Monday, September 6, 2010

Χαμένος στο Χόλιγουντ με τη ματιά μιας Κόπολα

  • 67ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΒΕΝΕΤΙΑΣ
  • Η ταινία «Κάπου» («Some- where») της Σοφίας Κόπολα και οι «Σιωπηλές ψυχές» του Αλεξέι Φεντορτσένκο, που προβλήθηκαν στο διαγωνιστικό τμήμα, έδωσαν μια ξεχωριστή νότα στο φεστιβάλ.
Η Σοφία Κόπολα ανάμεσα στους εξαιρετικούς ηθοποιούς της: Στίβεν Ντορφ και Ελ Φάνινγκ
Το απόγευμα του Σαββάτου είχαμε και μια μεγάλη πορεία διαμαρτυρίας από κατοίκους της Βενετίας, ενάντια στο σχέδιο του Μπερλουσκόνι να δημιουργηθεί εργοστάσιο πυρηνικής ενέργειας 20 χιλιόμετρα από την ιστορική Πλατεία του Σαν Μάρκο.
Με το τίμημα της δημοσιότητας και τα αδιέξοδα στα οποία οδηγούνται αρκετοί σταρ του Χόλιγουντ καταπιάνεται στο «ρόουντ-μούβι» της «Πουθενά», η Σοφία Κόπολα, την οποία το κοινό υποδέχθηκε με ένα πολύ θερμό χειροκρότημα. Ο Ιταλοαμερικανός ήρωάς της, Τζόνι Μάρκο (ένας πολύ εκφραστικός Στίβεν Ντορφ), είναι ένας αποξενωμένος από την οικογένειά του νεαρός σταρ. Στο καλογραμμένο σενάριό της η Κόπολα τον παρουσιάζει να περνάει τα βράδια του σε γλέντια στο περιβόητο ξενοδοχείο «Chateau Marmont» του Λος Αντζελες, είτε ξαπλωμένος μόνος στο δωμάτιό του να παρακολουθεί ιδιωτικό lap dance από δυο ξανθές χορεύτριες (οι δίδυμες αδερφές, γνωστά μοντέλα του Πλεϊμπόι, Σάρον). Στη διάρκεια της ημέρας, τρέχει σε φωτογραφήσεις, συνεντεύξεις Τύπου (όπου αντιμετωπίζει συχνά ηλίθιες ερωτήσεις) ή στο Μιλάνο, για να παραλάβει το γελοίο «Βραβείο της Γάτας».
Ομως, πίσω από τη λουστραρισμένη επιφάνεια, είναι ένας κενός, χωρίς κανέναν σκοπό στη ζωή του, άνθρωπος. Ολα αυτά μέχρι που η γυναίκα του τού αφήνει για λίγο την εντεκάχρονη κόρη τους, Κλεό (πραγματική αποκάλυψη η μικρή Ελ Φάνινγκ). Η επαφή του μαζί της του δίνει την ευκαιρία να ζήσει πιο ανθρώπινα και ν' αρχίσει να διερωτάται για την ίδια την ύπαρξή του. Ταινία αυτογνωσίας, το «ρόουντ-μούβι» της Κόπολα αφηγείται την πορεία του ήρωά της μ' ένα μινιμαλιστικό, ρεαλιστικό στιλ, που θυμίζει τις πρώτες ταινίες του Τζιμ Τζάρμους και το δικό της, «Χαμένοι στη μετάφραση». Στα «συν», η σχεδόν ντοκιμαντερίστικη αντιμετώπιση της φωτογραφίας του Ελληνοαμερικανού Χάρι Σαββίδη και οι πολύ καλές ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών.
Διαφορετικό «ρόουντ-μούβι» είναι η ελεγειακή ταινία «Σιωπηλές ψυχές» του Φεντορτσένκο. Είναι η ιστορία δύο φίλων, του Μίρον και του Αϊστ, οι οποίοι, όταν η γυναίκα του πρώτου πεθαίνει, ξεκινούν ένα ιδιάζον «ταξίδι αποχωρισμού», σύμφωνα με την ιεροτελεστία της κουλτούρας των Μέργια, μιας αρχαίας φινλανδο-ουγγρικής φυλής που κάποτε είχε εγκατασταθεί στην κεντροδυτική Ρωσία. Με την κάμερα να καταγράφει με λεπτομέρειες τη μοναχική πορεία τους σε έρημες, αχανείς εκτάσεις, και την όμορφη ιεροτελεστία της ταφής, αλλά και με φλας-μπακ σε ερωτικές στιγμές του Μίρον με τη γυναίκα του, ο Φεντορτσένκο υπογράφει ένα λυρικό ποίημα στον έρωτα, στη ζωή και στον θάνατο.
  • Σκηνές με Γιαλέλη
Με σκηνές του Στάθη Γιαλέλη από το «Αμέρικα, Αμέρικα» αρχίζει το ωριαίο ντοκιμαντέρ «Γράμμα στον Ηλία», των Μάρτιν Σκορσέζε και Κεντ Τζόουνς. Απλή, ωραία, συγκινητική ταινία-ύμνος στο έργο του μεγάλου Ηλία Καζάν, με φωτογραφικό υλικό και αποσπάσματα από τις διάφορες ταινίες του και με τον Σκορσέζε να τονίζει τον ρόλο που έπαιξαν στη δική του καριέρα.
Ενα αυστηρό, ελλειπτικό, ερμητικό στιλ κυριαρχεί στην ταινία «Post Mortem» («Νεκροψία») του Χιλιανού Πάμπλο Λαρέν. Παρουσιάζει μια εικόνα της φρικτής κατάστασης στη Χιλή του Πινοσέτ, μέσα από τη ζωή ενός δημόσιου υπαλλήλου στο τμήμα νεκροψίας του νοσοκομείου του Σαντιάγο, το 1973.
Μπορεί στο ασυνήθιστο γουέστερν «Meek's Cutoff» της Κέλι Ράιτσαρντ («Γουέντι και Λούσι») να μη συμβαίνει σχεδόν τίποτα -μια μικρή ομάδα αποίκων ταξιδεύει για να εγκατασταθεί στην Αγρια Δύση-, αλλά η χρήση των χώρων, οι άνθρωποι, χαμένοι στις απέραντες, αφιλόξενες πεδιάδες, οι σιωπές, η συμπαθητική -πολύ ανθρώπινη- ρεαλιστική ματιά της σκηνοθέτιδος πάνω στα πρόσωπα, αλλά κι ένα μικρό ξέσπασμα που κινδυνεύει να καταστρέψει τη σχέση ανάμεσα στα πρόσωπα, μου θύμισαν τα πολύ προσωπικά γουέστερν («The Shooting», «Ride the Whirlwind») του Μόντι Χέλμαν.
  • Και η Ντενέβ, δήμαρχος
Ιδιαίτερα διασκεδαστική ήταν η γαλλική ταινία «Potiche» του Φρανσουά Οζόν, βασισμένη σε ένα επιτυχημένο θεατρικό έργο του '80. Η Κατρίν Ντενέβ, συζύγος εργοστασιάρχη σε επαρχιακή πόλη της Γαλλίας του 1977, από «Potiche» («γλάστρα» του σπιτιού) μετατρέπεται σταδιακά σε απελευθερωμένη γυναίκα, όταν αναγκάζεται να αναλάβει τη διεύθυνση του εργοστασίου. Τελικά, αγωνίζεται ενάντια στον νυν δήμαρχο και πρώην εραστή της (ένας απολαυστικός Ζεράρ Ντεπαρντιέ) στις δημοτικές εκλογές.
Στην εκτός διαγωνιστικού μέρους «Δυναστεία των δολοφόνων», ο Κινέζος σκηνοθέτης Τζον Γου, που την Παρασκευή τιμήθηκε με το Ειδικό Χρυσό Λιοντάρι για το σύνολο του έργου του, παρουσιάζει με επικό στιλ μια μεσαιωνική περιπέτεια με ηρωίδα μια γυναίκα-άσο του κουνγκ φου, που συγκρούεται με διάφορες ομάδες δολοφόνων. Μια απολαυστική περιπέτεια, διανθισμένη με εντυπωσιακές συγκρούσεις κουνγκ φου, στημένες με χορογραφική μαεστρία.*

No comments: