Το weekend ζωντανεύουν τα πράγματα στο Φεστιβάλ της Βενετίας. Γενικώς, αυτό ισχύει για όλα τα φεστιβάλ, τα οποία στον προγραμματισμό τους υπολογίζουν πάντα τους εκδρομείς του τριημέρου (Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή).
Ετσι και στη Βενετία, που φέτος όμως δεν την επισκέπτονται οι Αμερικανοί με την ίδια πληθώρα ταινιών όπως τα προηγούμενα χρόνια. Επίσημη αιτιολογία για την τωρινή κατάσταση η απεργία των σεναριογράφων, η οποία κράτησε πολλούς μήνες και καθυστέρησε τις ολοκληρώσεις πολλών ταινιών.
Αφίξεις και βεντέτες
Το Φεστιβάλ, λοιπόν, κράτησε για το τέλος τα φιλμ που συνοδεύονται κι από αφίξεις. Ομως κι εδώ φάνηκε η φετινή φτώχεια κι έτσι οι διάσημες αφίξεις περιλαμβάνουν τη Σαρλίζ Θερόν και την Κιμ Μπάσινγκερ, οι οποίες είναι εδώ από την Παρασκευή για την προβολή της ταινίας τους «Τhe burning plain», που συμμετέχει στο επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα κι εκτός των άλλων έχει κι ένα πρόσθετο ενδιαφέρον. Ποιο; Οτι μπορεί να γεννά νέο ονομαστό σκηνοθέτη. Την υπογράφει ο Γκιγιέρμο Αριάγκα. Πρόκειται για το Μεξικανό σεναριογράφο, στενό αλλά και άσπονδο συνεργάτη του Αλεχάντρο Γκονζάλες Ιναρίτου. Οι δύο άντρες βρίσκονται εδώ και χρόνια «στα μαχαίρια». Αιτία είναι κάτι που έχει συμβεί πολλές φορές στην ιστορία του κινηματογράφου, ανάμεσα σε «ζευγάρια» σκηνοθετών και σεναριογράφων, σε συνεργασίες στενές, όπου ο σεναριογράφος πολλές φορές πρόβαλε την ένσταση πως αν δεν ήταν το σενάριό του ο σκηνοθέτης δεν θα είχε κάνει όνομα. Βεντετισμοί; Διόλου απίθανο.
Το θέμα είναι πως οι συγκεκριμένοι, ο Ιναρίτου και ο Αριάγκα, έφτασαν στο σημείο να κάνουν ταινίες μαζί και να μη μιλάνε μεταξύ τους στη διάρκεια των γυρισμάτων παρά να συνεννοούνται μέσω τρίτου, μέσω κάποιου μεσολαβητή.
Σχεδόν «σκοτώθηκαν» κατά τα γυρίσματα του «21 γραμμάρια» και δεν αντάλλαξαν κουβέντα στη «Βαβέλ», όπου εκεί πλέον ο Αριάγκα είχε σηκώσει το λάβαρο της ανεξαρτησίας. Η απόλυτη ανακήρυξη αυτόνομου κράτους ήταν το σίγουρο αναμενόμενο, το μόνο λογικό, φυσικό επακόλουθο.
Ετσι, στη Βενετία έφερε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο όπου φυσικά σκηνοθετεί ο ίδιος το σενάριό του. Πολλοί σκηνοθέτες υπήρξαν προηγουμένως σεναριογράφοι κάποιων άλλων, από τον Τζον Χιούστον και τον Ρόμπερτ Μπέντον και φυσικά τον Μπίλι Γουάιλντερ ως τον δικό μας Νίκο Φώσκολο στα χρόνια του παλιού ελληνικού κινηματογράφου και της «Φίνος Φιλμ» όταν αυτονομήθηκε από τον Ντίνο Δημόπουλο και ζήτησε από τον Φίνο να σκηνοθετεί ο ίδιος τα σενάριά του…
Ο Αριάγκα, μέσω του ατζέντη, εξασφάλισε δύο λαμπερές και οσκαρούχες ερμηνεύτριες, τη Σαρλίζ Θερόν και την Κιμ Μπάσινγκερ, κι ήταν αυτές που ανέλαβαν να εκπροσωπήσουν τη χολιγουντιανή λάμψη στη φετινή Βενετία.
Μενού με σπαγγέτι
Διότι φέτος η Βενετία λόγω πολλαπλών αιτιών στράφηκε κατά βάση στην προβολή του ιταλικού σινεμά και κατηγορήθηκε έντονα για αυτό, κυρίως από τους Γερμανούς μέσω του περιοδικού «Spiegel».
Ωστόσο, το πρόγραμμα έχει στηθεί με βάση την ιταλική λάμψη κι έτσι τα ιταλικά φιλμ, που θεωρούνται άξια προβολής και πρότασης από το Φεστιβάλ με αντίκτυπο στη διεθνή αγορά, έχουν κανονιστεί επίσης για το Σαββατοκύριακο. Οπωσδήποτε οι Ιταλοί θα (αυτο)κολακευτούν γι’ αυτό αλλά οι υπόλοιποι;
Πάντως τόσο το «Un giorno perfetto» όσο και το «Il papa di Giovana» είναι έργα που αξίζουν προώθησης. Το πρώτο φέρει την υπογραφή του Φερζάν Οζπέτεκ, του «Τούρκου της Ιταλίας», όπως τον αποκαλούν, ο οποίος δεν είναι σαν τον Φατίχ Ακίν στη Γερμανία, ένας γόνος δηλαδή Τούρκων μεταναστών, αλλά ένας Τούρκος της Κωνσταντινούπολης που επέλεξε την Ιταλία ως τόπο να ζήσει και να δημιουργήσει και έχει πολιτογραφηθεί Ιταλός.
Οι ταινίες που έχει κάνει ως τώρα είναι εκπληκτικές, αν και δεν έχουν φτάσει παρά ελάχιστες στην Ελλάδα κι αυτές χωρίς ιδιαίτερο promotion. Επιπλέον, θεωρείται ο «Αλμοδόβαρ της Ιταλίας» αλλά δυστυχώς το σινεμά στην Ευρώπη είναι σήμερα περιορισμένο στα τοπικά πλαίσια και μόνο το φεστιβαλικό προωθείται, με αποτέλεσμα οι λαοί όλου του κόσμου να ταυτίζουν το «ευρωπαϊκό» με το «φεστιβαλικό».
Απόδειξη ότι φέτος η Βενετία θέλησε να προβάλει ιταλικές ταινίες και οι άλλοι Ευρωπαίοι την κατηγορούν έντονα. Οταν οι Ευρωπαίοι μιλούν για ευρωπαϊκό προϊόν, εννοούν ο καθένας το τοπικό του. Τα ανάλογα ισχύουν και για τη δεύτερη ταινία που φέρει την υπογραφή του Πούπι Αβάτι, βετεράνου της ιταλικής σάτιρας αλλά δυστυχώς της τελευταίας 20ετίας που το ιταλικό σινεμά φυλακίστηκε εντός των συνόρων της όμορφης χώρας του.
Η Καμόρα στο πανί
Υπάρχει και μια τρίτη ταινία το Σαββατοκύριακο στην οποία επενδύουν πολλά οι Ιταλοί, το «Puccini e la fanciulla», και γενικώς θέλουν να πιστεύουν ότι κάποια από αυτές θα μπορούσε να είναι πιθανή κάτοχος του φετινού «Χρυσού Λιονταριού», του μεγάλου δηλαδή βραβείου του Φεστιβάλ. Οπως, όμως είπε κάποιος διανομέας, αν δεν ενδιαφερθούν για τα παραπάνω οι Γάλλοι και οι Αμερικανοί, δεν έχουν καμία πιθανότητα προώθησης στη διεθνή κινηματογραφική αγορά.
Οσο δε για τη φετινή υποβολή της Ιταλίας για το ξενόγλωσσο Οσκαρ, οι πάντες πιθανολογούν την επικράτηση του «Gomorra». Μια εκπληκτική ταινία που βασίζεται στο μυθιστόρημα του Ρομπέρτο Σαβιάνο, με θέμα τις αποκαλύψεις για τη ναπολιτάνικη μαφιόζικη οργάνωση Καμόρα. Το «Gomorra» είχε τιμηθεί στο Φεστιβάλ των Καννών με το Grand Prix, το Μέγα Ειδικό Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής, το δεύτερο τη τάξει μετά το «Χρυσό Φοίνικα».
Βενετία, του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΤΙΜΟΓΙΑΝΝΑΚΗ Μέλος της EFA, Ελεύθερος Τύπος, Κυριακή, 31/08/2008