Για τους περισσότερους κωμικούς ηθοποιούς επικρατεί μονίμως μια λανθασμένη αντίληψη: τους προσεγγίζει κανείς με την πεποίθηση ότι θα είναι τόσο αστείοι στην κανονική ζωή όσο αστείοι είναι και στις ταινίες τους.
Στην αντίθετη περίπτωση, η απογοήτευση είναι δεδομένη. Ο Μπεν Στίλερ έρχεται να διαλύσει μια τέτοια αντίληψη. Το πρωινό της συνάντησής μας τον βρίσκει κάπως συνοφρυωμένο πάνω από ένα φλιτζάνι καφέ. Φοράει ένα ζευγάρι κοκάλινα γυαλιά μυωπίας, στο πηγούνι του φιγουράρει ένα γκριζωπό μούσι και συζητά για τον πιο σοβαρό, ίσως, ρόλο της μέχρι τώρα καριέρας του.
Σε υπαρξιακό αδιέξοδο
Μια μέρα πριν, όσοι έσπευσαν να δουν την ταινία «Greenberg» στην επίσημη πρεμιέρα που έγινε στο πλαίσιο του κινηματογραφικού φεστιβάλ στο Βερολίνου, περιμένοντας άλλον έναν εξωφρενικό και ξεκαρδιστικό χαρακτήρα από τον Στίλερ, πρέπει μάλλον να δυσαρεστήθηκαν. Οι υπόλοιποι απόλαυσαν τον 44χρονο ηθοποιό στο μελαγχολικό και ήρεμα δραματικό ρόλο ενός μεσήλικα που προσπαθεί να συνέλθει από το υπαρξιακό αδιέξοδο στο οποία βρίσκεται. Εχοντας πρόσφατα πάρει εξιτήριο από μια ψυχιατρική κλινική, ο Γκρίνμπεργκ (που δανείζει και το επώνυμό του στον τίτλο του φιλμ) μετακομίζει προσωρινά στο άδειο σπίτι του αδελφού του, ο οποίος απουσιάζει σε διακοπές, και προσπαθεί να συμβαδίσει με την πιο μποέμικη πλευρά μιας απρόσωπης και κάπως αφιλόξενης μεγαλούπολης, όπως μοιάζει το Λος Αντζελες της δημιουργίας του Νόα Μπάουμπαχ.
Ο σκηνοθέτης που πριν πέντε χρόνια διεκδικούσε το Οσκαρ πρωτότυπου σεναρίου με το «Δεσμοί Διαζυγίου» είχε εξαρχής στο μυαλό του τον Στίλερ για τον συγκεκριμένο ρόλο. Ηταν ένας από τους λίγους θεατές που είχαν την προνοητικότητα να δουν τον κωμικό ηθοποιό να δοκιμάζεται πρώτη φορά σε σοβαρή ερμηνεία το 1998, με την ανεξάρτητη ταινία «Permanent Midnight». Από τότε, ο Μπεν Στίλερ έχει σκαρφαλώσει στην κορυφή των δημοφιλέστερων και πιο ακριβοπληρωμένων κωμικών ηθοποιών της Αμερικής, τίτλοι τους οποίους υπηρετεί επάξια ετησίως με μεγάλες επιτυχίες όπως η «Τροπική Καταιγίδα» και το «Γαμπρός της Συμφοράς». Οπως συμφωνεί, όμως, και ο ίδιος, το «Greenberg» (που στη χώρα μας θα προβληθεί με τον τίτλο «Δεν σκέφτομαι, άρα υπάρχω» από τις 15 Απριλίου) απέχει πολύ από το σκαμπρόζικο και φαρσικό ύφος των ταινιών αυτών. «Στην πραγματικότητα», ομολογεί, «νομίζω ότι είναι η πιο σημαντική εμπειρία που είχα στη μέχρι τώρα καριέρα μου ως ηθοποιού».
- Πόσον καιρό σας πήρε να συμπαθήσετε τη δύσκολη ιδιοσυγκρασία του χαρακτήρα που υποδύεστε;
«Στην αρχή είναι γεγονός ότι δυσκολευόμουν να εισχωρήσω στον τρόπο σκέψης του. Γνωρίζοντάς τον όλο και πιο πολύ, όμως, άρχισα σταδιακά να βλέπω τον εαυτό μου να καθρεφτίζεται σε κάποια από τα άγχη και τα προβλήματά του, με τον ίδιο τρόπο που θεωρώ ότι η περίπτωσή του αντανακλά την προσπάθεια κάθε ανθρώπου να πορευτεί όσο το δυνατόν καλύτερα σε αυτή τη ζωή».
- Βρήκατε σημεία ταύτισης με την προσπάθεια του ήρωά σας να βρει κάποιο νόημα και κάποιο ερέθισμα που θα τον βοηθήσουν να εξέλθει από την υπαρξιακή καμπή στην οποία βρίσκεται;
«Προοδευτικά έμαθα να συμπάσχω μαζί του. Οσο περισσότερο άρχισα να τον μαθαίνω, τόσο μεγαλύτερη γινόταν η συμπόνια μου γι' αυτόν. Ο Γκρίνμπεργκ κουβαλά επάνω του, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, όλα τα βάρη που κουβαλούμε ως ανθρώπινα όντα. Τις απογοητεύσεις, τις αγωνίες και αβεβαιότητες, την αίσθηση ότι κάποια όνειρά μας διαψεύστηκαν, τη διαρκή αναμέτρηση με το εγώ μας. Αυτό ήταν που εκτίμησα και στο σενάριο: το πώς κατορθώνει και αποδίδει ο καθημερινός αγώνας καθενός μας να παραμένει, πολύ απλά, άνθρωπος».
- Η ταινία μεταχειρίζεται έντονα το αίσθημα της προσωπικής ήττας και της αποτυχίας. Εχετε βιώσει παρόμοια συναισθήματα κάποια στιγμή στη δική σας ζωή και, αν ναι, πώς τα αντιμετωπίσατε;
«Εχω αποτύχει πολλές φορές. Τα πράγματα δεν ήταν εξαρχής εύκολα για μένα. Για χρόνια πήγαινα από οντισιόν σε οντισιόν περιμένοντας να μου δοθεί η ευκαιρία για κάτι καλύτερο. Κάποιοι ρόλοι δεν προέκυψαν όπως τους φανταζόμουν, κάποιες ταινίες δεν τις είδαν όσοι άνθρωποι ευχόμουν να τις είχαν δει... αλλά όλα είναι μέσα στο σχέδιο. Θα πετυχαίνεις μια φορά, θα αποτυγχάνεις ίσως δύο, σημασία όμως έχει να μην εγκαταλείπεις την προσπάθεια και να μαθαίνεις από τα λάθη σου. Η αποτυχία είναι, έπειτα, μέρος της βιομηχανίας στην οποία δουλεύω. Μερικοί άνθρωποι τείνουν να το αγνοούν, αλλά η αλήθεια είναι πως προσπαθούμε σκληρά για να καταφέρουμε τα πράγματα που επιθυμούμε και που ευχόμαστε σε ετούτο το επάγγελμα, κι αυτό δεν είναι πάντα εφικτό. Εγώ προσωπικά έμαθα με τον καιρό να πορεύομαι έχοντας διαρκώς στο μυαλό μου πως σε αυτή τη δουλειά και σε αυτή τη ζωή μπορεί να συμβεί οτιδήποτε. Το μόνο που μας ανήκει είναι η στιγμή. Για το τι θα συμβεί στο επόμενο λεπτό, δεν μπορούμε να είμαστε απολύτως σίγουροι».
«Δεν είμαι και πολύ αστείος»
- Είστε ένας από τους λίγους σημερινούς ηθοποιούς που έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν την δική τους αυθεντική κωμική περσόνα. Ολο και περισσότερο σε ταινίες βλέπουμε πλέον ρόλους που επικαλούνται το είδος της κωμωδίας των παρεξηγήσεων και της αμηχανίας που εσείς κυρίως εκπροσωπείτε...
«Τι να σας πω. Δεν μου αρέσει να κατηγοριοποιώ και να διαχωρίζω όσα κάνω, γιατί με περιορίζει. Κάνω οτιδήποτε με ευχαριστεί, χωρίς να το πολυαναλύω. Προτιμώ να αφήνω τις αναλύσεις σε άλλους ανθρώπους».
- Σας αποδίδουν τον τίτλο ενός από τους πιο αστείους ανθρώπους στο σινεμά. Εσείς σε ποιον θα δίνατε τον ίδιο τίτλο;
«Δεν νομίζω ότι είμαι και πολύ αστείος άνθρωπος, πρόκειται μάλλον περί παρεξήγησης (γέλια). Πραγματικά αστείος είναι ο Γουίλ Φέρελ, ο Μπιλ Μάρεϊ, ο Στιβ Μάρτιν. Και βέβαια ο μπαμπάς μου».
- Δεν θεωρείτε τον εαυτό σας αστείο; Μου το εξηγείτε αυτό;
«Βιώνω τη ζωή μου ως απλός άνθρωπος και όχι ως κωμικός. Κάνω, δηλαδή, τη δουλειά μου και, στο τέλος της ημέρας, αναγνωρίζω ότι δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα επάγγελμα που μου προσδίδει μια συγκεκριμένη ιδιότητα. Δεν θα έλεγα, άλλωστε, ότι ανήκω στην κατηγορία εκείνων που μπορούν ανά πάσα στιγμή να σε κάνουν να ξεκαρδιστείς. Εκτιμώ την αίσθηση του χιούμορ που έχω, αλλά ως εκεί».
- Είναι λίγο σχιζοφρενικό όμως αυτό, δεν νομίζετε; Οι άνθρωποι να σας βρίσκουν αστείο, την ίδια ώρα που εσείς πιστεύετε το αντίθετο;
«Δεν το βλέπω έτσι. Μπορώ να παραδεχτώ ότι κάνω κάποιους ανθρώπους να γελούν. Το αναγνωρίζω, είναι ωραίο συναίσθημα και νιώθω ευγνώμων για την ανταπόκριση του κόσμου. Στην προσωπική μου ζωή δεν περιφέρω, ωστόσο, το ύφος του αστείου τύπου, σαν να πρόκειται για κάτι που πρέπει να με χαρακτηρίζει ως άνθρωπο».
Η αίσθηση της θνητότητας
- Σας ενοχλεί που πολλοί θαυμαστές σας περιμένουν ότι και στην κανονική σας ζωή θα αποτελείτε μια προέκταση της κωμικής δημόσιας εικόνας σας;
«Το πώς με αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι με επηρεάζει προοδευτικά όλο και πιο λίγο, όσο μεγαλώνω. Παλιότερα, στα πρώτα βήματα της καριέρας μου, με ενδιέφερε να ξέρω με ποια προδιάθεση με πλησίαζε ή με αντιμετώπιζε κάποιος. Τώρα πια, ειλικρινά δεν ασχολούμαι».
- Ο ήρωας της ταινίας βιώνει στα σαράντα του χρόνια μια σφοδρή προσωπική κρίση. Η δική σας είσοδος στα σαράντα συνοδεύτηκε από κάτι αντίστοιχο;
«Οταν έγινα σαράντα, συνέβη το εξής: αναρωτήθηκα σε ποιο ακριβώς σημείο με έχει φτάσει η ζωή που έκανα ως τώρα. Νομίζω ότι είναι η φυσιολογική και συνήθης απορία που εκδηλώνει κάθε άντρας ο οποίος προσεγγίζει ηλικιακά έναν στρογγυλό αριθμό όπως είναι τα σαράντα και θέλει να καταλάβει τι έχει καταφέρει στο μέχρι τώρα βίο του. Τι έκανε σωστά, τι έκανε λάθος, τι δεν αποπειράθηκε να κάνει καθόλου. Η μόνη σίγουρη διαπίστωση που κάνεις, πάντως, όσο μεγαλώνεις είναι ότι δεν θα βρίσκεσαι σε αυτό τον κόσμο για πάντα. Αποκτάς μια αίσθηση της θνητότητάς σου που σε βοηθά να παραμένεις πιο ψύχραιμος και προσγειωμένος. Βλέπεις ανθρώπους γύρω σου να χάνονται κι αυτή η γνώση, όσο οδυνηρή κι αν είναι, άλλο τόσο πολύτιμη αποδεικνύεται».
- Σε τι σας βοηθάει μια τέτοια επίγνωση;
«Οτι θέλω στη ζωή μου να μην παίρνω τίποτα τοις μετρητοίς και να μένω προσκολλημένος στα πράγματα που μετρούν αληθινά. Τα μαθαίνεις αυτά μεγαλώνοντας. Αλλο ένα καλό που έρχεται με την ηλικία. Τελικά δεν είναι και τόσο άσχημο να γερνάς...». *
Sunday, March 28, 2010
Η σημασία τού να είναι κανείς σοβαρός
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment