- ΚΡΙΤΙΚΗ: ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ, Ελευθεροτυπία, Πέμπτη 1 Ιουλίου 2010
- Η προβολή για πρώτη φορά της «Αταλάντης» του Ζαν Βιγκό είναι σίγουρα το γεγονός της νέας κινηματογραφικής βδομάδας, που προσφέρει και δύο εξαιρετικές επανεκδόσεις: «Η πρώτη σελίδα», κωμωδία του Μπίλι Γουάιλντερ, και «Ραντεβού στο Παρίσι», θρίλερ μαζί με ρομαντική κωμωδία του Στάνλεϊ Ντόνεν.
Η Ντίτα Πάρλο σε μια σκηνή από την ταινία «Η Αταλάντη» του Ζαν Βιγκό Στο πρόγραμμα και οι ταινίες «The Rebound» του Μπαρτ Φρόιντλιχ και «Εκλειψη» του Ντέιβιντ Σλάιντ.
Η Αταλάντη
L' Atalante. Γαλλία, 1934. Σκηνοθεσία: Ζαν Βιγκό. Σενάριο: Ζαν Βιγκό, Αλμπέρ Ριερά, από ιδέα του Ζαν Γκινέ. Φωτογραφία: Μπόρις Κάουφμαν. Μουσική: Μορίς Ζομπέρ. Ηθοποιοί: Μισέλ Σιμόν, Ζαν Νταστέ, Ντίτα Πάρλο, Ζιλ Μαργαρίτης. 89'
*****
Ενα πανέμορφο ποίημα στον «τρελό» έρωτα και τη δύναμή του, σε μια μυθική σήμερα ταινία που προβάλλεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, έπειτα από 76 χρόνια! Απολαύστε την!
Ξαναβλέποντας το όμορφο, λυρικό αριστούργημα του Ζαν Βιγκό, που προβάλλεται για πρώτη φορά στο εμπορικό κύκλωμα στην Ελλάδα (είχε προβληθεί για πρώτη φορά πριν από τρία χρόνια στο Πανόραμα της «Ε»), βλέπει κανείς πόσο «στάσιμη» έχει μείνει από τότε η κινηματογραφική γλώσσα. Γιατί ούτε το χρώμα ούτε το σινεμασκόπ ούτε τα ειδικά, ψηφιακά ή άλλα εφέ ούτε το πολυδιαφημιζόμενο σύστημα 3-D έχουν, στην πραγματικότητα, προσθέσει τίποτα το ουσιαστικό στη γλώσσα της κινηματογραφικής αφήγησης, κάτι που να μην το έχει κιόλας εισαγάγει στην εκπληκτική «Αταλάντη» του ο Ζαν Βιγκό (1905-1934).
Γιος αναρχικού επαναστάτη, που γύρισε μόνο τρεις ταινίες (οι άλλες δύο ήταν το ντοκιμαντέρ «Για τη Νίκαια» και η εκπληκτική «Διαγωγή μηδέν»), ο Βιγκό πέθανε στα 29 του χρόνια από λευχαιμία, ένα μήνα αφού η ταινία του, αρχικά με τον τίτλο «Le chaland qui passe» («Η μαούνα που περνά»), προβλήθηκε σε μία μόνον αίθουσα χωρίς επιτυχία. Μόνον αργότερα, που ξαναβγήκε στις αίθουσες με τον πρωτότυπο τίτλο της σε ολοκληρωμένη βερσιόν, η κριτική την υποδέχτηκε με ενθουσιασμό.
Το έξοχο αυτό κινηματογραφικό ποίημα, αφιερωμένο στον «τρελό έρωτα» (l' amour fou, κατά τους σουρεαλιστές) αφηγείται μια απλή, ρεαλιστική ιστορία, που πίσω της κρύβει μερικά από τα πιο πρωτοποριακά στοιχεία της τότε εποχής. Αρχίζει με τον γάμο ενός νεαρού καπετάνιου με μια νέα κοπέλα, που, μετά την τελετή, τη μεταφέρει στη μικρή του μαούνα, την «Αταλάντη», ένα μεταφορικό εμπορευμάτων που κινείται στον Σηκουάνα. Ομως, η νεαρή γυναίκα, που θέλει να γνωρίσει το Παρίσι, εγκαταλείπει για ένα σύντομο διάστημα τον άντρα της, καταλαβαίνει όμως πόσο τον αγαπά κι επιστρέφει κοντά του.
Ο Βιγκό διανθίζει την ερωτική ιστορία του με σουρεαλιστικές εικόνες, γεμάτες πάθος, ζωντάνια και ατόφια ποίηση. Μια γαμήλια πομπή, με την οποία αρχίζει η ταινία και που καταλήγει στο μικρό πλοίο στον Σηκουάνα, η νιόπαντρη γυναίκα που, φορώντας ακόμη το νυφικό της, μεταφέρεται στο πλοίο, ο παράξενος γερο-ναυτικός (ο μοναδικός Μισέλ Σιμόν σ' έναν απολαυστικό ρόλο), παλιός τυχοδιώκτης με ρομαντική ψυχή, με τατουάζ σ' ολόκληρο το κορμί του που ζει σε μια καμπίνα γεμάτη αλλόκοτα σουβενίρ (τα καμένα χέρια ενός φίλου που φυλάει σε μια μπουκάλα με οινόπνευμα, ο φωνόγραφος, ένα ξυπνητήρι, το μουσικό κουτί, μια κούκλα που περπατά), ο εκκεντρικός γυρολόγος (Ζιλ Μαργαρίτης) που φλερτάρει τη γυναίκα του καπετάνιου της «Αταλάντης», και πάνω απ' όλα το «χωρισμένο» για ένα διάστημα ζευγάρι, ξαπλωμένος ο ένας μακριά από τον άλλο, που δεν μπορούν να κοιμηθούν, με τον άντρα να σηκώνεται και να βουτά ξαφνικά στα νερά του ποταμού για να δει τη μορφή της αγαπημένης που τον έχει εγκαταλείψει (σε μια από τις πιο όμορφες σκηνές της ταινίας), το ψάξιμο για να τη βρει, η συμφιλίωση του ζευγαριού και ο θρίαμβος του μεγάλου, τρελού έρωτα είναι σκηνές που σπάνια έδωσε ο κινηματογράφος με τόση ομορφιά, λυρισμό και δύναμη.
The Rebound
ΗΠΑ, 2009. Σκηνοθεσία-σενάριο: Μπαρτ Φρόιντλιχ. Ηθοποιοί: Κάθριν Ζέτα Τζόουνς, Τζάστιν Μπάρθα, Αρτ Γκαρφάνκελ. 97'
**
Χαριτωμένη, με ωραίους, διανθισμένους με χιούμορ, διαλόγους, ρομαντική κωμωδία γύρω από τον έρωτα μιας 40άρας γυναίκας μ' έναν 24χρονο νέο.
Η ρομαντική κωμωδία είναι κάτι στο οποίο έχει ειδικευτεί εδώ και δεκαετίες το Χόλιγουντ. Σκηνοθέτες όπως οι Ερνστ Λούμπιτς, Φρανκ Κάπρα, Πρέστον Στέρτζες, Χάουορντ Χοκς και Λίο ΜακΚάρεϊ κατάφεραν να φτιάξουν ταινίες του είδους, που σήμερα θεωρούνται κλασικές. Από τότε πολλοί προσπάθησαν να τους μιμηθούν άλλοτε (δυστυχώς όχι συχνά) με επιτυχία κι άλλοτε άχαρα και αδιάφορα. Χωρίς να είναι στο επίπεδο των καλύτερων κωμωδιών των τελευταίων χρόνων (π.χ. «Αγρυπνος στο Σιάτλ», «Οταν ο Χάρι συνάντησε τη Σάλι»), η ταινία του Μπαρτ Φρόιντλιχ έχει και χιούμορ και ευρήματα, πάνω όμως απ' όλα έχει πολύ καλές ερμηνείες.
Πρωταγωνίστρια είναι η 40χρονη Σάντι (μια σέξι Κάθριν Ζέτα Τζόουνς), που όταν ανακαλύπτει πως ο άντρας της την απατά, παίρνει τα δυο παιδιά της και πάει στη Νέα Υόρκη. Εκεί συναντά τον 24χρονο, εβραϊκής καταγωγής, Αραμ (ο πολύ καλός Τζάστιν Μπάρθα από το The Hangover), που μόλις τον έχει εγκαταλείψει η Γαλλίδα σύζυγος που τον παντρεύτηκε για ν' αποκτήσει πράσινη κάρτα. Η γνωριμία τους ξεκινά όταν ο Αραμ αναλαμβάνει να κάνει τον μπέιμπι-σίτερ στα παιδιά της Σάντι, για να μετατραπεί σε ερωτικό δεσμό, ενώ η διαφορά ηλικίας αρχίζει να τους προκαλεί προβλήματα.
Ο Φρόιντλιχ γράφει καλούς, με χιούμορ διαλόγους και αναμιγνύει με αρκετή επιτυχία τα διάφορα κωμικά γκαγκ, όπως στη σκηνή με έναν υποψήφιο δεσμό της Σάντι, που συζητά μαζί της μέσα από μια δημόσια τουαλέτα, μέχρι εκείνη όπου, σε μια τάξη «ξεσπάσματος θυμού», η Σάντι επιτίθεται και βρίζει τον Αράμ, ο οποίος που υποδύεται το «αντικείμενο» πάνω στο οποίο διάφορες γυναίκες εκφράζουν τον θυμό τους. Παράλληλα καταφέρνει να κρατά μια ισορροπία και στις ρομαντικές σκηνές, χωρίς να φτάνει σε υπερβολές, χάρη και στις ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών. Στις καλές ερμηνείες κι αυτή του Αρτ Γκαρφάνκελ, στον ρόλο του πατέρα του Αράαμ.
Εκλειψη
The Twilight Saga: Eclipse. ΗΠΑ, 2010. Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Σλάιντ. Σενάριο: Μελίσα Ρόζενμπεργκ. Ηθοποιοί: Κρίστεν Στιούαρτ, Ρόμπερτ Πάτισον, Τέιλορ Λότνερ, Μπράις Ντάλας Χάουορντ, Μπίλι Μπερκ, Ντακότα Φάνινγκ. 124'
* ½ -
Νεογέννητοι, πιο άγριοι βαμπίρ συγκρούονται με τους παλιούς βαμπίρ και τους λύκους που συμμαχούν για να προστατεύσουν την Μπέλα, σε μια ταινία όπου κυριαρχεί η έκλειψη φαντασίας τόσο στο σενάριο όσο και στη σκηνοθεσία.
Στην τρίτη ταινία της γνωστής σειράς, τα πράγματα μπαίνουν σε μια τελική (;) ευθεία, τουλάχιστον από πλευράς πλοκής, αν και από κινηματογραφικής πλευράς συναντάμε τις ίδιες αδυναμίες που είχαν εμφανιστεί από τη δεύτερη κιόλας ταινία. Εδώ η όμορφη Μπέλα (Κρίστεν Στιούαρτ), το μοναδικό ζωντανό άτομο ανάμεσα στα υπόλοιπα βασικά πρόσωπα της ταινίας, βρίσκεται πολιορκημένη από δύο εχθρικούς μεταξύ τους άντρες: τον βαμπίρ Εντουαρντ (Ρόμπερτ Πάτισον) και τον λυκάνθρωπο Τζέικομπ (Τέιλορ Λότνερ). Οι παράξενοι, όμως, συνεχείς φόνοι και εξαφανίσεις στο γειτονικό Σιάτλ, που καθοδηγούνται από τη Βικτόρια (Μπράις Ντάλας Χάουορντ), τους υποχρεώνουν να συμμαχήσουν, έστω και απρόθυμα, για να προστατεύσουν την Μπέλα από την εκδικητική κοκκινομάλα, που έχει δημιουργήσει έναν στρατό νεογέννητων, άγριων και διψασμένων για αίμα βαμπίρ.
Δυστυχώς, το σενάριο της Μελίσα Ρόζενμπεργκ βρίθει από αφέλειες και διαλόγους που συχνά αγγίζουν το γελοίο. Ενώ η σκηνοθεσία του Ντέιβιντ Σλαντ χρησιμοποιεί όλα τα κλισέ διαφόρων ειδών (από ρομαντική ιστορία και μελόδραμα μέχρι ταινία τρόμου), χωρίς όμως καμιά φαντασία. Ο θεατής, ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος, παρακολουθεί για περισσότερο από 50 λεπτά, σε σκηνές που κινούνται με ρυθμό χελώνας, τις προσπάθειες της Μπέλα να πείσει τον αγαπημένο της Εντουαρντ να τη μετατρέψει σε βαμπίρ. Ενώ ο Τζέικομπ, και μερικοί συμπαθητικοί βαμπίρ, προσπαθούν να την πείσουν για το αντίθετο. Τα πράγματα αποκτούν περισσότερο ενδιαφέρον προς το τέλος και το εντυπωσιακό φινάλε, με τη σύγκρουση της στρατιάς της Βικτόρια με τους παλιούς «εκπολιτισμένους» βαμπίρ και τους λύκους (πολύ πετυχημένα τα CGI) και, βέβαια, την καημένη την Μπέλα.
Η πρώτη σελίδα
The front page. ΗΠΑ, 1974. Σκηνοθεσία: Μπίλι Γουάιλντερ. Σενάριο: Γουάιλντερ και Ι.Α.Λ. Ντάιαμοντ, από θεατρικό έργο Χεχτ και ΜακΑρθουρ. Ηθοποιοί: Τζακ Λέμον, Γουόλτερ Ματάου, Σούζαν Σαράντον, Βίνσεντ Γκαρντίνια, Κάρολ Μπερνέτ. 105'
****
Η απόδραση ενός μελλοθάνατου λίγο πριν εκτελεστεί γίνεται θέμα πρώτης σελίδας, αλλά και θέμα για στηλίτευση του κίτρινου Τύπου και της διαφθοράς στην πολιτική, σε μια κλασική μαύρη κωμωδία, με έξοχες ερμηνείες -σε επανέκδοση.
Μπορεί στο μεγαλύτερο μέρος τους τα ριμέικ να είναι κατώτερα του πρωτότυπου, υπάρχουν όμως και οι εξαιρέσεις, όπως αυτή η απολαυστική «Πρώτη σελίδα» που γύρισε ο Μπίλι Γουάιλντερ, τρίτη κινηματογράφηση του θεατρικού έργου των Χεχτ και ΜακΑρθουρ (1928), μετά τις βερσιόν των Λούις Μάιλστοουν (1931) και Χάουορντ Χοκς (1940).
Στο Σικάγο του 1929, ο Γουόλτερ Μπερνς (Γουόλτερ Ματάου), εκδότης μιας πλατιάς κυκλοφορίας εφημερίδας, καταφέρνει να αναστείλει (και τελικά να ακυρώσει) τον γάμο του άσου συντάκτη του, Χίλντι (Τζακ Λέμον), με την Πέγκι (Σούζαν Σαράντον), για να τον στείλει να καλύψει μια συνηθισμένη εκτέλεση: ενός καταδικασμένου με χαλκευμένη κατηγορία για τη δολοφονία αστυνομικού. Μόνο που ο ντροπαλός μελλοθάνατος καταφέρνει να δραπετεύσει, και ξαφνικά γίνεται θέμα πρώτης σελίδας...
Πρόκειται για μια μαύρη κωμωδία, όπου ο Γουάιλντερ και οι σεναριογράφοι του χρησιμοποιούν μια παλιότερη περίοδο -εκείνη της δεκαετίας του '20, δεκαετία του γκανγκστερισμού- για να καυτηριάσουν τα κακώς έχοντα στη σύγχρονη αμερικανική κοινωνία: τον τρόπο λειτουργίας του Τύπου -συχνά κίτρινου- αλλά και τη διαφθορά στην πολιτική. Με έξοχους, απολαυστικούς διαλόγους, έξυπνες, με οξυδέρκεια δοσμένες καταστάσεις, σκηνές στημένες με φροντίδα στην ανάπλαση της εποχής και με ερμηνείες εξαιρετικές (ποτέ του ντουέτο Λέμον-Ματάου δεν ήταν τόσο απολαυστικό και τέλειο). Από τις καλύτερες κωμωδίες του Γουάιλντερ.
Ραντεβού στο Παρίσι
Charade. ΗΠΑ, 1963. Σκηνοθεσία: Στάνλεϊ Ντόνεν. Σενάριο: Πίτερ Στόουν, Μαρκ Μπεμ. Ηθοποιοί: Κάρι Γκραντ, Οντρι Χέμπορν, Γουόλτερ Ματάου, Τζέιμς Κόμπερν, Τζορτζ Κένεντι. 113'
*** ½ -
Ανάμεσα στο θρίλερ (α λα Χίτσκοκ) και τη ρομαντική κωμωδία, κινείται με ευστροφία, ρυθμό και χιούμορ η ταινία αυτή γύρω από μια νεαρή γυναίκα στο Παρίσι, που γίνεται στόχος δολοφόνων που θέλουν να αποκτήσουν την περιουσία του δολοφονημένου άντρα της.
Σε επανέκδοση η ταινία του Στάνλεϊ Ντόνεν, γνωστού σκηνοθέτη μιας σειράς εξαιρετικών μιούζικαλ («Τραγουδώντας στη βροχή», «3 κορίτσια και 3 ναύτες»). Η ταινία αφηγείται τις περιπέτειες μιας νεαρής γυναίκας (Οντρι Χέμπορν), που προσπαθεί, με τη βοήθεια ενός ελκυστικού άντρα (Κάρι Γκραντ), που γνωρίζει στο Παρίσι, να γλιτώσει από το κυνηγητό μιας ομάδας δολοφόνων, οι οποίοι αναζητούν τον χρυσό που ο δολοφονημένος σύζυγός της είχε κλέψει, μαζί με τέσσερις συντρόφους του, από τη γαλλική αντίσταση στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο Ντόνεν κατάφερε να συνδυάσει με τρόπο έξυπνο και αποτελεσματικό τη ρομαντική κωμωδία με το θρίλερ μυστηρίου, μ' ένα στιλ που θυμίζει εκείνο του Χίτσκοκ. Πολύ καλός ρυθμός, έξοχη, έγχρωμη φωτογραφία (του Τσαρλ Λανγκ), ωραία, υποβλητική μουσική (του Χένρι Μαντσίνι), μαζί με τις πράγματι θαυμάσιες ερμηνείες των ηθοποιών του (μ' επικεφαλής το δίδυμο Γκραντ-Χέμπορν), προσφέρουν μια ταινία που βλέπεται πάντα με την ίδια απόλαυση.*
No comments:
Post a Comment