- Συζήτηση στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης
- Της Γιωτας Mυρτσιωτη, Η Καθημερινή, 08-12-10
Ουδέν κακόν αμιγές καλού τόσο για τον ελληνικό κινηματογράφο όσο για το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Η διεθνής προβολή της χώρας μας έκανε μόδα τον ελληνικό κινηματογράφο εκτός συνόρων! Τα αρνητικά πρωτοσέλιδα στον ξένο Τύπο έστρεψαν το ενδιαφέρον στις ελληνικές ταινίες. Το γύρισμα έγινε μετά τα Δεκεμβριανά του 2008, όταν οι εικόνες της Ελλάδας έκαναν τον γύρο του κόσμου και δεν είναι τυχαίο ότι η κινηματογραφική γενιά των τελευταίων χρόνων συμμετείχε σε 400 τουλάχιστον διεθνή φεστιβάλ.
Το ενδιαφέρον εστιάζεται στην ελληνική θεματολογία κι ένας τρόπος να ενημερωθούν είναι οι ταινίες. Ο δρόμος, ωστόσο, για την προώθησή του είναι ακόμη μακρύς και τα συστήματα πολύπλοκα.
Το άνοιγμα εκτός συνόρων του ελληνικού κινηματογράφου, οι προοπτικές του στο εξωτερικό αλλά και τα προβλήματα της προώθησης -προβολής μπήκαν στο τραπέζι μιας ενδιαφέρουσας συζήτησης «Το ελληνικό σινεμά ξεπερνά τα σύνορα», χθες, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. «Το μεγάλο στοίχημα είναι να πείσεις κάποιον να δει την ταινία σου και οι Ελληνες σκηνοθέτες αρχίζουν να το επιτυγχάνουν αυτό. Ωστόσο σπάνια μια ελληνική ταινία φέρνει χρήματα στην Ελλάδα», ανέφερε ο πρόεδρος του ΕΚΚ κ. Γ. Παπαλιός.
Τα φεστιβάλ, όπως υποστήριξαν σκηνοθέτες με εμπειρία από τη συμμετοχή τους σε διεθνή φεστιβάλ, είναι ένας τρόπος να συναντηθούν κοινό και ταινίες. Ετησίως παράγονται χιλιάδες ταινίες στον κόσμο, το ζήτημα είναι ωστόσο με ποια κριτήρια επιλέγονται. «Ολα είναι επικοινωνία και εκεί πρέπει να επενδύσουμε, στον τρόπο προώθησης των ταινιών.
Να εμβαθύνουμε στη διαδικασία επιλογής των project και να προωθούνται αυτά που έχουν μια αλήθεια, ακόμη κι αν δείχνουν να μην ακολουθούν βασικούς κανόνες», υποστήριξε ο Βαρδής Μαρινάκης, η ταινία του οποίου «Mαύρο Λιβάδι» συμμετείχε στο Φεστιβάλ της Σεβίλλης. Στα κρούσματα οικογενειοκρατίας που υπάρχουν σε κάποια φεστιβάλ όπως στις Κάννες αλλά και στην εμπλοκή των εταιρειών πωλήσεων, αναφέρθηκε ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης, υποστηρίζοντας ότι ο θεσμός των φεστιβάλ βρίσκεται σε κρίση. «Τα κριτήρια επιλογής δεν είναι αισθητικά ή καλλιτεχνικά, αλλά εμπεριέχουν ζητήματα πολιτικής» ανέφερε.
Η ελληνική κρίση θα βοηθήσει την προβολή του ελληνικού κινηματογράφου και στα επόμενα χρόνια», εκτίμησε ο πρόεδρος της Ελληνικής Ακαδημίας Kινηματογράφου Τάσος Μπουλμέτης, ωστόσο κοινή ήταν η άποψη ότι πρέπει να ενισχυθεί η κινηματογραφική παιδεία. «Aισιόδοξα μηνύματα, παρά την κακή συγκυρία», βλέπει και ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής Μισέλ Δημόπουλος, που επανήλθε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έπειτα από απουσία πέντε ετών. «Ηταν μια πρώτης τάξης ευκαιρία να επιστρέψω και να δω πώς έχει εξελιχθεί», ανέφερε για την επαναφορά του στη συνέντευξη της κριτικής επιτροπής. «Σ’ ένα φεστιβάλ όπως αυτό που γνωρίζω πολύ καλά, κύριο μέλημα είναι οι ταινίες και το κινηματογραφικό είδος που προτείνεις.
Σ’ αυτόν τον άξονα δουλέψαμε ώστε να προσφέρουμε μια μεγάλη βεντάλια από σύγχρονες παραγωγές “διαφορετικού” σινεμά. Αυτή η αντίληψη, που είχε χαθεί τα τελευταία χρόνια, επανέρχεται. Οι ταινίες στην πενταετία δεν είχαν τόση σημασία όσο η επικοινωνία ή τα πάρτι. Τώρα επικεντρωνόμαστε στον παλαιό στόχο, δηλαδή στις ταινίες, και ταυτίζομαι με το κριτήριο του Δ. Εϊπίδη», υπογράμμισε ο Μισέλ Δημόπουλος.
Σχολιάζοντας το μέλλον του θεσμού ανέφερε ότι «το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης είναι ένα όχημα που έχει πάρει μπρος και τσουλάει μια χαρά. Το κοινό τού έδειξε εμπιστοσύνη, απλά κάθε χρόνο χρειάζεται να το εμπλουτίζεις και να το τονώνεις. Eίναι μια πραγματικότητα στη Θεσσαλονίκη κι ας μην είχε την υποστήριξη από τις τοπικές αρχές. Ας ελπίσουμε στο εξής, με τη νέα δημοτική αρχή, να έχει τη συνεργασία που χρειάζεται».
No comments:
Post a Comment