Μαμ, Νανά και νάνι... Υπόσχεται η κινηματογραφική εκδοχή του ομότιτλου μυθιστορήματος του Ανδρέα Στάικου. Η ανάλαφρη ιστοριούλα θα μπορούσε να εξελιχθεί σε χαριτωμένα συμπαθητική ταινία, δυστυχώς όμως υποφέρει από άκρατο έλλειμμα αυθεντικότητας.Εικόνες και συμπεριφορές ευθυγραμμισμένα με μοντέλα deje - vu. Ενα μάτσο κλισέ, το ένα πλάι στο άλλο που κινούνται εντός των πλαισίων της καθεστηκυίας διαφημιστικής αισθητικής και των live style προτύπων. Εκτός του τρίο Χωραφάς, Ζυγούλη, Μαρκουλάκης, συμπρωταγωνιστεί και το φαγητό. Δεδομένου ότι το τελευταίο συνιστούσε το επίκεντρο σε λαμπρότατες κινηματογραφικές παραγωγές όπως Το Μεγάλο φαγοπότι, Η Γιορτή της Μπαμπέτ, Μπέλλα Μάρτα... οι Επικίνδυνες Μαγειρικές τελούν υπό την δαμόκλειο σπάθη της μνήμης, της σύγκρισης και της απόρριψης.Βλέποντας την ταινία του Βασίλη Τσελεμέγκου, άθελά μου την συνέκρινα με την θεματικά συγγενή και αυθεντικά γοητευτική, Μπέλλα Μάρτα της Σάντρα Νέτελμπεκ με τον Σέρτζιο Καστελίτο, ταινία που κατακλύζεται από αλήθεια, από κραυγές ανάγκης για ουσιαστική επικοινωνία που συντελείται μέσα από την μαγειρική. Αναντίρρητα, η γοητεία συνιστά στοιχείο θεμελιώδες κι όχι μόνο στην τέχνη. Είναι εκείνη η ιδιαίτερη δύναμη που εκπέμπει η ομορφιά, η εξυπνάδα, η ακτινοβολία, το στυλ και η έλξη που προκαλείται από όλα αυτά. Η γοητεία θέλγει, σαγηνεύει και μαγεύει. Ιδιαίτερα όταν έχουμε να κάνουμε με ερωτικές ιστορίες και ρόλους που εξαρτούν την δραματουργική τους ύπαρξη από την γοητεία. Θεωρώ ότι πρόκειται για την περίπτωση του ερωτικού τριγώνου, της πανωραίας Νανάς με δυο μάγειρες, τον γκουρμέ σεφ Δαμοκλή και τον Δημήτρη που εργάζεται σε ποντοπόρο πλοίο. Για χάρη του έρωτά της οι δυο άνδρες - που κατοικούν σε διπλανά διαμερίσματα και δεν γνωρίζει ο ένας ότι αντίπαλός του είναι ο άλλος - αναμετρούνται γαστρονομικά, παραβγαίνοντας σε πνευματικότητα, γνώσεις και γεύσεις ενώ εκείνη αφήνεται να μυηθεί στην έννοια της σχεδόν αισθησιακής απόλαυσης, έως την ώρα της οδυνηρής για όλους τους συμβαλλόμενους αποκάλυψης. Οσο η ταινία πλησιάζει προς την ολοκλήρωσή της, οι ίδιοι χαρακτήρες αποκαλύπτουν μια πιο ώριμη, πιο ειλικρινή και πιο δομημένη πλευρά του εαυτού τους, που όμως είναι αργά ώστε να εκληφθεί, αναδρομικά, ως επαρκής. Αυτά τα δραματουργικά χαρακτηριστικά μάλλον θα έπρεπε να σηματοδοτούν την αφετηρία των ρόλων. Φαίνεται ότι οι ρόλοι πλάστηκαν μονοδιάστατα, θυμίζουν ξεφούσκωτα μπαλόνια, όχι ξεχειλωμένα γιατί οι πρωταγωνιστές είναι φυσικά όλοι τους κομψοί. Η παραγωγή θεώρησε μάλλον ότι η εξωτερική κομψότητα ήταν υπεραρκετή για το ευρύ κοινό που εκπαιδεύεται να αγοράσει και να καταναλώσει ποικιλοτρόπως το προϊόν. Οι Επικίνδυνες μαγειρικές δεν εκπέμπουν ίχνος γοητείας, γιατί η ταινία δεν έχει να πει τίποτα, γιατί αν δεν έχει να πει κάτι, δεν έχει λόγο ύπαρξης. Γι' αυτό και οι ρόλοι είναι περιγράμματα, χωρίς ανθρώπινο περιεχόμενο. Ο κεντρικός ρόλος, η Νανά, ενσάρκωση της γοητείας αλλά και συνδετικός κρίκος και στήριγμα της ραχοκοκαλιάς της ταινίας, είναι στα καλύτερά της όταν ποζάρει ακίνητη και άλαλη για τους σπουδαστές της Καλών Τεχνών, γιατί τότε δεν περιμένουμε τίποτε άλλο από αυτόν τον ρόλο. Η δίμετρη οπτασία, άδεια από εσωτερική ένταση, μόνο γοητευτική δεν είναι, με τους μπορντό κοθόρνους και την εκκωφαντική έλλειψη class. Ο Δαμοκλής αντίθετα, ευρωπαϊκού λούστρου και ορθολογισμού, φαίνεται να ενδιαφέρεται περισσότερο για την έμπνευση που του χαρίζει η Νανά για το βιβλίο μαγειρικής που ετοιμάζει, παρά για την σχέση του μαζί της.Παίζουν: Γιώργος Χωραφάς, Κάτια Ζυγούλη, Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, Μυρτώ Αλικάκη κ.ά.
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 04/02/2010
Wednesday, February 3, 2010
ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΕΛΕΜΕΓΚΟΣ: Επικίνδυνες μαγειρικές
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment