Τρεις πίθηκοι *****
Του Δημητρη Μπουρα, Η Καθημερινή, Πέμπτη, 11 Δεκεμβρίου 2008
Σινεφίλ. Σκηνοθεσία: Νουρί Μπιλγκέ Τζεϊλάν. Ερμηνεία: Γιαβούζ Μπινγκόλ, Χατιτζέ, Ασλάν, Ριφάτ Σουνγκάρ, Ερσάν Κεσάλ.
Σ’ ένα γιαπωνέζικο μύθο τρεις πίθηκοι καλύπτουν ο καθένας με την παλάμη του από ένα διαφορετικό μέρος του προσώπου του. Ο πρώτος τα μάτια του, ο δεύτερος τ’ αυτιά του και ο τρίτος το στόμα του. Από αυτήν την εικόνα εμπνεύστηκε την ιδέα για την ταινία του ο Νουρί Μπιλγκέ Τζεϊλάν, σύμφωνα με τα λεγόμενά του. Με τη σειρά μας, το ίδιο επιγραμματικά, θα λέγαμε πως οι «Τρεις πίθηκοι» είναι ένα αριστούργημα που διανύει μια ελλειπτική τροχιά με κατεύθυνση από έξω προς τα μέσα. Από τη βαριά ανάσα και τον ιδρώτα του ανθρώπινου κορμιού, που μοιάζει με κορμί λαβωμένου ζώου, προς ένα αδιέξοδο που σηματοδοτεί την ψυχή του. Μια μοιραία διαδρομή από μια επίφαση ελευθερίας προς τη φυλακή. Ενα πέρασμα από το μισοσκόταδο προς το βαθύ σκοτάδι της νύχτας.
Η κλιμάκωση της ταινίας είναι αριστοτεχνική και σε τρία πεδία. Σε αυτό της ηθικής, με τη λιτότητα και την ακρίβεια του Μπρεσόν. Της κοινωνίας, με έναν στοχασμό που θυμίζει άλλοτε τις παραβολές του Κισλόφσκι, κι άλλοτε τη νεορεαλιστική τραχύτητα και την αυθεντικότητα των εικόνων του Γκιουνέι. Στο πεδίο του υπαρξιακού δράματος, όπου ο Τζεϊλάν κινηματογραφεί αντονιονικά ένα μοιραίο έρωτα με κεντρικό πρόσωπο μια γυναίκα και θέμα την αλλοτρίωση, την αποξένωση και τη διάλυση της οικογένειας.
Η ιστορία αρχίζει νύχτα σε μια ερημική περιοχή στις παρυφές της Κωνσταντινούπολης. Ενα αυτοκίνητο με οδηγό ένα μισονυσταγμένο άντρα σκοτώνει κατά λάθος ένα πεζό. Ο δολοφόνος εξ αμελείας, που είναι ένας πολιτευτής, ξυπνάει τον οδηγό του και του προσφέρει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό για να πάρει αυτός το κρίμα στο λαιμό του: να δηλώσει το συμβάν στην αστυνομία να δικαστεί και να μπει για λίγους μήνες στη φυλακή. Γιατί οι εκλογές πλησιάζουν. Ο οδηγός πουλάει την ψυχή του για λίγα αργύρια στον σατανά και ο Τζεϊλάν κάνει το πρώτο βήμα προς τα μέσα, προς στο εσωτερικό της οικογένειας του κατάδικου, καταγράφοντας ένα δεύτερο «έγκλημα». Ο πολιτευτής, που τελικά χάνει τις εκλογές, ρίχνεται στη σύζυγο του ευεργέτη του προπληρώνοντάς της την αμοιβή: το ποσό που είχε συμφωνήσει να δώσει στον άντρα της για την εξυπηρέτηση που του έκανε, όταν αυτός θα αποφυλακιζόταν. Η γυναίκα ενδίδει, και στη συνέχεια εγκλωβίζεται σε μια φανταστική φυλακή: ο έρωτας, που γεννιέται μέσα της για τον εφήμερο εραστή, την οδηγεί στην απελπισία. Παραδίπλα, ο γιος της, που απαιτεί ένα μέρος της αμοιβής για να αγοράσει ένα αυτοκίνητο, θολώνει όταν την βλέπει με έναν ξένο στο κρεβάτι, αλλά δεν λέει τίποτα στον φυλακισμένο πατέρα του. Ο τελευταίος, όταν βγαίνει από τη φυλακή οσμίζεται τη μοιχεία και γίνεται θηρίο.
Ο Τζεϊλάν κατεβαίνει προς τη βάση της κοινωνικής πυραμίδας κλείνοντας σταδιακά τον κύκλο των εγκλημάτων, που μοιάζει με τη θηλιά μιας αόρατης αγχόνης. Το χρήμα και το κρίμα του πολιτευτή αλλάζουν πάλι χέρια. Ο ουρανός του Βοσπόρου, που γίνεται όλο και πιο γκρίζος στη διάρκεια της ταινίας, προμηνύοντας μια καταιγίδα, μεταθέτει τη λύτρωση στις ελληνικές καλένδες.
Ο Τζεϊλάν («Κλίματα αγάπης», «Μακριά») με όρους μοντέρνου σινεμά κάνει μια αλληγορία για τη σημερινή Τουρκία θέτοντας εμμέσως το ερώτημα: ποια φυλακή είναι προτιμότερη, του σώματος ή της ψυχής; Η ψηφιακή φωτογραφία του Γκεχάν Τιριάκι συμβάλλει τα μάλα στην ατμόσφαιρα της ταινίας.
No comments:
Post a Comment