δύναμη, πάθος και ευαισθησία το ρόλο), σταματώντας στις μικρές εκείνες λεπτομέρειες που σκιαγραφούν και σχολιάζουν τους χαρακτήρες αλλά και το κοινωνικό περιβάλλον που συχνά καθορίζει τη ζωή τους, οι Νταρντέν φτιάχνουν την καλύτερη και πιο άμεση, κοινωνικά τοποθετημένη, ταινία τους.
Ρόμαν Πολάνσκι: Wanted and Desired
«Ρομάν Πολάνσκι: Wanted and Desired» της Μαρίνας Ζένοβιτς |
Roman Polanski: Wanted and Desired. ΗΠΑ/Βρετανία, 2008. Σκηνοθεσία: Μαρίνα Ζένοβιτς. Σενάριο: Τζο Μπίνι, Πίτερ Τζ. Μόργκαν. Εμφανίζονται οι: Μέριλιν Μπεκ, Μάικλ Κέιν, Μαντλίν Μπέσνερ, Τζόαν Κόλινς, Φέι Ντάναγουεϊ, Τζακ Νίκολσον. 99' *** Αποκαλυπτικό ντοκιμαντέρ γύρω από τη «δίκη-μαϊμού» του Πολωνού σκηνοθέτη, κατηγορούμενου για σεξουαλική σχέση με ανήλικο κορίτσι, που ο τότε δικαστής εκμεταλλεύτηκε για προσωπικές φιλοδοξίες του.
Το ντοκιμαντέρ της Μαρίνας Ζένοβιτς δεν είναι πορτρέτο της τραγικής ζωής του Πολωνού σκηνοθέτη Ρόμαν Πολάνσκι, που μικρός έχασε τους γονείς του στο Ολοκαύτωμα, ενώ αργότερα, στην Αμερική, η έγκυος γυναίκα του δολοφονήθηκε από την «οικογένεια Μάνσον». Αντίθετα, πρόκειται για ένα δηκτικό σχόλιο πάνω στα τραγικά «λάθη» του αμερικανικού νομικού συστήματος. Αφορμή, η δίκη του Ρόμαν Πολάνσκι το 1977, κατά την οποία ο Πολωνός σκηνοθέτης παραδέχτηκε την ενοχή του για «παράνομη συνουσία» με 13χρονο κορίτσι, που τελικά τον έκανε να εγκαταλείψει για πάντα την Αμερική, χωρίς να μπορέσει να παραλάβει το Οσκαρ σκηνοθεσίας που κέρδισε το 2002 για την ταινία του «Ο πιανίστας».
Παρά την παραδοχή της ενοχής του και την προθυμία του να εκτίσει προτεινόμενη φυλάκιση 90 ημερών, η δίκη πήρε λάθος στροφή όταν ο τότε δικαστής Λόρενς Ρίτενμπαντ αγνόησε τη συμφωνία και, επιδιώκοντας προσωπική φήμη, ζήτησε καταδίκη του σκηνοθέτη, με φυλάκιση 50 ετών (!). Με αρχειακό υλικό, αποσπάσματα από ταινίες του σκηνοθέτη («Το μωρό της Ροζμαρί», «Τσάιναταουν» κ.ά.), συνεντεύξεις με δικηγόρους, δικαστές, δημοσιογράφους, φίλους του σκηνοθέτη, καθώς και από το ίδιο το «θύμα», τη Σαμάνθα Γκάιμερ, που το 2003 είχε δηλώσει επίσημα πως όχι μόνο τον συγχωρούσε αλλά και ζητούσε, στην περίοδο απονομής των Οσκαρ, να κρίνουν την ταινία του «Ο πιανίστας» αποκλειστικά και μόνο από καλλιτεχνικής πλευράς, η Ζένοβιτς αφηγείται με αδιάσειστα στοιχεία το έγκλημα ενός φιλόδοξου δικαστή ενάντια στο νομικό σύστημα. Εγκλημα που μέχρι σήμερα κρατάει τον Πολάνσκι δέσμιο μιας απαράδεκτης απόφασης -ακόμη και ο εισαγγελέας της υπόθεσης, Γκάνσον, συμφώνησε με τους δικηγόρους του Πολάνσκι πως στη δίκη δεν απονεμήθηκε δικαιοσύνη! Την καλύτερη απάντηση στη «δίκη-μαϊμού», έδωσε σε κείμενό της, στους «Τάιμς της Νέας Υόρκης», η ίδια η Γκάιμερ που, αισθανόμενη πως και οι δυο τους είναι θύματα, έγραφε: «Μερικές φορές αισθάνομαι πως και οι δυο μας καταδικαστήκαμε σε ισόβια».
Το ντοκιμαντέρ της Μαρίνας Ζένοβιτς δεν είναι πορτρέτο της τραγικής ζωής του Πολωνού σκηνοθέτη Ρόμαν Πολάνσκι, που μικρός έχασε τους γονείς του στο Ολοκαύτωμα, ενώ αργότερα, στην Αμερική, η έγκυος γυναίκα του δολοφονήθηκε από την «οικογένεια Μάνσον». Αντίθετα, πρόκειται για ένα δηκτικό σχόλιο πάνω στα τραγικά «λάθη» του αμερικανικού νομικού συστήματος. Αφορμή, η δίκη του Ρόμαν Πολάνσκι το 1977, κατά την οποία ο Πολωνός σκηνοθέτης παραδέχτηκε την ενοχή του για «παράνομη συνουσία» με 13χρονο κορίτσι, που τελικά τον έκανε να εγκαταλείψει για πάντα την Αμερική, χωρίς να μπορέσει να παραλάβει το Οσκαρ σκηνοθεσίας που κέρδισε το 2002 για την ταινία του «Ο πιανίστας».
Παρά την παραδοχή της ενοχής του και την προθυμία του να εκτίσει προτεινόμενη φυλάκιση 90 ημερών, η δίκη πήρε λάθος στροφή όταν ο τότε δικαστής Λόρενς Ρίτενμπαντ αγνόησε τη συμφωνία και, επιδιώκοντας προσωπική φήμη, ζήτησε καταδίκη του σκηνοθέτη, με φυλάκιση 50 ετών (!). Με αρχειακό υλικό, αποσπάσματα από ταινίες του σκηνοθέτη («Το μωρό της Ροζμαρί», «Τσάιναταουν» κ.ά.), συνεντεύξεις με δικηγόρους, δικαστές, δημοσιογράφους, φίλους του σκηνοθέτη, καθώς και από το ίδιο το «θύμα», τη Σαμάνθα Γκάιμερ, που το 2003 είχε δηλώσει επίσημα πως όχι μόνο τον συγχωρούσε αλλά και ζητούσε, στην περίοδο απονομής των Οσκαρ, να κρίνουν την ταινία του «Ο πιανίστας» αποκλειστικά και μόνο από καλλιτεχνικής πλευράς, η Ζένοβιτς αφηγείται με αδιάσειστα στοιχεία το έγκλημα ενός φιλόδοξου δικαστή ενάντια στο νομικό σύστημα. Εγκλημα που μέχρι σήμερα κρατάει τον Πολάνσκι δέσμιο μιας απαράδεκτης απόφασης -ακόμη και ο εισαγγελέας της υπόθεσης, Γκάνσον, συμφώνησε με τους δικηγόρους του Πολάνσκι πως στη δίκη δεν απονεμήθηκε δικαιοσύνη! Την καλύτερη απάντηση στη «δίκη-μαϊμού», έδωσε σε κείμενό της, στους «Τάιμς της Νέας Υόρκης», η ίδια η Γκάιμερ που, αισθανόμενη πως και οι δυο τους είναι θύματα, έγραφε: «Μερικές φορές αισθάνομαι πως και οι δυο μας καταδικαστήκαμε σε ισόβια».
Οταν η γη σταματήσει
The Day the Earth Stood Still. ΗΠΑ, 2008. Σκηνοθεσία: Σκοτ Ντέρικσον. Σενάριο: Ντέιβιντ Σκάρπα. Ηθοποιοί: Κιάνου Ριβς, Τζένιφερ Κόνελι, Κάθι Μπέιτς, Τζον Κλιζ. 103' ** Ενας εξωγήινος φάνει στη Γη για να σώσει τον πλανήτη από την καταστροφή στην οποία τον οδηγεί η ανθρωπότητα, σε μια περιπέτεια με κύριο στοιχείο τα ειδικά εφέ.
Το 1951, ο Ρόμπερτ Γουάιζ γύρισε την κλασική, και μια από τις πιο σημαντικές του είδους, ταινία επιστημονικής φαντασίας, «Οταν η γη σταματήσει», γύρω από έναν εξωγήινο, τον Κλάατου, που προσγείωνε το διαστημόπλοιό του στην Ουάσιγκτον και ζητούσε να δει τους αρχηγούς όλων των κρατών για να τους προειδοποιήσει πως η βία των ανθρώπων έβαζε σε κίνδυνο όχι μόνο τον πλανήτη μας, αλλά και άλλους πλανήτες. Δυστυχώς, ο Κλάατου αντιμετωπιζόταν εχθρικά από τις στρατιωτικές αρχές και, τραυματισμένος, κατάφερνε, με τη βοήθεια ενός ρομπότ, να επιστρέψει στον πλανήτη του, έχοντας προειδοποιήσει τους ανθρώπους για τον επερχόμενο κίνδυνο.
Ταινία καινοτόμος και τολμηρή για την εποχή της, γιατί στη χειρότερη περίοδο του ψυχρού πολέμου, όταν παρόμοιες ταινίες προσπαθούσαν να παρομοιάσουν τους εξωγήινους με τον κομμουνιστικό κίνδυνο, η ταινία του Γουάιζ έδινε μιαν άλλη, πιο αληθινή εικόνα: πως η ανθρωπότητα αλλά και το σύμπαν κινδύνευαν από τους ίδιους τους ανθρώπους όλων ανεξαιρέτως των χωρών.
Ο σκηνοθέτης Σκοτ Ντέρικσον («Ο εξορκισμός της Εμιλι Ρόουζ») έφτιαξε ένα ριμέικ, μεταφέροντας την ιστορία στις μέρες μας και τον Κλάατου να έρχεται για να σώσει τον πλανήτη (όχι όμως τους ανθρώπους) από μιαν αναπόφευκτη οικολογική καταστροφή. Το αποτέλεσμα δεν φτάνει στο επίπεδο του πρωτότυπου, προσφέρει όμως μερικές ωραίες σκηνές - ιδιαίτερα εκείνες με την εκπρόσωπο του Πενταγώνου, Κάθι Μπέιτς, να προσπαθεί να εξοντώσει τον εξωγήινο, έναν αρκετά καλό, πρέπει να πω, Κιάνου Ριβς. Η υπόλοιπη ταινία αναλίσκεται σε εντυπωσιακές σκηνές με υπερσύγχρονα ειδικά εφέ, όπου το οικολογικό θέμα παραμερίζεται.
Το 1951, ο Ρόμπερτ Γουάιζ γύρισε την κλασική, και μια από τις πιο σημαντικές του είδους, ταινία επιστημονικής φαντασίας, «Οταν η γη σταματήσει», γύρω από έναν εξωγήινο, τον Κλάατου, που προσγείωνε το διαστημόπλοιό του στην Ουάσιγκτον και ζητούσε να δει τους αρχηγούς όλων των κρατών για να τους προειδοποιήσει πως η βία των ανθρώπων έβαζε σε κίνδυνο όχι μόνο τον πλανήτη μας, αλλά και άλλους πλανήτες. Δυστυχώς, ο Κλάατου αντιμετωπιζόταν εχθρικά από τις στρατιωτικές αρχές και, τραυματισμένος, κατάφερνε, με τη βοήθεια ενός ρομπότ, να επιστρέψει στον πλανήτη του, έχοντας προειδοποιήσει τους ανθρώπους για τον επερχόμενο κίνδυνο.
Ταινία καινοτόμος και τολμηρή για την εποχή της, γιατί στη χειρότερη περίοδο του ψυχρού πολέμου, όταν παρόμοιες ταινίες προσπαθούσαν να παρομοιάσουν τους εξωγήινους με τον κομμουνιστικό κίνδυνο, η ταινία του Γουάιζ έδινε μιαν άλλη, πιο αληθινή εικόνα: πως η ανθρωπότητα αλλά και το σύμπαν κινδύνευαν από τους ίδιους τους ανθρώπους όλων ανεξαιρέτως των χωρών.
Ο σκηνοθέτης Σκοτ Ντέρικσον («Ο εξορκισμός της Εμιλι Ρόουζ») έφτιαξε ένα ριμέικ, μεταφέροντας την ιστορία στις μέρες μας και τον Κλάατου να έρχεται για να σώσει τον πλανήτη (όχι όμως τους ανθρώπους) από μιαν αναπόφευκτη οικολογική καταστροφή. Το αποτέλεσμα δεν φτάνει στο επίπεδο του πρωτότυπου, προσφέρει όμως μερικές ωραίες σκηνές - ιδιαίτερα εκείνες με την εκπρόσωπο του Πενταγώνου, Κάθι Μπέιτς, να προσπαθεί να εξοντώσει τον εξωγήινο, έναν αρκετά καλό, πρέπει να πω, Κιάνου Ριβς. Η υπόλοιπη ταινία αναλίσκεται σε εντυπωσιακές σκηνές με υπερσύγχρονα ειδικά εφέ, όπου το οικολογικό θέμα παραμερίζεται.
Οι άλλες ταινίες
AMERICAN ΤΕΕΝ. ΗΠΑ, 2008. Ντοκιμαντέρ. Σκηνοθεσία: Νανέτ Μπερστίν. Φωτογραφία: Λέιλα Κίλμπερν, Γούλφγκανγκ Χελντ, Ρόμπερτ Χάνα. 95' ** Μια χρονιά στη ζωή τεσσάρων μαθητών σε κολέγιο της Ιντιάνα καταγράφει στο πολύ ενδιαφέρον, βραβευμένο στο φεστιβάλ του Σάντανς, ντοκιμαντέρ της η Νανέτ Μπερστίν («The Kid Stays in the Picture»). Τέσσερις μαθητές (δύο αγόρια και δύο κορίτσια), ενός κολεγίου μιας μικροαστικής, λευκής κωμόπολης (μάλλον της «σιωπηλής πλειοψηφίας»), που η Μπερστίν παρακολουθεί στην καθημερινή ζωή τους στο σχολείο αλλά και στο σπίτι, στα φαστφουντάδικα και στα γήπεδα, με τους συμμαθητές, τους φίλους και τους γονείς τους, μέσα από σκηνές αποκαλυπτικές, συχνά σκληρές, που η σκηνοθέτρια μόνταρε από ένα διάρκειας 1.000 ωρών (!) υλικό, που γύρισε στη διάρκεια ολόκληρης χρονιάς. Η Μπερστίν συλλαμβάνει με το φακό της στιγμές ασυνήθιστες, απρόβλεπτες, που μας αποκαλύπτουν την αληθινή πλευρά της ζωής και των καθημερινών προβλημάτων (μαζί και του σεξ) των νεαρών μαθητών της.
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ (Four Christmases). ΗΠΑ, 2008. Σκηνοθεσία: Σεθ Γκόρντον. Ηθοποιοί: Βινς Βον, Ρις Γουίδερσπουν, Ρόμπερτ Ντιβάλ, Γιον Βόιτ, Σίσι Σπέισεκ. 82'
Ενα ζευγάρι που κάθε χρόνο, από παράδοση, περνάνε τα Χριστούγεννα μακριά από τις οικογένειές τους, αναγκάζονται, εξαιτίας αναβολής της πτήσης τους, να τα περάσουν με τις τέσσερις διαφορετικές οικογένειες των χωρισμένων γονιών τους. Κωμωδία που μετά το πρώτο 15λεπτο χάνει το ενδιαφέρον της και εύχεσαι τα Χριστούγεννα να ήταν μόνο στα δύο.
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ (Four Christmases). ΗΠΑ, 2008. Σκηνοθεσία: Σεθ Γκόρντον. Ηθοποιοί: Βινς Βον, Ρις Γουίδερσπουν, Ρόμπερτ Ντιβάλ, Γιον Βόιτ, Σίσι Σπέισεκ. 82'
Ενα ζευγάρι που κάθε χρόνο, από παράδοση, περνάνε τα Χριστούγεννα μακριά από τις οικογένειές τους, αναγκάζονται, εξαιτίας αναβολής της πτήσης τους, να τα περάσουν με τις τέσσερις διαφορετικές οικογένειες των χωρισμένων γονιών τους. Κωμωδία που μετά το πρώτο 15λεπτο χάνει το ενδιαφέρον της και εύχεσαι τα Χριστούγεννα να ήταν μόνο στα δύο.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 11/12/2008
No comments:
Post a Comment