- Από το χαλικάκι, το αγιόκλημα και το γιασεμί στους πολυχώρους με τεκίλα Μαργαρίτα
- Της Σαντυς Tσαντακη, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Kυριακή, 4 Iουλίου 2010
Ξεχάστε τα θερινά που ξέρατε. Τα «νέα» θερινά σινεμά δεν έχουν χαλίκια, αλλά ξύλινα πατώματα. Οι λευκές πλαστικές καρέκλες έχουν αντικατασταθεί από καρέκλες σκηνοθέτη, σεζλόνγκ και διθέσιους καναπέδες. Τα μπαρ δεν προσφέρουν πλέον τσιπς αλλά νάτσος, αντί για γρανίτες σε πλαστικά ποτήρια, επαγγελματίες μπάρμεν φτιάχνουν παγωμένα κοκτέιλ Μαργαρίτα σε γυάλινα, κολονάτα ποτήρια, με ενδιαφέρουσες επιλογές στις ετικέτες μπίρας, ενώ μαζί με την τυρόπιτα, προσφέρουν χοτ-ντογκ, πίτσα ζαμπόν-μπέικον, σουβλάκια με πατάτες τηγανητές, σπιτικά κεφτεδάκια, finger food, λουκουμάδες, καρυδόπιτα, γλυκό βύσσινο του κουταλιού...
Με την οικονομική κρίση, το θερινό σινεμά γίνεται πολυχώρος διασκέδασης, χωρίς να στήνει -απαραίτητα-υπερπαραγωγές, με μικρές, προσαρμοστικές αλλαγές στα νέα δεδομένα. 6 ευρώ το φοιτητικό, 9 το κανονικό ή 4 και 7 αντίστοιχα, για να υπάρχει και ανταγωνισμός στην ΔΝΤ εποχή. Ανάλογα πάντα με τη γειτονιά, την παλαιότητα, το πρεστίζ και την ιστορία που κουβαλάει το λευκό πανί, ο θεατής του φετινού καλοκαιριού μπορεί να παρακολουθήσει την ταινία της επιλογής του, να επιλέξει από μπαρ-ντελικατέσεν, μπίρες, κοκτέιλ, κρασί, αλλά και μαγειρευτά φαγητά, να συνδυάσει φαγητό, ποτό, ψυχαγωγία με ηχητικό σύστημα νέας τεχνολογίας σαν μπόνους.
Τα ανακαινισμένα, «γκουρμέ» θερινά σινεμά και μαζί μπαρ, εστιατόρια, ρεστοράν, στέκια, γίνονται σημεία συνάντησης με νυχτερινές ξαπλώστρες. Stereo sound, κυρίως ή Dolby SR ή Dolby Digital Dts. Είναι η στιγμή που η ταινία δεν έχει και τόση σημασία. Ειδικά τώρα που προβάλλονται νέες ταινίες, πρώτης προβολής, τα έργα αλλάζουν πριν να το καταλάβουμε. Μπαίνεις χωρίς να τρελαίνεσαι για κομεντί, θρίλερ, περιπέτειες. Μπορεί να προτιμάς τα φιλμ για σινεφίλ ή τρόμου, αλλά να ενδίδεις και στις αστυνομικές, τις ιστορικές, τις επιστημονικής φαντασίας, τις μουσικές για λίγα νάτσος με τυρί. Και μπορεί η μόδα με τα τραπεζάκια ανάμεσα στις καρέκλες να είχε ξεκινήσει εδώ και χρόνια, όμως τώρα κάθε ανοιχτή αίθουσα οφείλει να προσφέρει κάτι ξεχωριστό, για να έχει αφοσιωμένο κοινό.
Στα βόρεια προάστια υπάρχει το σινεμά της Φιλοθέης με το φημισμένο hot dog, τώρα και επώνυμη πίτσα γνωστής αλυσίδας, μαζί με παγωμένη Μαργαρίτα… Αν θελήσετε να αγοράσετε ολόκληρη την πίτσα, θα πρέπει να πληρώσετε 20 ευρώ, ενώ το κομμάτι στοιχίζει 4 ευρώ. Το σπέσιαλ κοκτέιλ τιμολογείται στα 9 ευρώ και ένα ποτήρι κρασί στα 4,5. Τα ζεστά φιστίκια στα 3 ευρώ, τα νάτσος με τυρί στα 4 και οι μπίρες από 3 μέχρι 7, ανάλογα με την ετικέτα τους. Τουλάχιστον γλιτώνεις την έξοδο μετά, για φαγητό ή για ποτό. Στο Ψυχικό υπάρχουν ένα τραπεζάκι για κάθε θεατή, μικρά κρύα γεύματα, ποικιλία ξηρών καρπών…
Στο κέντρο. Η Αθηναία παραμένει κλασική με τη ζεστή τυρόπιτα. Η Δεξαμενή, ειδικά αν έχεις μικρά παιδιά, γιατί μπορεί να προηγηθεί και μια βόλτα στην παιδική χαρά στην πλατεία, αν και δεν προβάλλονται και τόσο συχνά ταινίες κινουμένων σχεδίων στα θερινά, παρά μόνο ίσως στα νησιά. Η Αίγλη, ο θερινός στον κήπο του Ζαππείου, αξίζει και μόνο για τη βόλτα.
Στον Ζέφυρο στα Πετράλωνα, που ανακαινίστηκε πριν από έναν χρόνο, ακριβώς επειδή υπάρχουν πολλά φαγάδικα στην περιοχή, δεν προσφέρονται παρά μόνο τα κλασικά σνακ, αλλά από τον Σεπτέμβριο θα υπάρχει Ζέφυρος ζαχαροπλαστείο δίπλα, με «ασυνήθιστα γλυκά», ανάμεσά τους και λουκουμάδες, τα οποία, από ό, τι μαθαίνουμε, θα μπορεί κανείς να αγοράσει για το σπίτι αλλά και για το σινεμά, από το ερχόμενο καλοκαίρι. Στα χιτ ήδη η σπιτική καρυδόπιτα και το παραδοσιακό σάμαλι.
Στο Θησείο πάντως θα βρείτε σπιτικό γλυκό βύσσινο… Στον Υμηττό, στον παλιό, συνοικιακό Αμύντα, που ανακαινίστηκε επίσης, υπάρχουν πλέον και 80 συνολικά στεγασμένες θέσεις, για το ενδεχόμενο βροχής, με 230 καθίσματα ακόμη. Στα μπαρ θα βρει κανείς τα «παραδοσιακά» ποπ κορν σε δύο μεγέθη, με 1,5 και 2,5 ευρώ αντίστοιχα, ποτά, ουίσκι, μπίρες από 3,5 - 4 ευρώ, νάτσος με ή χωρίς τυρί, 1,5 με 3 ευρώ.
Στους Αμπελόκηπους το σκηνικό έχει αλλάξει. Η ταράτσα του θεάτρου Ανεσις, με το ομώνυμο θερινό, ανακαινίστηκε και είναι ο πρώτος θερινός κινηματογράφος της Αθήνας με ταυτότητα lounge: διθέσιοι καναπέδες, πάνινες σεζλόνγκ, τραπεζάκια σε ντεκ, κρασί και fingerfood, δάφνες και φωτάκια, δεύτερη μπάρα για να βλέπεις το φιλμ από ψηλά. Στο Γαλάτσι, ο δημοτικός κινηματογράφος ανακαινίστηκε, η οθόνη μεγάλωσε, οι καρέκλες του σκηνοθέτη απέκτησαν ασορτί τραπέζια, το ξύλινο υπερυψωμένο ντεκ με τις σεζλόνγκ έρχεται σε πλήρη αρμονία με το ξύλινο κυλικείο, στο οποίο, παρασκευάζονται στο διάλειμμα και στη διάρκεια της ταινίας κοκτέιλ και σερβίρεται πίτσα. Με δύο προβολές σε μια νύχτα, για την εβδομάδα που μας πέρασε τουλάχιστον, το «Τοy Story 3» στις 9 και περιπέτεια για ενήλικες στις 11.
Στα νότια μοιάζει να έχει σταματήσει ο χρόνος. Στον Φλοίσβο, εκτός από πίτσα, μπορεί κανείς να φάει και φρεσκοψημένα καλαμάκια αλλά και χύμα παγωτό. Στον Κορυδαλλό θερινό σινεμά σημαίνει κεφτεδάκια της γιαγιάς και χειροποίητες πατάτες τηγανητές. Οπως και να έχει, τα θερινά σινεμά, που αποτελούν trademark του αθηναϊκού καλοκαιριού, με lounge διάθεση και γκουρμέ περιτύλιγμα, αντιστέκονται στη multiplex λογική και αντί να κλείσουν ή να γκρεμιστούν ανακαινίζονται το ένα μετά το άλλο για μια εναλλακτική απόδραση, παραδοσιακή, γαστριμαργική ή χάιτεκ.
- Το «Λαΐς» αποκλειστικά για σινεφίλ από την Ταινιοθήκη της Ελλάδος, στο Μεταξουργείο
Με το Μεταξουργείο να αλλάζει, η θερινή πρόταση από την Ταινιοθήκη δεν προσφέρει απολαύσεις στο μπαρ αλλά απευθείας στην οθόνη με ταινίες που δεν μπορεί να παρακολουθήσει κανείς σε οποιοδήποτε άλλο μέρος, τουλάχιστον σε μεγάλη οθόνη. Με φοιτητικό 4 ευρώ και 7 το κανονικό, ανακαλύπτει κανείς έναν θερινό κινηματογράφο στην ταράτσα της Ταινιοθήκης, έκτασης περίπου 700 τ. μ. και χωρητικότητας 250 θέσεων με ηχητικό σύστημα Dolby Digital και DTS.
Αποτελεί την αναδιαμόρφωση του παλαιότερου θερινού κινηματογράφου «Λαΐς» που λειτουργούσε στο δώμα του κτιρίου. Διατηρήθηκαν τόσο τα χαρακτηριστικά στοιχεία διακόσμησης του λαϊκού εκλεκτικισμού του ιστορικού σινεμά όσο και τα δομικά στοιχεία του υπαίθριου κινηματογράφου, από τις οθόνες και το μπαρ, μέχρι την καμπίνα προβολής και το κλιμακοστάσιο.
Ο θερινός κινηματογράφος ανήκε στον κινηματογραφιστή Σπύρο Ανέστη. Είχε 600 θέσεις. Ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1948 και έκλεισε το 1975, μαζί με άλλους, υποχωρώντας στην εξάπλωση της τηλεόρασης. «Στόχος μας είναι η Λαΐς να αποτελέσει πόλο έλξης για ένα ευρύ κοινό, δεδομένης της εύκολης πρόσβασης με το μετρό, αλλά κυρίως της προνομιακής της θέσης στο Γκάζι. Στο πλαίσιο αυτό το φετινό πρόγραμμα προσανατολίζεται, πέραν των θεματικών αφιερωμάτων, σε αρκετές επανεκδόσεις κλασικών ταινιών αλλά και μεγάλες παραγωγές σε πρώτη προβολή», λένε οι άνθρωποι της Ταινιοθήκης, που δεν ξεχνούν ότι οι προβολείς στο σινεμά πρέπει να είναι στραμμένοι στην οθόνη και όχι μόνο στο μπαρ ή στο ταμείο.
No comments:
Post a Comment