*
«Solomon Κane» (ΗΠΑ, 2010) του
Μάικλ Τζέι Μπάσετ. Πρώην αιμοβόρος και αδίστακτος άγγλος πολεμιστής του 16ου αιώνα (
Τζέιμς Πιουρφόι ) στρέφεται προς την ειρήνη αλλά αργότερα έρχεται αντιμέτωπος με το Απόλυτο Κακό, άρα ξαναγίνεται αιμοβόρος και αδίστακτος. Σκοτεινό αλλά άδειο έπος φαντασίας που, παρ΄ ότι βασισμένο στον ήρωα του Ρόμπερτ Χάουαρντ από τη συλλογή ιστοριών και ποιημάτων «Οι άγριες ιστορίες του Solomon Κane», δεν έχει την ανάλογη γκόθικ ατμόσφαιρα που είχε ο «Κόναν ο βάρβαρος», δημιούργημα του ίδιου συγγραφέα. Οι
Μαξ φον Σίντοφ και
Πιτ Πόστλθγουεϊτ κάνουν περάσματα αλλά δεν βοηθούν την κατάσταση.
- Λούκι Λουκ με σάρκα και γαλλικά
Α νήκω σε αυτούς που μεγάλωσαν διαβάζοντας Λούκι Λουκ (το αγαπημένο μου κόμικ), επομένως θεωρώ τον εαυτό μου ιδιαίτερα απαιτητικό όταν καλείται να τον δει με σάρκα και οστά αληθινού ηθοποιού. Ομολογώ ότι όσες φορές τον έχω δει ως σήμερα στην οθόνη με έχει απογοητεύσει (ποιος θέλει να θυμάται τον Λούκι Λουκ με τον
Τέρενς Χιλ;).
Στην περίπτωση του τωρινού «Λούκι Λουκ» (Γαλλία, 2010), που σκηνοθέτησε ο
Τζέιμς Χιουθ, έμεινα μάλλον αδιάφορος με τον
Ζαν Ντιζαρντέν στον ρόλο του φτωχού και μόνου καουμπόη (θυμίζω ότι ο ίδιος ηθοποιός είχε υποδυθεί τον πράκτορα ΟSS 117 σε δύο παρωδίες).
Διασκέδασα όμως με τη νοσταλγική παρέλαση χαρακτήρων του κόμικ που εν προκειμένω βρίσκονται συγκεντρωμένοι στην ίδια ιστορία. Η αντρογυναίκα Καλάμιτι Τζέιν (
Σιλβί Τεστί), ο χαρτοπαίκτης Πατ Πόκερ (
Ντανιέλ Πρεβόστ), ο κακομαθημένος Μπίλι Δε Κιντ (
Μικαέλ Γιουν), ο αρχιπαράνομος Τζέσι Τζέιμς (
Μελβίλ Πουπό), όλοι μου θύμισαν τα παιδικά μου χρόνια, τότε που ξεφύλλιζα αχόρταγα τις σελίδες των κόμικς των Μορίς- Γκοσινί και διασκέδαζα αφάνταστα. Αν κάπου πετυχαίνει αυτή η ταινία, είναι στο ότι σε ωθεί να διαβάσεις ή να ξαναδιαβά- σεις τα αριστουρ- γηματικά κόμικς, ώστε να δεις τι ακριβώς σημαίνει γνήσιος Λούκι Λουκ.
- Ξαναζεσταμένος... δολοφόνος
Α πορώ με τον
Γουές Κρέιβεν. Εξυπνος σκηνοθέτης κλασικών ταινιών τρόμου όπως ο «Εφιάλτης στον δρόμο με τις λεύκες» και το «Scream», πώς τα έχει καταφέρει ο μασκαράς και επαναλαμβάνει τα ίδια και τα ίδια και τα ίδια σε τόσο πολλές ταινίες; Πάρτε για παράδειγμα τον «Κλέφτη ψυχών» («Μy soul to take», ΗΠΑ, 2010). Νομίζεις ότι βλέπεις ένα κολάζ από παλαιότερες (και καλύτερες) ταινίες του. Το μοτίβο βέβαια, πάντα το ίδιο. Ενας κατά συρροήν δολοφόνος που θέλει να εκδικηθεί. Μμμ.... Πολύ πρωτότυπο για Κρέιβεν, ε; Από εκεί και πέρα αρχίζει η ανακύκλωση. Στο στόχαστρο του δολοφόνου βρίσκεται μια παρέα παιδιών που γεννήθηκαν την ημέρα που εκείνος σκοτώθηκε. Σας θυμίζει κάτι; Το «Ξέρω τι κάνατε πέρσι το καλοκαίρι» μήπως, όπου ο Κρέιβεν ήταν παραγωγός; Και να είχε τη σκηνοθετική μαεστρία ενός «Scream»- από το οποίο δεν έλειπαν ούτε το σενάριο ούτε το σασπένς, αλλά ούτε και ο αυθεντικός τρόμος... Εδώ όμως το καθετί είναι προδιαγεγραμμένο. Ξέρεις πότε θα τρομάξεις, πότε θα γελάσεις και πότε είναι ώρα να πας στην τουαλέτα. Το φιλμ σού δίνει την εντύπωση ότι έχει φτιαχτεί εξ ολοκλήρου μέσα από πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή. Και νομίζω ότι αυτό ακριβώς έγινε. (Παίζουν οι ηθοποιοί
Μαξ Τιερότ,
Τζον Μαγκάρο,
Εμιλι Μιντ.)
No comments:
Post a Comment