- Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ
Ελευθεροτυπία, Πέμπτη 30 Σεπτεμβρίου 2010
Ο Αρθουρ Πεν, ο αντικομφορμιστής Αμερικανός σκηνοθέτης του αξεπέραστου «Μπόνι και Κλάιντ» ( 1967), ο άνθρωπος που δεν σκηνοθέτησε μόνο τους αστέρες του Χόλιγουντ -Μπράντο, Νιούμαν, Μπίτι, Νίκολσον- αλλά και τον Κένεντι στο περίφημο debate με τον Νίξον το 1960, «έφυγε» την Τρίτη. Είχε μόλις κλείσει τα 88 του χρόνια.
Ντάναγουεϊ - Μπίτι στο «Μπόνι και Κλάιντ» (1967)
Ηταν ο διανοούμενος πολιτικοποιημένος σκηνοθέτης που έφερε ευρωπαϊκό αεράκι στο αμερικανικό σινεμά και με τον «επαναστατικό» χειρισμό σκηνών βίας και σεξ μεταμόρφωσε την αμερικανική κινηματογραφική βιομηχανία, ανοίγοντας τον δρόμο για σημαντικούς «επιγόνους». Η ουσιώδης λεπτομέρεια είναι ότι άφησε ιστορία ως κινηματογραφιστής, έχοντας όμως προέλθει από τον χώρο του θεάτρου. Οι σπουδές του στο περίφημο Actors' Studio ήταν ορατές στη «διδασκαλία» των ηθοποιών του.
Αν δεν είχε αγαπήσει τη σκηνή, θα γινόταν ωρολογοποιός, στα βήματα του ρωσο-εβραϊκής καταγωγής πατέρα του. Το μικρόβιο, όμως, το κόλλησε εγκαίρως. Ενώ υπηρετούσε στον στρατό, ιδρύει θίασο. Μόλις απολύεται σπεύδει να φοιτήσει στο αντισυμβατικό Black Mountain College της Ν. Καρολίνας, όπου έχει συμμαθητές τον Τζον Κέιτζ και τον Μερς Κάνινχαμ. Και οι τρεις έγιναν θρύλοι. Συνέχισε τις θεατρικές σπουδές στην Περούτζα και τη Φλωρεντία. Επιστρέφοντας στη Ν. Υόρκη θήτευσε στο Actors' Studio.
.
Υστερα από ένα βραχύ «πέρασμα» απ' την τηλεόραση, το 1957 ο Πεν θα στραφεί στον κινηματογράφο. «Το σινεμά είναι μια όμορφη χώρα», έλεγε. «Στο Χόλιγουντ δεν υπάρχει όμως καμία ελευθερία». Δεν δυσκολεύτηκε, πάντως. «Προερχόμουν από την τηλεόραση και ήξερα τα πάντα για τις κάμερες», εξηγούσε.
Συγχρόνως με το σινεμά, πάντα έβρισκε τον χρόνο να σκηνοθετεί μία στο τόσο μια παράσταση στο θέατρο. Για το «The Miracle Worker» του Γ. Γκίμπσον το 1959 κέρδισε ένα Tony -όπως και η πρωταγωνίστριά του Αν Μπάνκροφτ. Φαίνεται πως αντιλαμβανόταν τη σκηνή και το στούντιο ως συγκοινωνούντα δοχεία: το '62 θα μεταφέρει την παράσταση στο σινεμά, κερδίζοντας μια υποψηφιότητα για Οσκαρ.
Δύο πράγματα απαιτούσε από τους ηθοποιούς του: «διαθεσιμότητα» και «την τόλμη να μπορούν να πλησιάσουν χώρους συναισθηματικά επικίνδυνους». Οι καρποί ήταν «πλούσιοι» από την πρώτη του ταινία, «Ο δραπέτης των 7 πολιτειών» (1958). Δυνατό κλασικό γουέστερν, με τον Πολ Νιούμαν στα ξεκινήματά του. Δεν ήταν μια ταινία που «δήλωνε» τι θα ακολουθούσε. «Ηταν όμως η πρώτη που μου δόθηκε η δυνατότητα να γυρίσω», εξηγούσε. «Ηθελαν γουέστερν».
Σπουδαία υπήρξαν τα αποτελέσματα και της «συνάντησής» του με τον Μάρλον Μπράντο το 1966 στην «Καταδίωξη». Την επόμενη χρονιά, όμως, ο Πεν θα κάνει τη μεγάλη «έξοδο». Με το θρυλικό, αξεπέραστο «Μπόνι και Κλάιντ», την ταινία όπου έγινε γνωστή, δίπλα στον ήδη φτασμένο Γουόρεν Μπίτι, η «πρωτάρα» καλλονή Φέι Ντάναγουεϊ. «Δεν μπορούσα να αντέξω την ομορφιά της, καθώς την κοίταζα μέσα από την κάμερα», είχε εξομολογηθεί ο σκηνοθέτης.
Μπορεί η... πολιτική συμβολή του Πεν να υπήρξε για κάποιους μέγιστη, καθώς συνέβαλε στον θρίαμβο του Κένεντι έναντι του Νίξον, σκηνοθετώντας τον στο debate τους -του είχε υποδείξει να κοιτάζει κατάματα τον φακό. Ομως η ιστορία θα τον θυμάται για τη συμβολή του στην τέχνη του κινηματογράφου με το «Μπόνι και Κλάιντ», ταινία υποψήφια για 10 Οσκαρ.
Στις μεγάλες επιτυχίες του συγκαταλέγεται και το «Μεγάλο ανθρωπάκι» (1970) με τον Ντάστιν Χόφμαν. Οπως, επίσης, οι «Φυγάδες του Μιζούρι» (1976) με έναν επίσης σπουδαίο Μάρλον Μπράντο και έναν αντάξιό του Τζακ Νίκολσον, αλλά και τα «Επτά αινίγματα για τον ντετέκτιβ Χάρι» (1975) με τον Τζιν Χάκμαν. Η τελευταία ταινία του, το 1996, ήταν το «Inside». Μας αποχαιρέτησε με μια ταινία για το απαρτχάιντ, αποδεικνύοντας ξανά την πολιτική του στόφα.
Τα τελευταία χρόνια δίδασκε στο Yale University. Το 2007 ήταν τιμώμενο πρόσωπο στην Μπερλινάλε. Είχε προηγηθεί κατά 5 χρόνια το 15ο Πανόραμα Κινηματογράφου της «Ε», που τον είχε φέρει και τιμήσει στην Αθήνα.*
No comments:
Post a Comment