Wednesday, December 1, 2010

Για λόγους έκτακτης ανάγκης... South of the border


Εβδομάδα με αρκετές και καλές ταινίες η τρέχουσα. Ολες καινούριες, από συμπαθείς έως και ενδιαφέρουσες που υποβάλλουν και επιβάλλουν αντιμετώπιση διαφορετικής - καθεμιά τους - προσέγγισης για διαφορετικούς λόγους κι αιτίες. Εκτός από τις ταινίες στις οποίες αναφερόμαστε κάπως αναλυτικότερα παρακάτω προβάλλονται επίσης η αμερικάνικη κωμωδία του 2010, «ΜΗ ΣΠΡΩΧΝΕΙΣ, ΕΡΧΟΜΑΙ» σε σκηνοθεσία Τοντ Φίλιπς και πρωταγωνιστές τους Ρόμπερτ Ντάουνι, Ζακ Γκαλιφιανάκις και Μισέλ Μόναγκαν ... καθώς και μια σημαντική ασπρόμαυρη γαλλική ταινία του 1949. Ο τίτλος της είναι «ΤΟ ΣΚΑΣΙΑΡΧΕΙΟ» και η σκηνοθεσία ανήκει στον Ζαν-Πoλ Λε Σαμουά με έναν νεαρό Μπερνάρ Μπλιε στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Το σενάριο της ταινίας βασίζεται στην ζωή του μεγάλου Γάλλου παιδαγωγού Σελεστέν Φρενέ (1896-1966) που γύρω στα 1920, στην πόλη Bar-sur-Loup της Προβηγκίας έθετε για πρώτη φορά τα θεμέλια μιας νέας εκπαιδευτικής αντίληψης, χρησιμοποιώντας πρωτοποριακές μεθόδους καθόλου αρεστές στο κατεστημένο της εποχής. Λιγότερο γνωστό είναι πως ο Φρενέ ήταν ο πρώτος που έβαλε τον κινηματογράφο στα σχολεία το 1926. Ταινία που πρέπει να δουν εκπαιδευτικοί, γονείς και μαθητές. Αποκλειστικά και μόνο στον κινηματογράφο «ΦΙΛΙΠ».

ΚΡΙΤΙΚΗ: Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ, ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, Πέμπτη 2 Δεκέμβρη 2010
ΟΛΙΒΕΡ ΣΤΟΟΥΝ: South of border 
Η αφίσα της ταινίας
Επειδή οι κυβερνήσεις της πλουτοκρατίας αγαπούν ιδιαίτερα το φτωχό λαό, φροντίζουν για τον πολλαπλασιασμό του. Με γεωμετρική πρόοδο πολλαπλασιάζουν φτωχούς, ανέργους και εξαθλιωμένους. Αυτή την ασφυκτική αγάπη και η ελληνική κοινωνία την αισθάνεται πια στο πετσί της. Ειδικά στις μέρες μας συνιστά αξίωμα και ανέκδοτο η διαπίστωση ότι ο πολλαπλασιασμός της δυστυχίας είναι το μοναδικό «πλεόνασμα» για το οποίο μπορούν να καυχιόνται οι πολιτικοί υπάλληλοι των πλουτοκρατών. Για να παραχθεί αυτό το οργανικά χρήσιμο στην κερδοφορία των καπιταλιστών «πλεόνασμα» δουλεύουν σκληρά, μεταξύ άλλων παραγόντων του συστήματος, οι προεξέχοντες των επιτελείων ενημέρωσης των ΜΜΕ, εθνικών και πολυεθνικών, ιδιωτικών τε και κρατικών. Επαγγελματίες δηλαδή που έδωσαν όρκο να στέκονται απέναντι και να ασκούν έλεγχο στην εξουσία (sic!). Να συνιστούν φόρουμ υπεράσπισης - στην ζωντανή, αστική (τους) δημοκρατία - των πολλών και αδυνάτων, «των μη εχόντων φωνή».
Οι «ενημερωτές» ή καλύτερα οι «διαμορφωτές κοινής γνώμης» όμως έχουν στραφεί εναντίον αυτών που θα έπρεπε να υπηρετούν κι έχουν τεθεί στην υπηρεσία εκείνων που θα έπρεπε να εποπτεύουν. Υφίσταται μήπως η παραμικρή αμφιβολία για το ότι στην πρωινή και βραδινή ενημερωτική ζώνη η πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα σκηνοθετείται; Για το ότι αποκρύπτονται ή/και παραποιούνται γεγονότα; Για το ότι στήνονται επεμβάσεις, παρεμβάσεις, αντιπαραθέσεις κλπ.; Για το ότι η πραγματικότητα παραμορφώνεται ή/και διαμορφώνεται στα μέτρα και τα συμφέροντα των masters (των κυρίων) τους; Χωρίς καν προσπάθεια στοιχειώδους κάλυψης αυτής τους της λειτουργίας, ως παπαγαλακίων ή καλύτερα «Νέων Μαντρόσκυλων» του οικονομικού συστήματος, όπως τους αποκαλεί ο Γάλλος δημοσιογράφος Serge Halimi, στο βιβλίο του «Les nouveauxchiens degarde», εκδόσεις «Raison d' Agir», Παρίσι, 1997. 
Το ντοκιμαντέρ του Ολιβερ Στόουν εμφορείται από το μήνυμα ότι ο εχθρός δεν είναι αήττητος. Τουναντίον. Ο Στόουν - από τη θέση του κινηματογραφιστή που αμφισβητεί ορισμένες τυχόν μη λειτουργικές ή άδικες πτυχές του καπιταλισμού, αλλά σε καμία περίπτωση το οικονομικό σύστημα αυτό καθαυτό - συνθέτει ένα ντοκιμαντέρ για τον Ούγκο Τσάβες. Τον βάζει στο κέντρο και στολίζει το περίγραμμά του με τα πορτρέτα των υπολοίπων νεοεμφανιζόμενων λαϊκών ηγετών της Λατινικής Αμερικής. Η προσωπογραφία Τσάβες σκιαγραφείται κατά μείζονα λόγο βάσει των πιο εντυπωσιακών, των πιο εμπορεύσιμων και των πιο επικοινωνιακών χαρακτηριστικών της προσωπικότητας του ηγέτη της Βενεζουέλας. Λίγες και στα πεταχτά οι πληροφορίες για την ουσία και το χαρακτήρα της πολιτικής του, για τις πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες στη βάση... Βέβαια, ο Στόουν δεν πλησιάζει καν την επιστημονικής θεώρησης πληρότητα των ντοκιμαντέρ των Χαϊνόφσκι και Σόιμαν, ο Αμερικανός Στόουν - που άφησε το Πανεπιστήμιο του Γέιλ για να καταταχθεί στο αμερικανικό πεζικό στο Βιετνάμ το 1967-68 - είναι φυσιολογικό να θεωρεί πρόκληση για δημιουργία θέματα εγγυημένης οικονομικής ανταποδοτικότητας και να φτιάχνει απ' αυτά προϊόντα light για όσο το δυνατόν ευρύτερη κατανάλωση. Το ντοκιμαντέρ για τον Τσάβες - εν μέσω γενικότερων συγχύσεων που προωθούνται από τα κέντρα που έχουν πολλαπλό συμφέρον από το να διατηρούν τον κόσμο σε σύγχυση - φαντάζει κορυφαίο, γιατί παρουσιάζει χωρίς περιστροφές και ταξινομημένες - σαν σε τυφλοσούρτη - τις δυνάμεις που μέσα κι έξω από κάθε χώρα συνθέτουν χονδρικά τον «εχθρό». Το ντοκιμαντέρ του Στόουν ίσως αυτήν τη στιγμή να ενδιαφέρει το ελληνικό κοινό κατά τι περισσότερο από αλλοεθνείς θεατές μια που πλέον μπορούμε να αισθανόμαστε περήφανοι που οι σοσιαλιστές μας μας αναβάθμισαν κι εμάς σε τριτοκοσμική χώρα. Με όλα τα κομφόρ που λένε: Με ΔΝΤ, με εκατομμύρια εξαθλιωμένων, με πολλά, μάλλον όλα, τα ΜΜΕ, ειδικά τα τηλεοπτικά - να κάνετε επιτόπου τη σύγκριση - να παίρνουν κατευθείαν γραμμή από CIA και τους επιχειρηματίες ιδιοκτήτες τους... όλα αυτά θα τα αναγνωρίσετε στη δική μας, την ελληνική πραγματικότητα. Με βάση, λοιπόν, τη χρησιμότητα του ντοκιμαντέρ του Στόουν, προτείνουμε να πάτε να το δείτε και να το συζητήσετε.
Παραγωγή: ΗΠΑ (2009).

ΝΟΕΛ ΚΛΑΡΚ - ΜΑΡΚ ΝΤΕΪΒΙΣ: 4. 3. 2. 1. 
Ο τίτλος ήδη περιγράφει το φιλμ σε σύνοψη. Θρίλερ. Μπανάλ μείγμα βρετανικής κωμωδίας και sex in the city που έδωσε ό,τι καλύτερο μπορούσε να δώσει - κάτι παραπάνω ή καλύτερο θα ήταν αδύνατο - δεδομένων των περιορισμών του είδους, που απευθύνεται πρωτίστως σε teenager ή πάσχοντες από παλιμπαιδισμό. Ελπίζουμε κι απευχόμαστε βέβαια να υπάρξει συνέχεια, Νο 2 δηλαδή, διότι κάτι τέτοιο καταλάβαμε από την τελευταία, πριν τους τίτλους του τέλους, σκηνή. Πάντως, η βίντεο κλιπ αισθητικής ταινία, με την ενδιαφέρουσα μουσική επένδυση, είναι δομημένη σε γερή βάση, με ιδιαίτερα ενδιαφέροντα τρόπο αφήγησης που διέπεται από δυναμισμό, καταπληκτική ιδέα στο μοντάζ και αποφασιστική, σε γενικές γραμμές, διάθεση.
Μέσα σε πλαίσια εκτενούς κοινωνικού discours (κλίμα/αντιπαράθεση/συζήτηση) όπου τα πάντα ανάγονται σε φυλετικές αντιθέσεις του τύπου λευκοί/μαύροι, άνδρες/γυναίκες, νέοι/γέροι κλπ. και σε διαπιστώσεις/καταγγελίες της αποδοχής του κοινωνικοπολιτικού status quo που εκφράζονται μέσα από την καταγγελία για έλλειψη δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης και για μεσαίωνα στις εργασιακές σχέσεις, ο μύθος συντίθεται από τέσσερις διαφορετικές μεταξύ τους ιστορίες που δραματουργικά συνδέονται και στο τέλος καταλήγουν να μαζεύονται και να συρρέουν στην ίδια κοίτη. Η ταινία σφύζει από συγχύσεις, ίντριγκες και δολοπλοκίες. Τέσσερα πανέμορφα κορίτσια - απόγονοι των Αγγέλων του Τσάρλι - καθεμιά με τα δικά του μικρά ή μεγάλα προβλήματα και τη δική του καθημερινότητα, βρίσκονται μπλεγμένες σε δεινά που κλιμακώνονται όσο περνάει η (φιλμική) ώρα λόγω μιας χούφτας διαμαντιών που κλάπηκαν. Τα κλεμμένα διαμάντια καταλήγουν τυχαία και με απίθανο τρόπο στα χέρια τους. Ο μύθος εξαρχής απλώνεται με τρόπο δηλωτικό μιας επικείμενης απογείωσης, βγαίνουν όμως στην επιφάνεια πολλά σημεία άχρηστα, για να μην πούμε ενοχλητικά που άπτονται ακριβώς της ιδέας και αισθητικής του sex and the city. Σαν σύνολο, η ταινία σώζεται με την αυτοειρωνεία, την ενέργεια που αποπνέει, αλλά κυρίως με το ότι δεν παίρνει τον εαυτό της στα σοβαρά...
Παίζουν: Εμα Ρόμπερτς, Οφίλια Λόβιμποντ, Τάμσιν Ιγκερτον, Σανίκα Γουόρεν - Μάρκλαντ, Νοέλ Κλαρκ, Λίνζι Κούκερ κ.ά.
Παραγωγή: Βρετανία (2010).
ΤΖΕΪ ΝΤΙΠΛΑΣ - ΜΑΡΚ ΝΤΙΠΛΑΣ: Ο φίλος της μαμάς μου 
Χωρίς να έχει τίποτα εξαιρετικό να δώσει, αναγνωρίζουμε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια συμπαθητική κωμωδία μοντέλο, ένα οικογενειακό χρονικό δοσμένο με ταλέντο και προσπάθεια μορφικής αυθεντικότητας, βασισμένη σε ερμηνείες και καταστάσεις με τη συμμετοχή δύο γενιών σπουδαίων κωμικών που υποδύονται χαρακτήρες καταθλιπτικούς και ολίγον τι «τρελούς»... Φαίνεται ότι οι σκηνοθέτες - οι αδελφοί Ντιπλάς - θέτουν την κάμερα στην υπηρεσία των ηθοποιών τους, ιδιαίτερα του Τζον Ρέιλι, στους οποίους παραχωρούν απεριόριστη ελευθερία αυτοσχεδιασμού. Το αποτέλεσμα είναι ένα φιλμ με σάρκα και οστά που απελευθερώνει γερή δόση ειλικρίνειας, δυνατό ανθρωπισμό και μοιάζει να εκτυλίσσεται σε χρόνο πραγματικό και μπροστά στα μάτια των θεατών να μεταβάλλεται συνεχώς και νευρωτικά. Ηδη από την αρχή η αφήγηση καλλιεργεί κλίμα αναμονής...
Αναμονή και η σουσπάνς ενός επικείμενου, δυνατού μυστικού που ρυθμίζει πράγματα και καταστάσεις και που αποδεικνύεται τελικά φούσκα, πολύ κακό για το αυτονόητο. Ο Τζον, έχοντας δρασκελίσει τα σαράντα, δεν κατόρθωσε να συνέλθει, εφτά χρόνια μετά το χωρισμό με την πρώην γυναίκα του, η οποία μπορεί να παντρεύεται με άλλον, δεν παύει όμως να παραμένει το στήριγμα και η καλύτερή του φίλη. Σαν από μηχανής θεός εμφανίζεται μπροστά στον Τζον ο έρωτας με τη μορφή της Μόλι, της μητέρας του υπέρβαρου κι ανασφαλούς Σάιρους, που θα δώσει μάχη για να κρατήσει την Μόλι μόνο για τον εαυτό του. Ο ρόλος του Τζον και εκείνος του Σάιρους βρίσκονται πάρα πολύ κοντά ο ένας στον άλλον κι όχι μόνο λόγω της Μόλι, της γυναίκας που αγαπούν και οι δυο. 
Το φιλμ ισορροπεί σταθερά σε δυο ταμπλό, εκείνο του χιούμορ και της συγκίνησης, χωρίς ποτέ να υπερισχύσει κάποιο εξ αυτών. Παρόντα όλα τα κλασικά στοιχεία της καταθλιπτικής κωμωδίας, από την κρίση πανικού ως την ψευδαίσθηση μιας σωτήριας αλλά εφήμερης ευτυχίας. Περίεργο το πώς και δεν υπάρχει ψυχανάλυση και ψυχαναλυτές. Τίποτα απολύτως καινούριο. Πείθει όμως η δοσολογία και η σύνθεση της γλυκόπικρης αυτής διένεξης για την καρδιά μιας γυναίκας.
Παίζουν: Τζόνα Χιλ, Μαρίζα Τομέι, Τζον Ρέιλι, Καθρίν Κίνερ, Ματ Γουόλς κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ (2010).

ΞΑΒΙΕ ΝΤΟΛΑΝ: Φανταστικές αγάπες 
Ο σκηνοθέτης Ξαβιέ Ντολάν είναι ένας 21χρονος γαλλόφωνος Καναδός που εμφανίστηκε στο διεθνές κινηματογραφικό προσκήνιο, πριν ένα χρόνο, με την ημι-βιογραφική ταινία «ΣΚΟΤΩΣΑ ΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ ΜΟΥ». Φέτος, ο ομοφυλόφιλος - κατά δική του δήλωση - Ντολάν, που είναι γιος γνωστού Καναδού ηθοποιού, επανέρχεται με μια δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία - έκπληξη, ένα «μικρό» φιλμ «απτής» πραγματικότητας, μια απόλυτα προσωπική και πρωτότυπη ταινία, ένα κόσμημα που καταναλώνεται με βουλιμία εντός και εκτός κινηματογραφικής αίθουσας. Η αφήγηση που συνίσταται σε κολάζ παραθέσεων, με κυρίαρχο στοιχείο την μουσική σαν οργανικό και λειτουργικό μέρος της εικόνας, φέρνει έντονα την συγκεντρωτική σφραγίδα που διέπει το σινεμά του δημιουργού. Ο Ντολάν υπογράφει για το σενάριο, την παραγωγή και την σκηνοθεσία, ενώ υποδύεται ο ίδιος έναν από τους τρεις πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες.
Πρόκειται για μια έντονων χρωμάτων μονογραφία με θέμα τους φαντασιακούς (νεανικούς) έρωτες χωρίς ανταπόκριση... Ο μύθος χτίζεται στην βάση ενός ασυνήθιστου ερωτικού τρίγωνου δύο κομψεπίκομψων κολλητών φίλων - του ομοφυλόφιλου Φρανσίς και της Μαρί - και του εφήβου που αμφότεροι ερωτεύονται κεραυνοβόλα. Τον αναγεννησιακής ομορφιάς, ξανθό και αυτάρεσκα αισθησιακό Νικολά - φιγούρα που παραπέμπει στον έφηβο Μπγιερν Αντρεσεν, στον «Θάνατο στην Βενετία» - ο οποίος μόλις μετακόμισε στην πόλη και θέλει να αποκτήσει φιλικό κύκλο. Ανάμεσα στον Φρανσίς και την Μαρί αρχίζει μια ανομολόγητη, μυστική, μονομαχία. Ενας σιωπηρά αμείλικτος ανταγωνισμός. Ταυτόχρονα και παράλληλα με τις φαντασιώσεις και ονειροπολήσεις - από πλευράς κολλητών - που η μία διαδέχεται την άλλη, καθένας απ' τους τρεις, δοκιμάζει την προσωπική του «τεχνική αποπλάνησης» πάνω στους άλλους. Και ο ναρκισσευόμενος Νικολά φροντίζει με δόση σαδισμού να κρατά εφτασφράγιστη την όποια τυχόν κλίση του προς κάποιον από τους δυο αντιμαχόμενους. Οι αντίζηλοι επιστρατεύουν επινοήματα στρατηγικού χαρακτήρα - που αρθρώνουν με υποδειγματική αξιοπρέπεια - για να εκμαιεύσουν, έστω και κλάσμα υπαινιγμού, ως προς τα πού κλίνει η πλάστιγγα της επιθυμίας, του αισθησιακού εφήβου. Εν αναμονή έστω και θραυσμάτων νεύματος ως προς την προτίμηση του Νικολά, τόσο ο Φρανσίς όσο και η Μαρί βρίσκουν παρηγοριά σε μονόχρωμες αγκαλιές, περαστικών συντρόφων ... Ειλικρινά ενδιαφέρον θέμα ... Οι έρωτες είναι κύκλοι που ανοίγουν, ζουν και κλείνουν. Και στους επόμενους που ακολουθούν οι άνθρωποι μπαίνουμε μέσα με τα μούτρα και ξαναρχίζουμε ακριβώς τα ίδια 
... Αναπόσπαστο μέρος της ερωτικής γοητείας η σημειολογία της επιτήδευσης, αλλά και η ακεραιότητά της, ακριβώς αυτό που κάνει η Μαρί η οποία παραπέμπει ευθέως στις κινηματογραφικές ηρωίδες της γαλλικής νουβέλ βαγκ ... μέσα σε ένα πρωταγωνιστικό τρίο που, συνεχίζοντας την συνεργασία με τον σκηνοθέτη, μοιάζει να εξελίσσεται σε σχήμα ρεπερτορίου ...
Παίζουν: Ξαβιέ Ντολάν, Νιλς Σναϊντέρ, Μονιά Σοκρί, Αν Ντορβάλ, Λουί Γκαρέλ κ.ά.
Παραγωγή: Καναδάς (2010).

ΜΑΤΙΕ ΑΜΑΛΡΙΚ: Τουρνέ στο Παρίσι 
Πολύ ενδιαφέρουσα η σκηνοθεσία, η οπτική και ο τρόπος αφήγησης μιας ουδόλως κοινότοπης ή βολικής ιστορίας που αναβιώνει το μιούζικ χολ και το μπουρλέσκ. Το φιλμ επικαλύπτεται από πέπλο μελαγχολίας, διάφανης στιγμιαία, εκτενώς όμως αδιαπέραστης, επιτεινόμενης από θλιβερή απογοήτευση και ξεπεσμό . Το μπουρλέσκ είναι είδος σκηνικής, θεατρικής κωμωδίας, με διάσπαρτους τόνους παρωδίας και σαρκασμού. Συνίσταται σε σύντομα, μικρά σκετς και ιντερμέδια στριπτίζ στα μεταξύ τους διαλείμματα. Πηγή έμπνευσης για τον σκηνοθέτη υπήρξε ένα κείμενο της συγγραφέα Κολέτ υπό μορφή σημειώσεων ημερολογίου το οποίο προοριζόταν να δημοσιευτεί στον ημερήσιο Τύπο της εποχής. Η Κολέτ που με τη ζωή και τη σκέψη της σκανδάλισε και γοήτευσε, υπερασπίζεται με τη γραφή της τις γυναίκες του «ελαφρού» κόσμου, του στριπτίζ, των καμπαρέ και της νυχτερινής ζωής.
Σκηνοθετικό ντεμπούτο σε ταινία μεγάλου μήκους του παγκοσμίως γνωστού - από πληθώρα διεθνών ταινιών - Γάλλου ηθοποιού Ματιέ Αμαλρίκ, σε δικό του σενάριο και τον ίδιο στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο, βραβευμένος τρεις φορές με το «Σεζάρ» Καλύτερου Ηθοποιού Αμαλρίκ, γόνος γνωστών Γάλλων δημοσιογράφων, ξεκίνησε την κινηματογραφική του καριέρα σαν φροντιστής, βοηθός μοντέρ και βοηθός σκηνοθέτη πλάι σε σπουδαία ονόματα. Φέτος, στις Κάννες, η φαντασμαγορική του αυτή ταινία απέσπασε το βραβείο Σκηνοθεσίας της Επιτροπής του Φεστιβάλ, αλλά και το Βραβείο Fipresciτης Διεθνούς Ενωσης Κριτικών. Είναι η ιστορία του Ζοακίμ Ζαντ ενός επιτυχημένου, πρώην τηλεοπτικού παραγωγού στη Γαλλία, που άφησε πίσω του την οικογένεια και τους φίλους του και έφυγε για την Αμερική, για μια καινούργια καριέρα. Τώρα, από τον Νέο Κόσμο δεν επιστρέφει μόνος. Φέρνει μαζί του έναν ολιγομελή θίασο από «φελινικές» - όχι πια νέες - σέξι καλλιτέχνιδες με φτερά και πούπουλα, ψεύτικες βλεφαρίδες, φανταχτερά κοσμήματα και λιγοστά ρούχα και ξεκινούν περιοδεία από την βόρεια Χάβρη κατηφορίζοντας προς το Παρίσι. Το παρισινό όμως θέατρο στο οποίο επρόκειτο να λάβει χώρα η επίσημη πρεμιέρα του σόου ακυρώνει την εμφάνισή τους, αναγκάζοντας τον Ζοακίμ και τα κορίτσια του να ξυπνήσουν από το όνειρό τους.
Παίζουν: Ματιέ Αμαλρίκ, Μιράντα Κολκλασούρ, Αλεξάντερ Κρέϊβεν, Αντζελα Ντε Λορέντζο, Σούζαν Ράμσι, Τζούλι Αν Μιουζ, Λίντα Μαρατσίνι, Ορέλια Πετί, κ.α.
Παραγωγή: Γαλλία (2010).

No comments: