Η ταινία «Η εκδίκηση της Καταλίν Βάργκα», του ελληνικής καταγωγής Βρετανού Πίτερ Στρίκλαντ, που εντυπωσίασε στα φεστιβάλ του Βερολίνου και της Θεσσαλονίκης, για να κερδίσει, στη συνέχεια, το βραβείο της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου για πρωτοεμφανιζόμενο σκηνοθέτη, αρχίζει από σήμερα να προβάλλεται στις αίθουσες.
Γυρισμένη στη Ρουμανία, η ταινία τού πήρε δυόμισι χρόνια προετοιμασίας γιατί, εκτός του ότι ήταν πρώτο έργο, μιλούσε ρουμανικά και ουγγρικά, πράγμα που δυσκόλευε την εξεύρεση χρημάτων. Στο χώρο του κινηματογράφου ο 35χρονος σήμερα Στρίκλαντ μπήκε το 1992, αρχικά για να γίνει ηθοποιός και στη συνέχεια σκηνοθέτης. Στην αρχή σκηνοθετώντας ταινίες μικρού μήκους, ώσπου τελικά, 16 χρόνια αργότερα, κατάφερε να γυρίσει την πρώτη του αυτή ταινία.
- Πώς ξεκίνησες; Με μικρού μήκους ταινίες;
«Αρχικά ξεκίνησα ως ηθοποιός, αλλά πάντα με ενδιέφερε η σκηνοθεσία. Γύρισα και ταινίες μικρού μήκους και έπαιξα σε μερικά έργα στο θέατρο. Κάποια τα σκηνοθέτησα, όπως τη "Μεταμόρφωση" του Κάφκα, σε δική μου διασκευή. Πάει πολύς καιρός. Αν το έβλεπα σήμερα ίσως θα το έβρισκα φριχτό. Οπως και τις μικρού μήκους ταινίες που γύρισα».
- Η ιστορία της ταινίας βασίζεται σε κάποιο γεγονός;
«Οχι, είναι πρωτότυπη ιστορία, αλλά θα την έλεγα και παραδοσιακή. Γιατί έχει ειπωθεί χιλιάδες φορές πριν».
- Τι σε έκανε να την τοποθετήσεις στη Ρουμανία;
«Για μένα πρόκειται για μια παγκόσμια ιστορία. Δεν ήθελα να την κάνω συγκεκριμένη. Η Ρουμανία είναι ακριβώς μια χώρα που δεν είναι συγκεκριμένη. Και πιστεύω πως ο ρυθμός αυτός της μπαλάντας με τα τοπία συμβάλλουν στη δημιουργία μιας χωρίς συγκεκριμένη ταυτότητα χώρας».
- Προσπάθησες να τη συνδυάσεις με αρχαία και μεσαιωνικά στοιχεία;
«Ναι... Για να είναι πιο κινηματογραφική. Υπήρχαν όμως και πρακτικοί λόγοι. Ηταν πιο εύκολα να γυρίσω την ταινία στη Ρουμανία παρά αλλού. Επίσης, γνώριζα τη Χίλντα, την πρωταγωνίστρια. Ημουν, όμως, ξένος τόσο στη Ρουμανία όσο και στην Ουγγαρία. Προσπαθούσα να φέρω κάτι το καινούργιο, αλλά και αυθεντικό. Ηταν, όμως, αδύνατο να είσαι αυθεντικός, αν και πήραμε ορισμένα πράγματα για να δώσουμε στην ταινία αυτή την αίσθηση. Θα μπορούσε όμως να συμβεί οπουδήποτε».
- Είχες υπόψη σου άλλες ταινίες γύρω από το θέμα του βιασμού και της ωμότητας;
«Γνώριζα ότι είχαν γυριστεί πολλές με παρόμοιο θέμα, αλλά ήταν όλες μονοδιάστατες, δεν με ενδιέφεραν. Γιατί δεν έδειχναν τα αποτελέσματα. Είναι παράλογο να δείχνεις τέτοιες φριχτές σκηνές, δήθεν για να τρομάξεις το κοινό, ενώ κρυφά μέσα σου θέλεις να το κάνεις να συμμετάσχει. Εμένα με ενδιέφερε το αποτέλεσμα του βιασμού, η εκδίκηση, αλλά και ο χαρακτήρας του βιαστή, που στο μεταξύ έχει αλλάξει, έχει γίνει εντελώς διαφορετικός άνθρωπος. Κατέστρεψε τη ζωή μιας γυναίκας, αλλά στο μεταξύ έχει κάνει μιαν άλλη γυναίκα ευτυχισμένη. Ο θεατής πρέπει να βρει μόνος του το δρόμο του, εγώ δεν θέλω να του δώσω απαντήσεις».
- Πώς αντιμετώπισες την ταινία εικαστικά; Βοήθησαν οι φυσικοί χώροι...
«Ακριβώς. Είχα ένα πολύ καλό διευθυντή φωτογραφίας και θα ήταν ηλίθιος αν δεν εκμεταλλευόταν τους χώρους. Πολλές σκηνές αυτοσχεδιάστηκαν. Εικαστικά είχα υπόψη μου τη δουλειά σκηνοθετών όπως ο Ταρκόφσκι -είναι ο μεγάλος μου ήρωας- και ο Παρατζάνοφ. Προσπαθήσαμε να πιάσουμε κάτι από την ατμόσφαιρα των ταινιών τους».
- Πώς βρήκες την πρωταγωνίστριά σου;
«Είναι φανταστική! Επαιζε στο θέατρο. Είναι η πρώτη της ταινία. Ακόμη κι αν είχα εκατομμύρια δολάρια, αυτήν θα έπαιρνα. Είναι σπάνιο άτομο και στο πλατό και έξω από το πλατό, κάτι που δυστυχώς δεν μπορείς να το πεις για τις περισσότερες ηθοποιούς».
- Δυσκολεύτηκες να μπεις στην ψυχολογία της γυναίκας που θέλει να εκδικηθεί;
«Πολύ. Οχι μόνο γιατί είναι γυναίκα, αλλά και εξαιτίας των πολιτιστικών διαφορών. Την ίδια δυσκολία βρήκα και στους άλλους χαρακτήρες. Γιατί δεν είναι χαρακτήρες που βρίσκεις παντού στη Ρουμανία. Οφείλω, πάντως, πολλά και στη διαισθητικότητα της Χίλντα, στις μεταλλαγές που μπορούσε να κάνει με τόση ευλυγισία».
- Πώς πέτυχες τη μουσική, το συνδυασμό του καινούργιου με το παλιό;
«Χρησιμοποιήσαμε τσιγγάνικη μουσική μαζί με ηλεκτρονική. Χρειάστηκα χρόνο για ν' αποφασίσω. Κάποια στιγμή σκέφτηκα να χρησιμοποιήσω κλασική ή παραδοσιακή μουσική. Τη μουσική, τελικά, που χρησιμοποίησα τη σκέφτηκα από πολύ νωρίς, το 2003, όταν πρωτάρχισα το σενάριο, αλλά δεν ήμουν σίγουρος. Χρησιμοποίησα λιγοστή μουσική. Δεν μου αρέσει να χρησιμοποιώ μουσική για να εκφράσω τα αισθήματα. Προτιμώ τη σιωπή. Τελευταία είχαμε ταινίες που πνίγονταν κυριολεκτικά στη μουσική. Αν και πρόσφατα η μόδα άλλαξε κι έχουμε σχεδόν σιωπηλές ταινίες».
- Οπως παλιότερα στον Μπέργκμαν.
«Ακριβώς. Και στον Μπρεσόν. Αλλά και ο Ταρκόφσκι στο "Σολάρις" είχε λίγη μουσική».
- Πώς βλέπεις την τεχνολογία;
«Δεν με ενδιαφέρει. Είναι κάτι που συνεχώς ξεπερνιέται. Πάρε παράδειγμα τις ταινίες του Πίτερ Γκρίναγουεϊ».
- Θα γύριζες ταινία σε μαυρόασπρο φιλμ;
«Βέβαια, αν το απαιτεί το θέμα. Οι ταινίες του Κακογιάννη, για παράδειγμα, με την Ελλη Λαμπέτη είναι τόσο όμορφες. Σήμερα, για δες τον Μπέλα Ταρ, πόσο τέλεια χρησιμοποιεί το μαυρόασπρο. Και είναι πιο σύγχρονος απ' όλους».
Thursday, February 4, 2010
Οι περισσότερες ταινίες για τον βιασμό είναι μονοδιάστατες
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment