Για τον χαρακτήρα του συγγραφέα, που φλυαρεί αναζητώντας την πεμπτουσία της γραφής, ο σκηνοθέτης διάλεξε τον αγαπημένο του Λευτέρη Βογιατζή. Αυτός, μάλιστα, ερμηνεύει και το τραγούδι των τίτλων, που υπογράφει άλλος ένας φίλος του σκηνοθέτη, ο Σταμάτης Κραουνάκης. Αλλη μια καλλιτεχνική χημεία που απέδωσε στο παρελθόν, αλλά και στο παρόν, τους καλύτερους χυμούς...
- Εχετε αποδείξει ότι είστε από τους σκηνοθέτες που εμπιστεύονται τη λογοτεχνία. Πώς σας ήρθε, όμως, να μεταφέρετε στο σινεμά το συγκεκριμένο βιβλίο, που έχει δοκιμιακή μορφή και τη θεωρία ενσωματωμένη στην αφήγηση;
«Ανάμεσα στις αηδίες που παράγονται κατά χιλιάδες κάθε χρόνο στον κόσμο, συμπεριλαμβάνονται και οι ταινίες. Το κυρίαρχο μοντέλο κινηματογράφου με απωθεί. Προσωπικά, επιμένω σε έναν κινηματογράφο δικής μου επινόησης. Υπάρχει ένα μικρό κοινό που με παρακολουθεί. Το βιβλίο του Δημητρίου με ερέθισε λόγω των δυσκολιών του. Οι άνθρωποι, όταν δεν τους αρέσει μια ταινία, λένε: "Μα αυτό δεν είναι κινηματογράφος". Θέλουν να πουν: "Δεν είναι ο κινηματογράφος που μας αρέσει". Για μένα τόσο το καλύτερο να μην είναι ο κινηματογράφος που τους αρέσει».
- Επαιξε ρόλο το ότι είναι ένα βιβλίο με σουρεαλιστικές εικόνες που βγάζουν ένα ιδιότυπο γέλιο; Τα στοιχεία κωμωδίας και το γέλιο, πάντως, δεν ήταν μέχρι τώρα κυρίαρχα χαρακτηριστικά της φιλμογραφίας σας. Τι άλλαξε; Θέλατε να κάνετε κάτι πιο ελαφρύ;
«Οταν σκέφτομαι να γυρίσω μια ταινία, αυτό συμβαίνει γιατί ήδη με έχει επισκεφθεί και δεν μπορώ να την αποφύγω. Δεν κάνω μικροϋπολογισμούς. Μια αστεία ταινία δεν είναι υποχρεωτικά ελαφριά, αν και προτιμώ κάτι ελαφρύ από κάτι πολύ βαρύ. Εχω την εντύπωση ότι γυρίζω κωμωδίες, ακόμα κι αν στο τέλος, οι ήρωές μου σκοτώνονται ή αυτοκτονούν».
- Τι συνδέει τα «Οπωροφόρα της Αθήνας» με το «Πεθαίνοντας στην Αθήνα» και το «Αθήνα-Κωνσταντινούπολη»; Είναι ίσως η πιο φωτεινή και ανάλαφρη Αθήνα αυτή που μας δείχνετε τώρα.
«Τις συνδέει η λέξη Αθήνα. "Στο Αθήνα-Κωνσταντινούπολη" δεν υπάρχει πουθενά η Αθήνα, παρ' όλο που όλοι λένε "ο Παναγιωτόπουλος ολοκλήρωσε μια τριλογία για την Αθήνα". Αυτό δείχνει πόσο σοβαρό ρόλο παίζουν οι λέξεις. Παρ' όλο που είμαι κινηματογραφιστής, οι λέξεις με μαγεύουν πιο πολύ από τις εικόνες. Ισως γι' αυτό μεταφέρω βιβλία στον κινηματογράφο. Μια "φωνή off" δίπλα ή πάνω σε μια εικόνα κινητοποιεί μέσα μου απαράμιλλες συγκινήσεις».
- Τριγυρνάτε στην Αθήνα, όπως ο ήρωάς σας; Είχατε παρατηρήσει, για παράδειγμα, κι εσείς τα δέντρα που υπάρχουν στις διάφορες γειτονιές; Είχατε χαρτογραφήσει τις μουσμουλιές, τις συκιές, τις πορτοκαλιές, κ.λπ., ή τα ανακαλύψατε απ' το βιβλίο;
«Με τα "Οπωροφόρα" έγινε ό,τι ακριβώς συμβαίνει όταν αγοράζεις ένα αυτοκίνητο και ανακαλύπτεις ξαφνικά πόσα ίδια με το δικό σου κυκλοφορούν. Ο Καρπουζοκέφαλος, άλλωστε, κατηγορεί τον συγγραφέα ότι δεν αγαπάει πραγματικά τα φρούτα, ότι τα μεταχειρίζεται για το αφήγημά του. Τότε ο συγγραφέας σκέφτεται μήπως κάνει το ίδιο με τους ανθρώπους. Τίποτα δεν είναι απλό. Ισως αυτό είναι που κάνει η λογοτεχνία ή το σινεμά. Σου λένε ότι τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται».
- Γιατί ισχυρίζεστε ότι οι δύο ήρωές σας είναι ένα και το αυτό; Πού συναντώνται δηλαδή ένας διανοούμενος συγγραφέας με έναν χαζούλη φρουτοφάγο;
«Η εξυπνάδα και η χαζομάρα είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Κανείς δεν μπορεί να είναι έξυπνος 24 ώρες το 24ωρο. Δεν πρέπει να υποτιμάμε την ευεργετική επίδραση της χαζομάρας, ιδίως όταν μένουμε μόνοι με τον εαυτό μας και όταν κανείς δεν μας κοιτάζει. Η ζωή θα ήταν αφόρητη αν παντού κυκλοφορούσαμε με τα καλά μας».[...]
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
No comments:
Post a Comment