«Η Γκιζέλα έμενε στο πιο απομονωμένο σημείο της Νάξου, τόσο μακριά που όταν κατέβαινες στο λιμάνι ήταν σαν να πήγαινες στο Λονδίνο. Μέσα στα βράχια, σε ένα φοβιστικό μέρος, είχε φτιάξει μόνη της το σπίτι, με έναν κήπο καταπληκτικό, με δέντρα και φρούτα και λαχανικά, ένα πραγματικό έργο. Την ενδιέφερε να χτίσει μια εκκλησία γιατί ήταν πια αφοσιωμένη στον Θεό και αποφασισμένη να πολεμήσει τον καρκίνο με τον δικό της τρόπο. Χωρίς γιατρούς. Εν μέρει τα είχε καταφέρειόταν «διέλυσε» τον αρχικό καρκίνο στον λαιμό της. Θριαμβολογούσε για την επιτυχία της. Οταν τη γνώρισα στη Νάξο, όπου θα γύριζα την “Τεστοστερόνη”, δεν υπήρχε ρόλος για την Γκιζέλα. Τον δημιούργησε μόνη της. Εκείνη μου είπε ότι ήθελε να παίξει στην ταινία. Σκέφτηκα ότι ήθελε να κάνει ένα πέρασμα, αλλά τελικά έγινε κάτι σαν αρχηγός των γυναικών στο λιμάνι. Με το έτσι θέλω έφτιαξε τον ρόλο. Και εγώ άλλο που δεν ήθελα.
Η Γκιζέλα είχε παλικαριά. Πίστευε ότι, ως νέα, είχε ζήσει τη ζωή της κατ΄ επιλογήν άλλων, που δεν της αναγνώρισαν καμία άλλη αξία πέραν του ωραίου κορμιού και προσώπου. Αυτό την τσάτιζε, μα και της έδινε δύναμη για να πει ότι δεν είναι αυτή που βλέπουμε στο πανί αλλά κάτι πέρα από αυτό».
No comments:
Post a Comment