- Η πορεία της δημοσιογραφίας αλλά και η διαφθορά στην πολιτική στη σύγχρονη αμερικανική κοινωνία είναι στο επίκεντρο του πολιτικού θρίλερ «Η κατάσταση των πραγμάτων» που σκηνοθέτησε ο Κέβιν Μακ Ντόναλντ, με πρωταγωνιστή τον Ράσελ Κρόου.
- Βασισμένη στην ομότιτλη, πολύ πετυχημένη τηλεοπτική σειρά του BBC (2003), η ταινία στρέφεται γύρω από την έρευνα του Καλ ΜακΚάφρι, ενός ιδεαλιστή δημοσιογράφου της εφημερίδας «The Washington Globe», γύρω από την περίεργη δολοφονία της βοηθού ενός ανερχόμενου, φιλόδοξου πολιτικού, του Στίβεν Κόλινς (Μπεν Αφλεκ). Μόνο που ο Στίβεν και η γυναίκα του (Ρόμπιν Ράιτ Πεν), είναι φίλοι του Καλ, πράγμα που κινδυνεύει να επηρεάσει την αντικειμενικότητα της έρευνάς του. Στην πορεία της προσπάθειάς του για την ανακάλυψη του δολοφόνου, ο Καλ θα μπλέξει σε μια σειρά γεγονότων που στόχο έχουν τη συγκάλυψη της δολοφονίας που απειλεί τα θεμέλια της ίδιας της εξουσίας.
- Εκείνο που τράβηξε τον Κέβιν Μακ Ντόναλντ («Ο τελευταίος βασιλιάς της Σκωτίας») στην ταινία ήταν, όπως ανέφερε ο ίδιος, «η σχετική ματιά πάνω στην κατάσταση της γραπτής δημοσιογραφίας και ο θάνατος των εφημερίδων σε ορισμένες αγορές». Για τον Μακ Ντόναλντ, ο Καλ «είναι ένας από τους λίγους εναπομείναντες μιας ετοιμοθάνατης ράτσας: ένας παραδοσιακός δημοσιογράφος που σκαλίζει το κάθε ίχνος μέχρι που να πεισθεί». Υποψήφιος, αρχικά, για το ρόλο του Καλ ήταν ο Μπραντ Πιτ, που όμως δεν μπόρεσε να συμφωνήσει με τον σκηνοθέτη. Ετσι, ο Μακ Ντόναλντ αποφάσισε να προτείνει το ρόλο στον Ράσελ Κρόου, ο οποίος, αρχικά, επειδή βρισκόταν στην Αυστραλία για διακοπές, σχεδίαζε να το απορρίψει. «Το σενάριο όμως με συνεπήρε», αναφέρει. «Εχω ένα βασικό κανόνα: αν, όταν διαβάσω κάτι, αντιδράσω σωματικά -ανατριχίλα ή κάποιο δάκρυ στο μάτι μου- τότε κάνω την ταινία».
- Για τον σκηνοθέτη της ταινίας, ο Καλ «αντιπροσωπεύει ό,τι πιο ευγενικό εξακολουθεί να υπάρχει σήμερα στη δημοσιογραφία». Αντίθετα, για τον 45χρονο Κρόου, ο Καλ δεν είναι ιδεαλιστής, αλλά «απελπιστικά ατελής». Προσθέτοντας πως «ένα από το θέματα με τα οποία καταπιάνεται η ιστορία της ταινίας είναι το διφορούμενο της έννοιας μιας αντικειμενικής δημοσιογραφίας: Θέλουν να σου πουν πως είναι αντικειμενικοί και πως οι σχέσεις τους και οι ζωές τους δεν επηρεάζουν αυτά που γράφουν. Αλλά στην περίπτωση αυτή, αυτά δεν είναι αλήθεια. Αυτό ήταν ένα από τα πράματα που με προσέλκυσαν: γιατί είναι άνθρωποι με όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες. Δεν μπορούν να είναι 100% αντικειμενικοί. Αντιμετωπίζουν τα πράματα εντελώς προσωπικά και μερικές φορές δεν μπορούν να ξεμπλέξουν από την ιστορία αυτή - κι έχουν και καλά και κακά αποτελέσματα».
- Κι αυτό γιατί ο Καλ ερευνά μια δολοφονία στην οποία είναι αναμιγμένος ένας πολύ καλός φίλος του: «Βλέπω τον Καλ ως έναν άνθρωπο που έχει ένα συγκεκριμένο ειρμό σκέψεων κι αυτό τον σπρώχνει σε δράση», προσθέτει ο Κρόου. «Αλλά αυτό δεν είναι ηρωισμός. Κάνει αυτό που αισθάνεται ότι πρέπει να κάνει για λογαριασμό του φίλου του. Ετσι, από την αρχή κιόλας της ιστορίας, η άποψή του έχει μολυνθεί».
- Ενα σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι εφημερίδες, μαζί και ο Καλ, είναι εκείνο των «μπλόγκερ». Απέναντι από τον ιδεαλιστή δημοσιογράφο που είναι ο Καλ, η ταινία τοποθετεί τη μαθητευομένη δημοσιογράφο της εφημερίδας, Ντέλα Φράι (Ρέιτσελ Μακ Ανταμς), μια μπλόγκερ που κυνηγά το κουτσομπολιό. Μέχρι που, κάποια στιγμή, η επιπόλαιη ρεπόρτερ αρχίζει να παρασύρεται από τον κόσμο του Καλ.
- Η ιστορία της ταινίας, από τη Βρετανία όπου εκτυλίσσονταν τα τηλεοπτικά επεισόδια, μεταφέρθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, γεγονός που, εκτός των εμπορικών λόγων, δίνει στην ταινία και μια ιδιαίτερη επικαιρότητα. Ιδίως τη στιγμή που, στις διάφορες πολιτείες, πολλές εφημερίδες κλείνουν, ενώ ακόμη και μερικές από τις μεγαλύτερες σε κυκλοφορία αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Οταν, μάλιστα, οι εφημερίδες είναι εκείνες που στην Αμερική παίζουν σοβαρό ρόλο στη διαμόρφωση μιας αντικειμενικής, δημοκρατικής γνώμης στο κοινό. «Η αμερικανική δημοσιογραφία είναι διαφορετική», εξηγεί ο σκηνοθέτης.
«Αντιμετωπίζουν τη δουλειά τους πολύ σοβαρά, ως άνθρωποι που προμηθεύουν στο κοινό τους γεγονότα. Συχνά αυτό τις κάνει πιο πληκτικές, αλλά είναι καλύτερες, έστω κι αν οικονομικά πάνε χειρότερα». *
No comments:
Post a Comment