Προορισμός της φετινής «πενθήμερης» του Γούντι Αλεν η Ρώμη. Μετά το Λονδίνο «MATCH POINT» (2005), τη Βαρκελώνη «VICKY CHRISTINA BARCELONA» (2008) και τελευταία το Παρίσι «ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ» (2011), το ετήσιο πρόγραμμα εκδρομών στην Ευρώπη, τον έφερε στην καρδιά της αιώνιας πόλης, όπου - υπό τους ήχους του αθάνατου «Volare»- οι τουριστικές ατραξιόν, τα αρχαία και οι φημισμένες ταράτσες της που βλέπουν στην Πιάτσα ντι Σπάνια, συνθέτουν το σκηνογραφικό φόντο των τεσσάρων, ανεξάρτητων και αυτόνομων ιστοριών της σπονδυλωτής του ταινίας (κατ' εξοχήν ιταλικό είδος!). Ιστορίες που θα μπορούσαν κάλλιστα να διασταυρώνονται στα σοκάκια του Τραστέβερε, αλλ' όμως ποτέ δεν «υφαίνονται» μαζί. Στη φετινή εκδρομή και 44ηταινία του, ο ίδιος ο Γούντι Αλεν στέκεται πίσω και μπροστά στην κάμερα. Ωστόσο δυστυχώς το φιλμ σαν σύνολο (ίσως, το χειρότερό του...) δίνει την αίσθηση του αυτόματου πιλοταρίσματος με ελάχιστα μόνο ενσταντανέ στιγμιαίων συμπαθητικών εξάρσεων...
Οι σκηνές της ταινίας είναι μάλλον ακατάστατα συραμμένες, η λίστα των στερεότυπων και των κλισέ του αμερικανικού βλέμματος μακριά, οι διάλογοι όχι ιδιαίτερα σπιρτόζοι και τα δυνατά «σημεία» αδύναμα και προβλέψιμα. Η ταινία βουτηγμένη στην καλοδεχούμενη νοσταλγία και στην αυτονόητη, χαριτωμένη ελαφράδα, δίνει την εντύπωση της πολύ μακριάς και το ατελείωτο διεθνές καστ μοιάζει να περιφέρεται χωρίς ουσιαστικά να έχει να κάνει κάτι...
Στην πρώτη από τις ιστορίες της ταινίας, που παρουσιάζονται με χρονική «ακαταστασία», μια αμερικανιδούλα τουρίστρια συναντά τυχαία, ερωτεύεται και αποφασίζει να παντρευτεί νεαρό Ιταλό. Ακολουθεί συνάντηση των γονιών του ζευγαριού, έναυσμα πολιτισμικής και ταξικής σύγκρουσης. Ο Γούντι Αλεν υποδύεται τον πατέρα της νύφης, έναν εκκεντρικό σκηνοθέτη όπερας, συνταξιούχο πια που αρνείται να «πεθάνει» καλλιτεχνικά (αλλά και κυριολεκτικά). Σε ένα ζευγάρι Αμερικανών φοιτητών αρχιτεκτονικής επικεντρώνεται η δεύτερη ιστορία και στην επίσκεψη μιας νευρωτικής φίλης, ηθοποιού που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη διάλυση της σχέσης του ζευγαριού. Σ' αυτήν την ιστορία γίνεται χρήση ενός «τρικ» από το φιλμ «PLAYITAGAIN, SAM» (1972) στο οποίο ο ήρωας, νευρωτικός κριτικός κινηματογράφου, συνομιλεί με μια «αόρατη» φιγούρα που θυμίζει τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και που μόνο ο κριτικός βλέπει. Σ' αυτήν την ιστορία του, «ΣΤΗ ΡΩΜΗ ΜΕ ΑΓΑΠΗ», ο Αλεκ Μπάλντουιν ενσαρκώνει μια εκδοχή της παραπάνω φιγούρας, έναν κυνικό μεσήλικα αρχιτέκτονα, που «συνομιλεί» με τον εαυτό του, όταν ήταν φοιτητής αρχιτεκτονικής στη Ρώμη... Στα επόμενα δύο επεισόδια υπάρχει απουσία αμερικανικού δάκτυλου, αλλά εμφανής φόρος τιμής στον Φελίνι και καταλυτικά δηκτική σάτιρα (τραγικά επιφανειακή και λειψή όμως) της φτήνιας των ιδιωτικών - κυρίως - μπερλουσκονικής έμπνευσης ΜΜΕ. Η ιστορία ενός νιόπαντρου ζευγαριού επαρχιωτών από το βορρά, από το Πορντενόνε, που ταξιδεύει στην πρωτεύουσα, χάνεται στη χαοτική μεγαλούπολη και στο τέλος ξαναβρίσκεται... Στο μεσοδιάστημα όμως, καθένας τους, έχει προλάβει να ζήσει τη δική του φαντασίωση! Νευραλγικός χαρακτήρας στο επεισόδιο, η όλο ζωντάνια πόρνη της Πενέλοπε Κρουζ. Αυτό είναι το κομμάτι που παραπέμπει στην ταινία «ΛΕΥΚΟΣ ΣΕΪΧΗΣ» (1952) του Φελίνι, ενός από τους σκηνοθέτες που δεδηλωμένα θαυμάζει ο Αλεν.
Στην τελευταία ιστορία - τη λιγότερο επιτυχημένη - πρωταγωνιστεί ο Ρομπέρτο Μπενίνι, ένας ανώνυμος υπαλληλίσκος, υποκείμενο της ανόδου και της πτώσης μιας εφήμερης ασημαντότητας ή πώς τα ΜΜΕ μεταμορφώνουν ένα μικροαστικό ανθρωπάριο σε διασημότητα μιας χρήσης.
Παρότι η ταινία ανήκει στις λιγότερο καλές του σκηνοθέτη, αναγνωρίζει κανείς αναντίρρητα την υπογραφή του, με τα αστεία και τις αναφορές του στην ψυχανάλυση, το θάνατο, το Στρίνμπεργκ, τον αθεϊσμό... Ετσι, αν σας αρέσει ο Γούντι Αλεν, ή αν σας αρέσει η Ρώμη, να το δείτε. Ολο και κάτι θα βρει καθένας σ' αυτό...
Παίζουν: Ελεν Πέιτζ, Πενέλοπε Κρουζ, Ρομπέρτο Μπενίνι, Ιζαμπέλα Φεράρι, Ορνέλα Μούτι, Αλεκ Μπάλντουιν, Τζέσι Εϊζενμπεργκ κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ, ΙΤΑΛΙΑ, ΙΣΠΑΝΙΑ (2012)
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 6/9/2012
No comments:
Post a Comment