Μόνο τρεις οι ταινίες που βγαίνουν στις αίθουσες αυτή τη βδομάδα. Μια χαριτωμένη, κλασική χολιγουντιανή επανέκδοση η «Σαμπρίνα» του Μπίλι Γουάιλντερ με πρωταγωνιστές ένα γοητευτικότατο τρίο, την Οντρεϊ Χέπμπουρν στον ομώνυμο ρόλο και τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και Ουίλιαμ Χόλντεν στους ρόλους των αδελφών Λάρεμπι. Επίσης, βγαίνουν δύο νέες παραγωγές, δύο αμερικανικές κωμωδίες, δύο ανώδυνα, αόριστα και απροσδιόριστα «καυστικές» ταινίες, εγκλωβισμένες στα απόλυτα πλαίσια της καπιταλιστικής νομιμότητας, γεγονός που τις καθιστά άσφαιρες, άηχες και συγκεχυμένες κορόνες. Το «I Love You Phillip Morris» (Αλήθεια, γιατί το Philip με 2 λάμδα;) που δύναται να αναγνωσθεί και ως προσπάθεια αποδόμησης του καπιταλιστικού κοινωνικού μοντέλου και το «Σηκωτός για τη συναυλία» που με τη σειρά του καταγράφει, διαπιστώνει και αποκαλύπτει τι εστί και πού στηρίζεται η καπιταλιστική ανταγωνιστικότητα εστιάζοντας, με εκ των έσω οπτική, στο χώρο των εταιρειών της μουσικής βιομηχανίας. Αναγνωρίσιμα τα στερεότυπα και οι συμπεριφορές που κυριαρχούν στο περιβάλλον των μουσικών μπίζνες, το οποίο φροντίζει αυτά να διοχετεύονται στο ευρύτερο κοινό, μέσα από το αρθρωμένο φαινόμενο της κάθετης διακειμενικότητας και της ανάγνωσης των δευτερογενών κειμένων όπως της κριτικής ή ενημερωτικής αρθρογραφίας σε εφημερίδες, περιοδικά, ράδιο, τηλεόραση, διαδίκτυο ή της διαφήμισης παντός είδους, που βρίσκονται στην υπηρεσία προώθησης της κυκλοφορίας επιλεγμένων εννοιών των πρωτογενών κειμένων.
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ,
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΤΟΛΕΡ: Σηκωτός για τη συναυλία
Γενικευμένη εμπορευματοποίηση των πάντων με μοναδικό στόχο το κέρδος. Με συμβατική φόρμα και ευρηματικά, ενίοτε γλαφυρά περάσματα, η ταινία καταγράφει συνοπτικά το σύστημα αξιών, νόμων, κωδίκων της κυρίαρχης ιδεολογίας, καθώς και το πώς αυτά λειτουργούν στον τομέα των μπίζνες της μουσικής βιομηχανίας και όχι μόνο.
Το στίγμα κωδικοποιείται ήδη από την αρχική σεκάνς στο βίντεο κλιπ «African Child» του παγκοσμίου ινδάλματος, Βρετανού ροκ σταρ Αλντους Σνόου, που η κριτική χαρακτήρισε «μάστιγα» για την Αφρική, μετά την πείνα και τον πόλεμο. Η εικόνα ολοκληρώνεται με το εμπνευσμένο απόσταγμα πολιτισμού «We 've got the clap» όπου clap σημαίνει βλεννόρροια... Σύστημα που εξιδανικεύει, ανάγει σε στυλ, παρουσιάζει ως καλλιτεχνική ευαισθησία, διαφορετικότητα και μοναδικότητα του ατόμου, την κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών, τη μόνιμη μαστούρα, το ακόρεστο, μηχανιστικό σεξ, τους ποταμούς αλκοόλ, τους βιασμούς, τους εκβιασμούς και κάθε είδους βρωμιά και εμετική αισχρότητα που πραγματοποιείται υπό τους lifestyle ήχους από το άνοιγμα σαμπάνιας. Ολα αυτά, τα τραγικά επικίνδυνα και βαρετά, διαφημίζονται σε ένα εργατικό, καταναλωτικό όμως κοινό, ως ανώδυνα αστεία...
«Η μουσική βιομηχανία καταρρέει, πρέπει να αυξήσουμε τα έσοδά μας, διαφορετικά...», απειλεί κυνικά τα στελέχη του ο διευθυντής της δισκογραφικής εταιρείας «Pinnacle Records», αξιώνοντας καινούριες, φρέσκιες, κερδοφόρες και ανταγωνιστικές ιδέες/προτάσεις. Την φαεινότερη εκστομίζει ένας νεαρός φιλόδοξος μάνατζερ, ο διευθυντής ενθουσιάζεται και φορτώνει στον γεννήτορα της πρότασης την πραγμάτωσή της. Το στέλεχος της δισκογραφικής λοιπόν αναλαμβάνει την πρώτη του δύσκολη αποστολή: Να συνοδεύσει τον Βρετανό αλαζόνα ροκ σταρ Αλντους Σνόου από το Λονδίνο, όπου κατοικεί, στο περίφημο Greek Theatre του Λος Αντζελες - με στάση στη Νέα Υόρκη για τηλεοπτική promotion από την εκπομπή «Today». Στο κέντρο συναυλιών του Λος Αντζελες πρόκειται να πραγματοποιηθεί το πρώτο, επετειακό κοντσέρτο για τη δεκάχρονη καριέρα, αλλά και την επάνοδο του Βρετανού τραγουδιστή. Ο μάνατζερ έχει 72 ώρες για να φέρει σε πέρας την καθόλου εύκολη αποστολή του, δεδομένου ότι καλείται να αντιμετωπίσει μια κακομαθημένη, ηδονιστική, ατίθαση και αυτοκαταστροφική διασημότητα, βυθισμένη ως τα μπούνια στο αλκοόλ, τα ναρκωτικά και τις κραιπάλες, εικόνα επιδεινωμένη μετά τον άσχημο χωρισμό του τραγουδιστή με τη γυναίκα του, πρώην μοντέλο και νυν τραγουδίστρια - και αυτή! Ο άσημος εκπρόσωπος της δισκογραφικής επωμίσθηκε την ευθύνη, ώστε ο αχαλίνωτος διάσημος τραγουδιστής να φθάσει σώος και αβλαβής στο Λος Αντζελες, στη συναυλία που θα γεμίσει τις τσέπες της εταιρείας. Για την επιτυχία της αποστολής του υποχρεούται να υποκύπτει στα πιο εμετικά βίτσια του ντίβου που «πουλάει» και να υπομένει στωικά παντός είδους βασανιστήρια και με το πιστόλι του κέρβερου αφεντικού του στον κρόταφο. Είναι υποχρεωμένος να σέρνεται από πάρτι σε πάρτι, να καταπίνει ποσότητες αψέντι και να κρύβει πακετάκια ηρωίνη σε διάφορες τρύπες του σώματός του. Ο Ράσελ Μπραντ διαθέτει την απόλυτη, αυθεντική σχεδόν, κοψιά για το ρόλο του ταλαντούχου, εγωκεντρικού ροκ αρτίστα, παγιδευμένου στο σπιράλ του συστήματος παραγωγής δημοσιότητας, αλλά και στη δίνη των ψυχολογικών του αδιεξόδων. Ταυτόχρονα όμως αποδεικνύεται διάτρητος ως δυνατός κεντρικός ρόλος που «κρατά» πρόσωπα και πράγματα. Η ιδέα της ταινίας και όλη μας η αγωνία περιστρέφεται γύρω από το αν ο μάνατζερ τελικά θα τα καταφέρει...
Παίζουν: Ράσελ Μπραντ, Τζόνα Χιλ, Ελίζαμπεθ Μος, Ρόουζ Μπερν, Σον Κομπς κ.ά.
Παραγωγή ΗΠΑ, 2010, Διάρκεια 110΄.
ΓΚΛΕΝ ΦΙΚΑΡΑ - ΤΖΟΝ ΡΕΚΟΥΑ:
I LOVE YOU PHILLIP MORRIS
Ιλαροτραγωδία στην οποία επιχειρείται, μέσα από σχηματικές ομοφυλοφιλικές σχέσεις - παρότι η ομοφυλοφιλία δε συνιστά το κεντρικό θέμα του φιλμ - αποδόμηση του κίβδηλου «αμερικάνικου ονείρου». Του κοινωνικού ονείρου που συνθλίβεται ολοκληρωτικά από το μαύρο κι άραχλο της οπισθοδρομικής, αμόρφωτης και απεχθούς, αμερικάνικης επαρχίας. Είναι, σε χοντρές γραμμές αληθινή και σκανδαλώδης για την πουριτανή Αμερική η γκροτέσκα ιστορία, που αφηγείται ο Αμερικανός δημοσιογράφος Steve McVicker στο βιβλίο του «I Love You Phillip Morris: ATrue Storyof Life, Loveand Prison Breaks».
Στη διάρκεια της ταινίας ο Τζιμ Κάρεϊ μονοπωλεί το προσκήνιο, στον κεντρικό ρόλο του μανιερίστα ανθρώπου/ λάστιχο, ο οποίος εδώ, όχι απλά απαιτεί, αλλά διεκδικεί έμπρακτα - και σημειωτέον, χωρίς να βλάπτει κανέναν - όλα όσα θεωρεί ότι του ανήκουν. Ολα όσα το σύστημα του υποσχόταν για ατέλειωτες δεκαετίες και όλα όσα η συμπαγής προπαγάνδα τον ώθησε, σε όλους τους τόνους, να πιστέψει ότι του ανήκουν. Ενας τρόπος ζωής παραφουσκωμένος από ψευδείς διαβεβαιώσεις για καταναλωτικούς παράδεισους και για «με το τσουβάλι» ελευθερίες. Με γκαγκ διασκεδαστικά, ενίοτε γελοία και ευτράπελα ο Στίβεν ζει με ψέματα, κομπίνες και ψιλοαπατεωνιές ενώ μεταμορφώνεται, με ικανότητα δέκα χαμαιλεόντων, σε γιατρό, δικηγόρο και ό,τι άλλο επαρχιώτικα ευυπόληπτο... σε ένα μόνιμο παιχνίδι αλήθειας και φιλαλήθειας. Πάντως, εάν αντικατασταθεί ο αρσενικός Phillip Morris με κάποια θηλυκή Phillipa Morris, δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα απολύτως! Αυτό είναι το σημαντικό...
Ο Στίβεν Ράσελ ένας πολίτης μοντέλο, αστυνομικός και πάτερ φαμίλιας από το Τέξας, διάγει ζωή έως την ώρα που βάζει πλώρη προς αναζήτηση της βιολογικής του μητέρας, με αποτέλεσμα ό,τι πιο μύχια καταπιεσμένο έκρυβε μέσα του, να εκτοξευθεί με θρασύτητα στην επιφάνεια και να του ανατρέψει τη ζωή. Ανακαλύπτει έτσι ότι είναι ομοφυλόφιλος από τα παιδικά του χρόνια όταν διάβαζε στα σύννεφα του ουρανού φαλλικά σχήματα. Αποφασίζει μετά από ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα να ζήσει τη ζωή του χωρίς μάσκες και χωρίς αυταπάτες. Εγκαταλείπει την οικογένειά και αρχίζει καινούρια ζωή με ένα νέο σύντροφο. Το να είσαι όμως ομοφυλόφιλος συνιστά πανάκριβο άθλημα. Μέσα στην τρελή χαρά της πρόσφατης απελευθέρωσής του, επιδίδεται πέρα και πάνω από όλα σε ένα άγριο shopping, οργανώνοντας παράλληλα σειρά από μικρές και μεγαλύτερες απάτες, αποκρύπτοντας βέβαια την αλήθεια από τον σύντροφό του. Το ψέμα δυστυχώς έχει κοντά ποδάρια, οι παρανομίες ξεσκεπάζονται και ο Στίβεν καταλήγει στη φυλακή, όπου φύσει και θέσει προσαρμοστική κράση, σε χρόνο μηδέν εντάσσεται οργανικά στον ισχύοντα «υπόγειο» εσωτερικό κανονισμό που ρυθμίζει τις σχέσεις των εγκλείστων και κατακτά περίοπτη θέση αλλά και σαφή φέτα μεριδίου σε ό,τι αφορά γνωριμίες και στηρίγματα που επιτρέπουν την καλύτερη δυνατή επιβίωση στη «στενή». Μια όμορφη μέρα προσγειώνεται στη ζωή του, ο ευάλωτος, «η ξανθιά με τα γαλάζια μάτια», Φίλιπ Μόρις, που ο Στίβεν ερωτεύεται κεραυνοβόλα και παράφορα, κατορθώνει μάλιστα να πείσει να τον μετακομίσουν στο κελί του αγαπημένου. Εκεί το ζεύγος θα ζήσει έναν παθιασμένο έρωτα έως την στιγμή που ο Φίλιπ αποφυλακιστεί και ο Στίβεν, από ταχυδακτυλουργός της κομπίνας, μεταμορφωθεί σε ταχυδακτυλουργό της απόδρασης.
Παίζουν: Τζιμ Κάρεϊ, Γιούαν Μακ Γκρέγκορ, Λέσλι Μαν, Ροντρίγκο Σαντόρο, κ.ά.
Παραγωγή ΗΠΑ, 2010, Διάρκεια 97'.
ΜΠΙΛΙ ΓΟΥΑΪΛΝΤΕΡ: ΣΑΜΠΡΙΝΑ
Ξεκινά σαν παραμύθι η ταινία «Σαμπρίνα» η δέκατη - και μία από τις πιο αδύναμες αφενός, πιο γλυκανάλατες αφετέρου και συμβατικές κωμωδίες - του Μπίλι Γουάιλντερ, βασισμένη στο θεατρικό έργο του SamuelA. Taylor «Sabrinafair». Αρχίζει με την voice off αφήγηση της Οντρεί Χέπμπουρν, που μέσα από την κλασική φόρμουλα «Μια φορά κι έναν καιρό...» μας μπάζει στην κατοικία των Λάρεμπι και την παραμυθένια διάσταση της ιστορίας που πρόκειται να ακολουθήσει, προσαρμοσμένη στα δεδομένα των ιστορικών συνθηκών μέσα στις οποίες η ταινία παράχθηκε, στις αρχές της αμαρτωλής δεκαετίας του '50.
Μια εποχή που την Αμερική χαρακτηρίζει ολοκληρωτισμός και ασφυκτική αντικομμουνιστική υστερία με χαρακτηριστικά το φόβο, τον τρόμο και τις ατέλειωτες μαύρες λίστες, μια πραγματικότητα που πλήττει ιδιαίτερα το προοδευτικό κομμάτι της κινηματογραφικής βιομηχανίας του Χόλιγουντ. Ταινίες οι οποίες ευθέως επέκριναν τους αμερικανικούς θεσμούς, καθώς και μελοδράματα ημι - ντοκιμαντέρ - είδος δημοφιλέστατο τα μεταπολεμικά χρόνια - αλλά και ταινίες που πραγματεύονταν θέματα και προβλήματα με πολιτικές διαστάσεις και κοινωνικές αναφορές, δεν ήταν πλέον δυνατόν να παραχθούν. Η απαγόρευση ήταν ρητή και αμετάκλητη. Ετσι τα ανώδυνα γουέστερν, τα μιούζικαλ, τα επικά φιλμ εποχής και οι κωμωδίες συνιστούν την ημερήσια διάταξη και κατακλύζουν τη διεθνή αγορά.
H Sabrina - ένα τέτοιο φιλμ - σημείωσε οικονομική επιτυχία. Θέμα του ο έρωτας και το χρήμα, δύο πόλοι έλξης σχεδόν ακαταμάχητοι. Στην ταινία γίνεται επίκληση της παραμυθένιας τύχης της Σταχτοπούτας η οποία ξεδιπλώνεται σε περιβάλλον μεγάλου πλούτου, με σπίτια, αυτοκίνητα, ρούχα και αντικείμενα υπέρτατης πολυτέλειας. Ο σκηνοθέτης προσαρμόζει τη δική του Σταχτοπούτα στα ήθη της δεκαετίας του '50, χαριεντιζόμενος με το πνεύμα της επιτηδευμένης κωμωδίας.
Σε πτέρυγα της θερινής έπαυλης της οικογένειας Λάρεμπι στεγάζεται και το υπηρετικό προσωπικό. Μεταξύ αυτών, ο οδηγός της οικογενειακής λιμουζίνας με την αφελή και ταυτόχρονα χαρισματική κόρη του Σαμπρίνα - τη μασκότ τους. Η χαριτωμένη κοπελίτσα υπήρξε από πάντα ερωτευμένη με το νεότερο γόνο της πάμπλουτης οικογένειας, έναν αμετανόητο γυναικά που ήδη αριθμεί τρεις αποτυχημένους γάμους στην πλάτη του. Η Σαμπρίνα αποφασίζει να φύγει για το Παρίσι να σπουδάσει τη γαλλική λόγια κουζίνα, κυρίως όμως να ξεχάσει το πλουσιόπαιδο που της ράγισε την καρδιά. Την παραμονή της αναχώρησής της κάνει απόπειρα αυτοκτονίας, αλλά τη σώζει ο πρωτότοκος γιος Λάρεμπι, ικανός χρηματιστής που φαίνεται να ανάγει τα επαγγελματικά σε λόγο ύπαρξής του. Η Σαμπρίνα στο Παρίσι εκτός από την τέχνη της γαλλικής γαστρονομίας μαθαίνει να πιστεύει και στα όνειρά της! Ετσι, όταν μετά από δυο χρόνια επιστρέφει στο Λονγκ Αϊλαντ με κοντοκομμένη κουπ στα μαλλιά και σοφιστικέ γαλλική κομψότητα, το πλουσιόπαιδο στη θέα της μένει άφωνο και αρχίζει να τη φλερτάρει επικίνδυνα. Η συμπεριφορά του νεαρού όμως συγκρούεται με τους σχεδιασμούς της οικογένειάς του που τον προορίζει να νυμφευτεί πλούσια κληρονόμο, ώστε να επεκταθούν οι επιχειρηματικές της δραστηριότητες.
Μέσα, λοιπόν, από ένα σύνολο σταθερών οι οποίες συνθέτουν τη ραχοκοκαλιά της μυθοπλασίας lovestory, ο Γουάιλντερ επανεξετάζει, διορθώνει και αναπροσαρμόζει τον παραδοσιακό μύθο στην οικονομική πρόοδο του μοντερνισμού, ρίχνοντας σταγόνες με απόσταγμα δηλητηρίου στο βάλσαμο του ρομαντισμού. Το εγχείρημα επιχειρείται με διαδικασία έντονης γραφής η οποία όμως κάνει πιο ήπια μια «κακοπροαίρετη» ειρωνεία και σάτιρα που χαρακτηρίζει τον σκηνοθέτη, μέσα από τα «ζαχαρένια» πρώτα πλάνα μιας μαγευτικής κοπέλας που εκπέμπει χάρη και γοητεία σε οτιδήποτε την περιτριγυρίζει. Μια, κοινωνικής προσέγγισης, ανάγνωση στο όνειρο της κορωνίδας του έρωτα της κοπέλας της κατώτερης τάξης και του γαλάζιου πρίγκιπα, καταγράφει αναστροφή της κλασικής αρχής του μύθου. Το αντικείμενο της επιθυμίας της Σαμπρίνα δεν είναι ο γαλάζιος πρίγκιπας, αλλά ο μεγάλος του αδελφός, που εποφθαλμιά τα σχέδια του ζεύγους, ένας ψυχρός καπιταλιστής, απόγονος της NewDealτου Ρούζβελτ, αυτής που γέννησε το Δημοκρατικό κόμμα με τις φιλελεύθερες ιδέες «...Εξάλλου ζούμε στον 20ό αιώνα...» επαναλαμβάνει αρκετές φορές στο φιλμ ένας όχι και τόσο λαμπερός Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ - σε έναν ρόλο που αρχικά προοριζόταν για τον Κάρι Γκραντ. Η ευφυολογία του Γουάιλντερ εστιάζει στους μικρότερους, περιφερειακούς, ρόλους οι οποίοι καθιστούν πολύτιμες σκηνές και ατάκες, όπως εκείνη του πατέρα της Σαμπρίνα: «Κανείς φτωχός δεν χαρακτηρίστηκε ποτέ δημοκράτης γιατί παντρεύτηκε πλούσιο». Ο ίδιος ρόλος επίσης, διαιρεί τις κοινωνικές τάξεις σε εκείνους που κάθονται στο πίσω κι εκείνους που κάθονται στο μπρος κάθισμα στην λιμουζίνα, ενώ στο μεταξύ τους χώρο υψώνεται αδιαπέραστο γυάλινο παραπέτασμα. Η ταινία αφήνει στο στόμα τη γεύση μιας τυπικής αμερικάνικης κωμωδίας της εποχής, με τον Μπόγκαρτ να μην πείθει απόλυτα, κάτι που όμως δεν χαλάει το φιλμ και τον Γουίλιαμ Χόλντεν να έχει επιδείξει πολύ καλύτερες στιγμές...
Παίζουν: Οντρεϊ Χέπμπουρν, Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, Γουίλιαμ Χόλντεν, κ.α.
Παραγωγή ΗΠΑ, 1954, Διάρκεια 109΄
No comments:
Post a Comment