Η Αθηνά Τσαγγάρη φόρτωσε γρήγορα το βιογραφικό της με διακρίσεις και σημαντική δουλειά. Η πρώτη της μικρού μήκους, «Fit», ήταν το 1995 υποψήφια για Οσκαρ σπουδαστικής ταινίας. Δίδαξε σκηνοθεσία στο Πανεπιστήμιο του Τέξας (1997-2001), ίδρυσε το 1995 το Διεθνές Φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους «Cinematexas», πήγε με την πρωτοποριακή και γοητευτική πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της, «Η διαρκής αναχώρηση της Πέτρα Γκόινγκ» (2002), σε πάνω από 20 διεθνή φεστιβάλ, συνεργάστηκε με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου στις τελετές της Ολυμπιάδας του 2004 και υπέγραψε το εντυπωσιακό θέαμα με τα βίντεο, που συνόδευσε τα εγκαίνια του νέου Μουσείου Ακρόπολης.
Με το «Attenberg», όμως, που βγαίνει την Πέμπτη στις αίθουσες, επιστρέφει έπειτα από οχτώ χρόνια στο σινεμά βαδίζοντας στους αυστηρά προσωπικούς της δρόμους, τολμηρούς, γυναικείους και αναπάντεχους - ακόμα και για ένα ελληνικό σινεμά που χάρη στη νέα φουρνιά σκηνοθετών περνάει μια τόσο ανανεωτική περίοδο.
Ενα περίεργο αγοροκόριτσο, η Μαρίνα, που ζει σε μια ατμοσφαιρική, βιομηχανική, αλλά εγκαταλελειμμένη επαρχία, ανακαλύπτει το σεξ με τους δικούς της όρους, ενώ αποχαιρετά τον αγαπημένο της πατέρα, που πεθαίνει από καρκίνο.
- Η ηρωίδα σας, μια 23χρονη κοπέλα, δεν έχει κάνει σεξ και δεν το φέρει βαρέως. Σήμερα που τα κοριτσάκια έχουν πρότυπο την Πάρις Χίλτον και αποκαλούν το ένα το άλλο χαϊδευτικά whore και bitch, φαντάζει σαν ούφο. Εσείς δεν την είδατε έτσι. Γιατί;
«Υπάρχουν πολλά κορίτσια σαν τη Μαρίνα. Απλώς, κάποια κορίτσια και αγόρια διστάζουν και δεν κάνουν πράγματα που τους επιβάλλουν οι συνομήλικοί τους τη στιγμή που "πρέπει" κοινωνικά να τα κάνουν για να μη χαρακτηριστούν φρικιά. Τα κάνουν με τον τρόπο τους, όταν είναι έτοιμοι. Είναι outsiders και αντιστέκονται. Η Μαρίνα γουστάρει που είναι φρικιό, ζώο και daddy's girl. Οταν ξενερώνει με αυτό, γίνεται κάτι άλλο. Εκείνη θεωρεί πως είναι γαμάτη».
- Ενα κορίτσι απελευθερωμένο κι ένα άλλο «αντιδραστικό» στο σεξ καταφέρνουν και είναι κολλητές. Υπέροχες οι σκηνές που φοράνε γεροντίστικες ρόμπες και σοσόνια και εκτελούν κάτι περίεργες χορευτικές κινήσεις. Πειράζει να μας τις αποκρυπτογραφήσετε;
«Οπως σε ένα κλασικό μιούζικαλ, φτιάχνουν μια ζώνη ενός δικού τους, ιδιωτικού κόσμου, πέρα από τον ρεαλισμό. Αντί να καπνίζουν σ' ένα μπαρ και να αποκαλούν η μία την άλλη whore και bitch...».
- Η ερωτική σκηνή με τον Λάνθιμο και τη Λαμπέντ ήταν έξοχη. Πώς σας ήρθε ένα κορίτσι, που δεν είναι καθόλου ομιλητικό, να το ρίξει στην πάρλα; Πώς στήσατε τη σκηνή; Υπήρξε αυτοσχεδιασμός;
«Συχνά, όταν είμαστε νευρικοί και ντροπαλοί, μας πιάνει ακατάπαυστη πάρλα. Στην ουσία η Μαρίνα μιλάει στον εαυτό της. Ισως λέει πράγματα που είχε στο κεφάλι της σε ιδιωτικούς της μονολόγους για χρόνια. Η σκηνή κρατήθηκε όπως ήταν στο σενάριο, αλλά κόψαμε ένα μεγάλο κομμάτι του διαλόγου. Αρχικά, ήταν διπλάσια... Η Αριάν μίλαγε και μίλαγε και μίλαγε... Ο Γιώργος άκουγε και άκουγε και άκουγε με 2-3 λέξεις ανάμεσα, ό,τι προλάβαινε... Δεν αυτοσχεδιάσαμε ιδιαίτερα. Ο Γιώργος και η Αριάν είχαν από την πρώτη πρόβα μια φυσικότητα και απλότητα μεταξύ τους και εμπιστεύτηκαν ο ένας τον άλλον εξ αρχής».
- Κι ο δεύτερος άντρας της ταινίας, ο Λάνθιμος, είναι σαν τον μπαμπά της ηρωίδας, προσιτός, απλός, καθόλου αρσενικό. Αναρωτιέμαι, έπειτα από όλα αυτά, τι είναι ο δικός σας μπαμπάς;
«Ο πιο έντιμος και καθαρός άνθρωπος που έχω γνωρίσει, όμως καθόλου προσιτός. Εχουμε συμφωνήσει πως δεν θα έρθει να δει το "Attenberg". Υπάρχουν πάρα πολλοί μη τυπικοί μάτσο αρσενικοί στην Ελλάδα και στον κόσμο, απλά το σινεμά δεν επιλέγει να τους προτείνει ως τυπολογία και συνομοταξία χαρακτήρων, εκτός αν είναι κωμωδία για losers... Οι άντρες μεταξύ τους έχουν αυτή τη συνενοχή των επιβητόρων predators και είναι σαν να πρέπει να μείνει μυστικό ανάμεσά τους το ότι είναι επίσης αδύναμοι, νευρωτικοί και γλυκούληδες όπως "οι γυναίκες"».
- Γιατί η ηρωίδα σας είναι σχεδόν ανεπάγγελτη; Ο μπαμπάς της είναι διανοούμενος και αρχιτέκτονας.
«Δουλεύει ως οδηγός για την Εταιρεία. Η δουλειά της είναι να οδηγεί το Volvo και να πηγαινοφέρνει στελέχη και μηχανικούς. Κάτι σαν ταξιτζής. Της αρέσει. Γιατί να πρέπει να κάνει τη δουλειά του πατέρα της ή κάτι παρεμφερές μεσοαστικά αποδεκτό για να μη θεωρείται ανεπάγγελτη;».
- Φοβόμασταν ότι θα δούμε μια επιθετικά φορμαλιστική ταινία, όπως η «Διαρκής αναχώρηση της Πέτρα Γκόινγκ». Είδαμε αντίθετα μια φιλική προς τον θεατή, ψαγμένη σεναριακά ιστορία, με αρχή, μέση και τέλος. Ηταν πιο δύσκολο ή πιο εύκολο;
«Δεν καταλαβαίνω αυτή τη σύγκριση και αν ποτέ αρχίσω να σκέφτομαι έτσι θα σταματήσω να κάνω σινεμά γιατί θα παραλύσω. Ο φορμαλισμός, η "γλώσσα", είναι μια απόλυτα προσωπική και πολιτική απόφαση στο σινεμά. Η Πέτρα Γκόινγκ ήταν η πιο δύσκολη ταινία της ζωής μου γιατί ήταν η πρώτη και έπρεπε να σηκώσει το πρώτο βάρος, όπως η εφηβεία μας. Θεωρώ πως η Μαρίνα και η Πέτρα είναι οι ίδιοι χαρακτήρες, απλά η μια είναι πιο κοσμοπολίτισσα. Ερώτηση δική μου: Γιατί μία ταινία με αρχή, μέση και τέλος, με αυτή τη σειρά (αντί για π.χ. τέλος, αρχή και μετά μέση) είναι απαραίτητα πιο "φιλική" για τον θεατή; Δεν με ενδιαφέρει να κάνω "φιλικές" ταινίες. Και ποιος είναι αυτός ο "θεατής", επιτέλους, για τον οποίο μιλάμε;».
- Γενικά η ταινία σας χαρακτηρίζεται από χαμηλούς τόνους, μια, αν όχι ψυχρότητα, πάντως προσπάθεια να μη δημιουργεί υπερβολική συγκίνηση, αν και τα θέματα (ενηλικίωση, θάνατος) προσφέρονται. Γιατί;
«Δεν μ' αρέσει η εκβιασμένη και εκβιαστική συγκίνηση και το αντίστοιχο χιούμορ. Ως θεατής προτιμώ να μου δίνονται με οικονομία και να αποφασίζω μόνη μου αν θα τα μετατρέψω σε κλάμα, γέλιο, σκέψη ή απάθεια».
- Γιατί μαζί με τους Suicide διαλέξατε και δύο υπέροχα τραγουδάκια της Φρανσουάζ Αρντί, που απογείωσαν την ταινία; Να υποθέσουμε ότι η Αρντί ανήκει στο βιογραφικό σας;
«Δεν άκουγα Φρανσουάζ Αρντί όταν ήμουν μικρή. Την ανακάλυψα στη Νέα Υόρκη. Ο φίλος μου την έπαιζε από το πρωί μέχρι το βράδυ. Είχε πάθει ψύχωση μαζί της. Suicide άκουσα για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη, στο μπαρ Berlin... Ο μηχανικός λέει στη Μαρίνα πως ο Alan Vega είναι θεός και αυτό σίγουρα ανήκει στο βιογραφικό μου, όπως και "Ι am a baby in my universe" του Τεξανού Daniel Johnston, ο οποίος έχει επηρεάσει με τις χειροποίητες μπαλάντες του όλο το μπαλαντο-ρεύμα των '00s. Μαζί με 2-3 αρχικές ατάκες, η μουσική είναι το πρώτο που μπαίνει στο σχέδιο της ταινίας που σκέφτομαι και μετά η Μαρία Χατζάκου, η μία εκ των παραγωγών μας, τρέχει να ψάχνει και να διαπραγματεύεται δικαιώματα! Ως συνδυασμός μουσικής για την ταινία, βγήκαν αυθόρμητα αυτοί οι τρεις, ενώ έγραφα το σενάριο».
- Η καύση των νεκρών μαζί με τα σχόλια του πατέρα (αθεΐα, ανάπτυξη) είναι τα λίγα πολιτικά στοιχεία της ταινίας. Φανταζόσασταν ότι στις δημοτικές εκλογές, τουλάχιστον ο Μπουτάρης θα το σήκωνε τόσο ψηλά το θέμα;
«Ναι, η συγκυρία της αναγγελίας του ήταν ένας ευχάριστος συγχρονισμός. Ελπίζω να το κάνει ο Μπουτάρης. Η επιθυμία του πατέρα της Μαρίνας να αποτεφρωθεί είναι η τελευταία πολιτική του απόφαση, στο τέλος μιας ηττημένης ζωής για την οποία ντρέπεται. Η Εκκλησία και το Κράτος μάς ευνουχίζουν καθημερινά και αδιάντροπα στα πιο βασικά μας δικαιώματα. Τουλάχιστον, ας μας δίνεται το δικαίωμα να πεθαίνουμε όπως επιθυμούμε».
- Φαντάζεστε τι θα κάνει η ηρωίδα σας, τώρα που εσείς την εγκαταλείψατε;
«Δεν έχω ιδέα και δεν θέλω να ξέρω».*
No comments:
Post a Comment