Thursday, October 22, 2009

Οι ταινίες της εβδομάδας: Ψυχή ρηχή, χωρίς πυγμή

  • Στη νέα ταινία του με θέμα τον ελληνικό Εμφύλιο ο Παντελής Βούλγαρης για ακόμη μία φορά αρνείται θα φτάσει το μαχαίρι στο κόκαλο

  • ΤΟΥ Ι. ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ | ΤΟ ΒΗΜΑ, Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2009

Εξήντα χρόνια μετά τη λήξη του ελληνικού εμφυλίου πολέμου ο Παντελής Βούλγαρης θέλησε να τιμήσει την ελληνική Ιστορία με την «Ψυχή βαθιά», μια ταινία που εκτυλίσσεται στα βουνά της Δυτικής Μακεδονίας το 1949, κοντά στην εκπνοή του πολέμου. Βασικοί ήρωες δύο έφηβοι, αδέλφια, χωριατόπουλα της περιοχής, ο Ανέστης (Χρήστος Καρτέρης) και ο Βλάσης (Γιώργος Αγγέλκος). Πολεμούν σε αντίπαλα στρατόπεδα, αλλά βρίσκουν τρόπους για να μη χάσουν εντελώς την επαφή γιατί δεν έχουν χάσει την αγάπη που νιώθουν ο ένας για τον άλλον. Συνεννοούνται μιμούμενοι φωνές πουλιών τις νύχτες και στην πιο όμορφη σκηνή της ταινίας συναντώνται στο πατρικό τους. Ολα αυτά προμηνύουν κάτι τουλάχιστον ενδιαφέρον, πόσο μάλλον με έναν σκηνοθέτη που έχει αποδείξει ότι χειρίζεται με άνεση τις ανθρώπινες σχέσεις.

Μόνο που η «Ψυχή βαθιά» διαρκεί 2 ώρες και 20΄ και φυσικά δεν μπορεί να γεμίσει μόνον με σφυρίγματα πουλιών, δακρυσμένα μάτια και «άρλεκιν» αγκαλιές. Ο Βούλγαρης, ο οποίος συνεργάστηκε στο σενάριο με τη σύζυγό του Ιωάννα Καρυστιάνη, κινηματογραφεί μπόλικο πόλεμο και ντύνει την ιστορία με δευτερογενή επεισόδια και αρκετούς ρόλους. Οπότε αρχίζουν και τα προβλήματα. Οι σκηνές πολέμου, παρά το «σπιλμπεργκικό» νεύρο τους (χάρη στη θαυμάσια φωτογραφία του νεαρού Σίμου Σαρκετζή), σκοντάφτουν στην επανάληψη και σύντομα εξαντλούνται. Τα δευτερογενή επεισόδια είναι πάνω κάτω προβλέψιμα- όπως εκείνο με τον Θανάση Βέγγο που θέλει να πάρει το παιδί του για να το θάψει. Και οι συμπληρωματικοί βασικοί ήρωες παγιδεύονται σε γραφικότητες: η Βικτώρια Χαραλαμπίδου ως αντάρτισσα Γιαννούλα σού δίνει την εντύπωση ότι δίνει παράσταση σε μιούζικαλ. Ως καπετάν Ντούλας ο Βαγγέλης Μουρίκης υποδύεται τον Βαγγέλη Μουρίκη. Αλλά ο χειρότερος όλων είναι ο αξιωματικός του Εθνικού Στρατού (Γιώργος Συμεωνίδης) που στη μισή ταινία φέρεται ως εθνικόφρον τομάρι και στην άλλη μισή ως καλός Σαμαρείτης. Από τη μια φτύνει στο πρόσωπο τη νεκρή αντάρτισσα, από την άλλη προσφέρει το όπλο του στον καπετάνιο για να αυτοκτονήσει αποφεύγοντας την εκτέλεση. Είπαμε να ισορροπήσουμε την κατάσταση για να τα έχουμε καλά με όλους, αλλά αυτό πια... Το ότι ο πόλεμος είναι κακό πράγμα, όλοι το γνωρίζουμε. Από ΄κεί και πέρα τι γίνεται; Προσπαθείς να εντοπίσεις την άποψη του Βούλγαρη για τον Εμφύλιο. Και εκείνος πεισματικά δεν σου το επιτρέπει. Σε γενικές γραμμές μάλλον φταίνε οι «ξένοι»: από τη μια μεριά οι «κακοί» Ρώσοι που ποτέ δεν ήρθαν επειδή, όπως ακούμε, «το Κρεμλίνο έχει πολλές διαδρομές» , από την άλλη οι «κακοί» Αμερικανοί που ήρθαν για τη «world premiere» των νέων βομβών ναπάλμ. Και οι Ελληνες; Τίποτε; Μάλιστα, στην πιο αστεία σκηνή της ταινίας ένας στρατηγός του Εθνικού Στρατού ρωτάει τον αμερικανό ανώτερό του αν θα ήταν προτιμότερο να αποφευχθεί η ρίψη βομβών! Τι λέγαμε πιο πάνω για τις ισορροπίες; Δεν περίμενα βέβαια από τον Παντελή Βούλγαρη να γίνει ξαφνικά Κεν Λόουτς («Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι»). Δέχομαι ότι ο άνθρωπος δυσκολεύεται να μπήξει το μαχαίρι στο κόκαλο. Πάντοτε προτιμούσε να «χαϊδεύει» τα πράγματα, τώρα θα αλλάξει; Περίμενα όμως αυτή τη φορά να έχει σκάψει λίγο πιο βαθιά στη δική του ψυχή, αφού θέλησε να μιλήσει για αυτό το τραγικό κεφάλαιο της ελληνικής Ιστορίας που άφησε πίσω του 70.000 νεκρούς- όπως διαβάζουμε στην αρχή της ταινίας. Και σε καμία περίπτωση δεν περίμενα να δω μια ταινία όπου ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος θυμίζει επικίνδυνη κατασκήνωση.

ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ

Ο χώρος αλλά και η επικαιρότητα των δύο ελληνικών ταινιών δεν μας επιτρέπουν να επεκταθούμε περισσότερο σε δύο ακόμη νέες ταινίες της εβδομάδας που αξίζει να έχει κανείς υπόψη του. Στο «Μoon» (ΗΠΑ, 2009) ο Ντάνκαν Τζόουνς (γιος του τραγουδιστή Ντέιβιντ Μπάουι) επιχείρησε κάτι ασυνήθιστο στις ημέρες μας: μια ταινία επιστημονικής φαντασίας χωρίς οπτικά εφέ και με έναν μόνον άνθρωπο στην οθόνη: έναν αστροναύτη στη Σελήνη (Σαμ Ρόκγουελ ).

Με το μυαλό του στραμμένο σε εικόνες από ταινίες του παρελθόντος από το «Silent running» του Ντάγκλας Τραμπλ ως το «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ και το «Σολάρις» του Αντρέι Ταρκόφσκι - ο νεαρός σκηνοθέτης έφτιαξε μια μελαγχολική ψυχεδέλεια προσφέροντας στον Ρόκγουελ την ευκαιρία για ένα one man show που σου κόβει την ανάσα!

Μικρό αλλά ουσιώδες φιλμ είναι και το «Κυριακάτικο κάλεσμα» («Ηooked», Γαλλία/ Ρουμανία, 2008) του Αντριαν Σιτάρου, η ιστορία ενός παράξενου τρίο (Ιωάννα Φλόρα, Μαρία Ντινουλέσκου, Αντριάν Τιτένι) κατά τη διάρκεια ενός απογεύματος σε κάποια μίζερη παραλία της Ρουμανίας. Μινιμαλιστικό, ερωτικό, απρόβλεπτο, με σκιές από θρίλερ, καταπληκτικές ερμηνείες, αλλά και την ανάσα του «Μαχαιριού στο νερό» του Ρόμαν Πολάνσκι.

Προβάλλονται επίσης το γερμανικό πολεμικό δράμα «Στην κόλαση της Δρέσδης» («Dresden») του Ρόλαντ Σούσο Ρίχτερ,το οικολογικό ντοκιμαντέρ «Οcean World 3D» του Ζαν-Ζακ Μαντελό και το τελευταίο θρίλερ της «σειράς» «Σε βλέπω», «Saw 6», του Κέβιν Γκρέουτερτ.

«Κυνόδοντας» (Ελλάδα, 2009) του Γιώργου Λάνθιμου

Ζουν μέσα σε έναν γυάλινο κόσμο, ένα σπίτι απομονωμένο από τον υπόλοιπο πλανήτη, σε μια περιοχή που ποτέ δεν κατονομάζεται. Δεν μαθαίνουμε ποτέ τα ονόματά τους, δεν μαθαίνουμε ποτέ την ιστορία τους. Τους ακούμε να κατασκευάζουν λέξεις, να αλλάζουν έννοιες (η λάμπα είναι το αιδοίο, ζόμπι τα μικρά κίτρινα λουλούδια), τους βλέπουμε να πειραματίζονται με τον έρωτα, να παρατηρούν πράγματα συνηθισμένα σαν να είναι ασυνήθιστα, να κάνουν κακό στον εαυτό τους. Αυτή η πενταμελής οικογένεια, ο πατέρας (Χρήστος Στέργιογλου), η μητέρα (Μισέλ Βάλεϊ) και τα τρία παιδιά (Αγγελική Παπούλια, Μαίρη Τσώνη -στη φωτογραφία, Χρήστος Πασσαλής), είναι ίσως η πιο αλλόκοτη οικογένεια στην ιστορία του κινηματογράφου. Ο φακός του Γ. Λάνθιμου τους κοιτάζει με όρεξη, αλλά κρατώντας αποστάσεις, μιλώντας για μια οικογένεια (που θα μπορούσε να είναι μια κοινωνία) κλεισμένη στον εαυτό της, φοβούμενη να βγει στον κόσμο, να επικοινωνήσει. Ενα σύμπαν αξιοπερίεργο, γοητευτικό, ελκυστικό, που ενίοτε θυμίζει «συνάντηση» Σάμιουελ Μπέκετ και Μίχαελ Χάνεκε και φέρει την υπογραφή ενός νέου σκηνοθέτη με κινηματογραφική άποψη, θάρρος και λαμπρό δρόμο μπροστά του. Αξίζει να τον ακολουθήσουμε!

«Τζούλι και Τζούλια» («Julie & Julia», ΗΠΑ, 2009) της Νόρα Εφρον

Μoιρασμένη σε δύο σκέλη παράλληλης δράσης σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, η ευχάριστη αυτή κομεντί, βασισμένη σε αληθινή ιστορία, αναφέρεται στην απόπειρα μιας νεαρής εργαζόμενης νοικοκυράς (Εϊμι Ανταμς) να κάνει «κάτι» στη ζωή της με το να φτιάξει ένα blog μαγειρικής, όπου καταγράφει τις εμπειρίες της ακολουθώντας τις συνταγές μιας διάσημης μαγείρισσας, της Τζούλια Τσάιλντ (Μέριλ Στριπ στη φωτογραφία). Παράλληλα βλέπουμε πώς η ίδια η Τσάιλντ μυήθηκε στη μαγειρική όταν τη δεκαετία του ΄60 βρισκόταν στο Παρίσι με τον διπλωμάτη σύζυγό της (Στάνλεϊ Τούτσι). Οπως το περιμένεις, η μισή ταινία, το σκέλος της Στριπ, είναι σκέτη απόλαυση, την ώρα που η άλλη μισή, το σκέλος της Ανταμς, οριακώς αδιάφορη. Με μερικά περιττά κιλά παραπάνω και με ενέργεια που βγάζει μάτι, η Στριπ προσθέτει έναν ακόμη διαφορετικό ρόλο στην ούτως ή άλλως πλούσια φιλμογραφία της. «Βγάζοντας» στην εντέλεια την κυριούλα της διπλανής πόρτας, ένα στυλ στο οποίο δεν μας είχε συνηθίσει ως σήμερα, η Στριπ μπορεί για μία ακόμη φορά να διεκδικήσει το Οσκαρ. Δεν χρειάζεται να ξαναπούμε ότι η Στριπ είναι η μεγαλύτερη ερμηνεύτρια του αμερικανικού κινηματογράφου των τελευταίων 30 χρόνων, μπορούμε όμως πλέον να πούμε ότι και την πιατέλα να την έβαζαν να παίξει, θα την έπαιζε!

No comments: