Ερωτισμός και μυστήριο στη νέα ταινία του Ατόμ Εγκογιάν, με θέμα τον έρωτα μιας γυναίκας για την «αντικαταστάτριά» της
Η ασυνήθιστη πλοκή και ο πηγαίος ερωτισμός είναι στοιχεία που ξεχωρίζουν στην «Υποψία» («Chloe», Καναδάς/ΗΠΑ, 2009), την τελευταία δημιουργία του καναδοαρμένη σκηνοθέτη Ατόμ Εγκογιάν. Το φιλμ (του οποίου το σενάριο στηρίζεται στη γαλλική ταινία «Ναταλί») αναφέρεται στο εσωτερικό αδιέξοδο μιας επιτυχημένης γυναικολόγου ( Τζουλιάν Μουρ ) η οποία πανικοβλημένη προσπαθεί να διατηρήσει τον έλεγχο της ζωής της: πρώτον, δεν είναι πλέον νέα και όσο θα ήθελε όμορφη και δεύτερον, δεν νιώθει ελκυστική προς τον σύζυγό της ( Λίαμ Νίσον ), ο οποίος πιθανότατα την απατά. Προκειμένου να μάθει αν οι υποψίες της έχουν βάση, η γυναίκα καταφεύγει στα άκρα και προσλαμβάνει μια πόρνη πολυτελείας, τη Χλόη ( Αμάντα Σίφριντ ), για να τη χρησιμοποιήσει ως δόλωμα.
Α ν και ως ταινία είναι καλοσκηνοθετημένη, ο «Χάρι Μπράουν» («Ηarry Βrown», Αγγλία, 2010) του Ντάνιελ Μπάρμπερ προάγει τόσο ακραίες θέσεις που χωρίς τον Μάικλ Κέιν στον ρόλο του ήρωα του τίτλου, θα περνούσε στα ψιλά. Ο Χάρι Μπράουν είναι ένας συνταξιούχος πρώην στρατιωτικός- όχι στα καλύτερα της υγείας του- ο οποίος αποφασίζει να πάρει τον νόμο στα χέρια του και να «καθαρίσει» την περιοχή του στις παρυφές του Λονδίνου από τα «ανθρώπινα απόβλητα» που την εξουσιάζουν.
Υπολογίζει όμως χωρίς τον ξενοδόχο γιατί... πώς θα μπορούσε να φανταστεί ότι ή ίδια θα ένιωθε ερωτική έλξη προς τη νεαρή κοπέλα.
Η «Υποψία» δεν ανήκει στις ταινίες που σου δίνουν τη λύση του αινίγματος στο πιάτο. Δεν ενδιαφέρεται καν να το κάνει. Ο Εγκογιάν αγαπά το ερωτικό παιχνίδι, δουλεύει στις σκιές των πραγμάτων, στην αμφιβολία, αναμοχλεύει όλες τις πιθανότητες παραμένοντας επικεντρωμένος στις αντιδράσεις των ηρώων, στην ψυχολογία τους και στη δημιουργία ερωτικής ατμόσφαιρας (κάτι που άλλωστε ξέρει πολύ καλά να κάνει - αρκεί να θυμηθεί κανείς την «Εξότικα»).
Η σέξι φιγούρα της Αμάντα Σίφριντ (η κόρη της Μέριλ Στριπ στο «Μάμα μία!») τον εξυπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο αφού η αγγελική-σατανική «αντικαταστάτρια» της ανήσυχης συζύγου σαγηνεύει μόνο και μόνο με την ύπαρξή της.
Η Τζουλιάν Μουρ είναι όπως πάντα υπέροχη, ενώ ο Λίαμ Νίσον δεν έχει ρόλο, έχει όμως γοητεία. Την ίδια στιγμή η «Υποψία» γέρνει προς την πλευρά του θρίλερ διατηρώντας το ενδιαφέρον αμείωτο- συμβάλλει σε αυτό και η μουσική του Μάικλ Ντάνα. Σε γενικές γραμμές μια δυναμική επιστροφή ενός σκηνοθέτη που τα τελευταία χρόνια είχε χάσει τον παλιό καλό εαυτό του.
Το φιλμ θυμίζει συνδυασμό «Εκδικητή της νύχτας» με τον Τσαρλς Μπρόνσο ν και «Συλλάβετε τον Κάρτερ» με τον ίδιο τον Κέιν 40 χρόνια νεότερο. Προσωπικά βρήκα και μια ιδέα από «Gran Τorino» επειδή ηλικιακά ο ήρωας του Κέιν ταιριάζει με εκείνον του Κλιντ Ιστγουντ. Εδώ όμως ο εξωραϊσμός της αυτοδικίας γίνεται με τόσο απροκάλυπτο τρόπο ώστε να λειτουργήσει η καταγγελτική διάθεση της ταινίας, που εν τέλει νιώθεις βαθιά ενοχλημένος. Πάντως το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της ταινίας είναι ο δραματουργικός χώρος της, ένα Λονδίνο που δεν θα δούμε ποτέ στους τουριστικούς οδηγούς της πόλης, άγριο, βρώμικο και επικίνδυνο.
«Προσκύνημα στη Λούρδη» («Lurdes») της Τζέσικα Χλάουσνερ
Να μια ταινία που μπορεί εύκολα να παρεξηγηθεί. Στο πρώτο μισό θυμίζει ντοκυμαντέρ για τη Λούρδη, τον θρυλικό τόπο προσκυνήματος στην καρδιά των Πυρηναίων, τον οποίο επισκέπτονται χιλιάδες αναμένοντας το μεγάλο θαύμα- κάτι σαν την Παναγία της Τήνου τον Δεκαπενταύγουστο. Στο δεύτερο μισό όμως τα πράγματα αλλάζουν καθώς ένα θαύμα όντως πραγματοποιείται και διαμορφώνει ριζικά τη ζωή της γυναίκας που το ζει (η Σιλβί Τεστούντ, μια από τις νέες αποκαλύψεις του γαλλικού κινηματογράφου, στη φωτογραφία). Παρά το θρησκευτικό-εκκλησιαστικό κλίμα που επικρατεί σε όλη την ατμόσφαιρα, το «Προσκύνημα στη Λούρδη» δεν είναι τόσο μια θρησκευτική όσο μια φιλοσοφική-ψυχολογική ταινία που καυτηριάζει με χιούμορ τις καταστάσεις που περιγράφει αναδεικνύοντας μάλιστα σε όλο του το μεγαλείο το στυγνό «εμπόριο του θαύματος» κάτω από την ομπρέλα της θρησκείας.«Ομορφη ζωή» («La buena vida») του Αντρές ΓουντΦέτες ζωής από την καθημερινότητα του σύγχρονου Σαντιάγο της Χιλής σκηνοθετημένες από τον δημιουργό του «Ματσούκα» (2004). Ενας 40άρης εργένης που ταλαιπωρείται από μια απαιτητική μάνα και το «φάντασμα» του πατέρα του (η σορός του θα αποτεφρωθεί αν δεν ανανεωθεί η πληρωμή). Μια χωρισμένη υπάλληλος δημοσίου κέντρου υγείας που προωθεί τη χρήση προφυλακτικού στις ιερόδουλες αλλά δεν μπορεί να επικοινωνήσει με την κόρη της που είναι έγκυος. Ενας νεαρός κλαρινετίστας που βλέπει το ταλέντο του να υποκύπτει στην αλαζονική συμπεριφορά του. Ενδιαφέρουσες όλες οι ιστορίες, προβάλλουν την ομορφιά της ζωής μέσα από μικρές, φαινομενικά ασήμαντες κινήσεις γενναιοδωρίας, όπως ένα λούσιμο μαλλιών (του εργένη στη μητέρα του) ή το ότι το χαμένο κλαρινέτο του μουσικού παραδίδεται στον κάτοχό του. Παίζουν: Αλίν Κουπενχάιμ, Μανουέλα Μαρτέλι, Αλφρέδο Κάστρο. «Ζητείται γαμπρός»
(«Leap year») του Αναντ Τάκερ
Σύμφωνα με ένα έθιμο του 5ου αιώνα, στην Ιρλανδία η 29η Φεβρουαρίου (κάθε τέσσερα χρόνια) είναι ημέρα πολύτιμη για κάθε γυναίκα που θέλει να παντρευτεί. Αρκεί να εκφράσει την επιθυμία της μέσα στα χρονικά πλαίσια της ημέρας. Το έθιμο αποφασίζει να ακολουθήσει η Εϊμι Ανταμς - τέλεια για μια ακόμη φορά ως χαζοαμερικανίδα που ξέρει να ταλαιπωρεί τους άλλους και να ταλαιπωρείται ακόμη περισσότερο η ίδια. Καλώς ή κακώς στο διάβα της θα βρεθεί ένας ταβερνιάρης ( Μάθιου Γκουντ, στη φωτογραφία με την Ανταμς) και μαζί θα οργώσουν την ιρλανδική επαρχία προκειμένου το κορίτσι να φθάσει στην ώρα του στο Δουβλίνο. Ολα αυτά πλάθουν μια ωραία, γλαφυρή ταινιούλα, ευχάριστη σε προθέσεις αλλά και ως αποτέλεσμα. Τίποτε το αξέχαστο αλλά με έξυπνες αναφορές πάνω στα ιρλανδέζικα ήθη τα οποία, ούτως ή άλλως, προσωπικά πάντοτε απολάμβανα.ΝΤΟΚΥΜΑΝΤΕΡΜε το «Σινεμά γυμνό» ο Δημήτρης Κολιοδήμος και ο Βάσος Γέωργας (σενάριο και σκηνοθεσία αντιστοίχως) κάνουν μια καταγραφή του ελληνικού πορνό, από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 ως την παρακμή του (το φιλμ αγγίζει αμυδρά και τις ημέρες μας, αν και δυστυχώς οι δημιουργοί δεν πρόλαβαν την Τζούλια Αλεξανδράτου ). «Μαλακό» ή «σκληρό», το ελληνικό γυμνό έχει γράψει τη δική του ιστορία στις αίθουσες. Για εκείνη την εποχή, του Κώστα Γκουσγκούνη (στη φωτογραφία, από την ταινία «Ηταν άξιος») και της Τίνας Σπάθη, του Τέλλη Σταλόνε αλλά και όλων όσοι αργότερα... έκαναν την πάπια (λες και δεν είχαν ιδέα για το πού έπαιζαν) μιλούν εκπρόσωποι του χώρου, όπως ο σκηνοθέτης Ομηρος Ευστρατιάδης, ο ηθοποιός Φαίδων Γεωργίτσης αλλά και ο βαρόνος της ελληνικής «τσόντας», ο Βerto (Νάσος Σπύρης).
Γυρισμένο το 1979, το ντοκυμαντέρ «Αστραπή πάνω από το νερό» («Lightning over water»/«Νick΄s movie») ξεκίνησε ως ταινία μυθοπλασίας που θα σκηνοθετούσαν μαζί ο Γερμανός Βιμ Βέντερς και το είδωλό του, ο αμερικανός σκηνοθέτης Νίκολας Ρέι (στη φωτογραφία) του «Επαναστάτη χωρίς αιτία». Ωστόσο το σχέδιο χάλασε και έτσι αυτό που απέμεινε ήταν ένα ντοκυμαντέρ μυθοπλασίας πάνω στον Νίκολας Ρέι ο οποίος κατά την περίοδο των γυρισμάτων βρισκόταν στα τελευταία του (πέθανε από καρκίνο). Παρακολουθούμε τις τελευταίες ώρες ενός αγριμιού που δεν λέει με τίποτε να σωριαστεί, καπνίζει μετά μανίας και δίνει συναρπαστικές διαλέξεις. Ο Βέντερς δηλώνει τη βαθύτατη αγάπη του για τον grand master, όπως επίσης δηλώνει τον φόβο του μήπως ο ασθενής Ρέι πέσει θύμα λαϊκίστικης εκμετάλλευσης της κάμεράς του. «Αυτό δεν θα γίνει» τον διαβεβαιώνει ο υπερήλικας μάγκας γνωρίζοντας πολύ καλά ότι και οι δυο θα εκτεθούν το ίδιο- κάτι που γίνεται.
- Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artId=324409&dt=08/04/2010#ixzz0kTk3PKP6
No comments:
Post a Comment