Τερζής Κ., Η ΑΥΓΗ: 26/09/2010
Από την Πτολεμαΐδα μέχρι τα Ανω Λιόσια, ο «Μαχαιροβγάλτης» του Γιάννη Οικονομίδη διαγράφει μια έκκεντρη διαδρομή στο σώμα της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας που αποτυπώνει με ευκρίνεια τις σημερινές αναζητήσεις του «νέου» ελληνικού σινεμά, ναι, αυτό το σινεμά που μαζεύει βραβεία τα τελευταία δύο χρόνια στα διεθνή φεστιβάλ.
Η επίσημη έναρξη του διεθνούς τμήματος του 23ου Πανοράματος θα γίνει το βράδυ της 21ης Οκτωβρίου, με τη βραβευμένη τουρκική ταινία "Μέλι" του Σεμίχ Καπλάνογλου
Ο «Μαχαιροβγάλτης» του Γιάννη Οικονομίδη, μια ταινία "γεμάτη ξεπεσμένη βιομηχανία, ποδόσφαιρο και σπίτια όπου η τηλεόραση είναι συνέχεια ανοιχτή", θα κάνει τελικά πρεμιέρα σε ένα ελληνικό φεστιβάλ, στο φετινό 23ο Πανόραμα Ευρωπαϊκού κινηματογράφου, στις 20 Οκτωβρίου, και στις αίθουσες θα τον δούμε στις 4 Νοεμβρίου. Σαν «πυροβολισμό εξ επαφής» προσδιορίζει ο γεννημένος στη Λεμεσό το 1967 Γιάννης Οικονομίδης το σινεμά που κάνει, και σχεδόν στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο Κώστας Ζάπας (γενν. το 1969), που η γαλλική εφημερίδα "L’Humanite" είχε χαρακτηρίσει ως «την ελληνική εξαίρεση» (σίγουρα ο ίδιος δεν αισθάνεται πια "εξαίρεση") και η προηγούμενη ταινία του "Μικρές Ελευθερίες" χρηματοδοτήθηκε από τη Zentropa, την εταιρεία διεθνών κινηματογραφικών πωλήσεων που ανήκει στον Λαρς φον Τρίερ. Η τελευταία ταινία του Κώστα Ζάπα, "Η ανταρσία της Κόκκινης Μαρίας", θα παρουσιαστεί και αυτή στο φετινό Πανόραμα και μάλιστα συμμετέχει στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα της διοργάνωσης: Σε μια πόλη, με τη heavy metal μουσική να κυριαρχεί και τη φωνή της Μαρίας Κάλλας να στοιχειώνει τους ήρωες, ένας ηλικιωμένος άντρας, πρώην τρομοκράτης, που ντύνεται γυναίκα, «η κόκκινη Μαρία», ζει χωρίς νόμους στο περιθώριο, σαν πόρνη και διασκεδαστής, χορεύοντας στα καφέ παλιούς, ξεπερασμένους χορούς, για τους θαμώνες...
Στο φετινό Πανόραμα ο ελληνικός κινηματογράφος έχει την τιμητική του, όχι μόνο με νέες παραγωγές αλλά και με ένα αφιέρωμα στις άδικα παραγνωρισμένες ταινίες της δεκαετίας του `80. Ανάμεσα στις δέκα πιο αντιπροσωπευτικές ταινίες της περιόδου που έχουν επιλεγεί θα προβληθούν και οι: "Καρκαλού" του Σταύρου Τορνέ, "Βαριετέ" του Νίκου Παναγιωτόπουλου, "Ρεπό" του Βασίλη Βαφέα και "Η τιμή της αγάπης" της Τώνιας Μαρκετάκη. Κατά τα άλλα, το φετινό 23ο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, προσανατολισμένο όπως πάντα στο καλό ευρωπαϊκό σινεμά, περιλαμβάνει το Διαγωνιστικό Τμήμα με ευρωπαϊκές ταινίες που δεν έχουν προβληθεί στην Ελλάδα (τα βραβεία του διαγωνιστικού τμήματος απονέμουν δύο επιτροπές, η διεθνής κριτική επιτροπή, αποτελούμενη από πρόσωπα του κινηματογραφικού χώρου, και μία επιτροπή από μέλη της Διεθνούς Ομοσπονδίας Κριτικών Κινηματογράφου).
Η επίσημη έναρξη του διεθνούς τμήματος του 23ου Πανοράματος θα γίνει το βράδυ της 21ης Οκτωβρίου, με τη βραβευμένη τουρκική ταινία "Μέλι" του Σεμίχ Καπλάνογλου (Χρυσή Αρκτος στο Φεστιβάλ Βερολίνου 2010). Σο φετινό Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου ωστόσο ξεχωρίζει το αφιέρωμα στον πρωτεργάτη του ανεξάρτητου αμερικανικού σινεμά, Σάμιουελ Φούλερ, δημιουργό εξαιρετικά παραγωγικό αλλά παραγνωρισμένο, που εύκολα παρεξηγήθηκε ακόμη και σαν αντικομμουνιστής, αλλά τελικά έμεινε στην ιστορία του κινηματογράφου ως σημείο αναφοράς σκηνοθετών όπως ο Τζιμ Τζάρμους, ο Κουέντιν Ταραντίνο αλλά και ο Μάρτιν Σκορσέζε.
Ο γεννημένος το 1911 Σάμιουελ Φούλερ μπήκε από 12 χρονώ σαν παιδί για όλες τις δουλειές στις εφημερίδες της εποχής και στα 17 του ανέλαβε το αστυνομικό ρεπορτάζ, ερχόμενος καθημερινά αντιμέτωπος με ιστορίες βίας, αίματος, πάθους και εκδίκησης, μαθαίνοντας έτσι να βλέπει και να μεταδίδει την πραγματικότητα "απλά και άμεσα". Όταν αργότερα βρέθηκε να πολεμά στα πεδία των μαχών στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Φούλερ "σφραγίστηκε" τόσο ως άνθρωπος όσο και ως δημιουργός. Η ψυχροπολεμική παράνοια της δεκαετίας του `50, περίοδο κατά την οποία έδωσε τις πιο σημαντικές δουλειές του, δεν ήταν εύκολο ούτε να αναγνωρίσει ούτε να αποδεχτεί το δημιουργικά αναρχικό του πνεύμα του και την πρωτότυπη ματιά του. Στον "Πορτοφολά" που γύρισε το 1953, ορισμένοι διάβασαν μια "αμερικάνικη αντικομμουνιστική προπαγάνδα", χωρίς να μπορούν να συλλάβουν την αυτοϋπονόμευση από τη μεριά του δημιουργού, ενώ και ο διαβόητος Έντγκαρ Χούβερ του FBI, που "κατάλαβε" καλύτερα την ταινία, είχε δηλώσει πως "δεν την εγκρίνει"...
Το 23ο Πανόραμα τον τιμά με την προβολή τεσσάρων ταινιών του, δίνοντας μια σπάνια ευκαιρία στο ελληνικό κοινό να έρθει σε επαφή με το σπουδαίο έργο του. Οι ταινίες του αφιερώματος είναι: "I Shot Jesse James" (1949), "The Baron of Arizona" (1950), "The Steel Helmet" (1951), "White Dog" (1982), καθώς και δύο σε δικό του σενάριο, το "Shockproof" (1949) και το "Scandal Sheet" (1952, βασισμένο στο μυθιστόρημα "The Dark Page").
Στο "I Shot Jesse James", αποδομεί τον ρομαντισμό από την παρανομία, στο "The Baron of Arizona" στήνει ένα εξαιρετικό πορτρέτο μεγαλομανίας και διαφθοράς, ενώ το "The Steel Helmet" αποτελεί ίσως το πρώτο αριστούργημά του και την πρώτη πολεμική ταινία του (αναφέρεται στον πόλεμο της Κορέας). Το "White Dog" φέρνει σε πρώτο πλάνο ένα σκυλί εκπαιδευμένο να επιτίθεται και να σκοτώνει μόνο μαύρους, ένα καυστικό σχόλιο για τον ρατσισμό, που τον βλέπει ως ιστορία τρόμου. Το "White Dog έμεινε" θαμμένο από την εταιρεία παραγωγής για σχεδόν 25 χρόνια, θύμα μιας βιομηχανίας που φοβήθηκε και μιας κοινωνίας που αρνήθηκε να κοιτάξει τον εαυτό της στον καθρέφτη.
Μετά τη δυσάρεστη εμπειρία με το "White Dog", ο Φούλερ μετακομίζει στη Γαλλία. Ακόμα και μετά τον θάνατο του, το 1997, συνέχισε να αποτελεί πηγή έμπνευσης για το αμερικανικό σινεμά και να επηρεάζει τις νέες γενιές των σκηνοθετών.
Πλούσιο θα είναι φέτος και το τμήμα του Πανοράματος «Η Διεθνής Εικόνα σε Πρώτη Προβολή», με ταινίες από την Ευρώπη αλλά και τον υπόλοιπο κόσμο. Ανάμεσα στις νέες ταινίες και δύο από τις πιο σημαντικές ταινίες του φετινού φεστιβάλ των Καννών:
"Εγκεκριμένο αντίγραφο" (Certified Copy/Copie conforme) του 69χρονου Ιρανού δημιουργού Αμπάς Κιαροστάμι, στην πρώτη του σκηνοθετική δουλειά στη Δύση, με μια εξαιρετική ερμηνεία από τη Ζιλιέτ Μπινός. Ο Ιρανός σκηνοθέτης καταγράφει με ελεγειακό ύφος τη μοναξιά και την έλλειψη επικοινωνίας του σύγχρονου πολιτισμού μέσα από τη σύντομη συνάντηση ενός Άγγλου συγγραφέα με μια Γαλλίδα στην Ιταλία.
"Chantrapas" του Οτάρ Ιοσελιάνι – η οδύσσεια ενός Γεωργιανού σκηνοθέτη του κινηματογράφου που, έχοντας υποστεί λογοκρισία στην πατρίδα του, αναζητά την ελευθερία στη Γαλλία, για ν’ ανακαλύψει πως κι εκεί υπάρχει μια άλλου είδους λογοκρισία, επιβεβλημένη από τη λογική του κέρδους…
Ένα άλλο ενδιαφέρον αφιέρωμα του 23ου Πανοράματος παρουσιάζει μια επιλογή από δέκα ταινίες σπαγγέτι γουέστερν, ταινίες που σήμερα έχουν χαρακτηριστεί cult. Το σπαγγέτι γουέστερν άνθησε ανάμεσα στα 1960 και 1975 στην Ευρώπη, με συνολική παραγωγή περίπου 600 ταινιών. Στην περίοδο εκείνη το αμερικανικό γουέστερν βρισκόταν σε παρακμή, με αποτέλεσμα οι Ευρωπαίοι παραγωγοί να "πάρουν τα ηνία στα χέρια τους". Το πρώτο ιταλικό γουέστερν γυρίστηκε βέβαια πολύ νωρίτερα, το 1913, στην περίοδο του βωβού, και ήταν «Η Ινδιάνα βαμπίρ», με πρωταγωνίστρια την Μπίτσε Βαλέριαν και σκηνοθέτη τον Βιντσέντζο Λεόνε, πατέρα του γνωστού σκηνοθέτη Σέρτζιο Λεόνε, ο οποίος, 50 χρόνια αργότερα, θα "απογειώσει" το σπαγγέτι γουέστερν. Για λόγους εμπορικότητας οι σκηνοθέτες στην Ιταλία χρησιμοποιούσαν αμερικανικά ψευδώνυμα -ο ίδιος ο Λεόνε υπέγραψε αρχικά το «Για μια χούφτα δολάρια» με το ψευδώνυμο Μπομπ Ρόμπερστον. Το πρώτο σπαγγέτι εκείνης της περιόδου ήταν το "Οι τρεις ακατάβλητοι» του Γιοακίν Λούις Ρομέρο Μάρτεντ, συμπαραγωγή ανάμεσα στους Ιταλούς και τους Ισπανούς, γυρισμένο το 1962 στην Ισπανία -δεν πρέπει να ξεχνάμε πως πολλά από τα ιταλικά γουέστερν της εποχής εκείνης γυρίστηκαν στην Ισπανία και συγκεκριμένα στην περιοχή της Αλμερίας που "θύμιζε" Μεξικό.
Στο Πανόραμα θα προβληθούν: "Η σκιά του θανάτου" του Σέρτζιο Κορμπούτσι, "Το όνομά μου είναι Κανένας" του Τονίνο Βαλέρι, "Ο καβαλάρης του θανάτου" του Τζούλιο Πετρόνι, "Κεόμα" του Εντζο Καστελάρι, "Οι τέσσερις ιππότες της Αποκάλυψης" του Λούτσιο Φούλτσι, "Κάποτε στη Δύση" του Σέρτζιο Λεόνε".
No comments:
Post a Comment