Οι αδελφοί Νταρντέν είναι μια πολύ σοβαρή περίπτωση Ευρωπαίων δημιουργών. Η θητεία τους στο ντοκιμαντέρ τους έφερε πολύ κοντά στην αλήθεια. Τα θέματά τους «Η γενική απεργία», «Η επανάσταση των Πολωνών», «Η Αντίσταση των Βέλγων στον β' Παγκόσμιο Πόλεμο», κ.ά., πάνω από εξήντα ντοκιμαντέρ συνολικά, τους βοήθησαν να σχηματίσουν μια πολύ σοβαρή αντίληψη για τον κόσμο. Όταν πέρασαν στις ταινίες επινόησης (φιξιόν) είχαν ήδη μπολιαστεί με τα κοινωνικά ζητήματα.
Οι ταινίες τους, λοιπόν, είναι ρεαλιστικά κομμάτια της ίδιας της ζωής. Μοιάζουν με δραματοποιημένα ντοκιμαντέρ. Ακόμα και στη γραφή τους, η οποία δεν καταναλώνεται σε δήθεν αισθητικές αναζητήσεις ή άλλους «καλλιτεχνικούς» αποπροσανατολισμούς. Πιάνουν από το σβέρκο το κοινωνικό θέμα, το θέμα που δεν είναι εγκεφαλικό δημιούργημα, αλλά θέμα που διαδραματίζεται ωμό και αληθινό μπροστά στα μάτια μας, και με απόλυτα ρεαλιστικό τρόπο, χωρίς μελό και υποχωρήσεις, το ξεψαχνίζουν μέχρι να φτάσουν στο κόκαλο!
Οι αδελφοί Νταρντέν, ο Ζαν-Πιερ (1951) σπούδασε θέατρο και ο Λουκ (1954) σπούδασε φιλοσοφία, έχουν γνωρίσει τυπική και ουσιαστική αναγνώριση. Η πολύ καλή ταινία τους «Η υπόσχεση» (1996) τους έκανε παγκόσμια γνωστούς. Δυο χρόνια αργότερα (1998) κερδίζουν το Χρυσό Φοίνικα στις Κάνες με την εξαιρετική«Ροζέτα» τους. Η ίδια ταινία απέσπασε και το βραβείο Α' γυναικείου ρόλου (Εμιλί Ντικιονέ). Το φιλμ, πάντως, που τους επέβαλε διεθνώς, είναι, το δίχως άλλο, «Το παιδί», το οποίο κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Κανών (2005).
Η τελευταία τους ταινία, «Η σιωπή της Λόρνα», η οποία πήρε το βραβείο σεναρίου στο τελευταίο (2008) Φεστιβάλ των Κανών (παίχτηκε και στο πρόσφατο Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης), με άψογο ρεαλιστικό τρόπο - βοηθάει σ' αυτό και η πολύ καλή ερμηνεία της πρωταγωνίστριας - παρακολουθεί μια Αλβανίδα οικονομική μετανάστρια, η οποία προσπαθεί να επιβιώσει στη βελγική πόλη Λιέγη. Η Λόρνα, που τα τεράστια κύματα της οικονομικής μετανάστευσης των τελευταίων χρόνων την πέταξαν σαν καρυδότσουφλο στο Βέλγιο, πιστεύει, αρχικά, πως πρέπει - δεν έχει άλλες επιλογές - να κινηθεί και αυτή με τους νόμους της αγοράς, με τους άγριους καπιταλιστικούς νόμους. Ούσα παράνομη στη χώρα, «μοιραίο» είναι να γνωρίσει και να γνωριστεί με σχετικούς ανθρώπους. Χωρίς να το επιδιώκει, εκείνη θέλει να ζήσει ήρεμα και ευτυχισμένα, βρίσκεται μέλος μια μικρής «συμμορίας» που κάνει μικροκομπίνες (παράνομους γάμους, ναρκωτικά κλπ).
Η Λόρνα και η μικρή αυτή συμμορία, στην οποία συμμετέχει και ο φίλος της, έχουν την ίδια επιδίωξη. Θέλουν τη Λόρνα, οπωσδήποτε, Βελγίδα! Η μεν συμμορία για να την ξαναπαντρέψει με κάποιον Ρώσο παράνομο που πληρώνει καλά, η δε Λόρνα για να αποχτήσει το δικαίωμα (Βελγίδας) για να ανοίξει με τον φίλο της και τις δικές της οικονομίες (εργάζεται σε καθαριστήριο) δική τους δουλειά (καφέ-μπαρ). Η συμμορία βρίσκει ένα Βέλγο εξαρτημένο ναρκομανή, ο οποίος αναζητεί χρήματα για τη δόση του, του δίνει ένα μικροποσό και εκείνος νομιμοποιεί (με γάμο) την Λόρνα.
Από το σημείο αυτό και μετά η Λόρνα αρχίζει να παίρνει ανάποδες στροφές! Σιγά σιγά συμπονάει το ναρκομανή, γιατί στο πρόσωπό του βλέπει μια πιο ακραία από τη δική της περίπτωση καταπίεσης, και χωρίς μελό και άλλες συναισθηματικές ακρότητες προσπαθεί να τον βοηθήσει. Και όταν η συμμορία αποφασίζει να τον βγάλει βίαια από τη μέση (για να μείνει χήρα η Λόρνα και να μπορεί, στη συνέχεια, να «νομιμοποιήσει» τον Ρώσο) εκείνη αντιδρά. Τα όριά της έφτασαν στα δικά της άκρα. Υπάρχουν πράγματα που, για κανέναν λόγο, δε θέλει να κάνει. Ακόμα και τα «κατακάθια» της κοινωνίας έχουν τη δική τους αξιοπρέπεια, τις δικές τους ηθικές αξίες.
Η ταινία των αδελφών Νταρντέν, χωρίς να το «επιδιώκει», είναι, από τα ίδια τα πράγματα, διδακτική! Κατ' αρχάς αποφαίνεται και καταγγέλλει το σύστημα, τη βέλγικη κυβέρνηση στη συγκεκριμένη περίπτωση, τον καπιταλισμό γενικότερα όμως, σαν ηθικό αυτουργό, ο οποίος, με τις απάνθρωπες πολιτικές του, σπρώχνει στην παρανομία όλα αυτά τα δυστυχισμένα καραβάνια των οικονομικών μεταναστών. Ολα ετούτα τα δυστυχισμένα πλάσματα, κυνηγημένα από τις επίσημες κυβερνήσεις, δεν έχουν άλλη επιλογή από το να περάσουν στην πλήρη υποταγή ή στην παρανομία. Και στη συνέχεια, βέβαια, στις φυλακές! (Οι ελληνικές φυλακές, για να μην ξεχνιόμαστε και για να κάνουμε την... αυτοκριτική μας, είναι φουλαρισμένες από μετανάστες).
Οι αδελφοί Νταρντέν, ωστόσο, αισιόδοξοι και ρεαλιστές, δε συμμερίζονται και δε συμφωνούν με την άποψη της... νομοτέλειας, της οπωσδήποτε προδιαγεγραμμένης πορείας των οικονομικών μεταναστών. Μέσω της ηρωίδας τους καλούν τους μετανάστες, γενικά τους κατατρεγμένους και προδιαγεγραμμένους, τον καθένα μας με άλλα λόγια, να θέσουμε τα δικά μας όρια. Να αποφασίσουμε μέχρι σε πιο σημείο επιτρέπουμε στον εαυτό μας να κατρακυλήσει. Και μας ζητούν, όταν φτάσουμε στα δικά μας όρια, στα όρια που εμείς βάζουμε στον εαυτό μας, να αρχίσουμε την αντεπίθεση, όπως έκανε η Λόρνα τους! Η οποία ζώντας μέσα στη βρώμα κατάφερε, τελικά, να φυλάξει μεγάλα κομμάτια ηθικών αξιών, μεγάλα κομμάτια αξιοπρέπειας που την όπλισαν με οργή και θέληση.
Η αξία της «Σιωπής της Λόρνα» έγκειται στο γεγονός ότι ενώ μοιάζει με μια ταινία που αναφέρεται σε μια μικρή κοινωνική ιστορία, σε μια περιπέτεια με ηρωίδα μια νεαρή μετανάστρια, στην ουσία είναι μια ταινία σκληρή που παραδειγματίζει και καταγγέλλει! Στη χώρα μας, στο σπίτι μας, σχεδόν όλοι οι Ελληνες έχουμε τη δική μας Λόρνα! Η ταινία των αδελφών Νταρντέν μας βοηθάει να δούμε καθαρότερα!
Παίζουν: Αρτα Ντομπρόσι, Τζέρεμι Ρενιέρ, Φαμπρίτσιο Ροντζιόνε, Αλμπαν Ουκάγι, κ.ά.
Οι ταινίες τους, λοιπόν, είναι ρεαλιστικά κομμάτια της ίδιας της ζωής. Μοιάζουν με δραματοποιημένα ντοκιμαντέρ. Ακόμα και στη γραφή τους, η οποία δεν καταναλώνεται σε δήθεν αισθητικές αναζητήσεις ή άλλους «καλλιτεχνικούς» αποπροσανατολισμούς. Πιάνουν από το σβέρκο το κοινωνικό θέμα, το θέμα που δεν είναι εγκεφαλικό δημιούργημα, αλλά θέμα που διαδραματίζεται ωμό και αληθινό μπροστά στα μάτια μας, και με απόλυτα ρεαλιστικό τρόπο, χωρίς μελό και υποχωρήσεις, το ξεψαχνίζουν μέχρι να φτάσουν στο κόκαλο!
Οι αδελφοί Νταρντέν, ο Ζαν-Πιερ (1951) σπούδασε θέατρο και ο Λουκ (1954) σπούδασε φιλοσοφία, έχουν γνωρίσει τυπική και ουσιαστική αναγνώριση. Η πολύ καλή ταινία τους «Η υπόσχεση» (1996) τους έκανε παγκόσμια γνωστούς. Δυο χρόνια αργότερα (1998) κερδίζουν το Χρυσό Φοίνικα στις Κάνες με την εξαιρετική«Ροζέτα» τους. Η ίδια ταινία απέσπασε και το βραβείο Α' γυναικείου ρόλου (Εμιλί Ντικιονέ). Το φιλμ, πάντως, που τους επέβαλε διεθνώς, είναι, το δίχως άλλο, «Το παιδί», το οποίο κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Κανών (2005).
Η τελευταία τους ταινία, «Η σιωπή της Λόρνα», η οποία πήρε το βραβείο σεναρίου στο τελευταίο (2008) Φεστιβάλ των Κανών (παίχτηκε και στο πρόσφατο Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης), με άψογο ρεαλιστικό τρόπο - βοηθάει σ' αυτό και η πολύ καλή ερμηνεία της πρωταγωνίστριας - παρακολουθεί μια Αλβανίδα οικονομική μετανάστρια, η οποία προσπαθεί να επιβιώσει στη βελγική πόλη Λιέγη. Η Λόρνα, που τα τεράστια κύματα της οικονομικής μετανάστευσης των τελευταίων χρόνων την πέταξαν σαν καρυδότσουφλο στο Βέλγιο, πιστεύει, αρχικά, πως πρέπει - δεν έχει άλλες επιλογές - να κινηθεί και αυτή με τους νόμους της αγοράς, με τους άγριους καπιταλιστικούς νόμους. Ούσα παράνομη στη χώρα, «μοιραίο» είναι να γνωρίσει και να γνωριστεί με σχετικούς ανθρώπους. Χωρίς να το επιδιώκει, εκείνη θέλει να ζήσει ήρεμα και ευτυχισμένα, βρίσκεται μέλος μια μικρής «συμμορίας» που κάνει μικροκομπίνες (παράνομους γάμους, ναρκωτικά κλπ).
Η Λόρνα και η μικρή αυτή συμμορία, στην οποία συμμετέχει και ο φίλος της, έχουν την ίδια επιδίωξη. Θέλουν τη Λόρνα, οπωσδήποτε, Βελγίδα! Η μεν συμμορία για να την ξαναπαντρέψει με κάποιον Ρώσο παράνομο που πληρώνει καλά, η δε Λόρνα για να αποχτήσει το δικαίωμα (Βελγίδας) για να ανοίξει με τον φίλο της και τις δικές της οικονομίες (εργάζεται σε καθαριστήριο) δική τους δουλειά (καφέ-μπαρ). Η συμμορία βρίσκει ένα Βέλγο εξαρτημένο ναρκομανή, ο οποίος αναζητεί χρήματα για τη δόση του, του δίνει ένα μικροποσό και εκείνος νομιμοποιεί (με γάμο) την Λόρνα.
Από το σημείο αυτό και μετά η Λόρνα αρχίζει να παίρνει ανάποδες στροφές! Σιγά σιγά συμπονάει το ναρκομανή, γιατί στο πρόσωπό του βλέπει μια πιο ακραία από τη δική της περίπτωση καταπίεσης, και χωρίς μελό και άλλες συναισθηματικές ακρότητες προσπαθεί να τον βοηθήσει. Και όταν η συμμορία αποφασίζει να τον βγάλει βίαια από τη μέση (για να μείνει χήρα η Λόρνα και να μπορεί, στη συνέχεια, να «νομιμοποιήσει» τον Ρώσο) εκείνη αντιδρά. Τα όριά της έφτασαν στα δικά της άκρα. Υπάρχουν πράγματα που, για κανέναν λόγο, δε θέλει να κάνει. Ακόμα και τα «κατακάθια» της κοινωνίας έχουν τη δική τους αξιοπρέπεια, τις δικές τους ηθικές αξίες.
Η ταινία των αδελφών Νταρντέν, χωρίς να το «επιδιώκει», είναι, από τα ίδια τα πράγματα, διδακτική! Κατ' αρχάς αποφαίνεται και καταγγέλλει το σύστημα, τη βέλγικη κυβέρνηση στη συγκεκριμένη περίπτωση, τον καπιταλισμό γενικότερα όμως, σαν ηθικό αυτουργό, ο οποίος, με τις απάνθρωπες πολιτικές του, σπρώχνει στην παρανομία όλα αυτά τα δυστυχισμένα καραβάνια των οικονομικών μεταναστών. Ολα ετούτα τα δυστυχισμένα πλάσματα, κυνηγημένα από τις επίσημες κυβερνήσεις, δεν έχουν άλλη επιλογή από το να περάσουν στην πλήρη υποταγή ή στην παρανομία. Και στη συνέχεια, βέβαια, στις φυλακές! (Οι ελληνικές φυλακές, για να μην ξεχνιόμαστε και για να κάνουμε την... αυτοκριτική μας, είναι φουλαρισμένες από μετανάστες).
Οι αδελφοί Νταρντέν, ωστόσο, αισιόδοξοι και ρεαλιστές, δε συμμερίζονται και δε συμφωνούν με την άποψη της... νομοτέλειας, της οπωσδήποτε προδιαγεγραμμένης πορείας των οικονομικών μεταναστών. Μέσω της ηρωίδας τους καλούν τους μετανάστες, γενικά τους κατατρεγμένους και προδιαγεγραμμένους, τον καθένα μας με άλλα λόγια, να θέσουμε τα δικά μας όρια. Να αποφασίσουμε μέχρι σε πιο σημείο επιτρέπουμε στον εαυτό μας να κατρακυλήσει. Και μας ζητούν, όταν φτάσουμε στα δικά μας όρια, στα όρια που εμείς βάζουμε στον εαυτό μας, να αρχίσουμε την αντεπίθεση, όπως έκανε η Λόρνα τους! Η οποία ζώντας μέσα στη βρώμα κατάφερε, τελικά, να φυλάξει μεγάλα κομμάτια ηθικών αξιών, μεγάλα κομμάτια αξιοπρέπειας που την όπλισαν με οργή και θέληση.
Η αξία της «Σιωπής της Λόρνα» έγκειται στο γεγονός ότι ενώ μοιάζει με μια ταινία που αναφέρεται σε μια μικρή κοινωνική ιστορία, σε μια περιπέτεια με ηρωίδα μια νεαρή μετανάστρια, στην ουσία είναι μια ταινία σκληρή που παραδειγματίζει και καταγγέλλει! Στη χώρα μας, στο σπίτι μας, σχεδόν όλοι οι Ελληνες έχουμε τη δική μας Λόρνα! Η ταινία των αδελφών Νταρντέν μας βοηθάει να δούμε καθαρότερα!
Παίζουν: Αρτα Ντομπρόσι, Τζέρεμι Ρενιέρ, Φαμπρίτσιο Ροντζιόνε, Αλμπαν Ουκάγι, κ.ά.
No comments:
Post a Comment